Σαν όνειρο θυμάμαι τις πρώτες παραστάσεις Καραγκιόζη που είδα σε ηλικία περίπου επτά ετών. Από τότε ο χάρτινος λαϊκός ήρωας, δεν έπαψε να με τραβά με το μακρύ του χέρι και να αποτελεί. μία κραυγή διαμαρτυρίας μέσα από τον λόγο, πολλών αείμνηστων σήμερα καραγκιοζοπαιχτών, τους οποίους γνωρίσαμε και αγαπήσαμε.
Για παράδειγμα, όπως ήταν ο Σπαθάρης, ο Μόλλας και άλλοι πολλοί. Γιατί η φωνή τους είναι η φωνή της Ελλάδας, όπου σε μία εποχή παγκοσμιοποίησης, αγωνίζεται να περισώσει ότι πολυτιμότερο έχει από την πολιτιστική της κληρονομιά, μέρος της οποίας φυσικά είναι και ο Ελληνικός Καραγκιόζης. Η ιστορία του Θεάτρου Σκιών χάνεται στα βάθη των αιώνων.
Οι ερευνητές πιθανολογούν πως αναπτύχθηκε ως τέχνη τον 11ο με 12ο μ.Χ. αιώνα στις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας, όπως στην Ινδία, Ιάβα, Καμπότζη, Ταϊλάνδη. Στις χώρες αυτές, η σκιά είχε θρησκευτική σημασία καθώς ήταν συνδεδεμένη με το βασίλειο των νεκρών. Σπουδαίο θέατρο σκιών με παρόμοια χαρακτηριστικά αναπτύχθηκε και στην Κίνα.
Σημαντικός σταθμός της διαδρομής του ήταν και η γειτονική μας Τουρκία, τον 16ο αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, οι Τούρκοι γνώρισαν το θέατρο σκιών από ένα Έλληνα τον Μαυρομάτη ο οποίος το έφερε από την Κίνα, μάλιστα το όνομα Καραγκιόζης στα τούρκικα σημαίνει ο άνθρωπος με τα μαύρα μάτια δηλαδή ο μαυρομάτης.
Ιδρυτής του Ελληνικού θεάτρου σκιών υπήρξε ο Μπραχάλης από την Καλαμάτα, ο οποίος ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1890 ο πατρινός ψάλτης Δημήτριος Σαρδούνης, γνωστός και ως Μίμαρος, λόγω της ιδιαίτερης ικανότητας του στη μίμηση φωνών, έδωσε την Ελληνική μορφή τροποποιώντας τα θέματα με διαλόγους και πρόσωπα από την Ελληνική επανάσταση, αλλά και κωμικά στοιχεία που σατίριζαν τα νέα επαγγέλματα της εποχής.
Ο πόλεμος του 1940 και η κατοχή που ακολούθησε επηρέασε αρνητικά το θέατρο σκιών και άρχισε να παρακμάζει, ο κόσμος στράφηκε σε άλλα θεάματα όπως ο κινηματογράφος και η τηλεόραση.
Στην προσπάθεια του να επιβιώσει οι νέοι καραγκιοζοπαίχτες επινόησαν νέες τεχνολογίες όπως το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, πήραν ηθοποιούς για να ζωντανέψουν τις φωνές και το ρόλο των φιγούρων.
Οι κυριότερες φιγούρες του Ελληνικού Θεάτρου Σκιών
Ο Καραγκιόζης: Είναι o ιδανικός τύπος του φτωχού Έλληνα που σκαρφίζεται τα πάντα για να επιβιώσει, ανακατεύεται σε όλα, τον ενδιαφέρει καθετί που γίνεται γύρο του, όλους τους πειράζει και τους κοροϊδεύει και προπάντων τον ίδιο του τον εαυτό.
Το χέρι του είναι εξαιρετικά ευκίνητο και υπερβολικά μακρύ για σκηνικούς λόγους, αλλά έχει και συμβολική σημασία «το μακρύ μακρύ μου χέρι ψάχνει μέσα στο πανέρι» η μόνιμη επωδός του, αφού μονίμως είναι νηστικός.
Χαρακτηριστικά της εμφάνισής του η αντιαισθητική καμπούρα του και τα χιλιομπαλωμένα του ρούχα.Εκπροσωπεί το έξυπνο πνεύμα, είναι ευφυολόγος, ετοιμόλογος, αστείος, καλόκαρδος, καρπαζώνει προθυμότατα, δέρνει αλλά και δέρνεται.
