
Μπορούμε να συναντήσουμε τηλεόραση σε δισεκατομμύρια σπίτια ανά τον κόσμο. Πριν από περίπου εκατό χρόνια, σχεδόν κανείς δε γνώριζε τι είναι ή πώς φαντάζει μια τέτοια συσκευή. Πιο συγκεκριμένα, προς τα τέλη της δεκαετίας ’50 μόλις μερικές χιλιάδες Αμερικανών είχαν στην κατοχή τους τηλεοράσεις. Σήμερα στις 21 Νοεμβρίου, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης θα κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν, τότε που μια ιδέα εξελίχθηκε σε πρωτοπόρα τεχνολογία κι άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας. Μια λέξη με ελληνικές ρίζες -τηλε+όραση- που σημαίνει όραση ή θέαση από μακριά. Καθίσταται αντιληπτό κι από τη σημασία του όρου πως οι δυνατότητες που παρέχει η τηλεόραση στους θεατές, είναι εκείνες που την ανάγουν σε κάτι παραπάνω από μέσο μετάδοσης κινούμενων εικόνων και ήχων.
Η τηλεόραση στην πρώιμη μορφή της
Ο Τζον Λόγκι Μπερντ, θεωρείται εφευρέτης της τηλεόρασης. Ήταν ο πρώτος στην ιστορία που κατάφερε να αναμεταδόσει εικόνες από ένα σημείο σ’ ένα άλλο. Αυτός είναι κι ο σκοπός της τηλεόρασης εξάλλου. Να προβάλλει στιγμιότυπα από κάθε σημείο του πλανήτη μέσα από μια οθόνη. Οι πρώτες επιτυχημένες μεταδόσεις έγιναν μεταξύ 1928 και 1935 στη Μεγάλη Βρετανία. Οι εικόνες αποτελούνταν από τριάντα μόνο γραμμές, στις οποίες δεν ήταν ευδιάκριτες οι λεπτομέρειες. Οι τηλεοράσεις δεν ήταν εξ’ αρχής ηλεκτρονικές, αντιθέτως λειτουργούσαν μηχανοκίνητα. Στην οθόνη υπήρχε ένα μοτέρ με περιστρεφόμενο δίσκο και μια φωσφορούχα λάμπα, που δούλευαν ταυτόχρονα κι έδιναν μια θολή εικόνα, χρώματος πορτοκαλί. Ήταν πολύ μικρή, με αντίστοιχο μέγεθος μισής πιστωτικής κάρτας. Με την πάροδο των χρόνων η τηλεόραση πήρε μια διαφορετική μορφή. Με τη βοήθεια ενός καθρέφτη και μιας οθόνης τριάντα εκατοστών μπορούσε κανείς να δει τις διάφορες εικόνες.

Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Το έδαφος για την εξέλιξη της τηλεόρασης ήταν ιδιαιτέρως εύφορο προς τα τέλη της δεκαετίας ’30. Υπήρξε σημαντική πρόοδος από τεχνικής άποψης, καθώς έγινε η μετάβαση από τη μηχανοκίνητη στην ηλεκτρονική τηλεόραση, μηχανικοί κατέβαλλαν προσπάθειες για έγχρωμη εικόνα και χρήση τηλεχειριστηρίου (η έγχρωμη εικόνα τελικά επετεύχθη το 1951, από το σταθμό CBS). Οι πρώτοι τηλεοπτικοί σταθμοί εμφανίστηκαν στην Αμερική και την Αγγλία και η δημοτικότητα του μέσου ήταν ιδιαιτέρως αυξημένη. Την ανοδική αυτή πορεία διέκοψε το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Κανένας σταθμός δεν εξέπεμπε πια. Η παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων ήταν ιδιαιτέρως κοστοβόρα και οι ιδιοκτήτες των σταθμών επέλεξαν να διαθέσουν αυτά τα χρήματα στο στρατό.
Χαρακτηριστική ήταν η διακοπή του BBC, όταν την 1η Σεπτεμβρίου 1939 σταμάτησε κάθε εκπομπή χωρίς να έχει γίνει κάποια επίσημη ανακοίνωση νωρίτερα. Ξεκίνησε να λειτουργεί ξανά δειλά δειλά τον Ιούνιο του 1946, με κάποια παιδικά προγράμματα, όπως το Μίκυ Μάους του οποίου η πρώτη προβολή αναβλήθηκε με το κλείσιμο του σταθμού. Το μεταπολεμικό κοινό ήταν σχεδόν ανύπαρκτο. Το BBC έπρεπε να καταβάλει μεγάλες προσπάθειες ώστε να πείσει τους θεατές πως η τηλεόραση θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μια εναλλακτική ή μετεξέλιξη του ραδιοφώνου, το οποίο είχε διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Τηλεόραση στην Ελλάδα
Η ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης ξεκινά τη δεκαετία ’60, όταν προβλέπεται με νόμο η ίδρυση και λειτουργία ραδιοτηλεοπτικών σταθμών των Ενόπλων Δυνάμεων. Παράλληλα προβλέπεται η δημιουργία της Υπηρεσίας Ενόπλων Δυνάμεων (ΥΕΝΕΔ), η οποία θα αναλάμβανε την εγκατάσταση των ραδιοτηλεοτπικών σταθμών. Τότε ξεκίνησαν κάποιες πειραματικές τηλεοπτικές εκπομπές στη Θεσσαλονίκη. Ο πρώτος ελληνικός πειραματικός τηλεπτικός σταθμός λειτούργησε το 1961 στη Θεσσαλονίκη από τη ΔΕΗ, στα πλαίσια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ). Η επίσημη έναρξη όμως της κρατικής τηλεόρασης έγινε στις 23 Φεβρουαρίου 1966, με πρώτη παρουσιάστρια την Ελένη Κυπραίου και συντονιστή δημοσιογράφο το Γεώργιο Κάρτερ.
Η εφημερίδα «Ελευθερία» έγραφε την επόμενη μέρα, 24 Φεβρουαρίου, τα εξής: «Η πρώτη εκπομπή τηλεοράσεως εις την Ελλάδα επραγματοποιήθη χθες την εσπέραν επί δίωρον από της 6.30 έως της 8.30 μ.μ. Η εκπομπή ήτο πειραματικού χαρακτήρος. Εξεπέμφθη από το πανύψηλον κτίριον του ΟΤΕ εις την οδόν Πατησίων, εις την ταράτσαν του οποίου είναι εγκατεστημένος ο πομπός με τα δύο τεράστια κάτοπτρα. Αι πειραματικαί εκπομπαί θα συνεχισθούν. Προς το παρόν θα καλύπτουν το κέντρον των Αθηνών και προσεχώς όλον το λεκανοπέδιον της Αττικής».

