Είναι η γλώσσα αποκλειστική ιδιότητα του ανθρώπινου είδους; Από τη δόμηση των ανθρώπινων κοινωνιών, η ιδέα περί ζώων που έχουν την ικανότητα να μιλάνε είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη. Σε όλους τους πολιτισμούς, έχουν δημιουργηθεί αρκετοί μύθοι και θρύλοι για “γλώσσες” των ζώων, από τη δυτική Αφρική έως και τις Άνδεις, ενώ στην Ελλάδα γνώρισαν (και γνωρίζουν ακόμα) μεγάλη απήχηση οι μύθοι του Αισώπου, οι οποίοι κάνουν λόγο για δεκάδες ιστορίες με ζώα που έχουν την ικανότητα να μιλάνε και μεταξύ τους και με τους ανθρώπους. Τα ζώα όμως όντως μιλάνε;
Εάν η γλώσσα εκληφθεί απλώς ως ένα σύστημα επικοινωνίας και τίποτα παραπάνω, τότε δεν είναι μόνο οι άνθρωποι που μπορούν να επικοινωνήσουν αλλά και πολλά έμβια όντα. Εξάλλου και οι άνθρωποι χρησιμοποιούν και άλλα συστήματα για να επικοινωνήσουν πέρα από τη γλώσσα, όπως την παραγλωσσική συμπεριφορά και τη λεγόμενη γλώσσα του σώματος. Όμως, τα συστήματα επικοινωνίας που χρησιμοποιούν τα ζώα είναι τα ίδια με τις ανθρώπινες γλώσσες, οι οποίες αποκτιούνται χωρίς διδασκαλία και χρησιμοποιούνται δημιουργικά από τους ανθρώπους;
Όπως αναφέρει ο Α.Φ. Χριστίδης (2005), στις ανθρώπινες γλώσσες, οι λέξεις που χρησιμοποιούνται για την επικοινωνία των ζώων είναι διαφορετικές, π.χ. ο σκύλος γαβγίζει, τα πρόβατα βελάζουν, τα άλογα χλιμιντρίζουν κλπ. Ο σκύλος γαβγίζει για να εκφράσει την ενδεχόμενη απειλή που νιώθει, γιατί κάποιος ξένος ή κάποιο άλλο ζώο βρίσκεται μπροστά του ή για να εκφράσει συναισθήματα, δηλαδή αφότου δεχθεί κάποιο ερέθισμα από τον εξωτερικό του χώρο. Ένας σκύλος δε θα γαβγίσει, αν δε νιώσει ότι απειλείται ή αν δεν θέλει να εκφράσει κάποιο συναίσθημα. Τέτοιες συμπεριφορές έχουν και οι άνθρωποι. Αν πονάμε πολύ, λέμε βογκάμε από τον πόνο. Η διαφορά, όμως, με τη γλώσσα είναι αυτή: μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη πόνος κι όταν δεν πονάμε. Η λέξη πόνος, δηλαδή, σε αντίθεση με το βογκητό, δεν χρειάζεται το συναίσθημα του πόνου, για να χρησιμοποιηθεί.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που κατακτούν μία γλώσσα, χρησιμοποιούν φθόγγους για να εκφράσουν σημασίες, αν και οι φθόγγοι δεν είναι αναγκαίο συστατικό για να παραχθεί μία γλώσσα, όπως βλέπουμε από τις νοηματικές γλώσσες. Το κελάηδισμα των πουλιών, το σφύριγμα των δελφινιών, το χλιμίντρισμα των αλόγων, όλα αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν δυνάμει όμοια συστήματα επικοινωνίας με τα ανθρώπινα. Δεν ευθύνεται η απουσία ομιλίας για το αν τα συστήματα των ζώων δεν είναι όμοια με αυτά των ανθρώπων, αφού υπάρχουν και οι νοηματικές γλώσσες στους ανθρώπους.
Είναι γεγονός πως στο περιβάλλον μας υπάρχουν είδη πουλιών που “μιλάνε” με πιο κλασικό παράδειγμα, κάποια είδη παπαγάλων ή τις μάινες. Όμως, σε αντίθεση με τον άνθρωπο, τα πουλιά δε μπορούν να τεμαχίσουν τους φθόγγους που μιμούνται σε ασυνεχείς μονάδες. Οι λέξεις πόνος και μόνος δεν αντιλαμβάνονται από έναν παπαγάλο ως ομοιοκατάληκτες. Γενικά, οι παπαγάλοι απλώς επαναλαμβάνουν ό,τι ακούνε και τίποτα περισσότερο. Αν έχουμε έναν παπαγάλο και του μάθουμε τη λέξη άνθρωπος και άνθρωποι δε θα μπορέσει κατ΄ αναλογία να σχηματίσει τον πληθυντικό της λέξης παπαγάλος ούτε τον ενικό της λέξης σκύλοι. Οι παπαγάλοι, επίσης, δεν χρησιμοποιούν δημιουργικά την ανθρώπινη γλώσσα, δεν σχηματίζουν συντακτικούς κανόνες και απλώς μιμούνται λέξεις και προτάσεις.
