-Εντάξει δε θα το κρύψω, για να ξέρετε κι εσείς τι πρόκειται να διαβάσετε, στο παρόν άρθρο θα πλέξω εγκώμιο-
Ακόμα κι αν πιστεύω ότι πρέπει κάποιος να ‘ναι πολύ απελπισμένος -ή να θέλει να κάνει βραδιά καλτ ταινιών-για να κάτσει να δει τον «Δράκουλα» του Copolla (ναι όλοι κάνουμε λάθη, κι εγώ κι ο Φράνσις), ο Gary Oldman είναι πάντα από μόνος του ένας καλός λόγος για να δεις μια ταινία. Πάντα. Ακόμα κι αν παίζει το απολειφάδι σαφρακιασμένου αντιερωτικού βαμπίρ μέσα σε κόκκινες ρόμπες (εντάξει, μετά γίνεται πιο κύριος), με το πρόσωπο κρυμμένο κάτω από τόνους μέηκ-απ και παρόλ’ αυτά να μην χάνει ίχνος από την μοναδική πλαστικότητα των εκφράσεων του. Αυτό είναι το στοίχημα, αλλά όταν είσαι ο Gary Oldman, είναι easy peasy (τι, όχι;). Βέβαια για την ταινία, την οποία η ψυχικά ασταθής αρθρογράφος, σαν άλλος David Carson, μόλις παραπάνω αποδόμησε (γιατί τι να μας πει εμάς τώρα ο Copolla..), ο ίδιος ο ηθοποιός έχει δηλώσει ότι ήταν η δυσκολότερη ερμηνεία του και, εδώ που τα λέμε, το καταλαβαίνουμε.
Κι αν και προτιμούμε ένα εκατομμύριο φορές να τον βλέπουμε σε ρόλους Tinker Tailor Soldier Spy, όπου μπορείς απλά να κάτσεις και να θαυμάζεις το μεγαλείο ηθοποιίας που εκφράζεται στο πρόσωπο αυτού του χαρισματικού ανθρώπου, στις αρχές του νέου έτους θα τον δούμε πασπατεμένο για ακόμη μια φορά με τόνους μέηκ-απ (δεν ξέρω αν έτρωγε και 5 κρουασάν κάθε πρωί για να φτάσει στα απαιτούμενα κυβικά) προκειμένου να νεκραναστήσει τον Winston Churchill και να μπει στο πετσί του, αφού πρόκειται να τον υποδυθεί στο «Darkest Hour» του Joe Wright (ο οποίος παρά το σχετικά νεαρό της ηλικίας του έχει ήδη συμβάλλει σκηνοθετικά στην 7η τέχνη επιτυχώς). Και κάτι μου λέει ότι οι διθύραμβοί μου θα επιβεβαιωθούν απολύτως γιατί πολύ απλά ο άνθρωπος αυτός είναι ο Leonard Gary Oldman. Φήμες λένε (ξέρετε, όπως είχε γίνει και με τον άλλο Λεονάρδο) ότι ο επερχόμενος αυτός ρόλος θα του χαρίσει το Όσκαρ που του αξίζει.
Και για να μη με περάσετε για μια ιδεοληπτική γκρουπι (“Γκάριιιιιι”), θα σας τεκμηριώσω την μανία μου μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Ο Gary Oldman δεν είναι ένας ηθοποιός που κάποια στιγμή στην καριέρα του «αποκαλύφθηκε». Από τα πολύ πρώτα κινηματογραφικά του βήματα μπορούσε να δει κανείς έναν άνθρωπο γεννημένο ηθοποιό ή για να είμαστε σωστότεροι έναν άνθρωπο που δούλεψε πολύ για να γίνει αυτό που είναι. Ακριβέστερα, το 1986 στην ταινία «Sid & Nancy» υποδύθηκε τον Sid Vicious των Sex Pistols με τέτοια άνεση κι επαγγελματικότητα που έπειθε οποιονδήποτε ότι είχε πίσω του χρόνια κινηματογραφικής εμπειρίας, κι ας ήταν μόνο η δεύτερη ταινία της καριέρας του!
