Οι άδειες πόλεις κάνουν το μεγαλύτερο θόρυβο.
Η πόλη σαν καράβι τα φώτα της ανάβει, σιωπή.
Οι δείκτες του ρολογιού έχουν σταθεί ταυτόχρονα στον αριθμό τέσσερα. Δεν είναι μεσημέρι. Είναι η ώρα που θα γυρίσεις στο σπίτι σου σήμερα. Είχες βγει με φίλους και η κουβέντα ξέφυγε και πέρασε η ώρα. Αλλά τώρα πήρες τη μεγάλη απόφαση να γυρίσεις.
Διασχίζεις τον δρόμο που οδηγεί στην πλατεία. Αυτός ο δρόμος πριν λίγες ώρες ήταν γεμάτος από κόσμο τώρα είναι η απόλυτη ερημιά. Αυτό σε τρομάζει λίγο και σε κάνει να επιταχύνεις λίγο το ρυθμό του βήματός σου. Μετά στρέφεις το βλέμμα σου δεξιά και αριστερά και παρατηρείς ότι καθένας άλλος δε θα μπορούσε να είναι έξω αυτή την ώρα. Αυτή τη συγκεκριμένη ώρα η πόλη είναι δική σου. Η πόλη σου, σου ανήκει.
Έφτασες στην πλατεία. Ούτε ταξί δεν υπάρχει. Είναι εντελώς άδεια με μια απίστευτη γαλήνη. Οι γρήγοροι ρυθμοί της πόλης παραδίδουν σκυτάλη στις αναμνήσεις σου. Κανένας άνθρωπος δε θα σε χαιρετήσει τυπικά, κανένας δεν θα σου πιάσει κουβέντα για να σε καθυστερήσει, κανένας δεν θα σε προσπεράσει πηγαίνοντας κάπου βιαστικά. Έχεις το δικαίωμα να θυμηθείς ο,τι εσύ θέλεις και όποιον θέλεις.
Δεν περιορίζεται ο λογισμός σου σε άτομα αλλά μόνο σε μέρη. Βρίσκεσαι ακριβώς μπροστά στην πλατεία, πιο κέντρο δε γίνεται. Πόσες φορές έχεις περιμένει σε αυτό το πεζούλι ούτε εσύ θυμάσαι καλά καλά. Κρατάς και τύπους βλέπεις στα ραντεβού σου οπότε είσαι στην ώρα σου και περιμένεις. Οι φίλοι σου έφτασαν και ήρθε η ώρα για την καθιερωμένη σας σύγκρουση. Που θα πάμε; Οι μισοί θέλουν κάτι χαλαρό και οι άλλοι μισοί έχουν όρεξη για λίγο χορό. Ωραία θα περάσουμε και σήμερα.
Συνεχίζεις δύο βήματα. Ακόμα στο κέντρο βρίσκεσαι αλλά τώρα μπροστά από το περίπτερο εκεί που είχες συναντήσει τυχαία μια φίλη που είχες να δεις καιρό (και μεταξύ μας δε σου είχε λείψει όμως τώρα τη θυμήθηκες).
Όσο περπατάς και διασχίζεις τον πεζόδρομο ολοένα και περισσότερες αναμνήσεις σε πλημμυρίζουν.
Σε αυτά τα σκαλιά κάθισα πρώτη φορά μαζί σου. Ήταν αρκετά αμήχανο και απίστευτα γλυκό. Ήταν από τις στιγμές που δε θα άλλαζα με τίποτα. Η βόλτα μου συνεχίζεται και βρίσκομαι ακριβώς έξω από το μαγαζί που σιχαίνεσαι αλλά είχες κάνει στέκι επειδή μου άρεσε. Ένα σωρό εικόνες παλεύουν στο μυαλό μου για το ποια θα επικρατήσει. Συνεχίζω τη διαδρομή μου. Από αυτό το παγκάκι έχουν ξεκινήσει ομηρικοί καυγάδες. Αν με ρωτάς τίποτα από αυτά δε θα άλλαζα. Τώρα βρίσκομαι έξω από το σινεμά. Εδώ ακριβώς που ήμουν όταν για μια ακόμα φορά τσακωθήκαμε και δεν απάντησα στο τηλέφωνο σου και ήρθες να με βρεις.
Έχω φτάσει πλέον κάτω από το σπίτι μου. Εδώ και αν έχω αναμνήσεις. Δε θα μαζευτώ ακόμη. Κάθομαι λίγο στα σκαλιά που καθόμασταν πέρυσι το καλοκαίρι. Θέλω να ζωντανέψουν λίγο αυτές οι στιγμές. Οι γεμάτες ένταση και άλλοτε τρυφερότητα, άλλοτε οργή και άλλοτε απόλυτη γαλήνη. Τελικά θυμόμουν πολύ περισσότερα από ότι νόμιζα. Κοιτάζω το κινητό μου η ώρα είναι 05:05. Θα με κοροϊδεύες πάλι αν με άκουγες.
Πέρασε μια ακόμα ώρα μαζί σου. Είναι ωρα να μαζευτώ. Με παίρνεις μια αγκαλιά και εγώ ανεβαίνω σπίτι μου.
Σύνταξη κειμένου: Ειρήνη- Αρετή Κοβάνη
Επιμέλεια κειμένου: Μπράιτ Κλεοπάτρα