H Ruby Nell Bridges γεννήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου, το 1954, στο Tylertown, Mississipi. Ζούσε σε μία φάρμα μαζί με τους γονείς της και τους παππούδες της. Όταν ήταν μόλις 4 χρονών οι γονείς της μετακόμισαν στην Νέα Ορλεάνη, ελπίζοντας για μία καλύτερη ζωή. Ο πατέρας της δούλευε ως υπάλληλος σε βενζινάδικο και η μητέρα της δούλευε σε εργασίες με βραδινό ωράριο για να βοηθάει στην οικογένεια. Αργότερα η Ruby απέκτησε άλλα 3 μικρότερα αδέρφια.
Όταν η Ruby βρισκόταν ήδη στο νηπιαγωγείο, επιλέχτηκε μαζί με άλλους Αφρο-Αμερικανούς μαθητές, να προβεί σε μία δοκιμή για το αν θα μπορούσε ή όχι να παραστεί σε σχολείο λευκών. Όπως η ίδια εξομολογείται, σε συνέντευξή της, το τεστ ήταν αρκετά δύσκολο έτσι ώστε οι μαθητές να το περνούσαν με δυσκολία. Η ιδέα ήταν ότι αν όλα τα αυτά τα παιδιά αποτύγχαναν στη δοκιμή, τα σχολεία στην Νέα Ορλεάνη θα μπορούσαν να παραμείνουν για λίγο ακόμα διαχωρισμένα.
Ο πατέρας της, από την αρχή, ήταν αντίθετος με αυτό το τεστ θεωρώντας πως αν εκείνη περνούσε θα είχε αρκετά μπλεξίματα σε ένα σχολείο που απαρτίζεται αποκλειστικά από λευκά παιδιά. Από την άλλη η μητέρα της την παρότρυνε, πιστεύοντας πως έτσι η κόρη της θα είχε μία καλύτερα εκπαίδευση σε ένα τέτοιο σχολείο.
Το 1960, οι γονείς της Ruby Bridges πληροφορούνται από τις αρχές ότι η κόρη τους ήταν μία από τους 6 μόνο Αφρο-Αμερικανούς μαθητές που πέρασε το τεστ. Η Ruby θα ήταν η μόνη Αφρο-Αμερικανή μαθήτρια η οποία θα φοιτούσε στο «William Frantz School» και η μόνη που θα παρακολουθούσε μαθήματα σε ένα εξ’ολοκλήρου δημοτικό σχολείο λευκών στον Νότο.
Τελικά μετά από αρκετές προσπάθειες για τη μη ένταξη της από τρίτους η Ruby , τον Νοέμβριο του 1960 κατάφερε να εγγραφεί στο καινούργιο της σχολείο. Φοβούμενος, όμως, ότι μπορεί να υπάρχουν κάποιες πολιτικές αναταραχές, ο δικαστής του ομοσπονδιακού περιφερειακού δικαστηρίου ζήτησε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να στείλει Ομοσπονδιακή αποστολή στη Νέα Ορλεάνη για να προστατεύσει τα παιδιά.
Το πρωί της 14ης Νοεμβρίου, η Ruby οδηγήθηκε στο νέο της σχολείο συνοδευόμενη από αστυνομικούς και την μητέρα της. Η εικόνα ενός μικρού μαύρου κοριτσιού που περικλειόταν από 4 μεγαλόσωμους άνδρες ενέπνευσε τον Norman Rockwel να δημιουργήσει τον πίνακα “The Problem We All Must Live With”, το οποίο και έγινε πρωτοσέλιδο στο περιοδικό Look το 1964.
Με το ερχομό της στο σχολείο, υπήρχε ήδη μαζεμένο εκεί ένα πλήθος ανθρώπων και γονέων των μαθητών οι οποίοι ήταν εξαγριωμένοι και αρνούνταν να φοιτήσει η Ruby στο σχολείο. Πετούσαν ντομάτες, έβριζαν, φώναζαν και είχαν γράψει ρατσιστικά σχόλια σε τοίχους και πανό. H Ruby όταν είδε τον κόσμο και άκουσε την φασαρία δεν τρόμαξε καθόλου διότι θεώρησε ότι γινόταν κάποια γιορτή ή παρέλαση. Το μόνο που την σόκαρε αρκετά ήταν ένα μικρό ξύλινο φέρετρο,ως ένδειξη διαμαρτυρίας, μέσα στο οποίο ήταν ξαπλωμένη μία μαύρη κούκλα. Η Ruby αναγκάστηκε να περάσει την υπόλοιπη μέρα της στο γραφείο του διευθυντή, διότι λόγω της φασαρίας ήταν αδύνατο να γίνει μάθημα.