Η Αγλαΐα: Η γυναίκα του Καραγκιόζη εκπροσωπεί τον χαρακτήρα της φτωχής Ελληνίδας νοικοκυράς που προσπαθεί να βοηθήσει την οικογένειά της. Μονίμως παραπονιέται ή γκρινιάζει που δεν έχει να φάει και μονίμως είναι έγκυος.
Ο Χατζηαβάτης: Ο τύπος του ραγιά, παμπόνηρος, ανήσυχος για όλα, αδύνατος, δειλός, κόλακας και γαλίφης, κυρίως απέναντι στους ισχυρούς. Προσποιείται τον μισοκακόμοιρο που έχει το νου του για διάφορες κατεργαριές. Τύπος του βιοπαλαιστή αστού με επαγγέλματα, όπως τελάλης, μεσίτης, ταχυδρόμος που εκτελεί παραγγελίες του Μπέη και του Πασά. Ωστόσο είναι ευγενικός, αξιοπρεπής, μορφωμένος, γνωρίζει τον κόσμο καλύτερα από τον Καραγκιόζη και προσπαθεί να δασκαλεύει και να διορθώνει τον φίλο του.
Ο Μπέης: Αντιπροσωπεύει τον εύπορο αστό, εκείνο τον άνθρωπο της ανώτερης κοινωνικά τάξης, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί τον Χατζηαβάτη για διάφορες υποθέσεις.
Ο Σιορ Διονύσιος: Σατιρίζει τον τύπο του ξεπεσμένου αριστοκράτη από την Ζάκυνθο, είναι καλοντυμένος, φορά ψηλό καπέλο, αξιοπρεπής, πολιτισμένος και παρασύρεται εύκολα στις κατεργαριές του φίλου του Καραγκιόζη.
Ο Μπαρμπαγιώργος: Εκπροσωπεί τον βουνίσιο κι ανυπότακτο Ελληνικό τύπο. Εκ πρώτης όψεως, είναι φουστανελοφόρος, τύπος αγαθός, ηθικός και δυνατός. Είναι θείος του Καραγκιόζη και γι’ αυτό του προσφέρει στοργικά προστασία, συνήθως δέρνει τον Βεληγκέκα. Συχνά πέφτει θύμα των μηχανορραφιών του ανιψιού του και ενίοτε του ρίχνει ένα χέρι ξύλο για να τον συνετίσει.
Ο Βεληγκέκας: Πρόκειται για την εκτελεστική εξουσία της δημόσιας τάξης. Η καταγωγή του χαρακτηρίζεται ως Τουρκαλβανική. Γενικά, είναι κουτός, απολίτιστος, λιγόλογος, ο θεατής βλέπει ένα αντιπαθητικό βάρβαρο φρουρό ο οποίος εμφανίζεται για να δείρει ή να τιμωρήσει. Πρόκειται για την προσωποποίηση του τούρκικου ζυγού.
Ο Σταύρακας: Ντυμένος κουτσαβάκικα έχει θωριά παλικαρά, αλλά συνέχεια τρώει ξύλο. Επίσης, είναι ψεύτης και καυχησιάρης. Αποτελεί κομμάτι σάτιρας των ανθρώπων της εποχής του ρεμπέτικου.
Ο Μορφονιός: Ονομάζεται Ζαχαρίας και είναι νάνος με πελώριο κεφάλι και μακριά μύτη, είναι καλοαναθρεμμένος και πολύ λιγόψυχος.
Το Κολλητήρι: Είναι ο μεγαλύτερος γιος του Καραγκιόζη, ενώ ακολουθούν ο Κοπρίτης και ο Μπιριγκόγκος το μικρότερο της οικογενείας.
Τέλος, τα σκηνικά της παράστασης είναι η παράγκα και το σαράι. Συμβολίζουν από την μία μεριά τις φτωχικές συνοικίες των ταπεινών και καταφρονημένων, και από την άλλη, τις πλούσιες συνοικίες των αρχόντων και των πλουσίων, ανάμεσα κινούνται οι φιγούρες του Θεάτρου Σκιών.
Μερικές από τις παραστάσεις είναι: Ο Καραγκιόζης …. αστροναύτης, Φούρναρης, Ψαράς, Ζητιάνος, Μάγειρας, Δάσκαλος, Βαρκάρης, Γιατρός, Καφετζής, Γραμματικός, Βουλευτής, Ο Μέγα Αλέξανδρος και το Καταραμένο Φίδι, καθώς και πολλές άλλες παραστάσεις. Αβάντι μαέστρο λοιπόν.