Το Brandy Sour της Κωνσταντίας Σωτηρίου είναι ένα σύντομο, σπονδυλωτό μυθιστόρημα που περιφέρεται σε 22 δωμάτια, σε 22 πρόσωπα που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, συνδέθηκαν με το Λήδρα Πάλας, το ξενοδοχείο της Λευκωσίας. Γράφτηκε για να μας θυμίζει –με έναν γλυκόπικρο ίσως τρόπο– την ιστορία της Κύπρου: την άνοδο και την παρακμή του νησιού, που συμπορεύεται με την πορεία του μεγάλου ξενοδοχείου.
Λήδρα Πάλας
Το Λήδρα Πάλας χτίστηκε το 1949 και από την αρχή της λειτουργίας του έγινε το κέντρο της νυχτερινής ζωής της Λευκωσίας. Ήταν ένα τεράστιο, για την εποχή, κτίριο με 93 δωμάτια, αίθουσες για διάβασμα, χορούς και δεξιώσεις, καθώς και δύο μπαρ –ένα αμερικανικό κι ένα κυπριακό. Ήταν λογικό να βρεθεί στο επίκεντρο των εξελίξεων, τόσο στην καλλιτεχνική όσο και στην πολιτική σκηνή, με πλήθος κόσμου να επισκέπτεται το κατάλυμα για διαφορετικούς λόγους. Από τη Βουγιουκλάκη και τον Νταλάρα μέχρι τις ανώνυμες καθαρίστριες, τις καμαριέρες και την όμορφη νεαρή που πουλούσε λικέρ κιτρομηλάκι στο βιβλίο της Σωτηρίου.
Ο καθένας από αυτούς τους ανθρώπους αφηγείται με λίγα, κοφτερά λόγια την ιστορία του στα σημεία που αυτή συγκλίνει με το μεγάλο ξενοδοχείο. Πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος, όμως, είναι το ίδιο το ξενοδοχείο, που ενσαρκώνει όλες τις φάσεις που πέρασε ο τόπος του. Όπως το “Μεγάλη Βρετανία” ή το Χίλτον αποτέλεσαν το κέντρο της αθηναϊκής ιστορίας, έτσι και το Λήδρα Πάλας δικαίως πρωταγωνιστεί στις εξελίξεις, αφού μέχρι και σήμερα βρίσκεται πάνω στην Πράσινη Γραμμή, μπροστά από τα κατεχόμενα. Έχει κριθεί πλέον ακατάλληλο για διαμονή, αλλά στέκει εκεί, να θυμίζει τα όσα συνέβησαν. Ένας μελαγχολικός στυλοβάτης του πικρού παρελθόντος.
Η συνταγή ενός καλογραμμένου μυθιστορήματος
Το Brandy Sour φτιάχνεται με κονιάκ, λεμονάδα, σόδα και λίγη Αγκοστούρα. Σερβίρεται σε ψηλό ποτήρι με ένα κερασάκι γλασέ περασμένο σε οδοντογλυφίδα. Είναι το ποτό που σέρβιραν για πολλά χρόνια στο Λήδρα Πάλας. Λέγεται ότι το έφτιαξε ο μπάρμαν του ξενοδοχείου για τον βασιλιά Φαρούκ τη δεκαετία του ’40, επειδή ήθελε να πιει ένα ποτό που να μη φαίνεται ότι είναι αλκοολούχο. Το Brandy Sour φτιάχτηκε για να ξεγελάσει, αλλά και για να βοηθήσει να ξεχνάς.
Τίποτα, όμως, δε μπορεί να μας κάνει να ξεχάσουμε τα όσα συνέβησαν τον Ιούλιο του 1974, όταν ξεκίνησε η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Κανείς δεν περίμενε ότι θα ξεσπάσει πόλεμος, ούτε βεβαίως ότι θα μάθαιναν να ζουν σε μια διχοτομημένη χώρα.
Οι ήρωες της Σωτηρίου πιάνονται απροετοίμαστοι. Οι δρόμοι της πόλης γεμίζουν στρατιώτες και συρματοπλέγματα· αναγκάζονται να αλλάξουν τις καθημερινές διαδρομές τους. Ακυρώνονται αρραβώνες που σχεδίαζαν. Τρέχουν να κρυφτούν στο υπόγειο του Λήδρα Πάλας για να προστατευτούν από τους πυροβολισμούς. Ο πόλεμος που προσομοίαζαν στην ταινία της Βουγιουκλάκη είναι τώρα αληθινός, και οι κομπάρσοι κρατούν κανονικά όπλα. Δεν υπάρχει ίχνος συναισθηματισμού, μονάχα πίκρα.
Τα κεφάλαια συνομιλούν μεταξύ τους, συνδέονται με μικρές λεπτομέρειες, όπως τα λουλούδια της λεβάντας, αλλά και με σημαντικά γεγονότα, όπως το γεύμα όπου ο κυβερνήτης ανακηρύσσει τη Δημοκρατία. Βασική γραμμή όλων των ιστοριών είναι ότι τελειώνουν με μια συνταγή από ποτό ή αφέψημα της κυπριακής κουλτούρας. Οι συνταγές συμπυκνώνουν την ουσία των αφηγήσεων, αποκαλύπτοντας την ανεπούλωτη πληγή των Κυπρίων.
Ζιβανία
Σε μικρό ποτηράκι.
Παγωμένη.
Μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις για εντριβές ή
για να κρατήσεις μέσα της μια μεγάλη καρδιά προδομένη.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.