Ακολουθούν διάφοροι ενδιαφέροντες ρόλοι μέχρι το «Chattahoochee» (1989) όπου αφήνει να φανεί το τέρας που κρύβει μέσα του υποδυόμενος τον ψυχικά ασταθή βετεράνο του Βιετνάμ. Το 1990 συμπρωταγωνιστεί με τον Sean Penn και τον τιτανομέγιστο Ed Harris στο «State of Grace» και περίπου σ’ εκείνο το σημείο της καριέρας του φαίνεται ότι ο Gary Oldman είναι πια ένας ολοκληρωμένος ηθοποιός που έχει «στηθεί» πια, που πλέον δε χρειάζεται να υποδυθεί τεχνητά έναν ρόλο γιατί η υποκριτική είναι μέσα του (φανταστείτε τώρα να είχε γίνει αντί για ηθοποιός παίκτης του μπέηζμπολ φερ’ ειπείν, εκεί να δείτε απώλεια). Το ’91 υποδύεται τον Lee Harvey Oswald, τον άνθρωπο που θεωρήθηκε ότι δολοφόνησε τον Kennedy, στην ταινία του Oliver Stone και έκτοτε οι «μεγάλοι» ρόλοι και οι συνεργασίες με τα πρώτα ονόματα του Hollywood θα γίνουν ρουτίνα.
Ένα χρόνο μετά συνεργάζεται με τον Copolla, και εν συνεχεία με τον Tony Scott και τον Tarantino στο «True Romance» με τον θρυλικό ρόλο του Drexl (ο Τζακ Σπάροου πριν τον Τζακ Σπάροου, στο σοβαρό του), με τον Luc Besson στο Leon σε έναν ιδιαίτερο και αποκαλυπτικό ρόλο, ώσπου το ’97, πάλι με τον Luc Besson, παίζει έναν ακόμα ρόλο-μεταμόρφωση, αυτόν του Ζοργκ στο «Πέμπτο Στοιχείο». To ’97 επιστρέφει σε έναν πιο mainstream ρόλο, αυτόν του κακού Ρώσσου (ή κάτι τέτοιο) στο «Air Force One». Φυσικά δεν υπήρχε περίπτωση όταν, τότε που ήμασταν παιδάκια και βλέπαμε Harrison Ford στο ρόλο του σουπερ-ήρωα προέδρου να παρατηρήσουμε έστω και λίγο τον Gary Oldman από δίπλα (αν και οι Αμερικάνοι τον έμαθαν, λέει, από εκείνο το ρόλο), αλλά ευτυχώς, μας έδωσε πληθώρα άλλων ταινιών για τις οποίες τον ευγνωμονούμε.
Συνεργάζεται με τον Ridley Scott (λίγα τα λόγια σας για το νέο Alien-haters gonna hate), με τον Nolan στον «Μπάτμαν» στον ρόλο του αγαπημένου Τζιμ Γκόρντον, με τον Alfonso Cuarón στον «Χάρυ Πότερ». Το 2010 υποδύεται στο Book of Eli (να μια ταινία που πρέπει να ξαναδώ) τον «κακό» Carniege και από εκεί κι έπειτα γίνεται ο Gary Oldman που αγαπάμε και ξέρουμε, μπαίνει στο καλύτερο και ωριμότερο, κατά την άποψή μου, στάδιο της καριέρας του. Το 2011 παίζει στο ψυχροπολεμικό και τόσο ατμοσφαιρικό «διαμάντι» του Tomas Alfredson, «Tinker Tailor Soldier Spy» (ή αλλιώς Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι -μαντέψτε ποιος είναι ο Σμάιλι) και δίνει ρεσιτάλ οσκαρικής ερμηνείας.
