Πόσες φορές έχουμε χρησιμοποιήσει χαριτολογώντας ή ακούσει τη φράση «δεν είναι αυτό που νομίζεις» σε μια καθημερινή συζήτηση; Και πόσες φορές περισσότερο έχουμε αναρωτηθεί τι είναι όντως αυτό που εμείς νομίζαμε εξαρχής;
Ορισμός
Η ψυχολογία εμφανίζεται και πάλι να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα με τον όρο «αυθυποβολή», ο οποίος παραπέμπει κυρίως σε μια νοητική κατάσταση, μια κατάσταση της λογικής, η οποία συγχρόνως εφάπτεται σε κάποιο συναίσθημα. Σε επιστημονικό επίπεδο, πρόκειται για τη διαδικασία που ακολουθεί ένας άνθρωπος ώστε επιβάλλει στον εαυτό του μια σκέψη, μια εικόνα ή μια ερμηνεία της πραγματικότητας διαφορετικές από αυτές που απτά βιώνει.
Η αυθυποβολή δύναται να αναλυθεί περαιτέρω ως η ικανότητα άσκησης ελέγχου έναντι της ψυχικής διαθέσεως και της συμπεριφοράς του ίδιου του υποκειμένου που την εφαρμόζει, επομένως επαληθεύεται η δραστηριότητα του συνειδητού και η αντίστοιχη επιλογή.
Πιο συγκεκριμένα, το φαινόμενο της αυθυποβολής παρομοιάζεται συνήθως με την έννοια του «placebo», δηλαδή η λειτουργία της είναι όπως ενός πλασματικού φαρμάκου, το οποίο δεν προσφέρει ουσιαστική θεραπεία, ωστόσο καταστέλλει την πίεση μιας άλλης, εξωτερικής συνθήκης. Το ίδιο συμβαίνει και με την καφεΐνη, παραδείγματος χάρη, μια ουσία που διεγείρει το νευρικό σύστημα αποσκοπώντας στην αδρανοποίηση της αδενοσίνης στον εγκέφαλο και πρακτικά στην αποτροπή της αίσθησης υπνηλίας.
«Δε μπορώ να ξυπνήσω αν δεν πιω μια γουλιά καφέ». Η παραπάνω απόφανση συνεπώς δεν αποτελεί παρά μια απλουστευτική θέση. Αυτό που οφείλει να γίνει κατανοητό σε ό,τι αφορά την αυθυποβολή βρίσκεται ήδη στα συνθετικά της, με το πρόθημα αυτο- να δηλώνει την καθοριστική σημασία της εκούσιας και οικειοθελούς συγκέντρωσης σε μια σειρά εσφαλμένων επιβεβαιώσεων, μάλλον ψευδαισθήσεων, χωρίς όμως να ισχύει η αδυναμία αναγνώρισης της αλήθειας εκ μέρους του δρώντα.
Συνέπειες της αυθυποβολής
Εμβαθύνοντας στο αντικείμενό μας, το κλειδί παραμένει στην κρισιμότητα της πρακτικής της αυθυποβολής. Ο λόγος είναι σχεδόν προφανής. Όπως σε όλα τα νομίσματα, έτσι και στην περίπτωσή μας υπάρχουν δύο πλευρές που περιλαμβάνουν ευεργετικές και επιβλαβείς αφετέρου συνέπειες για τον ανθρώπινο οργανισμό, καθιστώντας τα όποια συμπεράσματα διφορούμενα.
Η αυθυποβολή λοιπόν άλλοτε γίνεται κίνητρο ενδοσκόπησης και προσωπικής βελτίωσης και άλλοτε καθηλώνει σε τραύματα του παρελθόντος, ωθώντας σε ατέρμονους και αλληλοεπικαλυπτόμενους φαύλους κύκλους. Οι κοινωνιολόγοι ενδέχεται να συνδέσουν τον όρο με εκείνον της άρνησης, δηλαδή της αποφυγής αντιμετώπισης μιας κατάστασης που δημιουργεί άγχος ή δυσαρέσκεια, η συγκεκριμένη σύνδεση όμως καταλήγει με την αυθυποβολή ως ακριβώς τρόπο αντιμετώπισης τέτοιων καταστάσεων και συναισθημάτων διαμέσου της σταδιακής αποδοχής τους. Η κυριαρχία της παρατήρησης στο σημείο αυτό γίνεται αισθητή άμεσα με παραδείγματα από κάθε τομέα της ζωής ενός ανθρώπου των ημερών μας.
Θετικές συνέπειες της αυθυποβολής
«Πρέπει να παραδώσω την εργασία, να πληρώσω το λογαριασμό του ρεύματος, να πάω στο γιατρό», είναι μερικά από τα «πρέπει» που μας επιβαρύνουν συναισθηματικά και νιώθουμε ότι μας πιέζουν, ώσπου ακούμε τη γνωστή φωνή στο κεφάλι μας να μας υπενθυμίζει «πάρε μια βαθιά ανάσα». Όσοι προσπαθούν να χάσουν βάρος ή, ακόμη, να κόψουν το κάπνισμα στατιστικά καλύπτουν την απώλεια του ενός ή του άλλου αγαθού στρεφόμενοι σε υποκατάστατες προσεγγίσεις.