Δικτατορία και ύστερα η ΕΡΤ
Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, έγιναν παρεμβάσεις ακόμη και στο τηλεοπτικό πρόγραμμα. Παγιώθηκε ένα μείγμα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, το οποίο διαμορφώθηκε ύστερα από αυστηρή λογοκρισία. Η καταπάτηση κανόνων και περιορισμών συνεπαγόταν σημαντικές κυρώσεις. Ο κρατικός έλεγχος στην τηλεόραση διατηρήθηκε και στη μεταπολίτευση, με την ενημέρωση να είναι περισσότερο ελεύθερη αλλά όχι τόσο αντικειμενική.
Το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ) το 1970 μετονομάζεται σε Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (Ε.Ι.Ρ.Τ). Μερικά χρόνια αργότερα το 1975 με τη μεταπολίτευση, το Ε.Ι.Ρ.Τ μετατρέπεται στη σημερινή ΕΡΤ (Εθνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση) με σκοπό την «ενημέρωση, επιμόρφωση και ψυχαγωγία του Ελληνικού λαού». Στη συνέχεια το 1982, η ΥΕΝΕΔ έπαψε να ανήκει στις Ένοπλες Δυνάμεις και μετεξελίχθηκε στη ΝΕΤ και τελικά στην πιο καλλιτεχνική ΕΡΤ2. Οι αλλαγές αυτές, συνόδευσαν και τη σταδιακή ένταξη της έγχρωμης εικόνας στις οθόνες.

Συζητήσεις γύρω από τις επιδράσεις της τηλεόρασης
Η παρακολούθηση τηλεόρασης αποτελεί μια σημαντική και καθημερινή δραστηριότητα σχεδόν όλων των ανθρώπων. Κάποιοι, τη συνδέουν με οικογενειακές στιγμές, συντροφιά, ψυχαγωγία, χαλάρωση. Παρόλ’ αυτά τα τελευταία χρόνια εγείρονται προβληματισμοί σχετικά με το πώς αυτή, μπορεί να επιδράσει αρνητικά τόσο σε ψυχολογικό όσο και σε σωματικό επίπεδο. Σύμφωνα με έρευνες, υπολογίζεται πως τα παιδιά παρακολουθούν κατά μέσο όρο τρείς έως τέσσερις ώρες την ημέρα τηλεόραση. Σημαντική πληροφορία εάν συμπεριλάβουμε και το χρόνο έκθεσης στις υπόλοιπες οθόνες (κινητό, τάμπλετ, υπολογιστής). Όταν ξεπερνιούνται τα όρια του μέτρου, εντοπίζονται τάσεις απομόνωσης, νευρικότητα, προβλήματα στην όραση, παχυσαρκία, απόσπαση προσοχής. Σκηνές βίας, στερεότυπα, υλικές ανάγκες και υπερπληροφόρηση, είναι μερικά ακόμη αρνητικά στοιχεία τα οποία έχουν αποδεδειγμένα επηρεάσει τη συμπεριφορά πολλών θεατών. Η συνειδητή και κριτική παρακολούθηση τηλεοπτικών προγραμμάτων κρίνεται αναγκαία ούτως ώστε να αποκομήσουμε τα οφέλη του μέσου και να αποφύγουμε τους πιθανούς κινδύνους. Η επιλογή είναι δική μας. Ας φροντίσουμε να κάνουμε το σωστό!

Είμαστε τελικά ό,τι βλέπουμε;
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν στο παρόν Αφιέρωμα:
-Protothema/ Λεωνίδας Στεργίου “Η ιστορία της τηλεόρασης”/ Τελευταία πρόσβαση 20/11/2022
-Wikipedia/ Television/ Τελευταία πρόσβαση 19/11/2022
-Βικιπαίδεια/ Η Δικτατορία των Συνταγματαρχών/ Τελευταία πρόσβαση 19/11/2022
-Cretalive/ Η ιστορία της τηλεόρασης/ Τελευταία πρόσβαση 19/11/2022
-BBC/ “Close down of Television service for the duration of war”/ Τελευταία πρόσβαση 19/11/2022