Όλοι λίγο-πολύ το έχουμε ζήσει: μπαίνουμε στη κινηματογραφική αίθουσα, καθόμαστε και ένα επίμονο πλήθος θορύβων μάς περιβάλλει και μας κατακλύζει· χράτσα- χρούτσα με πατατάκια, γελάκια, ψίθυροι, ολόκληρες συζητήσεις (!), κινητά που χτυπάνε – ή και φωτίζουν- όλα οδηγούν τον θεατή σε ανησυχία, θυμό ή ακόμα και απόγνωση. Μιλάμε πια για τη νόθευση, τον θάνατο (το σκότωμα μάλλον) της ατόφιας κινηματογραφικής εμπειρίας και, όπως θα δούμε, ίσως και του ίδιου του κινηματογράφου.
Τι εννοούμε όμως «ατόφια»; Και περαιτέρω μπορεί όντως να υπάρξει εξαρχής κάτι τέτοιο; Ατόφια νομίζω θα πρέπει να θεωρήσουμε την παρακολούθηση μιας ταινίας χωρίς εξωτερικούς περισπασμούς, που προέρχονται από το περιβάλλον/χώρο και με την σειρά τους οδηγούν και σε εσωτερικούς περισπασμούς, όπως μείωση της προσοχής, εκνευρισμό και αφηρημάδα. Μια καθαρή κινηματογραφική εμπειρία είναι αυτή στην οποία κυριαρχεί η διυποκειμενική σχέση θεατή-ταινίας.
Αυτή όμως η θορυβώδης και ενοχλητική κινηματογραφική αίθουσα δηλώνει έμπρακτα κάτι βαθύτερο, δηλαδή την υποτίμηση του ίδιου του κινηματογράφου ως μορφή τέχνης και της ικανότητάς του να μορφώσει, να ψυχαγωγήσει, να προβληματίσει και να σαγηνεύσει, θα μπορούσαμε να πούμε κάπως αφελώς. Το παιδάκι που μαγευόταν στο «Σινεμά ο Παράδεισος» έχει πλέον αντικατασταθεί από έναν θεατή που μασουλάει, σχολιάζει και άμα η ταινία δεν τον εξιτάρει ιδιαίτερα κοιτάει το κινητό του για να αναζητήσει ένα άλλο είδος αισθητηριακής διέγερσης. Η ταινία για αυτόν δεν είναι ένα έργο τέχνης προς εξερεύνηση αλλά ένα εμπόρευμα που καλά θα κάνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του για λίγη ώρα.
Η υποτίμηση προς το ίδιο το μέσο στη πραγματικότητα επεκτείνεται και στους υπόλοιπους θεατές που προσπαθούν να εντρυφήσουν σε αυτό. Το παιδί στο «Σινεμά ο Παράδεισος» αν μεταφερόταν στη σημερινή κινηματογραφική αίθουσα θα έπρεπε να αγνοήσει τους θορυβώδεις συν-θεατές του, πράγμα που (όποιος έχει βιώσει κάτι τέτοιο καταλαβαίνει) είναι μια εξαιρετικά αγχώδης διαδικασία.
Πού όμως οφείλεται αυτή η υποτίμηση που αναφέραμε προηγουμένως; Δύσκολο ερώτημα να απαντηθεί με βεβαιότητα, παρόλα αυτά η σκέψη μας θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε ενδιαφέρουσες κατευθύνσεις αναζητώντας μια απάντηση. Πρώτα θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα μέσα με τα οποία βλέπουμε κινηματογράφο έχουν πολλαπλασιαστεί (υπολογιστές, κινητά, τάμπλετ κ.α) ενώ ταυτόχρονα οι ταινίες είναι εύκολα προσβάσιμες, όπως μαρτυρά άλλωστε και το πλήθος από συνδρομητικές πλατφόρμες που μας περιτριγυρίζουν έντονα τα τελευταία χρόνια. Όπως όμως ανέφερε και ο Aldous Huxley «η οικειότητα γεννά περιφρόνηση». Το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να ανοίξει το κινητό του στο λεωφορείο και να αρχίσει να βλέπει μια ταινία ενέχει μέσα του την νοοτροπία ότι η ταινία μπορεί να ιδωθεί απλά ως γέμισμα χρόνου, ως κάτι που διαιρείται σε μέρη, ως κάτι που δρα ως ένα είδος διέγερσης όπως είπαμε πριν. Ιδού: ο κινηματογράφος ιδωμένος με μια αρνητική έννοια, ως η αποφυγή της βαρεμάρας, αντί με μια θετική έννοια, ως μια εμπειρία μορφωτική. Ο θεατής σκυφτός στην οθόνη του κινητού (βλέποντας εκεί την ταινία ή ανταλλάσσοντας μηνύματα άμα βαριέται) αντί ο θεατής κοιτάζοντας προς τα πάνω την οθόνη της αίθουσας, έτοιμος να δει τον ουρανό που έφτιαξε για αυτόν ο σκηνοθέτης.
