[punica-dropcap]Σ’ [/punica-dropcap]έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς με ραγδαίες ταχύτητες, που η τεχνολογία συνεχώς εξελίσσεται, που η πληροφόρηση έρχεται τόσο γρήγορα, η τηλεόραση παραμένει ένα μέσο μαζικής ενημέρωσης με ευρύ κοινό. Ίσως όχι τόσο μεγάλο όσο πριν από μερικά χρόνια, λόγω και της συνεχώς αυξανόμενης χρήσης του διαδικτύου, πάντως στην ελληνική πραγματικότητα, η τηλεόραση είναι στο μυαλό του καθενός συνδυασμένη με την ώρα του φαγητού, την ώρα μετά τη δουλειά και τις γιορτές. Όσοι συνειδητά αποφάσισαν να έχουν τηλεόραση στο σαλόνι του σπιτιού τους ή στην κρεβατοκάμαρα, συνηθίζουν να την ανοίγουν για μία φορά τουλάχιστον την ημέρα με το απλό πάτημα ενός κουμπιού, κυρίως για λόγους ψυχαγωγίας και δευτερευόντως για ενημέρωση. Για τους μοναχικούς ανθρώπους, η τηλεόραση είναι η παρέα που λείπει από το σπίτι, ο θόρυβος που «σπάει» τη βαρετή ησυχία. Όμως, όταν χωρίς πολλή σκέψη πατάς το κουμπί του τηλεκοντρόλ για να την ανοίξεις, πέφτεις πάνω στα λεγόμενα «τηλεοπτικά σκουπίδια» που σε αποβλακώνουν αργά και σταθερά μέχρι να σε οδηγήσουν στην πλήξη και από εκεί στην απίστευτη ικανότητα που έχουν να σου περνούν εύκολα τα μηνύματα που θέλουν και εσύ ως αποδέκτης να τα λαμβάνεις άκριτα, γιατί πολύ απλά και χωρίς να το πολυσκέφτεσαι, δέχεσαι πως «έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα,όπως ακριβώς τα λέει».
Παλιά (εποχές του 2000) ήταν τα βραζιλιάνικα, μεξικάνικα σήριαλ, μεταγλωττισμένα, που έρχονταν και στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, από την Κεντρική και Λατινική Αμερική. Σε χώρες που αντικειμενικά είναι δύσκολο να δούμε και να ταξιδέψουμε κάποια στιγμή στη ζωή μας, μαθαίναμε πως η ζωή για τις γυναίκες της επαρχίας ήταν δύσκολη και μόνο σε περίπτωση γάμου με κάποιον πλούσιο πετύχαιναν την κοινωνική ανέλιξη. Σειρές όπως η «Μαρία της Γειτονιάς», η «Εσμεράλντα» και η «Κορίνα η Αγριόγατα» με ανεπανάληπτες ερμηνείες που για κοινωνικοδραματικές σειρές μάλλον προκαλούν περισσότερο γέλιο παρά δάκρυ. Τέτοιες σειρές μεγάλωσαν γενεές και γενεές και έχουν μείνει χαραγμένες στους τηλεθεατές σε μια εποχή κοινωνικής ευμάρειας. Έπειτα, τη σκυτάλη πήραν τα τούρκικα. Σήριαλ από τη γειτονική μας χώρα προβάλλονταν σχεδόν από όλα τα κανάλια όλες τις ώρες της ημέρας, κάνοντας μας να νομίσουμε ότι βλέπαμε τουρκική τηλεόραση παρά ελληνική. Οι ιστορίες που διαδραματίζονταν ήταν παρόμοιες η μια με την άλλη. Αφορούσαν τον έρωτα, την εκδίκηση, την τιμωρία. Σχεδόν όλες γυρισμένες στην Κωνσταντινούπολη, πρόβαλαν ένα δυτικοευρωπαϊκο lifestyle που απέχει αρκετά από την σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα της Τουρκίας. Όμορφοι – μελαχρινοί κατά κύριο λόγο και με γαλάζια μάτια – πρωταγωνιστές μετέδιδαν τον πόνο και την θλίψη τους για έναν ανεκπλήρωτο έρωτα ή για έναν έρωτα με ημερομηνία λήξης. Αν κάτι με εντυπωσίασε στα τούρκικα σήριαλ είναι το γεγονός πως σχεδόν πάντα το τέλος δεν είχε το happy end που φανταζόμασταν, όπως στο Hollywood, αλλά αντιθέτως ήταν απρόβλεπτο αφήνοντας μια μάλλον πικρή γεύση (π.χ. «Πειρασμός»).
