«Μέτρησα προχθές τις μικρές μας στιγμές, ήσουνα κι εσύ σαν σταγόνα στη βροχή», γράφει ο Μάνος Ξυδούς, κεντάει αποτυπώνοντας σε δυο στίχους κείνο που νιώθω για όσα πέρασαν και συνεχίζει, «μέθυσα προχθές στις μικρές μας στιγμές, ήσουνα κι εσύ μια σταγόνα από κρασί», πίνω κι εγώ ένα ποτηράκι στην υγειά του παρελθόντος, μα περισσότερο για το παρόν, έτσι όπως το γουστάρω και μου αρέσει εμένα, θαρρώ πως έχω το δικαίωμα να ονειρεύομαι, να νοσταλγώ και να προσμένω, παρέα με τους Πυξ Λαξ (αχ! Νοσταλγία και προσμονή, που μας τρώνε τη ζωή)…
Η νοσταλγία και η προσμονή που λέτε είναι ύπουλα συναισθήματα εξιδανικεύσης στιγμών που πέρασαν και στιγμών που με τόση λαχτάρα αδημονείς να φανούν. Όταν νοσταλγείς, θυμάσαι με γλύκα όλα τα όμορφα που έζησες με τον άλλο, τίποτα δε σπιλώνει και δε μολύνει τη μνήμη σου. Όλα τα άσχημα παραμερίζονται και αν θες για λίγο, διαγράφονται από τη μακρόχρονη μνήμη σου, όσο έχεις ενεργό το κουμπί της νοσταλγίας. Θυμάσαι τα γεγονότα ως ιδανικά, σχεδόν τα ξαναζείς τελειοποιημένα, τόσο που εύχεσαι να γυρνούσες τον χρόνο πίσω και να τα γευόσουν από την αρχή. Από τη μια νιώθεις τυχερός που τα έζησες έστω και για λίγο, από την άλλη μη γελιόμαστε τίποτα δεν ήταν τόσο ιδανικό και το ξέρεις καλά κι εσύ και η μνήμη σου, που σε πονάει τις νύχτες, όταν το κουμπί της ύπουλης νοσταλγίας υπολειτουργεί και βλέπεις τα πράγματα ως έχουν.
Μα και η προσμονή, μη νομίζεις πως είναι καλύτερη, μια καμουφλαρισμένη απάτη της τέλειας στιγμής και τίποτα παραπάνω, πλάθεις με το νου σου τους πόθους που επιθυμείς βαθιά να ζήσεις, κι όταν έρχεται η ώρα εκείνη συνειδητοποιείς ότι κάτι λείπει- ότι κάτι υστερεί, δεν ταιριάζει με αυτό είχες φανταστεί. Μα πες μου, έχει όρια η φαντασία; Κι αν γεννιόσουν με όρια σε αυτήν, τότε φίλε μου ποια η ουσία; Κι αν τύχει και τα ζήσεις, όπως τα έπλασες; Και μόνο με αυτήν την ελπίδα, αξίζει να προσδοκάς εν τέλει…
Ο μεγαλύτερος εχθρός της νοσταλγίας και της προσμονής είναι η απομυθοποίηση. Απομυθοποιείς ανθρώπους, έρωτες, φιλίες, γεγονότα και ξάφνου- αυτόματα, γίνεται βραχυκύκλωμα στους διακόπτες των παραπλανητικών συναισθημάτων. Όταν αυτό συμβεί, ή παθαίνεις ηλεκτροπληξία, μπλακ ουτ -πως το λένε- και σταματάς να τα σκέφτεσαι, σα να μην τα έζησες, καθώς και να τα περιμένεις, σα να μην τα ονειρεύτηκες ποτέ, ή παραμένεις ανέγγιχτος, το ηλεκτροσόκ πέρασε και δεν ακούμπησε που λέμε. Συνεχίζεις από ‘κει που σταμάτησες, θυμάσαι χωρίς να πονάς και ονειρεύεσαι κουβαλώντας ό,τι έζησες. Στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για ένα άτομο που υπέστη τόσο σοκ, που πληγώθηκε τόσο πολύ, σα να νέκρωσε το μέσα του. Στη δεύτερη, για εκείνους που έζησαν πιο λάιτ καταστάσεις ή καταστάσεις που οι ίδιοι δεν τις άφησαν να τους καταβάλλουν και να τους αλλάξουν το εσωτερικό τους κύκλωμα-κόσμο.
Λοιπόν να δεις, δεν είμαστε τίποτε παραπάνω από καλώδια και διακοπτάκια, το μόνο που χρειαζόμαστε είναι ένα καλό εγχειρίδιο χρήσης προσαρμοσμένο στον καθένα ξεχωριστά!
Μα δε θα δακρύσω πια για σένα κι ας μη ρωτάς για μένα…