O David Lynch συμφωνεί με τα συμπεράσματά μας: «αν βλέπεις ταινία στο κινητό σου, ούτε σε τρισεκατομμύρια χρόνια δεν θα την βιώσεις» μας λέει σε μια συνέντευξή του.
Παλιότερα, ακριβώς λόγω της μειωμένης πρόσβασης σε ταινίες, καθώς δεν υπήρχαν κινητά, λάπτοπ κλπ, ο κινηματογράφος βιωνόταν ως ένα τελετουργικό. Ο θεατής δεν βομβαρδιζόταν καθημερινά από συνδρομητικές πλατφόρμες, trailer σειρών και ταινιών, έτσι η δύναμη της εικόνας εντός της κινηματογραφικής αίθουσας αυξανόταν, αποκτούσε μια αίγλη, αίγλη που βασίζεται στο ότι προσφερόταν πιο σπάνια στον θεατή.
Σήμερα, οι φρενήρεις ζωές μας και ο συνεχής βομβαρδισμός πληροφοριών αλλάζουν και τον θεατή και την ίδια την παραγωγή ταινιών. Ο στοχασμός πάνω στο μέσο μειώνεται, μαζί με τον στοχασμό που προσφέρει ο ίδιος ο κινηματογράφος. Βλέπουμε ιδέες να τραβιούνται από τα αυτιά, sequels και remakes να φανερώνουν μια έλλειψη πρωτοτυπίας και δημιουργικότητας: βλέπουμε συνέχειες του Terminator, του Jumanji, του Jurassic Park, νέα ταινία Batman στα σκαριά, το αριστουργηματικό Parasite, αντί να απολαύσει το κύρος του ως καλύτερη ταινία της χρονιάς, να ετοιμάζεται να γίνει σειρά. Οι σειρές –κατά κανόνα ευκολότερες στην κατανάλωση τους- κερδίζουν σε δημοτικότητα, πράγμα που φανερώνει τη μειωμένη προσοχή, επιμονή και σκέψη του θεατή πάνω στην εικόνα. Τα trailer ταινιών έχουν μεγαλώσει δραματικά σε διάρκεια ώστε ουσιαστικά να δρουν ως ένα διαπιστευτήριο διασκέδασης. «Θα περάσεις καλά» μοιάζουν να λένε σαν αυτό να είναι ο κύριος σκοπός του σινεμά. Φαύλος κύκλος: θεατής υποτιμά τον κινηματογράφο ως τέχνη, ο κινηματογράφος προσαρμόζεται σε αυτήν την υποτίμηση για να ικανοποιήσει τον θεατή.
Αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν υπάρχουν και εξαιρέσεις. Πράγματι, η φετινή χρονιά μάς έδωσε διαμαντάκια: Uncut Gems, Parasite, The Lighthouse, Portrait of a Lady on Fire και άλλα. Εμείς όμως εξετάζουμε την γενική νοοτροπία του σύγχρονου ανθρώπου όταν εισέρχεται στην κινηματογραφική αίθουσα. Η νόθευση της κινηματογραφικής εμπειρίας (με πατατάκια, σχόλια, παίξιμο με κινητό κατά τη διάρκεια της ταινίας) ουσιαστικά προκύπτει από τον τρόπο σκέψης πάνω στο σινεμά που μόλις περιγράψαμε.
Τέλος, ακριβώς επειδή δεν προσφέρεται για ενεργητική νοητική διεργασία αλλά για παθητική κατάποση, ο σύγχρονος κινηματογράφος είναι εξαιρετικά εξηγητικός, καλύπτει την εικόνα και την ατόφια δύναμή της με λόγια, με διευκρινίσεις, με «μήνυμα» όπως λένε πολλοί («ποιο ήταν το μήνυμα της ταινίας;» ακούω συχνά όταν βγαίνω από την αίθουσα). O Robert Bresson είχε πει πως η τέχνη κρύβεται στην εξυπονόηση, στην υπόδειξη, επομένως αν φανερώνεις τα πάντα τότε δεν πρόκειται για τέχνη. «Οι τέχνες πεθαίνουν» μας λέει «ίσως λόγω της υπερβολικής ελευθερίας τους, λόγω της εκπληκτικά μεγάλης διανομής τους, όπως όλα σήμερα. Νομίζω πως οι ταινίες (διαχωρίζει ταινίες για διασκέδαση και πραγματικό σινεμά), το ράδιο και η τηλεόραση σκοτώνουν τις τέχνες». Στο τέλος της αναφερόμενης συνέντευξης ο μεγάλος Γάλλος σκηνοθέτης κλείνει με τα εξής λόγια, που ουσιαστικά συνοψίζουν όλους τους προβληματισμούς του κειμένου μας, με μια αίσθηση ελπίδας: «…Πιστεύω ακράδαντα στο σινεμά ως μια σοβαρή τέχνη. Όχι σαν διασκέδαση αλλά αντιθέτως ως ένα τρόπο να κοιτάμε βαθύτερα τα πράγματα, ως μια βοήθεια προς την ανθρωπότητα για εμβάθυνση και ανακάλυψη του εαυτού της».
Για την σχετική συνέντευξη του Bresson: https://youtu.be/wcOOLfqDcho