O Σεργκέι Μιχαήλοβιτς Αϊζενστάιν (ρώσ. Сергей Михайлович Эйзенштейн) γεννήθηκε στη Ρίγα της Λετονίας στις 22 Ιανουαρίου 1898 (10 Ιανουαρίου σύμφωνα με το ιουλιανό ημερολόγιο που ήταν σε ισχύ στην Ρωσία μέχρι το 1918). Ο Γερμανοεβραίος πατέρας του, Μιχαήλ Οσίποβιτς Αϊζενστάιν ήταν ένας διακεκριμένος αρχιτέκτονας και πολιτικός μηχανικός. Ημητέρα του, Γιούλια Ιβάνοβνα Κονετσκάγια καταγόταν από εύπορη οικογένεια εμπόρων.
Κατά τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας ο μικρός Σεργκέι ταξίδεψε πολύ και έμαθε να μιλά Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Από εκείνη την τρυφερή ηλικία είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για το θέατρο, ενώ διάβαζε πολύ και ζωγράφιζε καρικατούρες.
Το 1912 οι γονείς του χώρισαν και ο Σεργκέι πήγε να ζήσει με τον πατέρα του ενώ επισκεπτόταν συχνά την μητέρα του και την γιαγιά του στην Αγία Πετρούπολη. Το 1915, είχε την ευκαιρία να περάσει ακόμα περισσότερο χρόνο με την μητέρα του. Εισήχθη σε μια σχολή πολιτικών μηχανικών θέλοντας να βαδίσει στα χνάρια του πατέρα. Όπως θα γράψει αργότερα, η ενασχόληση με τα μαθηματικά (ένα από τα μαθήματα που διδάσκονταν στην σχολή) διαμόρφωσαν την ορθολογική σκέψη του. Την «μαθηματική» ακρίβεια και τη σαφήνεια, χαρακτηριστικά που θα είναι ιδιαίτερα εμφανή στο έργο του τα επόμενα χρόνια.
Τον Φεβρουάριο του 1917, με την έκρηξη της επανάστασης, βρέθηκε στο μέτωπο. Την επόμενη χρονιά έγινε μέλος του Κόκκινου Στρατού. Το πάθος για την τέχνη, όμως, δεν ξεχάστηκε. Ο Σεργκέι άρχισε να διοργανώνει θεατρικές παραστάσεις οι οποίες παρουσιάζονταν στους στρατιώτες. Το 1920 αποστρατεύτηκε και γύρισε στην Μόσχα. Ξεκίνησε να μαθαίνει ιαπωνικά. Η επαφή του με τις γλώσσες της Ανατολής, με έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης από αυτόν που είχε συνηθίσει, τον βοήθησε να συλλάβει την φύση του μοντάζ. Την περίοδο εκείνη, πήρε μέρος στο Πρώτο Εργαστήριο Θεάτρου της Προλεταριακής Κουλτούρας ή Προλετκούλτ αποκτώντας μεγαλύτερη εμπειρία στο θέατρο. Το εργαστήριο αυτό, είχε ιδρυθεί το 1917 από τον φιλόσοφο Αλεξάντερ Μπογκντάνοφ. Επεδίωκε την ανάδυση μια προλεταριακής τέχνης που θα ερχόταν σε αντίθεση με την τέχνη της μπουρζουαζίας.
Την εποχή εκείνη, ο Σεργκέι γνώρισε και επηρεάστηκε, επίσης, από τον σκηνοθέτη και παραγωγό του θεάτρου Βσεβόλοντ Μέγιερχολντ. Προσανατολιζόταν σε ένα θέατρο που χαρακτηριζόταν από επιθετικό αντι-νατουραλισμό και δημιούργησε μια σχολή ηθοποιίας με έντονη ψυχική και σωματική συμμετοχή. Ο σκηνοθέτης και θεωρητικός του κινηματογράφου Λεβ Κουλέσοφ ήταν μια ακόμα σημαντική επιρροή. Ο Κουλέσοφ έκανε μια σειρά από πειράματα σχετικά με την συναρμολόγηση της μυθοπλασίας και της μετάδοσης της συγκίνησης. Για εκείνον, σημαντικά δεν ήταν μόνο τα ίδια τα στοιχεία, αλλά και ο τρόπος που ήταν συνδεδεμένα.