Και ερχόμαστε στο σήμερα. Φθηνές παραγωγές και προγράμματα προερχόμενα κυρίως από την Τουρκία και αυτή τη φορά (π.χ. «Survivor», «My Μan Can», «Σκάσε και Κολύμπα» κτλ). Πρωταγωνιστές, άτομα αναλώσιμα που κάνουν αισθητή την παρουσία τους και απασχολούν τα media για μικρό χρονικό διάστημα, ώσπου να τους διαδεχθούν οι επόμενοι. Και ύστερα πιστή αντιγραφή τους με μικρές διαφοροποιήσεις από το «Nomads», «Το Ταίρι Ξέρει» κτλ. Εκείνο όμως που ομολογουμένως έκανε και την μεγαλύτερη αίσθηση είναι αναμφίβολα το «Power of Love. Ναι μεν στο παρελθόν υπήρχαν παρόμοια τηλεοπτικά προγράμματα που είχαν τον ίδιο σκοπό, δηλαδή να φέρουν κοντά δυο ανθρώπους (λ.χ. «Μια Nύφη για τον Γιο μου», «Αγρότης Μόνος Ψάχνει», «Love Bites»), όμως το φετινό «κοινωνικό πείραμα», όπως το αποκάλεσαν, δεν ανταποκρίνονταν στην ελληνική πραγματικότητα. Νέοι άνθρωποι αναζητούσαν τον έρωτα κλεισμένοι σε ένα σπίτι με τις κάμερες να καταγράφουν λεπτό προς λεπτό τις κινήσεις τους, επιδιώκοντας να δημιουργήσουν τις κατάλληλες ερωτικές συνθήκες και να βρουν σύντροφο. Επιπλέον, νέα μαγειρικά πρότζεκτ έκαναν την εμφάνιση τους προορίζοντας μας για σεφ μεγάλων εστιατορίων.
Η οικονομική κρίση ενδεχομένως συνέβαλε στη μείωση της χρηματοδότησης ποιοτικών και καλαίσθητων προγραμμάτων που έχουν εκτός από ψυχαγωγικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς. Τα ελληνικά σήριαλ είναι σχεδόν ανύπαρκτα και η τηλεθέαση τους ιδιαίτερα χαμηλή. Ίσως κάτι να έχει απομείνει στις βρετανικές σειρές και στις ταινίες που προβάλλονται από την κρατική τηλεόραση και το κανάλι της Βουλής αντιστοίχως. Δυστυχώς, όμως, παρατηρείται το φαινόμενο ο κόσμος να αναλώνεται σε ευτελή προγράμματα που υποβιβάζουν την ανθρώπινη νοημοσύνη μόνο και μόνο επειδή είναι ευχάριστα οπτικά και δεν αποτελούν τροφή για περαιτέρω σκέψη και εμβάθυνση. Δύσκολα μια τέτοια κατάσταση αναστρέφεται, καθώς λείπουν από τα κανάλια άνθρωποι με όραμα και μεράκι να αλλάξουν την τωρινή κατάσταση και αυτό μόνο κακό μπορεί να προκαλέσει στο τηλεοπτικό κοινό που ενδεχομένως αναζητήσει – αν δεν το έχει κάνει ήδη – διέξοδο στο internet.