Ένα από τα μυθιστορήματα του Θεοτόκη (1872-1923) όπου οι σοσιαλιστικές του ιδέες κατάφεραν και «γέννησαν» ένα από τα συγκλονιστικότερα και συμβολικότερα διαμάντια της νεοελληνικής λογοτεχνίας, είναι αναμφίβολα οι «Σκλάβοι στα δεσμά τους». Πρόκειται για το κύκνειο άσμα του Κερκυραίου συγγραφέα (1922), που η κριτική το τοποθέτησε στην κορυφή των «κλασικών» νεοελληνικών λογοτεχνικών έργων. Μαζί με την «Τιμή και το Χρήμα» αποτέλεσε ίσως ένα από τα βασικότερα κείμενα του λεγόμενου κοινωνιστικού μυθιστορήματος που σημαδεύει από τον Θεοτόκη και μετά την ιστορία της λογοτεχνίας μας.
Η πλοκή των «Σκλάβων» συνυφαίνεται γύρω από δύο κεντρικούς πυρήνες, δύο αντίπαλα στρατόπεδα, το καθένα αποτυπωμένο με ώριμη λογοτεχνική ματιά και άρρηκτα συνυφασμένο με τον κοινωνικό ιστό του. Η οικογένεια των Οφιομάχων εκπροσωπεί την αριστοκρατία που βρίσκεται στη δύση της και ο γιατρός Αριστείδης Στεριώτης συμβολίζει την αστική τάξη που ανατέλλει στις αρχές του 20ου αιώνα και αλλάζει τους όρους στην κοινωνική «σκακιέρα». Αξίζει, λοιπόν, να δούμε τις συγκρούσεις αυτών των δύο πόλων, που πίσω τους ξεδιπλώνεται μια ολόκληρη εποχή.
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΟΦΙΟΜΑΧΩΝ
Κεντρικός άξονας και σημείο αναφοράς τούτου του οικογενειακού πυρήνα είναι ο Αλέξανδρος Φιλάρετος Οφιομάχος, ένας αριστοκράτης προερχόμενος από τις ιστορικότερες οικογένειες του νησιού, που βρίσκεται σε δεινότατη οικονομική κατάσταση επηρεάζοντας έτσι τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Ως αρχηγέτης έχει την ευθύνη της διατήρησης τόσο της συνοχής του οικογενειακού ιστού του, όσο και της σημαντικότητας του ονόματος του στους στενούς κύκλους του νησιού. Είναι «άρρωστα» προσκολλημένος στις κορνιζαρισμένες μορφές των προγόνων του, τους οποίους πασχίζει να μην απογοητεύσει. Ο ασφυκτικός οικονομικός κλοιός όμως τον αναγκάζει να προβεί σε ενέργειες και ξεσπάσματα που τρίζουν συθέμελα τον οίκο του και τον οδηγούν ουσιαστικά στην πλήρη κατάρρευσή του.
Η θρυαλλίδα των κακών ξεκινά με την πίεση της μεγαλύτερης κόρης της οικογένειας, της Ευλαλίας, να παντρευτεί τον γιατρό και εκπρόσωπο της, ταχέως ανερχόμενης, αστικής τάξης Αριστείδη Στεριώτη προκειμένου η οικογένεια να ξεσφίξει την οικονομική μέγγενη. Η άρνηση της Ευλαλίας στην αρχή είναι σθεναρή κι αδιαπραγμάτευτη- καθότι η κοπέλα είναι ερωτευμένη με τον διανοούμενο Άλκη Σωζόμενο- όμως σταδιακά και μπρος στα έντονα ξεσπάσματα του πατέρα της (κλάματα, άκρατος θυμός, ακραίες συμπεριφορές που δημιουργούν στην οικογένεια σηπτική ατμόσφαιρα) υποχωρεί και εν τέλει συναινεί στον γάμο. Φαίνεται, λοιπόν, πως η Ευλαλία «θυσιάζεται» στο βωμό του οικογενειακού καλού πατάσσοντας τις δικές της επιθυμίες. Αντιδράσεις δεν υπάρχουν για το γάμο αυτό πλην εκείνης του αδερφού της Γιώργη, που «όντας σπουδαγμένος στα Παρίσια» προβάλλει τις αντιρρήσεις του απέναντι σε μια τέτοια αδικία. Ακόμη και η μητέρα της, η οποία λογικά θα ήταν η πρώτη που θα την καθησύχαζε και θα της συμπαραστεκόταν, παρουσιάζεται κάπως απαθής μα σίγουρα ανήσυχη. Η Μαρία Οφιομάχου, η μάνα, καθ’ όλη τη διάρκεια των οικογενειακών παθημάτων δεν φαίνεται να λαμβάνει κάποιο καθοριστικό ρόλο είτε στην επίλυση είτε στην επίρρωση τους. Φαίνεται απλά να λυγίζει κάτω από το συμβολικό βάρος του ονόματος της οικογένειας (στη μάζωξη του βιομήχανου Αστέρη φορά ένα κόσμημα- τελευταίο απομεινάρι της μεγαλοσύνης της οικογένειας που μόνο αριστοκρατία δεν αποπνέει).