Οι ταινίες του
Το 1924, ο Σεργκέι πρότεινε στην Προλετκούλτ την δημιουργία μιας σειράς επτά ταινιών που θα είχε ως θέμα τα ρωσικά επαναστατικά κινήματα πριν το 1917 που οδήγησαν στην Οκτωβριανή Επανάσταση. Παρά το γεγονός ότι δεν είχε ασχοληθεί με τον κινηματογράφο αποφάσισε να σκηνοθετήσει την πέμπτη κατά σειρά ταινία. Ήταν «Η Απεργία» (Strike / Stachka), που αφηγείται την ιστορία μιας απεργίας που καταπνίγηκε από την εργοδοσία. Στο φιλμ χρησιμοποιείται το μεταφορικό μοντάζ, όπως στην σκηνή που αντιπαρατίθεται εικόνες από ένα σφαγείο με εκείνες ανάμεσα στους απεργούς και την εργοδοσία. Σύμφωνα με τον γάλλο ιστορικό Μαρκ Φερό, η ταινία αποτελεί το «υπόδειγμα» μιας βιομηχανικής κοινωνίας σε μια συγκεκριμένη φάση της ανάπτυξής της.«Συμπυκνώνει τις μεγάλες εκείνες απεργίες που εξέφρασαν τους προλεταριακούς αγώνες στην προεπαναστατική Ρωσία».
Η επόμενη ταινία ήταν το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» (1925) , η οποία γυρίστηκε για την επέτειο της επανάστασης του 1905. Το αρχικό σενάριο ήταν διαφορετικό. Αναφερόταν σε πολλά γεγονότα που οδήγησαν στην επανάσταση. Ο Σεργκέι αποφάσισε να επικεντρωθεί μόνο στο γεγονός της ανταρσίας στο θωρηκτό που οδήγησε στην γενίκευση της ανταρσίας σε ολόκληρη την Οδησσό.
Ακολούθησε, το 1927, ο «Οκτώβρης» για να τιμήσει τα δέκα χρόνια από την επανάσταση των μπολσεβίκων του 1917. Με την ταινία αυτή, ο Σεργκέι προχώρησε ακόμα περισσότερο στην τυποποίηση των χαρακτήρων ψάχνοντας παντού για τις κατάλληλες φυσιογνωμίες, ακόμα και αν δεν είχαν προηγούμενη εμπειρία στην υποκριτική. Μάλιστα, έφτασε στο σημείο να προσλάβει έναν συγκεκριμένο άντρα για να υποδυθεί τον Βλαντιμίρ Λένιν απλά και μόνο επειδή του έμοιαζε στην εξωτερική εμφάνιση. Ο «Οκτώβρης» επικρίθηκε επειδή το είδος του μοντάζ που χρησιμοποιήθηκε θεωρήθηκε ακατανόητο για τον απλό θεατή.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’30, ο Σεργκέι ταξίδεψε στην Αμερική. Ήθελε πολύ να γυρίσει μια ταινία εκεί ωστόσο δεν τα κατάφερε ποτέ λόγω ανυπέρβλητων δυσκολιών. Επέστρεψε στα κινηματογραφικά δρώμενα της πατρίδας του με την ταινία «Αλέξανδρος Νιέφσκι» το 1938 με την οποία ήθελε να παρουσιάσει ξανά την ιστορία της ήττας των γερμανικών στρατευμάτων από τους Ρώσους το 13ο αιώνα κάτω από την ηγεσία του Νιέφσκι. Στο φιλμ αυτό, ξεχωρίζει ο συνδυασμός του μοντάζ και της μουσικής.