Διαφορά στο όλο σκηνικό έκανε ο Alex, ένας γκρι παπαγάλος που εκπαιδεύτηκε από την δρα Irene M. Pepperberg. Όταν ο εκπαιδευτής του χρησιμοποιούσε λέξεις σε συμφραζόμενα, ο Alex φάνηκε πως μπορούσε να συσχετίσει κάποιους φθόγγους με τις σημασίες τους. Αυτό αναμφισβήτητα είναι κάτι που δεν θυμίζει απλή μίμηση, αλλά δεν είναι η ίδια κατάσταση με την απόκτηση της γλώσσας από τα παιδιά. Στην πραγματικότητα, είναι κάτι αντίστοιχο με την ικανότητα που έχουν τα σκυλιά να συνδέουν συγκεκριμένους φθόγγους με σημασίες, κυρίως εντολές, π.χ. σήκω, φέρε, πήγαινε. Ωστόσο, η δεξιότητα παραγωγής όμοιων με τους ανθρώπινους φθόγγων δε μπορεί να εξισωθεί με την ικανότητα κατάκτησης της περίπλοκης γραμματικής της ανθρώπινης λαλιάς.
Πολλά είδη ζώων πάντως διαθέτουν καθένα το δικό του συγκεκριμένο σύστημα για να επικοινωνήσει με άλλα ζώα του ίδιου ή όχι είδους. Κάποιες αράχνες χρησιμοποιούν ένα περίπλοκο σύστημα ερωτοτροπίας, το οποίο ωστόσο, παρά την πολυπλοκότητά του, δεν είναι καθόλου δημιουργικό, ακολουθεί συγκεκριμένα αμετάβλητα πρότυπα που δεν αλλάζουν στον τόπο και στον χρόνο. Μεταδίδουν, δηλαδή, αποκλειστικά μία σημασία. Όσον αφορά τους μιμητικούς ήχους των πουλιών, αυτοί έχουν πολύ λίγα κοινά στοιχεία με την γλώσσα των ανθρώπων. Το κελάηδισμα των πουλιών χρησιμοποιείται για την περιχάραξη της επικράτειας του εκάστοτε πτηνού ή για ερωτικό κάλεσμα, ωστόσο δεν υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη μιας βαθύτερης δομής σε αυτά. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στον χορό των μελισσών, ο οποίος είναι εξίσου περίπλοκος και συγκεκριμένος, και μολονότι αρκετά αξιόλογος. Εντούτοις χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για έναν σκοπό, τη δήλωση της πηγής της τροφής.
Οι πιο επιτυχημένες προσπάθειες για να “διδαχθεί” η ανθρώπινη γλώσσα έχουν λάβει χώρα σε μη ανθρώπινα πρωτεύοντα ζώα και ειδικότερα στους πιθήκους μπονόμπο. Οι πίθηκοι αυτοί, εξαιτίας διαφορετικής δομικής μορφολογίας των φωνητικών οργάνων τους, δε μπορούν φυσικά να μιμηθούν τους ήχους της ανθρώπινης λαλιάς, παρόλα αυτά μπορούν να χρησιμοποιήσουν χειρονομίες στη θέση φθόγγων. Οι επιτυχίες που έχουν παρατηρηθεί είναι ομολογουμένως αξιόλογες, παρόλα αυτά ο μπονόμπο δεν είναι σε θέση να αναπτύξει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης γλώσσας. Βέβαια, το ότι τα ζώα επικοινωνούν με διαφορετικά συστήματα από τον άνθρωπο, αυτό δεν καθιστά τον τελευταίο, ικανότερο ον. Οι άνθρωποι για παράδειγμα, δε μπορούν να αναπαραχθούν διαχωριζόμενοι στα δύο, όπως κάνουν οι αμοιβάδες, αυτό όμως δεν τους κάνει – για ευνόητους λόγους – κατώτερους από τις αμοιβάδες.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτό το άρθρο:
Comrie B., Matthews S., Polinsky M. (2004): “Οι Γλώσσες του Κόσμου” – Αθήνα, Σαββάλας
Fromkin V., Rodman R., Hyams N. (2015): “Εισαγωγή στη μελέτη της γλώσσας” – Αθήνα, Πατάκης
Χριστίδης Α.-Φ. (2005): “Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας” – Θεσσαλονίκη, ΙΝΣ
Animal communication (article): δημοσιεύτηκε στο khanacademy.org