Για τα Χριστούγεννα η κολλητή μου, μου έκανε δώρο ένα βιβλίο και συγκεκριμένα «Τα Κορίτσια» της Έμα Κλάιν. Είχα ακούσει πολλά καλά λόγια για το συγκεκριμένο βιβλίο, αλλά και για την συγγραφέα, καθώς λένε ότι είναι ένα ανερχόμενο αστέρι με το βιβλίο της να έχει βγει μόλις τον Ιούνιο, μεταφράστηκε σε πάνω από 30 γλώσσες και έχει πουλήσει ήδη τα δικαιώματα για να γίνει ταινία. Άρχισα, λοιπόν, να το διαβάζω αμέσως.
Ας μιλήσουμε πρώτα για την κεντρική ιστορία. Κύριος άξονας είναι η αθωότητα και η αφέλεια των έφηβων κοριτσιών, με πρωταγωνίστρια την Ίβι, μια 14χρονη κοπέλα της υψηλής κοινωνίας που δεν είναι ευχαριστημένη με την ζωή της και ψάχνει το κάτι παραπάνω, αυτό που θα της δώσει μια νότα περιπέτειας στην καθημερινότητα της. Έτσι, σε ένα πάρκο γνωρίζει την Σούζαν με τις φίλες της, να ψάχνουν φαΐ για να πάνε πίσω στο σπίτι τους. Οι λίγες αυτές στιγμές στάθηκαν αρκετές για να μαγευτεί η Ίβι και να ερωτευτεί την Σούζαν χωρίς να το ξέρει. Ήταν έτοιμη να κάνει ό,τι της ζητούσε χωρίς δεύτερες σκέψεις, ακόμα και μέχρι το τέλος.
Αυτή ήταν η αρχή για την Ίβι, η αρχή για ένα ταξίδι που κανείς δεν θα φανταζόταν το τέλος. Στο βιβλίο, η Ίβι είναι η αφηγήτρια, σε μεγαλύτερη πλέον ηλικία, φέρνοντας στο νου της πάλι ό,τι αναμνήσεις είχε από εκείνη την περίοδο. Η Σούζαν ανήκε στην Σέκτα του Ράσελ Χάντρικ, βασισμένη στην οικογένεια Μάνσον, για όσους δεν το ξέρατε.
Τσάρλς Μάνσον: αυτή η διαταραγμένη προσωπικότητα είχε φτιάξει το κοινόβιο του με τα κορίτσια του, που γοητεύονταν από την ξεχωριστή αύρα του και τον ακολουθούσαν σε ό,τι παράλογο, γελοίο, αυτοκαταστροφικό και δολοφονικό, τελικά, επέλεγε κάθε φορά μέσα στην τρέλα του. Τα ονόματα είναι αλλαγμένα, αλλά ο Μάνσον και η εποχή δεν είναι. Η Κλάιν έχει ψάξει επισταμένως όλες τις πηγές και όλα τα αρχεία για τη δεκαετία τού ’60, και κυρίως για το τέλος της. Με μεγάλη λεπτομέρεια που δεν θα την περίμενε κανείς, καθώς η Κλάιν δεν ζούσε εκείνη την εποχή, μας περιγράφει τα πάντα για την δεκαετία αλλά και την ψυχοσύνθεση των κοριτσιών, έχοντας μεν ως βάση την ιστορία αυτή, αλλά το χτίσιμο της έγινε με βάση την φαντασία της συγγραφέα. Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για ένα μυθιστόρημα.
Νιώθεις διαρκώς πως με κάποιον τρόπο είσαι κι εσύ εκεί, σαν να βλέπεις όντως τα ρούχα, να μυρίζεις τα αρώματα, να παρατηρείς τις εκφράσεις. Η γραφή της Κλάιν είναι τελείως κινηματογραφική, δίνοντας προσοχή στην παραμικρή λεπτομέρεια. Ένα γράψιμο πολύ όμορφο και επαγγελματικό για την ηλικία που είχε δημιουργήσει το βιβλίο ( 25 χρονών περίπου). Δεν είναι καθόλου δύσκολο γράψιμο, ούτε ποιητικό. Δεν θεωρώ ότι έχει κάτι το εξεζητημένο, ούτε ότι είναι και πολύ δύσκολο.
Η αναπαράσταση της περιόδου —πολύ δύσκολο έργο, και κοπιώδες, δεν γίνεται ποτέ από μόνο του— είναι σχεδόν χειροπιαστή. Οι περιγραφές της φάρμας, ενός τόπου έξω από τα ανθρώπινα μέτρα, τόπου σήψης, οδύνης αλλά και θρησκευτικής προσήλωσης στον ηγέτη και απόλυτου έρωτα με την αντρική εξουσία, είναι άψογες και κάποιες φορές ανατριχιαστικές. Το θέμα, μάλιστα, της Κλάιν, κι αυτό είναι απροσδόκητο σχεδόν, δεν είναι τα καθαυτό εγκλήματα, ο φόνος της εγκύου Σάρον Τέιτ και των υπολοίπων στο σπίτι του Πολάνσκι, μολονότι και αυτά βεβαίως θα τα εξιστορήσει. Δεν είναι καν, μάλιστα, ο ίδιος ο Μάνσον. Είναι τα κορίτσια. Μας μιλά γι’ αυτά. Με γνώση, ρεαλισμό, ενσυναίσθηση και αγάπη. Σαν να ήταν τα θύματα, σαν να μην καταλάβαιναν τι έκαναν και γιατί το έκαναν, μαγεμένες από τον Ράσελ.
Φέρνει την όλη ιστορία στα μέτρα μας, τα κορίτσια να είναι απλά κορίτσια, όπως όλα στην ηλικία τους. Με την περιέργεια πάνω στο κομμάτι του έρωτα, τους πειραματισμούς, τις ανασφάλειες, το μπερδεμένο μυαλό των εφήβων. Μπορεί τα κορίτσια αυτά να εξελίχθηκαν σε κάτι το βάναυσο και αποτρόπαιο, αλλά δεν έπαψαν ποτέ να είναι νέες και ο εαυτός τους. Η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί το βιβλίο σε θρίλερ, όμως η Κλάιν αποφάσισε να το κάνει πιο απλό, πιο κοριτσίστικο, πιο εφηβικό και πιο ψυχογραφικό, δηλαδή να μείνουμε περισσότερο στους χαρακτήρες και στην ψυχολογία τους παρά στο πως εξελίχθηκε η ιστορία.
Ένα όμορφο βιβλίο, μας μαθαίνει λίγο καλύτερα τον τρόπο σκέψης των έφηβων κοριτσιών, μας σοκάρει, μας μαγεύει, μας κάνει να θέλουμε να το διαβάσουμε σε μια μέρα. Από την μία δεν ξέρω αν αξίζει τον τόσο μεγάλο πανικό που γίνεται στο όνομα του, από την άλλη όμως, δεν παύει να είναι ένα πολύ καλοδουλεμένο βιβλίο. Σας το προτείνω σίγουρα και περιμένουμε να δούμε και τα επόμενα της για να κρίνουμε αν όντως αξίζει ο «ντόρος».
«Τα Κορίτσια» κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός .