Μετά από πολλή αναμονή και λιγότερη-για φαντάσου!- διαφήμιση η ταινία «The Nun»(«Η Καλόγρια») είναι πλέον το μεγαλύτερο γεγονός στο κινηματοθέατρο ή cineplexx της γειτονιάς σας. Η πέμπτη ταινία-προϊόν στη γραμμή παραγωγής του κινηματογραφικού σύμπαντος του «Καλέσματος» («The Conjuring») είναι μία αυθύπαρκτη ιστορία, που παράλληλα κλείνει το μάτι σε όσους έχουν παρακολουθήσει και τις προηγούμενες. Σε σκηνοθεσία Corin Hardy, σενάριο Gary Dauberman και παραγωγή James Wan, η «Καλόγρια» είναι ό,τι χρειάζεται η καινούρια σαιζόν: μπόλικη έξαψη που, ωστόσο, κρατάει τον πήχη σχετικά χαμηλά για τις υπόλοιπες ταινίες που θα ακολουθήσουν. Αυτή είναι η επίσημη κριτική μου άποψη. Γιατί η γνώμη μου σαν θεατής θα λογοκριθεί ακόμα κι αν την καταγράψω σε γραμμική Β!
Ιστορία και προϊστορία
Ας πάρουμε, λοιπόν, τα πράγματα από την αρχή. Η καλόγρια (Bonnie Aarons), γνωστή κι ως δαίμονας Βάλακ, πρωτοεμφανίστηκε στο δεύτερο επεισόδιο του καλέσματος ως ο βασικός ανταγωνιστής του ζεύγους Γουόρεν. Απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα εξαιτίας της πρωτότυπης, δαιμονικά άσχημης και τρομακτικής της μορφής και χάρη στο σκηνοθετικό χάρισμα του James Wan-James, μας λείπεις…- ο οποίος τόλμησε μία εικονογραφική προσέγγιση λιγότερο αμερικανική και σαφώς πιο επιβλητική. Έτσι ήταν αναμενόμενο πως σύντομα ο «αγαπητός» αυτός χαρακτήρας θα αποκτούσε μία ολόδική του ταινία.
Η ιστορία της «Καλόγριας» διαδραματίζεται στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 σε μία δύσβατη περιοχή της Ρουμανίας. Πράγμα που τοποθετεί την ταινία πρώτη στο αφηγηματικό χρονοδιάγραμμα του σύμπαντος. Η υπόθεση είναι τόσο απλή όσο και αδιανόητη. Το Βατικανό, θορυβημένο από την είδηση της αυτοκτονίας μίας νεαρής καλόγριας σε ένα καθολικό μοναστήρι της προαναφερθείσας περιοχής, στέλνει δύο ειδικούς πράκτορες, για να ερευνήσουν το συμβάν. Ο αρρενωπός Father Burke (Demian Bichir) και η νεαρή αδερφή Ειρήνη (Taissa Farmiga) φτάνουν στο μοναστήρι με τη βοήθεια του νεαρού εργάτη (Jonas Bloquet) που βρήκε το πτώμα της αυτόχειρα. Ο λιγοστός χρόνος που περνάνε μαζί στην εισαγωγή της ταινίας είναι αρκετός, για να συμπαθήσει το κοινό τους τρεις χαρακτήρες, αφού του χαρίζουν αρκετές ανάλαφρες και χιουμοριστικές στιγμές. Βέβαια το σεναριακό και σκηνοθετικό αυτό τέχνασμα έχει ως σκοπό να χαλαρώσει τους θεατές, ώστε να περάσουν χωρίς άμυνες στην δεύτερη πράξη της ταινίας.
Τι εκτιμήσαμε;
Στο μοναστήρι ξεκινά ένα ανελέητο ανθρωποκυνηγητό και δαιμονοκρυφτό που στηρίζεται εξολοκλήρου στον εξαιρετικό σχεδιασμό παραγωγής και την διεύθυνση φωτογραφίας του Maxime Alexandre. Ο τελευταίος μάλιστα, υπό τις οδηγίες του Hardy εκμεταλλεύτηκε με μεγάλη επιτυχία παλαιότερες παραδόσεις του είδους του τρόμου και δεν περιορίστηκε σε ταλαιπωρημένα κλισέ, όπως τα ψευδο-jump scares και η χρήση των ειδικών εφέ. Έτσι οι ευφάνταστες σκηνές μυστηρίου και τρόμου στο νεκροταφείο, στους κοιτώνες, στο υπόγειο, στο αβαείο, στο αίθριο, στη μπροστινή αυλή, στην πίσω αυλή… παραμένουν τρομακτικές και γεμάτες ένταση όσες φορές και με οποιαδήποτε παραλλαγή κι αν επαναληφθούν. Αξίζει να σημειωθεί σ’ αυτό το σημείο πως ο Hardy αποκάλυψε σε συνέντευξή του ότι κάποια από τα εξωτερικά γυρίσματα τα ανέλαβε ο ίδιος ο Wan. Επίσης η μουσική του Abel Korzeniowski συμβάλλει τα μέγιστα στο να επιτείνεται ο φόβος και η φρίκη, χωρίς να εκβιάζει το αίσθημα του κοινού.
Τι βλαστημήσαμε;
Παρόλα αυτά η «Καλόγρια» δεν καταφέρνει να ικανοποιήσει το κοινό για έναν και μόνο θεμελιώδη λόγο. Η ιστορία της δεν πείθει κανέναν λογικό άνθρωπο. Ένας παντοδύναμος δαίμονας μασκαρεμένος καλόγρια περιπαίζει δύο ανθρώπους της Εκκλησίας, εκ των οποίων ο ένας έχει στο ιστορικό του έναν αποτυχημένο εξορκισμό-μία υποπλοκή που αφορά τον παπα-Μπερκ και που έμεινε ανεκμετάλλευτη- και ο άλλος, η αδερφή Ρηνούλα, δεν έχει την εμπειρία να κάνει τίποτα πέρα από το να προσεύχεται! Δυστυχώς δεν περιμέναμε τίποτα καλύτερο από τον σεναριογράφο του τελευταίου «It» και του «Annabelle: Creation». Ο Dauberman, που μέχρι τώρα επιδίδεται σε σαδιστικές ιστορίες εκφοβισμού και βασανισμού παιδιών, φαίνεται να μη γνωρίζει τι προκαλεί τρόμο στις ταινίες τρόμου. Χωρίς να έχουν καν εσωτερική συνοχή, οι αφηγήσεις του στηρίζονται περισσότερο στην αναπαραστατική δεξιότητα του συνεργείου εικόνας (σκηνοθέτες, φωτογράφοι, σκηνογράφοι κλπ.), ενώ οι αρχετυπικοί χαρακτήρες και οι ενδιαφέρουσες ιδέες του δεν αναπτύσσονται ποτέ ικανοποιητικά.
Καθώς η πλοκή βρίθει σε αφηγηματικά κενά και λογικά (σφ)άλματα, η σκηνή της (Spoiler!) τελικής μάχης, όπου ο δαίμονας προσπαθεί να πνίξει τη νεαρή ηρωίδα, αποτελεί την οπτική μεταφορά του μίσους του Dauberman προς τους χαρακτήρες και την αφήγησή του. Ίσως επειδή ούτε αυτός μπόρεσε να απαντήσει στο εξής καίριο ερώτημα: «Αν ο δαίμονας Βάλακ είναι τόσο ισχυρός που μόνο το αίμα του Χριστού μπορεί να τον εξαγνίσει, γιατί δεν έχει σκοτώσει τους ήρωες ήδη από το πρώτο δεκάλεπτο;»
Γίνονται ακόμα θαύματα;
Η «Καλόγρια» με όλα τα οπτικά καλά της και τα αφηγηματικά στραβά της βρίσκεται αξιολογικά κάπου ανάμεσα στα δύο πρώτα επεισόδια του «Καλέσματος» και την ενότητα της «Annabelle». Η ιστορία της ενδεχομένως περικλείει αφορμές για νέες πλοκές, όπως οι απαρχές της καλόγριας ή ο εξορκισμός του μικρού Ντάνιελ από τον πατέρα Μπερκ. Το μόνο σίγουρο είναι πως το Σύμπαν του Καλέσματος έχει ακόμα πολλά να δώσει στο κοινό του.
Δείτε εδώ το επίσημο τρέιλερ της ταινίας:
τρέιλερ