Η ιστορία της όπερας ξεκινά στην Ευρώπη τον 17ο αιώνα καθιστώντας τον όρο όπερα ως αυτόνομη μουσική φόρμα, η οποία συνδύαζε τη μουσική με την ποίηση ή αλλιώς με τον λόγο, έχοντας πάντα δραματικό χαρακτήρα. Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η μουσική απαγγελία του λιμπρέτου – του κειμένου με όλη την υπόθεση του έργου.
Ποιες είναι όμως οι ρίζες της μουσικής αυτής φόρμας που χαρακτηρίστηκε ως μελόδραμα; Φυσικά η ανακάλυψή της βασίστηκε σε έρευνες και μελέτες που έγιναν πάνω στο αρχαίο ελληνικό θέατρο, κατά την περίοδο της Αναγέννησης, όπου συνταιριάστηκε η μουσική του Μεσαίωνα με τα κείμενα που γράφτηκαν εκείνη την εποχή. Μουσικοί πρόγονοι δηλαδή της όπερας είναι: το λειτουργικό δράμα, οι λειτουργικοί ύμνοι, τα μυστήρια, και οι ιερές εκδηλώσεις που εμφανίστηκαν στη Γαλλία και στην Ιταλία μεταξύ του 1100 και του 1300. Παραδείγματα συγγενικών μορφών όπερας είναι: α) στη Γαλλία το μπαλέτο της Αυλής και β) στην Ιταλία η Θεατρική Γιορτή. Τα χαρακτηριστικά αυτών των εκδηλώσεων ήταν η συνένωση της υποκριτικής, του τραγουδιού, του χορού, της παντομίμας και των σκηνικών κατασκευών.
Διαμέσου των αιώνων όμως η όπερα έχει πάρει διάφορες ονομασίες λόγω του περιεχομένου της. Αυτές οι ονομασίες ήταν: σοβαρή, κωμική, παιχνιδιάρα, δράμα για μουσική, παραμύθι στη μουσική, σινγκσπιλ, γκραν όπερα, λυρική τραγωδία, απαγγελία με συνοδεία μουσικής.
Ως είδος όμως η όπερα υπάρχει και κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα στην Κίνα. Η διαφορά μεταξύ της κινέζικης και της δυτικής όπερας είναι ότι ενώ στην Δυτικοευρωπαϊκή όπερα υπάρχει ταύτιση με τον συνθέτη της, στην Κίνα, ταυτίζεται με την περιοχή απ’την οποία προέρχεται, καθώς τα κείμενά της γράφονταν σε τέσσερις διαφορετικές διαλέκτους.
Από την άλλη μεριά, κατά τον 18ο αιώνα η όπερα ήταν κυρίως κωμική. Οι παραστάσεις αυτού του είδους όπερας λάμβαναν χώρα στη Γαλλία και ήταν αποτέλεσμα της διαδοχής των διαλόγων (μεταξύ των τραγουδιστών) αλλά και μουσικής.
Κατά τον 19ο αιώνα η όπερα γίνεται σοβαρή και βασίζεται στα χαρακτηριστικά μιας κλειστής φόρμας, η οποία είχε την μορφή: ρετσιτατίβο – άρια- καμπαλέτα. Ως είδος εξέφραζε ιδεολογικές και πολιτικές τάσεις, οι οποίες διαμόρφωναν την εθνική συνείδηση. Παράδειγμα της ρομαντικής – σοβαρής όπερας ήταν ο Ντονιτσέτι με τα έργα: Ελιξίριο του έρωτα (1863) και Ντον Πασκουάλε (1843), τα οποία έκλεισαν μια για πάντα την περίοδο της όπερα μπούφα (κωμική όπερα).
Κατά την εμφάνιση του 20ού αιώνα δημιουργήθηκε και μια άλλη μορφή όπερας: η όπερα δωματίου. Χαρακτηριστικό της όπερας αυτής ήταν σύντομη και περιεκτική με μειωμένο αριθμό τραγουδιστών και χαρακτήρων, όπως επίσης και με ένα λιτό και ουσιώδες σκηνικό καθώς και με μια μικρή ορχήστρα. Οι παραστάσεις της όπερας δωματίου λάμβαναν χώρα σε περιορισμένους χώρους.
Κάποιοι από τους όρους που δημιουργήθηκαν για την όπερα ήταν: ρατσιτατίβο, ιντερμέτζιο, άρια, μπελ κάντο, λάιτμοτίφ, φινάλε. Οι όροι αυτοί εντάχθηκαν στην όπερα κατά τον 17ο αιώνα και σταδιακά είτε εξελίχθηκαν είτα παραλλάχθηκαν είτε μετατρέπηκαν σε κάτι άλλο που βοηθούσε στην ταύτιση της μουσικής με το λιμπρέτο.
Φυσικά οι τίτλοι που γράφτηκαν καθώς και οι δημιουργοί τους – συνθέτες ήταν πολυάριθμοι. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν: ο Μοντεβέρντι(17ο; αιώνας), Ζ.Φ. Ραμό (18ος αιώνας), Τζιακίνο Ροσίνι (19ος αιώνας) και Τζ, Γκέρσουιν (20ός αιώνας).
Την προέλευση της όπερας μπορούμε να την συναντήσουμε και στον όρο όπερα μπαλέτο, ο οποίος χαρακτήριζε μια μεταβατική περίοδο ανάπτυξης της όπερας. Στις αρχές του 16ου αιώνα λοιπόν παρουσιάζονται στις Αυλές της Γαλλίας μπαλέτα , δημιουργώντας έτσι το μπαλέτο της Αυλής. Στο είδος αυτό υπήρχε μίμηση που δενόταν με με φωνητικές και οργανικές μορφές αλλά και λιμπρέτα εμπνευσμένα από μεγάλα λογοτεχνικά ποιήματα. Έτσι λοιπόν, το μπελέτο από το 1581 και ύστερα προσέλαβε μια καλλιτεχνική οντότητα, η οποία άρχισε να εμπνέει πολλούς συνθέτες του 17ου αιώνα οι οποίοι ήθελαν να συνταιριάσουν τον χορό, το τραγούδι και τη ηθοποιία. Παρόλα αυτά όμως το είδος της όπερα μπαλέτο, με τον ερχομό της όπερας θεωρήθηκε πρόδρομος των λαϊκών χορών, οι οποίοι συνέβαλαν στη δημιουργία της σουίτας (μιας συλλογής έργων διάφορων χορών για οργανική μουσική) αλλά και της συμφωνίας του 18ου αιώνα.
Τέλος δεν θα έπρεπε να παραλέιψουμε και το ιστορικό γεγονός που υπάρχει στα κείμενα της όπερας των οποίων οι δημιουργοί ονομάστηκαν λιμπρετίστες και ήταν ποιητές, μυθιστοριογράφοι αλλά και συνθέτες.
Εν κατακλείδι λοιπόν η ιστορία της όπερας ήταν εξίσου μεγάλη με όλη την <<αινιγματική>> της παρακαταθήκη, η οποία αποτελούσε πάντα ένα μυστήριο ύπαρξης που την καθιέρωνε ως το μεγαλύτερο δραματικό, μουσικολογικό δημιούργημα όλων των εποχών.
Πηγή
Κωνσταντέας, Πητ. (1993). Παγκόσμια εγκυκλοπαίδεια της μουσικής. Αθήνα: Αλκύων