Ο πατέρας Αλέξανδρος Οφιομάχος δεν είναι υπερήφανος για κανέναν από τους δύο γιούς του. Τόσο ο Γιώργης όσο και ο Σπύρος κατηγορούνται από τον πατέρα τους ότι κατασπαταλούν την πατρική περιουσία και δεν λαμβάνουν ενεργό ρόλο στη διάσωση του σπιτιού και του ονόματός τους. Τα μεν πτυχία του «σπουδαγμένου» Γιώργη δεν έχουν καμιά χρησιμότητα ενώ ο Σπύρος σκιαγραφείται ως καιροσκόπος και ακαμάτης που «δεν θέλησε να σπουδάξει καμιά επιστήμη». Η στοργή του πατέρα προς τα δύο αυτά πρόσωπα είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Ο τελευταίος δε, ο Σπύρος δηλαδή, θα αποτελέσει, συμβολικά, και τυπικά το τέλος του οίκου των Οφιομάχων. Αυτοκτονεί υπό την πίεση του κινδύνου φυλάκισης έπειτα από την πλαστογράφηση επιταγής καταβυθίζοντας την οικογένεια στο πένθος, τον πατέρα του σε ένα σαιξπηρικό «σάλεμα» και συμβολικά, θα μπορούσαμε να πούμε, σημειώνει το θάνατο μιας παλιάς πραγματικότητας, μιας παλιάς εποχής.
ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΣΤΕΡΙΩΤΗΣ
Ο Αριστείδης Στεριώτης είναι το αντίπαλο δέος των Οφιομάχων. Είναι το σύμβολο της αστικής τάξης που τώρα ανατέλλει και έρχεται να ανατρέψει από τον κοικωνικοπολιτικό θώκο το φεουδαρχικό σύστημα. Όπως εύστοχα υπογραμμίζει η Μαίρη Μικέ στο βιβλίο της Δοκιμασίες, «Αν ο Άλκης Σωζόμενος είναι προσανατολισμένος στο μέλλον και ο Αλέξανδρος Οφιομάχος στο παρελθόν, ο γιατρός Αριστείδης Στεριώτης σπουδαγμένος στην Εσπερία είναι εδραιωμένος στο παρόν και επιζητεί να το κατακτήσει προς ίδιον όφελος».
Είναι εξαίρετος επιστήμων ιατρός με τα υπομνήματά του να δημοσιεύονται από την Ακαδημία των Παρισίων. Παρά την ταπεινή καταγωγή του, το επιστημονικό του κύρος του επιτρέπει να λαμβάνει μέρος στα πολιτικά αξιώματα θέτοντας υποψηφιότητα για βουλευτής και έχοντας παράλληλα τη στήριξη επιφανών ανθρώπων του νησιού.
Όχι μόνον αυτό, βέβαια. Όντας ερωτευμένος με την Ευλαλία και «κρατώντας στο συρτάρι του» τα περισσότερα από τα χαρτιά των Οφιομάχων, ή με άλλα λόγια αποτελώντας τον κυριότερο δανειστή τους, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τα πλεονεκτήματα αυτά για να επιτύχει το γάμο μαζί της. Έναν γάμο που θα εδραιώσει την «κάστα» του και θα εκτινάξει το κύρος του.
Η οικογένεια που οικοδομεί μαζί με την Ευλαλία, η οποία θυσιάζεται για χάρη της δικής της οικογένειας, δεν χαρακτηρίζεται σε καμία περίπτωση από αμοιβαία αγάπη και τρυφερότητα. Το θλιμμένο πρόσωπο της Ευλαλίας θυμίζει πάντα τη θυσία της. Την «οικογενειακή» όπως προείπαμε, αλλά και την ερωτική, καθότι απαρνιέται την αγάπη του Άλκη και πνίγει τα συναισθήματά της για εκείνον- μονάχα κάποια γράμματα θα την αναζωπυρώσουν, όπως και η τελευταία συνάντηση.
Εκείνος την βλέπει περισσότερο ως τρόπαιο, αν και δε λείπουν οι στιγμές τρυφερότητας προς το πρόσωπό της. Μπρος όμως στην ψυχρότητα της Ευλαλίας αντεπιτίθεται με μια απάθεια ενώ δε διστάζει να συλλογισθεί την απιστία. Μπλέκεται στα δίχτυα μιας γυναίκας που στο πρόσωπό της ενσαρκώνεται το πρότυπο της «αισθησιακής μάγισσας».
Πηγές:
Μαίρη Μικέ, ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ, εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2019