Η ταινία πρωτάθηκε για 3 όσκαρς, χωρίς όμως να κερδίσει κάποιο, γεγονός που έγινε αφορμή για τον ηθοποιό να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του με λίγη περισσότερη ένταση απ’ όση άρμοζε. Έχοντας ενδιάμεσα παίξει σε πολλές άλλες ταινίες όπου σε όλες η εμφάνισή του, ακόμα κι αν ο ρόλος ήταν δευτερεύων, ήταν το λιγότερο καθηλωτική, ετοιμάζεται σύντομα να μας εκπλήξει στο «Darkest Hour» στο ρόλο του Τσώρτσιλ όταν ξεσπά ο Β’ Παγκόσμιος.
Είπαν ότι η ικανότητά του ως ηθοποιού έγκειται στο ταλέντο του να αλλάζει πολλές φωνές, είπαν ότι η δημοτικότητά του οφείλεται στους ιδιαίτερους ρόλους που έπαιξε (βλ. «Δράκουλα», «Drexl», «Sid Vicious») και σε καμιά ιδιαίτερη υποκριτική δυνατότητα. Αλλά είναι τουλάχιστον αφελές να υποστηρίζεται κάτι τέτοιο για έναν ηθοποιό που έχει αποδείξει επανειλημμένα το ξεχωριστό υποκριτικό του ταλέντο, κάνοντας ρόλο-κλειδί ακόμα και τον πιο αδιάφορο ή ουδέτερο ρόλο -σημειώστε ότι οι κακές γλώσσες εκφράστηκαν ξαφνικά όλες όταν ο Gary Oldman έδειξε τη δυσαρέσκειά του ως προς την επιλογή των Όσκαρ, αναφορικά με το «Spotlight» και το «Tinker Tailor Soldier Spy».
Τι είναι πια αυτός ο Gary Oldman;
Ο Gary Oldman, ασχέτως του σεναρίου, είναι το highlight μιας ταινίας, ο παράγοντας που μπορεί να την αλλάξει ώστε να της βάλεις περισσότερα αστεράκια στο imdb. Ο Gary Oldman είναι ο άνθρωπος-μπαλαντέρ, μπορεί να γίνει ο Καλός, ο Κακός ή ο Άσχημος, ανάλογα με τις ανάγκες της ταινίας (και νομίζω ότι με ευκολία θα μπορούσε να παίζει και τους 3 ρόλους σε μια τανία, για να μην πω σκηνή), είναι το είδωλο του Tom Hardy, ο θεός της υποκριτικής όπως ο ίδιος δηλώνει. Είναι ίσως ο πιο υποτιμημένος ηθοποιός του Χόλιγουντ, είναι ο άνθρωπος που μπορεί να υποδυθεί άψογα οποιονδήποτε ρόλο (και για να γίνω επίκαιρη, τον φαντάζομαι ήδη ως μαυροφορεμένο μάγο στον «Μαύρο Πύργο» στη θέση του Matthew McConaughey -όχι εντάξει, μη τα χαλάσουμε, ο Matthew είναι ένα απίστευτο φαινόμενο, ένα όνειρο υποκριτικής, μια ανάλογη περίπτωση όπου βλέπεις το όνομά του στην ταινία και λες, αυτή την ταινία θα τη δω).
Θα σας αφήσω πριν αρχίσω να σας αραδιάζω λίστες με αγαπημένους ηθοποιούς και σαφώς πριν αρχίσω τα “Γκάρι Όλντμαν θεέ, ήλιε καλοκαιρινέ”, και ομολογώ πως, παρ’ όλο που περιμένω πολύ να τον δω στο «Darkest Hour», αυτό που λείπει είναι να τον δούμε σε έναν χορταστικό ρόλο χωρίς μέηκ-απ, κάτι όπως στο «Tinker Tailor». Μπορεί το παλιό καλό κρασί να το σερβίρεις με φειδώ για να μη σου τελειώσει, αλλά στην περίπτωση του Gary Oldman απαιτούμε μέθη.