Πριν από μερικές μέρες κυκλοφόρησε στο Youtube αυτό εδώ:
Το συγκεκριμένο βίντεο έγινε viral μόλις σε 5 μέρες, ξεπερνώντας τα 3 εκατομμύρια views. Ο λόγος; Μα φυσικά, επειδή πρωταγωνιστεί ο Tommy Wiseau, ο αρχιτέκτονας του cult αριστουργήματος «The Room», που έχει συγκεντρώσει εκατομμύρια οπαδούς ανά την υφήλιο, όχι όμως για τους συμβατικούς λόγους που συμβαίνει αυτό συνήθως με μια κινηματογραφική παραγωγή. Η ταινία του 2003 είχε το λιγότερο αληθοφανές σενάριο, τις χειρότερες υποκριτικές που δε θυμίζουν σε τίποτα την καθημερινή ανθρώπινη επικοινωνία και ίσως το χειρότερο ντουμπλάρισμα φωνών που έγινε ποτέ σε παραγωγή που ξεπερνούσε σε budget τα 20 ευρώ. Γιατί λοιπόν το «The Room» είναι μία από τις πιο αναγνωρίσιμες ταινίες στην ποπ κουλτούρα της σύγχρονης εποχής; Γιατί πραγματοποιούνται μεταμεσονύχτιες sold out προβολές της, ακόμα και σήμερα, 15 χρόνια μετά την κυκλοφορία της; Μα φυσικά, γιατί πρόκειται για την καλύτερη χειρότερη ταινία που φτιάχτηκε ποτέ.
Δεν είναι εύκολο να δημιουργήσεις κάτι τόσο κακό. Είναι μάλιστα ακόμα πιο δύσκολο, από το να δημιουργήσεις κάτι μέτριο. Οι μέτριες ταινίες που βγαίνουν σε μαζική παραγωγή και δεν έχουν τίποτα ειλικρινές να αρθρώσουν, είναι μια επιδημία που συνεχίζει να γεμίζει τις αίθουσες και τις τσέπες των studio. Ένα αναγνωρίσιμο cast, μία χλιαρή, εύπεπτη και χιλιοειπωμένη ιστορία και μερικά εξελιγμένα CGI, είναι μερικά από τα συστατικά που χρησιμοποιούνται , για να μαγειρευτεί ένα μέτριο γεύμα που ενώ το καταπίνεις αδιαμαρτύρητα, δεν το αναπολείς ποτέ ξανά. Ένα μέτριο έργο που δεν έχει επίγνωση ότι είναι μέτριο και προσπαθεί να είναι κάτι καλό, είναι πολύ πιο οδυνηρό και επώδυνο από ένα αντίστοιχο κακό. Το κακό δε θα το πάρεις ποτέ στα σοβαρά, θα το απολαύσεις μόνο για αυτό που είναι. Μέσα στον κυκεώνα μετριότητας που μαστίζει τον κινηματογράφο λοιπόν, ο Tommy Wiseau κατάφερε να ξεχωρίσει και να αναδυθεί απ’ το χάος. Κατάφερε να είναι ο χειρότερος καλύτερα από όλους τους άλλους. Και αυτό το κατάφερε εν αγνοία του.
Παρ’ όλο που το τερατούργημα του Wiseau είναι το πιο αναγνωρίσιμο στην κατηγορία ‘’so bad it’s good’’, δε στέκει μόνο του στη λίστα. Το Birdemic:Shock and Terror (2010) του James Nguyen, βρίσκεται επάξια στο πάνθεον των χειρότερων ταινιών που έγιναν ποτέ. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης προσδιόρισε μάλιστα την ταινία του, ως ένα ‘’πολύ σοβαρό ρομαντικό θρίλερ’’, μία ξεκαρδιστική δήλωση που επειδή δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ληφθεί σοβαρά, δημιουργεί ένα cult υπόβαθρο και ένα αφοσιωμένο πυρήνα οπαδών, που παρ’ όλο που αντιμετωπίζουν την ταινία με μια ειρωνική ματιά, έχουν απομνημονεύσει κάθε στιγμιότυπο και πληρώνουν εισιτήριο πάνω από μια φορά για να λάβουν μέρος στην ιεροτελεστία της θέασης. Οι ταινίες του Neil Breen ακολουθούν το ίδιο μοτίβο. Το συμπέρασμα που βγαίνει από όλα τα παραπάνω λοιπόν, είναι ότι τα βασικά συστατικά μιας πραγματικά αξιομνημόνευτα κακής ταινίας, είναι δύο: η έλλειψη αυτογνωσίας και επίγνωσης των συντελεστών και η αρχική τους πρόθεση.
