Λουκίνο Βισκόντι: Ο σκηνοθέτης των άκρων και των αντιθέσεων

Πηγή φωτογραφίας: https://www.panorama.it

Ο Λουκίνο Βισκόντι ανέκαθεν ακροβατούσε. Βρισκόταν πάντα στο μεταίχμιο της πραγματικής ζωής και της θεατρικής πραγματικότητας. Του ρεαλισμού και του νεοραλισμού. Της προόδου και του παρελθόντος. Της ωμής καθημερινότητας και του (υπερ)ανθρώπινου πάθους. Ένας σκηνοθέτης των άκρων και των αντιθέσεων, με την δική του ξεχωριστή σελίδα στην κινηματογραφική ιστορία.


Στον Οίκο των Βισκόντι

Αριστοκρατικής καταγωγής, ο νεαρός Βισκόντι γεννήθηκε στο Μιλάνο στις 2 Νοεμβρίου του 1906. Γιος του Δούκα του Μοντρόνε, Τζουζέπε Βισκόντι και της Κάρλα Έρμπα (κόρη οικογένειας βιομηχάνων), ο Λουκίνο (όπως και τα έξι αδέρφια του) δεν στερήθηκε τίποτα στη διάρκεια των παιδικών και εφηβικών του χρόνων. Αρχικά εκπαιδεύθηκε υπό την καθοδήγηση της μητέρας του, ενώ στη συνέχεια φοίτησε σε ιδιωτικά σχολεία στο Μιλάνο και το Κόμο. Φιλόμουσος (με αγαπημένο όργανο το βιολοντσέλο) και λάτρης του θεάτρου από μικρός, είχε το προνόμιο να περνά χρόνο στην ιδιωτική σκηνή που διατηρούσε ο πατέρας του (όπου για πρώτη φορά γνώρισε και εντρύφησε στον χώρο της σκηνογραφίας και συμμετείχε σε σαιξπηρικές παραστάσεις!), αλλά και την ευκαιρία να γνωρίσει προσωπικά μοναδικά καλλιτεχνικά ονόματα, όπως τον συνθέτη Giacomo Puccini ή τον ποιητή Gabriele D’ Annunzio.

Βέβαια, προσωπική του αγαπημένη ενασχόληση ήταν οι ιπποδρομίες, ενασχόληση που εξελίχθηκε σε οχταετή εμμονή με τα άλογα, την ανατροφή και την προπόνησή τους. Το 1926 υπηρέτησε και στο Ιταλικό Ιππικό, αλλά μόλις δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στο χώρο των τεχνών και εργάστηκε στη Σκάλα του Μιλάνο (που είχε ερωτευτεί από παιδί) σαν σκηνογράφος, γνωρίζοντας την ανερχόμενη τότε Μαρία Κάλλας.


Ο παριζιάνικος αέρας και το σινεμά

Όποιος αγαπούσε ουσιαστικά την τέχνη δεν γινόταν να μην επισκεφθεί για κάποιο διάστημα της ζωής του το Παρίσι! Έτσι και ο Βισκόντι εγκταστάθηκε στο πολιτικοπνευματικό πυρήνα της Ευρώπης λίγο πριν το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στα 30 του χρόνια. Οι γνωριμίες και οι φιλίες που έκανε θα του έμεναν αξέχαστες. Μία, όμως, συγκεκριμένη συναναστροφή τον γοήτευσε ιδιαιτέρως και του άνοιξε την πόρτα προς μία πολλά υποσχόμενη καριέρα. Jean Renoir και κινηματογράφος! 

Διαβάστε επίσης  6 ταινίες για να γνωρίσεις το σουρεαλιστικό σινεμά του Λουίς Μπουνιουέλ
Advertising

Advertisements
Ad 14

Ξεκινώντας σαν βοηθός του Renoir (στις παραγωγές “Μία μέρα στην εξοχή”, 1936, “Η μεγάλη χίμαιρα”, 1937, “Τόσκα”, 1941), ο Βισκόντι προσηλώθηκε στη μεγάλη οθόνη, μένοντας μακριά, όμως, από τη χολιγουντιανή της εκδοχή που τον αποπροσανατόλιζε καλλιτεχνικά και εν μέρει τον απογοήτευε. Η “μαθητεία” του κοντά στον Renoir του δίδαξε κινηματογραφικές τεχνικές, όπως τα αμοντάριστα πλάνα διαρκείας που μετέπειτα εξελίχθηκαν σε θεμελιωτικά γνωρίσματα του Ιταλικού Νεορεαλισμού (δείτε παρακάτω, ενότητα “Θρησκευτική και πολιτική αποκήρυξη”).