Οι προσεγγίσεις αυτές κρύβονται σε κάθε κοίταγμα στον καθρέφτη, όταν φανταζόμαστε πώς θα φαίνεται το σώμα μας μετά από ένα μήνα, αφότου ολοκληρωθεί η δίαιτα, όταν αναλογιζόμαστε ότι θα αποκτήσουμε σταδιακά υγεία και ευεξία και στις δύο προοπτικές. Το αποτέλεσμα αναδεικνύεται στα όρια αυτοπεποίθησης, αυτοεκτίμησης και σιγουριάς στα οποία βρίσκουμε τον εαυτό μας να ακροβατεί.
Αρνητικές συνέπειες της αυθυποβολής
Από την άλλη πλευρά βέβαια, εξίσου σημαντική είναι και η αυθυποβολή που τρέφεται από και τροφοδοτεί το φόβο και την αίσθηση ανικανότητας. «Γιατί μου συνέβη εμένα αυτό; Τι θα κάνω τώρα; Δε μπορώ να κάνω κάτι.», είναι ένας ενδεικτικός συλλογισμός μέσω του οποίου ένας άνθρωπος μπορεί εύκολα να οδηγηθεί σε κρίση πανικού και πλήρους αδυναμίας. Και εδώ, η αυθυποβολή είναι βασική παράμετρος ψυχολογικής σύγκρουσης, ενώ εντείνεται όσο η απειλή του κινδύνου μεγαλώνει στον ανθρώπινο νου και επίσης όσο πιο πολύ αργεί η επιθυμητή αντίδραση στα τεκταινόμενα.
Η υποτυπώδης διατήρηση, παρόλα αυτά, της ψυχραιμίας, δημιουργεί μια αόρατη και τεχνητή άμυνα, ένα φαίνεσθαι που αποπνέει πιστή υποταγή στην ιδέα ότι η κατάσταση βρίσκεται στα χέρια μας και εμείς μόνο μπορούμε να την ελέγξουμε, ανεξάρτητα από το αν κάτι τέτοιο είναι αποδεδειγμένα εφικτό, στα πλαίσια μιας ασθένειας ή κάποιου χρόνιου νοσήματος.
Τελικά
Όπως καθίσταται σαφές, η διαφορά μεταξύ υποβολής και αυθυποβολής συνίσταται στο ότι, στη δεύτερη, ο πομπός και ο δέκτης ταυτίζονται στο πρόσωπο ενός υποκειμένου και από μόνη της αυτή η παραδοχή είναι δηλωτική της τεράστιας επιρροής, της απεριόριστης δύναμης που έχουμε πάνω σε εμάς τους ίδιους. Ο Φρόιντ, μάλιστα, στη θεωρία του περί προσωπικότητας τόνισε τη σημασία του «εγώ» ως τον εξισορροπητικό μηχανισμό μεταξύ εσωτερικών παρορμήσεων και κοινωνικών επιταγών.
Με την ενηλικίωση, ο άνθρωπος υποστηρίζεται ότι έχει πλέον αναπτύξει τα πνευματικά και ηθικά του εργαλεία προς υπεράσπιση της λήψης αυτόνομων αποφάσεων, χωρίς τη συμπερίληψη κριτηρίων ανάλογων του «τι θα πουν οι άλλοι». Καταφέρνει, συμπληρωματικά, να μην είναι επιρρεπής και αφελής αλλά αυτόβουλος μπροστά στα συμβάντα και τις προκλήσεις που συναντά μέσα στο κοινωνικό σύνολο.
Πηγές
- Κακιά, Σ. (2018). Φαύλος κύκλος και η δύναμη της αυθυποβολής. https://www.psychology.gr/selfhelp/962-faulos-kyklos-kai-dynami-aythipovolis.html (τελευταία προβολή 03.10.2022)
- Κασιμάτη, Ρ., Γεωργούλας, Σ., Παπαϊωάννου, Μ. & Πράνταλος, Ι. (2014). Κοινωνιολογία Γ’ Λυκείου. Αθήνα: Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών & Εκδόσεων «Διόφαντος» (τελευταία προβολή 03.10.2022)
- Πετρίδης, Δ. (2013). Αυθυποβολή. https://enallaktikidrasi.com/2013/07/aythypovoli/ (τελευταία προβολή 03.10.2022)
- Χανδρής, Α. (2020). Αυθυποβολή – ένα πανίσχυρο εργαλείο. https://www.awakengr.com/afthypovoli-ena-panischyro-ergalio/ (τελευταία προβολή 03.10.2022)