Το κύκνειο άσμα του σκηνοθέτη ήταν η ταινία «Ιβάν Ο Τρομερός» (1944-1946), η οποία αφηγείται την ιστορία του ομώνυμου αυτοκράτορα του 16ου αιώνα. Για πρώτη φορά, ο Σεργκέι δεν κάνει χρήση της σύγκρουσης των εικόνων , όπως στις προηγούμενες ταινίες. Εδώ, κάθε εικόνα είναι στατική. Είναι χαρακτηριστικό ότι το δεύτερο μέρος της ταινίας είναι έγχρωμο μιας και προς το τέλος των γυρισμάτων υπήρξε η δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί έγχρωμο φιλμ. Η δεύτερη συνέχεια του «Ιβάν» απαγορεύτηκε από το σταλινικό καθεστώς γιατί υπήρχε η υποψία ότι αναφερόταν στην τυραννία του Στάλιν. Ο Σεργκέι Αϊζενστάιν έφυγε από την ζωή το 1948 από καρδιακή προσβολή. Δεν κατάφερε να κάνει τον «Ιβάν» τριλογία.

Το σινεμά του Σεργκέι
Για τον Σεργκέι, το μοντάζ ήταν το πιο ουσιαστικό μέρος του έργου. Ήταν ο ανώτερος βαθμός προσέγγισης για να μεταδοθεί στο κοινό η ιδέα που έχει στο μυαλό του ο σκηνοθέτης. Σκοπός του μοντάζ είναι να προσφέρει μια λογικά συναρτημένη έκθεση του θέματος της ταινίας, της υπόθεσης, της δράσης και των πράξεων των χαρακτήρων. Το μοντάζ του Σεργκέι συνένωνε όχι ανεξάρτητα μεταξύ τους στοιχεία, αλλά «ιδιαίτερες παραστάσεις» ενός μοναδικού θέματος.
Το σινεμά του Σεργκέι, χαρακτηριζόταν ως σινεμά “χωρίς πλοκή”. Πρόκειται για ένα είδος σινεμά που χρησιμοποιεί την αφήγηση με ένα μοναδικό τρόπο. Η ουσία είναι ότι στηρίζεται αποκλειστικά σε κινηματογραφικά μέσα αφήγησης. Περιλαμβάνουν μη ρεαλιστικούς χειρισμούς του χρόνου και την χρήση μοντάζ που είναι μη-διηγηματικό, αλλά συνειρμικό. Όσο για τον φωτισμό, ο Σεργκέι, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους σοβιετικούς σκηνοθέτες, επιθυμούσε τον αισθαντικό φωτισμό και τις περίπλοκες συνθέσεις.
«O κινηματογράφος είναι, σίγουρα, η πιο διεθνής από τις τέχνες .Προπαντός, επειδή οι δυνατότητες της τεχνικής του, που πλουτίζονται αδιάκοπα, και η δημιουργική του δύναμη, που ολοένα ανεβαίνει, δίνουν στον κινηματογράφο τη δυνατότητα να εγκαθιδρύσει μια απέραντα ζωντανή πνευματική επαφή, σε διεθνή κλίμακα», είχε γράψει ο Σεργκέι Μιχαήλοβιτς Αϊζενστάιν τον Αύγουστο του 1946.
Ο πρωτοπόρος του σοβιετικού και του παγκόσμιου κινηματογράφου και θεωρητικός της τέχνης. Ένιωθε μια «ακατανίκητη, άπληστη, ακόρεστη» έλξη για την Τέχνη. Έμεινε στην ιστορία σίγουρα για την τεχνική και την δημιουργικότητα του. Τις ταινίες του που αποτελούν ορόσημα για την έβδομη τέχνη, όπως και για τα δοκίμια του για την τεχνική του και τον κινηματογράφο.