Ο συγγραφέας Σπύρος Παπαλέξης έχει καταφέρει να δημιουργήσει έναν κόσμο μυθικά πλασμένο, τον Νάρος. Έναν κόσμο με μυθικά τέρατα, πλάσματα μαγικά, μαγεία, Θεούς και ανθρώπους .
Ο Σπύρος Παπαλέξης περνάει πολλά μηνύματα για την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, την τιμή και την αρετή.
Ο Σπύρος Παπαλέξης στη συνέντευξη που μας παραχώρησε στο περιοδικό maxmag μας μίλησε για τη ζωή ,την ευτυχία,τη λογοτεχνία και τη μαγεία.
Επιμέλεια συνέντευξης: Βασιλική Ευαγγέλου-Παπαθανασίου
Ποιος ήταν ο στόχος σας όταν ξεκινούσατε να γράφετε το βιβλίο;
Να αποτυπώσω στο χαρτί τον κόσμο ηρωικής φαντασίας που είχα πλάσει στο μυαλό μου και να αφηγηθώ την ιστορία ενός ξεχωριστού ήρωα μέσα σε αυτόν.
Μιλήστε μας για το βιβλίο σας, που είναι τριλογία;
Πρόκειται για ένα ενιαίο έργο σε τρία μέρη, που αφηγείται τη ζωή και τις περιπέτειες του κεντρικού ήρωα, Έντγκαρ Χέβενσκαρ, ιερού πολεμιστή του Φερίν, Θεού της Δικαιοσύνης, μέσα στον σκοτεινό, εναλλακτικό, φανταστικό κόσμο του Ναρός.
Το πρώτο βιβλίο θέτει τις βάσεις του κόσμου αυτού και της πρόσφατης ιστορίας του και αφηγείται τις πρώτες περιπέτειες του ήρωα, που τελειώνουν με την κατάρρευση της κοσμοθεωρίας του και τη σημαντική μεταστροφή του.
Στο δεύτερο μέρος παρακολουθούμε τον Έντγκαρ και τους συντρόφους του να οργανώνουν την επανάσταση απέναντι στο τυραννικό καθεστώς του Μέρντοκ. Εδώ η πλοκή και οι χαρακτήρες εξελίσσονται ακόμη περισσότερο, με τον τελευταίο συνειρμό του ήρωα να αλλάζει όλα τα δεδομένα.
Στο τρίτο και τελευταίο βιβλίο επιχείρησα να δώσω στον κόσμο μου μεγαλύτερο χρονικό βάθος με την εμφάνιση της αρχαίας φυλής των Ζορθ. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από την προσπάθεια του Έντγκαρ να αντιμετωπίσει τον εχθρό εντός των τειχών, ενώ (ελπίζω πως) το αναπάντεχο τέλος δίνει τις απαντήσεις σε όλα τα αναπάντητα ερωτήματα της τριλογίας.
Γιατί γράφετε φανταστική λογοτεχνία ;
Λόγω της αγάπης μου για τους φανταστικούς κόσμους, αλλά και για την απόλυτη ελευθερία που προσφέρει στον συγγραφέα να δημιουργήσει το δικό του σύμπαν εκ του μηδενός.
Με τι είδους αναγνώσματα μεγαλώσατε ;
Θα έλεγα μάλλον κλασική λογοτεχνία, κυρίως ξένη. Οι επιρροές μου από τον χώρο του φανταστικού ξεκίνησαν από περιοδικά του χώρου, βιβλιοπαιχνίδια, παιχνίδια υπολογιστών και λιγότερο από βιβλία ηρωικής φαντασίας.
Η ιστορία του Έντγκαρ Χέβενσκαρ μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε λιγότερο ανασφαλείς, προβληματισμένοι και προδομένοι με όσα συμβαίνουν γύρω μας;
Δεν γνωρίζω αν θα έχει τόσο ευεργετικά αποτελέσματα στον αναγνώστη, αν και θα το ευχόμουν πραγματικά! Ο δικός μου στόχος είναι ο αναγνώστης να ταυτιστεί σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό με τον ήρωα και να βιώσει τα συναισθήματα, τη μεταστροφή, την ωρίμανσή του. Άλλωστε η ανθρώπινη ψυχή, σε όποιο χωροχρονικό, πραγματικό ή φανταστικό, πλαίσιο κι αν βρίσκεται, παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά.