Την δεύτερη μέρα την συνόδεψε στο σχολείο o ιερέας Λόιντ Φόρμαν, ο οποίος και διέλυσε το πλήθος των εξαγριωμένων γονιών.
Δυστυχώς η Ruby ήταν το μοναδικό παιδί μία τάξης, διότι οι γονείς απειλούσαν το σχολείο ότι θα στείλουν τα παιδιά τους σε άλλο σχολείο. Την εκπαίδευση της, ανέλαβε εξ’ ολοκλήρου η «Κυρία Henry», όπως η Ruby την αποκαλούσε ακόμα και ως ενήλικας. Η Henry αγαπούσε και υποστήριζε την Ruby, βοηθώντας την όχι μόνο με τα μαθήματα της αλλά και με την δύσκολη εμπειρία της περιθωριοποίησης.
Οι πρώτες εβδομάδες στο νέο της σχολείο δεν ήταν καθόλου ευχάριστες. Αρκετές φορές ήρθε αντιμέτωπη με την κραυγαλέα αντίδραση του ρατσισμού. Ήδη από την δεύτερη μέρα της στο σχολείο, μία γυναίκα απειλούσε να την δηλητηριάσει. Μετά από αυτό, οι ομοσπονδιακοί κριτές της επέτρεψαν να τρώει φαγητό μόνο από το σπίτι της. Επίσης, δεν της επιτρεπόταν να πάει στην καφετέρια ή να βγει στο προαύλιο με τους άλλους μαθητές.
Η πράξεις ρατσισμού, δεν περιορίστηκαν μόνο στο πρόσωπο της μικρής Ruby αλλά επεκτάθηκαν και σε ολόκληρη της οικογένεια της. Ο πατέρας της έχασε της δουλειά του ενώ οι παππούδες της έχασαν τη γη που καλλιεργούσαν στο Mississipi. Ευτυχώς, αρκετές κοινότητες, μαύροι και λευκοί, άρχιζαν να υποστηρίζουν την οικογένεια με ποικίλους τρόπους.
Μετά από έναν δύσκολο χειμώνα, η Ruby άρχιζε να δείχνει τα πρώτα σημάδια άγχους. Τρομεροί εφιάλτες ξυπνούσαν στην μέση της νύχτας την ίδια και την μητέρα της. Επιπλέον σταμάτησε να τρώει το φαγητό που της έδινε η μητέρα της στο σχολείο, τα οποία και έκρυβε σε ένα ντουλάπι αποθήκευσης στην τάξη.
Ο ψυχολόγος Robert Coles, προθυμοποιήθηκε εθελοντικά, να βοηθήσει το μικρό κορίτσι στην πρώτη της χρονιά στο σχολείο Frantz. Αυτός ανησυχούσε πραγματικά για το πως μία τόσο μικρή κοπέλα θα μπορούσε να χειριστεί μία τέτοια πίεση.
Στη συνέχεια των χρόνων τα πράγματα εξομαλύνθηκαν κάτι που βοήθησε αρκετά την μικρή Ruby στην ομαλή φοίτησή της.
Η Ruby Bridges τελείωσε το δημοτικό σχολείο και αποφοίτησε από το ενσωματωμένο Francis T. Nicholls γυμνάσιο στη Νέα Ορλεάνη. Στη συνέχεια, σπούδασε πάνω στον τομέα των ταξιδιών και του τουρισμού στο Κάνσας Σίτι και εργάστηκε για την American Express ως ταξιδιωτικός πράκτορας σε όλον τον κόσμο. Το 1984, Ruby παντρεύτηκε τον Malcolm Hall στη Νέα Ορλεάνη, και αργότερα αποσύρθηκε για να μεγαλώσει τους 4 γιους της. Στην διάρκεια των τελευταίων χρόνων έχει μιλήσει ανοιχτά και κατά του ρατσισμού των ΗΠΑ.
” Racism is a grown-up disease and
we must not using our children to spread it! “
Ruby Bridges