Αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 1980. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης πολύ αργός και η ανεργία μαστίζει την κοινωνία. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο υποψήφιος με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα Ronald Reagan θα χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της χώρας το άκρως λαϊκιστικό slogan << Make America Great Again >>. Οι Ρεπουμπλικάνοι θα κερδίσουν τις εκλογές και ο Reagan θα κάτσει στο οβάλ γραφείο από το 1981 μέχρι το 1989.
Αρκετά χρόνια μετά, το ίδιο slogan, αφού κάνει ένα σύντομο πέρασμα από τα χείλη του Bill Clinton θα κάνει την δραματική επανεμφάνιση του μέσα από τη ρητορική μίσους του Donald Trump, χάρη στην οποία ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος θα είναι κάτοικος του Λευκού Οίκου για τα επόμενα 4 (τουλάχιστον) χρόνια. Κατά την προεκλογική περίοδο, πολλοί καλλιτέχνες έστειλαν μήνυμα κατά του Donald Trump, όμως αν προσπεράσει κανείς την γκρίνια του Moby στα social media και τις ανούσιες συνεντεύξεις των celebrities του Hollywood θα δει αυτό που αξίζει: την αντίδραση μέσω της τέχνης, την οποία έκαναν με μοναδικό τρόπο τα μέλη του supergroup Prophets of Rage.
Φωνές και κιθάρες ενωμένες
Για να αναφερθεί κανείς στους Rage Against the Machine και τα όσα κατάφεραν θα χρειαζόταν όχι απλά η παράγραφος ενός άρθρου, αλλά βιβλία ολόκληρα. Από το 1991 μέχρι το 2000 κατάφεραν να φέρουν το πολιτικό και κοινωνικό στοιχείο στη rock, αφήνοντας το δικό τους μοναδικό στίγμα μέσω της μουσικής τους κληρονομιάς.
Πνεύματα πολιτικά ανήσυχα, θα ήταν αδύνατον για τους Tom Morello, Tim Commerford και Brad Wilk να μείνουν αμέτοχοι καθώς ο Donald Trump ήλπιζε να κάτσει στο οβάλ γραφείο διαδίδοντας τις ρατσιστικές, ξενοφοβικές και μισαλλόδοξες πολιτικές του τοποθετήσεις.
Έπρεπε να αντιδράσουν και ο τρόπος με τον οποίο θα αντιδρούσαν ήταν αυτός που ήξεραν καλύτερα: μέσω της ξεσηκωτικής μουσικής τους. Η λύση θα μπορούσε ίσως να είναι μία επανένωση του αγαπητού συγκροτήματος. Αλλά όχι, θα έπρεπε να είναι κάτι μεγαλύτερο, κάτι πιο μαζικό, κάτι που θα έφερνε ξανά στην Αμερική την οργή για τη πολιτική κατάσταση της χώρας και υπήρχαν ακριβώς οι κατάλληλοι συνεργάτες για αυτό.
Κοινωνικό και βρώμικο rap
Ποιοι ήταν λοιπόν οι κατάλληλοι συνεργάτες; Ο πρώτος ήταν ο γνωστός ράπερ Chuck D, με τους λόγους να είναι προφανείς. Η ηγετική μορφή των Public Enemy είναι ένας μουσικός ακτιβιστής, ένα άτομο που ασχολείται πολύ ενεργά με τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα τόσο μέσω των στίχων του, όσο και μέσα από ομιλίες, δημόσιες τοποθετήσεις και βιβλία. Θεωρείται ομόφωνα από τη παγκόσμια μουσική κοινότητα ως μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της rap, ενώ μέσα από το έργο του βοήθησε πολύ στο να αποκτήσει η συγκεκριμένη μουσική σκηνή στίχους με κοινωνικό μήνυμα.
Ένα τόσο ανήσυχο πνεύμα λοιπόν θα ήταν αδύνατον να απορρίψει ένα τέτοιο εγχείρημα, ενώ μαζί του πήρε και τον άνθρωπο που από το 1999 βρίσκεται πίσω από τα πικάπ των Public Enemy, τον DJ Lord. Το τελευταίο και πολύ σημαντικό μέλος του project σε αντίθεση με τους υπόλοιπους δεν φημίζεται για τον κοινωνικοπολιτικό του στίχο, αλλά πρεσβεύει μία διαφορετική σχολή της rap. Ο λόγος γίνεται φυσικά για τον φοβερό και τρομερό B-Real, τον ηγέτη των Cypress Hill, του group με τα ακούσματα του οποίου θα μεγαλώσουν οι επόμενες γενιές της rap.