Η άνοδος του “Κόκκινου Κόμη”

Ο Βισκόντι έμεινε γνωστός σαν “κόκκινος”, αφού με την επιστροφή του στην Ιταλία το 1939 ασπάστηκε τη μαρξιστική φιλοσοφία και εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κόμμα, αντιτασσόμενος στη φασιστική μάστιγα που “θέριζε” την Ευρώπη και πόσο μάλλον την πατρίδα του. Στη διάρκεια του πολέμου που ακολούθησε, μάλιστα, παραχώρησε τα ιδιωτικά του διαμερίσματα για να στεγαστούν τα “κεντρικά” της “κόκκινης” αντίστασης, ενώ ο ίδιος συμμετείχε στη στρατιωτική αντεπίθεση κατά των φασιστών και της Γερμανίας. Αν και είχε “ξεφύγει” μέχρι και το 1944 από το ραντάρ της κυβέρνησης Μουσολίνι, τους τελευταίους μήνες του πολέμου η Γκεστάπο τον αιχμαλώτισε και τον φυλάκισε. 


Θρησκευτική και πολιτική αποκήρυξη

Η επιστροφή του Βισκόντι στην Ιταλία του έφερε ακόμα περισσότερες κινηματογραφικές γνωριμίες (μεταξύ των οποίων ο Antonioni) Ξεκινά να γράφει στο περιοδικό “Cinema”, ενώ το πρώτο του κινηματογραφικό δημιούργημα αρχίζει να γεννιέται! Διαβολικοί Εραστές, “Ossessione” ή η κινηματογραφική διασκευή του “Ο Ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δύο φορές” (1942). Ένα έργο και ένα κίνημα, ο Ιταλικός Νεορεαλισμός! Ο φακός βγαίνει από τα στούντιο στην πόλη, οι ηθοποιοί δεν είναι επαγγελματίες (συχνά λόγω ελλιπούς χρηματοδότησης) και η σκληρά ρεαλιστική προσέγγιση της εξαθλίωσης και της φτώχιας του λαού βρίσκεται στο επίκεντρο των θεμάτων των παραγωγών που εντάσσονται στο κίνημα.

Διαβάστε επίσης  Νίκος Ξυλούρης: Ο «Αρχάγγελος της Κρήτης»
“Ossessione”. Πηγή φωτογραφίας: http://polisemantica.blogspot.com

Ο Βισκόντι με το συγκεκριμένο έργο ήρθε να σοκάρει το ιταλικό κατεστημένο. Μη διστάζοντας να αναδείξει τα δεινά της ανεργίας, να σατιρίσει τον κλονισμένο θεσμό του γάμου και να θίξει ζητήματα ομοφυλοφιλίας και σεξουαλικότητας (ο ίδιος εξάλλου δεν έκρυβε την αμφιφυλοφιλία του) προκάλεσε και έπεσε θύμα “λογοκρισίας”, αφού πολλές σκηνές αρχικά “κόπηκαν” και αποκαταστάθηκαν πολύ αργότερα, ενώ η Καθολική Εκκλησία έσπευσε να αποκηρύξει την ταινία. 

Advertising

“Αποκήρυξη” υπέστη ο Βισκόντι για το έργο του και από τη φασιστική κυβέρνηση Μουσολίνι, λόγω των έμμεσων πολιτικών επιθέσεων που περιείχαν οι εικόνες από τα “βάσανα” της καθημερινότητας των χωρικών της Ιταλίας. 

Αναπόφευκτο, συνεπώς, ήταν αμέσως μετά τον πόλεμο ο Βισκόντι να ήταν από τους πρώτους κινηματογραφιστές-θεατρικούς σκηνοθέτες που έσπευσαν να αναβιώσουν στις σκηνές του ιταλικού καλλιτεχνικού χώρου συγγραφείς απαγορευμένους από το φασιστικό καθεστώς, όπως ο Tennessee Williams, ο Arthrur Miller, o Sartre και o Cocteau.


Πίσω-μπρος στον Νεορεαλισμό

Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, ο Βισκόντι άρχισε να απομακρύνεται από το νεορεαλιστικό μοτίβο του, τους χωρικούς, την εκμετάλλευση και τα δεινά της φτωχικής ζωής. Με μελοδράματα, διασκευές από την όπερα, με τη χρήση χρώματος (για πρώτη φορά) και πλουσίων σκηνικών, ήρθε να παρουσιάσει σάτιρες για την αποδόμηση της αριστοκρατίας (δείτε το “Μπελίσιμα”, 1951) ή επαναστατικές ερωτικές ιστορίες (δείτε το “Senso”, 1954 ή τις “Λευκές Νύχτες”, 1957). 