Έίναι ένας ιερός πολεμιστής ο Έντγκαρ Χέβενσκαρ του Ναρός. Ένας πρωταγωνιστής που αγάπησα γιατί δεν είναι τέλειος…Γιατί τον επιλέξατε ;
Χαίρομαι πολύ για αυτό!
Ήθελα ο ήρωάς μου να είναι ανθρώπινος, με τρωτά και αδυναμίες, μακριά από την όποια τελειότητα – θεωρώ πως αυτό βοηθάει και στην ταύτιση του αναγνώστη μαζί του. Δεν ήθελα επίσης να είναι ήδη διαμορφωμένος, κατασταλαγμένος, αλλά να εξελίσσεται, να γίνεται όλο και πιο πολύπλοκος. Μαζί με το ταξίδι του ήρωα σε διάφορα μέρη του Ναρός, ο αναγνώστης παρακολουθεί παράλληλα κι ένα ταξίδι εσωτερικό. Η εξέλιξη στην ιστορία και οι μεταβολές στην ψυχοσύνθεσή του είναι αλληλένδετες.
Ένας στίχος της Έυτυχίας Παπαγιαννοπούλου λέει “να’ ταν ο χάρος άνθρωπος, να ‘ρχόμασταν στα χέρια”… Εσείς πως βλέπετε τον θάνατο;
Πιθανώς η ιδέα της αθανασίας ατομικώς ιδωμένη να μας φαίνεται ελκυστική, όσο όμως φαντάζομαι έναν κόσμο χωρίς θάνατο, τόσο περισσότερο αμφιβάλλω για την ιδανικότητά του. Θνητή γαρ του ανθρώπου η φύσις.
Υπό αυτήν και αρκετές ακόμα έννοιες, ο θάνατος μάς είναι χρήσιμος, είτε τον βλέπουμε ως κατώφλι μιας νέας επουράνιας ζωής είτε απλώς ως το οριστικό τέλος (όπως εγώ).
Κατά συνέπεια – και υπό μια πιο ανάλαφρη διάθεση -, ως συνήθως η χρήση βίας και δη κατά του θανάτου δεν έχει οποιαδήποτε χρησιμότητα (ολόκληρος Διγενής λύγισε στα Μαρμαρένια Αλώνια), ενώ ούτε η πονηριά του Μενίππου πωλείται στη λαϊκή αγορά.
Προσωπικά θα καλούσα τον Θάνατο σε μια παρτίδα σκάκι (αλά “Έβδομη Σφραγίδα”), με αντίτιμο κάποιες μικρές χαρές.
Πιστεύετε ότι στις μέρες μας οι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι;
Λένε ότι την ίδια στιγμή που αναρωτηθεί κάποιος αν είναι ευτυχισμένος, αμέσως παύει να είναι. Τόσο φευγαλέα, απολύτως υποκειμενική και δυσπροσδιόριστη είναι η έννοια της ευτυχίας.
Αν έχει κάποια αξία λοιπόν σε μια τέτοια συζήτηση, ίσως η ευτυχία να είναι πιο εφικτή για κάποιον που έχει μάθει να αρκείται στα λίγα και ουσιαστικά. Είναι εν πολλοίς ζήτημα των αναγκών μας και της ικανοποίησής τους.
Για να αναλύσω όμως τη σκέψη μου, η ευτυχία στην ιδεατή της διάσταση, είναι μία κατάσταση και όχι ένα σύνολο μεμονωμένων στιγμών. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να συνάδει με κάτι διαρκώς μεταβαλλόμενο, παρ’ εκτός κι αν το άτομο αντλεί ευτυχία από την ίδια τη μεταβολή.
Για παράδειγμα το διαρκές κυνήγι του χρήματος, των υλικών αγαθών ή της επιτυχίας, πιθανότατα προσφέρει στιγμές ευτυχίας με την κατάκτηση ενός στόχου, ταυτόχρονα όμως γεννά ατέρμονες ανάγκες επίτευξης νέων στόχων.