Ο B-Real και το group του μέσα από τους στίχους τους παρουσιάζουν με μοναδικό τρόπο εικόνες από την ωμή και βίαιη πραγματικότητα του δρόμου. Ναρκωτικά, όπλα, συμμορίες η κεντρική θεματολογία. Ο δρόμος όμως υπάρχει γύρω μας και δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτό το εγχείρημα. Εκτός αυτού ο γεννημένος από Μεξικανό πατέρα και Κουβανή μητέρα B-Real δεν θα μπορούσε να μην αποτελεί μέλος της απάντησης στο ρατσιστικό παραλήρημα του ηγέτη του ρεπουμπλικανικού κόμματος. Έτσι λοιπόν, το κοινωνικό και το βρώμικο rap ένωσαν τις δυνάμεις τους με τις κιθάρες για να παρουσιάσουν το supergroup που ακούει στο όνομα Prophets of Rage.
Να έρθει πάλι η οργή
Δεν είμαστε supergroup. Είμαστε μία επίλεκτη ομάδα κρούσης από επαναστατικούς μουσικούς αποφασισμένους να αντιμετωπίσουν το βουνό από σκατά των φετινών εκλογών. Με αυτό το τρόπο παρουσιάζει τους Prophets of Rage ένα μέλος της νεοσύστατης μπάντας. Το κίνημα άρχισε από την επίσημη ιστοσελίδα των RATM όπου εμφανίζονταν μηνύματα περί επιστροφής της οργής.
Το ίδιο συνεχίστηκε και σε αφίσες στο Los Angeles με το όνομα του supergroup. Χρησιμοποιώντας τη φράση Make America Rage Again πέρασαν στην επίθεση εναντίον του Donald Trump, ενώ και οι υπόλοιποι υποψήφιοι των εκλογών δεν ξέφυγαν από τα πυρά τους. Κύριος αποδέκτης όμως ήταν ο ρεπουμπλικάνος. Και η επίθεση του supergroup δεν έγινε μέσα από δηλώσεις σε κανάλια και περιοδικά, αλλά μέσα από οργισμένες συναυλίες σε κάθε πόλη και περιφέρεια που σταματούσε και ο Donald Trump για την προεκλογική του εκστρατεία.
Με σημαντικό μέρος των εσόδων από τις συναυλίες τους να δίνονται σε άπορους και άστεγους, οι Prophets of Rage ερμήνευσαν πασίγνωστα κομμάτια των Rage Against the Machine, Public Enemy και Cypress Hill, ενώ κυκλοφόρησαν το δίσκο με τίτλο The Party’s Over στον οποίο εκτός από τις επανεκτελέσεις των επιτυχιών του κάθε group υπήρχαν δύο ολοκαίνουργια κομμάτια αφιερωμένα στο εγχείρημα.
Ο σκοπός της τέχνης
Το γιατί οι Prophets of Rage έχουν θέση στο Radical Sounds είναι ξεκάθαρο. Το group αυτό αποτελεί τον πλήρη ορισμό της φράσης μουσικοί ριζοσπάστες. Η τέχνη οφείλει να προσπαθεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο, όχι απλά να παρουσιάζει όμορφα αποτελέσματα. Οι προφήτες λοιπόν αυτό ακριβώς προσπαθούν να πετύχουν μέσα από τη φλογερή τους σκηνική παρουσία: να αντισταθούν στα μηνύματα μίσους και να δείξουν πως όταν γκρεμίζουμε τους τοίχους που μας χωρίζουν μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο γύρω μας ένα καλύτερο μέρος.
Η εκλογή του Trump δεν αποτελεί ήττα για το group, αλλά ελπίδα για όλους μας πως η τέχνη θα ορθώσει το ανάστημα της και θα αντισταθεί σε όλα τα πλάτη και τα μήκη του πλανήτη, από τους στίχους του Φυσάει κόντρα στις πορείες στο κέντρο της Αθήνας μέχρι τις κιθάρες των προφητών στο Los Angeles.