Με τον “Ρόκο και τα αδέρφια του” (1960) ο Βισκόντι σήμανε το τέλος της νεορεαλιστικής περιόδου του και στη συνέχεια αφιερώθηκε σε έργα που τον άγγιζαν προσωπικά, σχετικά με τον κλονισμό της οικογένειας και την κατάρρευση των “μεγάλων” οίκων (δείτε τον βραβευμένο με Χρυσό Φοίνικα και προσωπικό αγαπημένο του σκηνοθέτη “Γατόπαρδο”, 1963). Με το οικογενειακό δράμα του Ρόκο και της οικογένειάς του από τη Σικελία που αναγκάζεται να μετακομίσει στο Μιλάνο για να επιβιώσει οικονομικά, ο Βισκόντι παρουσιάζει στο κινηματογραφικό κοινό του για μία τελευταία φορά την αδίστακτη πραγματικότητα της ιταλικής εργατικής τάξης. Με πρωταγωνιστή τον νεότατο Alain Delon και μητέρα του τη μοναδική Κατίνα Παξινού, το σπονδυλωτό αυτό έργο (με ένα μισάωρο περίπου αφιερωμένο σε κάθε έναν εκ των πέντε αδελφών) μαγνητίζει τον θεατή με ένα άριστα δομημένο μίγμα οικογενειακών ζηλοφθονιών και αγώνων για το βιοπορισμό.

Διαβάστε επίσης  Ουμπέρτο Έκο: «Οι κρίσεις πουλάνε καλά»
Advertising

“O Ρόκο και τα αδέρφια του”. Πηγή φωτογραφίας: http://filmforum.org

Σκληρός μέχρι τέλους

Οι ηθοποιοί με τους οποίους συνεργαζόταν ο Βισκόντι συχνά αναφέρονταν στον σκληρό χαρακτήρα και τρόπο συμπεριφοράς του, αλλά και στο μανιώδες κάπνισμά του. Σε ένα από τα γυρίσματά του, ο Βισκόντι υπέστη σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο, από το οποίο δεν κατάφερε να ανακάμψει. Σε αναπηρικό καροτσάκι συνέχισε να εργάζεται μέχρι το 1976, ενώ πέθανε από γρίπη και καρδιακή ανεπάρκεια την ίδια χρονιά, στις 17 Μαρτίου του 1976.

“Ο Γατόπαρδος”. Πηγή φωτογραφίας: https://scrapsfromtheloft.com

Όπως ο ίδιος είχε χαρακτηριστικά δηλώσει σε συνέντευξή του, στόχος του ήταν να διηγείται τις ιστορίες ανθρώπων και όχι πραγμάτων. Και αυτό, φυσικά, είναι πασιφανές στα ανθρωποκεντρικά έργα του που, μολονότι δεν εντυπωσίασαν όλα κοινό και κριτικούς, ήρθαν να σκιαγραφήσουν έναν άνθρωπο που δρα, νιώθει, επικοινωνεί και ζει! Αυτή η ζωντάνια κατέστησε και τον Βισκόντι “πατέρα” του Ιταλικού Νεορεαλισμού και πηγή έμπνευσης για πολλούς κινηματογραφιστές (και όχι μόνο) μέχρι και σήμερα. Δείτε μαγευτικά αποσπάσματα από τα έργα του στο βίντεο που ακολουθεί.

Πηγές

Advertising

https://www.encyclopedia.com/people/literature-and-arts/film-and-television-biographies/luchino-visconti,  https://www.britannica.com/biography/Luchino-Visconti-Italian-director, https://www.imdb.com/name/nm0899581/?ref_=tt_ov_dr

Ζει στην Αθήνα, περιπλανιέται και αναρωτιέται. Αν δεν την βρείτε χωμένη σε κάποια κινηματογραφική αίθουσα ή να προγραμματίζει πολιτιστικές εκδηλώσεις στις οποίες ελπίζει να καταφέρει να πάει, ίσως και να την πετύχετε στους διαδρόμους της Νομικής Σχολής.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Υποκατάσταση νικοτίνης: Ελαττώνει το κάπνισμα;

Το παρόν άρθρο Το παρόν άρθρο, με τίτλο Υποκατάσταση νικοτίνης:

Μπορεί το AI να γράψει σενάριο που αξίζει Όσκαρ;

Τα τελευταία χρόνια ακούμε συνεχώς για την τεχνητή νοημοσύνη –