Αντιθέτως, η ευτυχία ως κατάσταση και δη σταθερή μπορεί να νοηθεί μόνο εντός πλαισίου ομοίως σταθερών συνισταμένων. Τέτοιες θα μπορούσαν να είναι μια υγιής οικογένεια, οι αληθινές ανθρώπινες σχέσεις, μια ενδιαφέρουσα κι εποικοδομητική εργασία, η ενασχόληση με το υψηλό και την Τέχνη, η δημιουργία, η πρόοδος αυτή καθ’ αυτή, οτιδήποτε εν τέλει ικανοποιεί τις ανάγκες μας κατά το δυνατόν αδιαλείπτως.
Οι παραπάνω σκέψεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ευτυχία, η εσωτερική πληρότητα, είναι η απουσία ανικανοποίητων αναγκών.
Για να επιστρέψω λοιπόν στο αρχικό σας ερώτημα, φαίνεται ότι ο άνθρωπος έχει περισσότερες και πιο περίπλοκες ανάγκες να ικανοποιήσει σήμερα από ό,τι στο παρελθόν. Αν αυτό ισχύει, τότε πράγματι απέχει περισσότερο από την ευτυχία.
Τι νέο γράφετε;
Πριν λίγες ημέρες ολοκλήρωσα ένα σενάριο για manga και τώρα τελειώνω ένα μικρό διήγημα με τίτλο: “Η Ευλογημένη Χώρα”. Εκτός από στιχάκια που ξεπηδούν εδώ κι εκεί, παλεύω με την ιδέα ενός αστυνομικού μυθιστορήματος.
Ένα μήνυμα για τη νέα χρονιά;
Να συνεχίσουμε να αγαπάμε με την ίδια δύναμη και με τον ίδιο αδιαπραγμάτευτο τρόπο όσους και όσα μας κάνουν ευτυχισμένους, χωρίς να επηρεαζόμαστε από την αλλαγή των συνθηκών.
Σπύρος Παπαλέξης( οπισθόφυλλο)
Κι όμως… Τώρα βρισκόταν εδώ, ολομόναχος, σ’ αυτόν τον ελάχιστα φωτισμένο διάδρομο. Ένιωθε πως μίκραινε, μάζευε, ώσπου έγινε και πάλι το ανυπεράσπιστο εκείνο πεντάχρονο αγοράκι, που είχε μείνει για ατελείωτες ώρες παγωμένο και ακίνητο μέσα στο υπόσκαφο πιθάρι. Άκουγε ήδη το σκοτάδι να τον περιγελάει. Κι ένιωσε να τον τυλίγει στην πνιγηρή αγκάλη του!
Γύρισε κάθιδρος προς τα πίσω κι ανακουφίστηκε βλέποντας δυο φωτεινές σχισμές. Δεν ήταν παρά τα άδεια μάτια του ανθρωπόμορφου πυροστάτη. Είχε τόση ανάγκη από φως! Ύστερα προχώρησε αργά αργά, με πίσω βήματα, ακουμπώντας πάντα με το δεξί του χέρι τον τοίχο. Τι θα τον περίμενε άραγε μόλις θα έστριβε στην πρώτη γωνία;”
Στο δεύτερο μέρος της τριλογίας, ο αναγεννημένος πάλαντιν Έντγκαρ Χέβενσκαρ αναζητά τη θέση του σε έναν κόσμο που αλλάζει δραματικά. Μαζί με την πανέμορφη Έλεανορ, τον βετεράνο πολεμιστή Γκόντορακ και τον αινιγματικό μάγο Κόλερμον, θα βρεθούν στο επίκεντρο ιστορικών εξελίξεων. Ο μυστηριώδης άνδρας που θα αποτελέσει το πέμπτο μέλος της ομάδας τους έρχεται να ανατρέψει όλες τις ισορροπίες. Οι πράξεις τους θα καθορίσουν το μέλλον ενός ολόκληρου βασιλείου… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Σπύρος Παπαλέξης περισσότερα εδώ