Τι είναι οι νευροεπιστήμες και ποια η χρησιμότητά τους στην εκπαιδευτική πράξη;
Οι νευροεπιστήμες συνιστούν τον επιστημονικό τομέα ο οποίος ασχολείται με τη μελέτη του νευρικού μας συστήματος. Πιο συγκεκριμένα, οι νευροεπιστήμονες εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στη μελέτη του εγκεφάλου και των διεργασιών που συντελούνται σε αυτόν. Με τη χρήση μεθόδων, όπως αυτή της Μαγνητικής Τομογραφίας (MRI), είναι σε θέση να απεικονίσουν τις εγκεφαλικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα κατά τη διαδικασία της μάθησης, συμβάλλοντας έτσι στην καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ο ανθρώπινος εγκέφαλος δέχεται, επεξεργάζεται, αποθηκεύει, συγκρατεί και αποκωδικοποιεί πληροφορίες.
Εξαιτίας της συνεργασίας των δύο αυτών τομέων, έχει προκύψει ο όρος «νευροεπιστήμες της εκπαίδευσης» καθώς έχει φέρει κοντά επιστήμονες από διάφορους κλάδους, οι οποίοι ασχολούνται με τη γνωσιακή επιστήμη, την εκπαιδευτική ψυχολογία και την εκπαιδευτική τεχνολογία και οι οποίοι επιχειρούν με διαφορετικές μεθόδους να καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με τον τρόπο που μαθαίνει κανείς πιο αποτελεσματικά. Συνιστά λοιπόν έναν διεπιστημονικό ερευνητικό τομέα. Στο επίκεντρο των ερευνών τίθενται ζητήματα γύρω από την πλαστικότητα του εγκεφάλου και πώς αυτή επιτρέπει τη μάθηση, προβλήματα μνήμης που δυσχεραίνουν την συγκράτηση πληροφοριών, καθώς και προβλήματα που αντιμετωπίζουν μαθητές με νευροαναπτυξιακές διαταραχές όπως δυσλεξία, δυσαριθμησία ή ΔΕΠΥ. Τα πορίσματα των ερευνών μπορούν να οδηγήσουν στην ανεύρεση και την υιοθέτηση στρατηγικών και μεθόδων από τους εκπαιδευτικούς, που ενισχύουν την κατανόηση του μαθήματος, επιτρέπουν την καλύτερη συγκράτηση πληροφοριών και βοηθούν στην επίτευξη των μαθησιακών στόχων. Επιπλέον, εκτός από τις αλλαγές στις διδακτικές μεθόδους, μπορούν να συνεισφέρουν προσφέροντας πληροφορίες για την κατάλληλη τροποποίηση των σχολικών εγχειριδίων, ώστε να επιτρέπουν ευκολότερα την κατάκτηση της γνώσης.
Νευροεπιστήμες: Εγκέφαλος και μάθηση
Για να κατανοήσουμε καλύτερα πώς η εγκεφαλική λειτουργία σχετίζεται με τη μάθηση θα πρέπει να σημειώσουμε ότι σημαντικό ρόλο στην εγκεφαλική λειτουργία και συνεπώς στην διαδικασία της μάθησης παίζουν οι νευρώνες. Ο εγκέφαλός μας αποτελείται από περίπου 85 δισεκατομμύρια νευρώνες οι οποίοι επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω των συνάψεων και μεταφέρουν πληροφορίες οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκτέλεση διάφορων λειτουργιών.
Επίσης, θα ήταν ωφέλιμο να αναφέρουμε ότι οι γνωστικές λειτουργίες, δηλαδή οι νοητικές διαδικασίες που σχετίζονται με την κατανόηση και συγκράτηση πληροφοριών, επηρεάζονται άμεσα από τη λειτουργία του ιππόκαμπου, μία περιοχή του εγκεφάλου που συμμετέχει στη μεταφορά πληροφοριών από τη βραχυπρόθεσμη μνήμη στη μακροπρόθεσμη και επηρεάζει την ικανότητα πλοήγησης στο χώρο.
Από την άλλη, ανώτερες γνωστικές λειτουργίες όπως η ικανότητα κάποιου να συσχετίζει πληροφορίες, να λαμβάνει αποφάσεις, να αξιολογεί και να αναλύει πληροφορίες σχετίζονται με περιοχές στον εγκεφαλικό φλοιό.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως η συνεργασία εκπαιδευτικών και νευροεπιστημόνων μπορεί να οδηγήσει σε πιο αποτελεσματικές εκπαιδευτικές πρακτικές και μεθόδους διδασκαλίας που ενισχύουν την επίτευξη των μαθησιακών στόχων.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
www.schooleducationgateway.eu/el/pub/viewpoints/experts/the-neurosciences-and-learning.htm (τελευταία πρόσβαση 01.08.2021)
https://www.acamh.onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/jcpp.12973 (τελευταία πρόσβαση 01.08.2021)
www.gsi.berkeley.edu/gsi-guide-contents/learning-theory-research/neuroscience/ (τελευταία πρόσβαση 01.08.2021)