( Πραγματική αμοντάριστη σκηνή από την ταινία Birdemic: Shock and Terror )
Οι χειρότερες ταινίες που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ, εκείνες που προκαλούν πραγματική αμηχανία στο θεατή, είναι εκείνες που προορίζονταν για κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που κατέληξαν να είναι. Στο μυαλό των δημιουργών τους, το «The Room» ήταν μια ερωτική ιστορία προδοσίας και το «Birdemic» μία απόπειρα ευαισθητοποίησης του κοινού για την προστασία του περιβάλλοντος. Η έλλειψη επίγνωσης του Tommy Wiseau και του James Nguyen για τα δημιουργήματά τους, είναι αυτό που τα κάνει μαγικά και που παρά την αθλιότητα τους, ο θεατής δεν μπορεί να γυρίσει απ’ την άλλη και να σταματήσει να παρακολουθεί. Είναι μια απρόβλεπτη και αψυχολόγητη διαδικασία, που όσο επώδυνη και να είναι από τους απαράδεκτους ηθοποιούς ή τους αλλόκοτους διαλόγους, είναι κάτι που κεντρίζει το ενδιαφέρον, γιατί κανείς δεν ξέρει πού θα καταλήξει και πόσο κακό ακόμα μπορεί να γίνει.
Μετά την απροσδόκητη επιτυχία του «The Room» και του «Birdemic», το φαινόμενο ‘’so bad it’s good’’ άλλαξε χαρακτήρα και προσαρμόστηκε στις ανάγκες της βιομηχανίας του θεάματος. Ο Tommy Wiseau έχει πλέον αγκαλιάσει το ρόλο του παράφρονα ατάλαντου καλλιτέχνη και το εκμεταλλεύεται επικοινωνιακά με κάθε τρόπο ( ή μήπως όχι..;). Ο James Nguyen δεν ξέφυγε από τον κανόνα και σκηνοθέτησε το sequel του Birdemic, που στην ουσία είναι μια αντιγραφή των τεχνικών λαθών του πρώτου, μία αναγνώριση δηλαδή του τι ακριβώς δημιούργησε και μια απόπειρα να το αναπαράγει για μια ακόμα φορά, με πιο εξελιγμένα μέσα. Η μαγεία όμως δεν είναι πια εκεί.
Ταινίες που κυκλοφορούν και θέλουν να ανήκουν στη συγκεκριμένη κατηγορία, έχουν επίγνωση του τι ακριβώς είναι και σε τι κοινό απευθύνονται και δεν ντρέπονται καθόλου γι’ αυτό. Η ταινία «Movie 43» προσπάθησε μάταια να γίνει η καλύτερη χειρότερη ταινία που έχει βγει ποτέ. Ο λόγος που απέτυχε στην αποστολή της όμως, δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι είχε επίγνωση του τι ήθελε να γίνει. Με ένα λαμπερό cast που περιλαμβάνει τους Hugh Jackman, Halle Berry ,Richard Geere, Naomi Watts, Emma Stone, Kate Winslet και Uma Therman, είναι αρκετά δύσκολο να δημιουργήσεις κάτι πραγματικά κακό. Το σενάριο της ταινίας ήταν πραγματικά σουρεαλιστικό και η υπόθεση ήταν σχεδιασμένη για να προκαλέσει, αλλά το τελικό προϊόν ήταν άρτιο. Δεν υπήρχαν τα απότομα κοψίματα και οι παράλογοι διάλογοι του The Room, ούτε τα κάκιστα CGI του Birdemic. Οι ηθοποιοί έπαιζαν σαν ηθοποιοί και η σκηνοθεσία ήταν παραπάνω από ικανοποιητική για ένα κάκιστο έργο. Παρ’ όλο που η ταινία προκάλεσε εντυπώσεις όταν κυκλοφόρησε, ξεχάστηκε σύντομα και κανείς δεν ασχολείται πλέον μαζί της.
Αν πριν από 10 χρόνια μιλούσε κάποιος για ένα ανεμοστρόβιλο που φέρνει ένα κοπάδι από καρχαρίες στο Λος Άντζελες, σίγουρα δε θα είχε πολλές ελπίδες να επιβιώσει στην κινηματογραφική βιομηχανία. Σήμερα όμως,η ταινία «Sharknado» με πρωταγωνιστή τον Ian Ziering του Beverly Hills, έχει ήδη αποκτήσει 4 ή 5 sequel (κανείς δε μετράει πια) και συνεχίζει σταθερά να αποτελεί μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες κακές ταινίες με αυτογνωσία. Βασικός υπεύθυνος είναι η εταιρεία παραγωγής The Asylum, που όχι μόνο επενδύει πάνω στο φαινόμενο, αλλά βγαίνει και κερδισμένη, μιας και το κόστος παραγωγής τέτοιου είδους ταινιών, είναι ελάχιστο. Κανείς δεν ξέρει ποιος ακριβώς πληρώνει για να δει κάτι τέτοιο ή το αν συμβαίνει μόνο στην Αμερική. Αυτό που φαίνεται να είναι σίγουρο πάντως, είναι ότι η ειλικρίνεια πληρώνει…