Το γεγονός πως σπούδασα την επιστήμη της Ιστορίας, στάθηκε η αφορμή για να κρατήσω στα χέρια μου το βιβλίο «Μόναχο» του Ρόμπερτ Χάρις. Είχα χρόνια να συναντηθώ μ’ ένα βιβλίο που συνδυάζει την Ιστορία με την Λογοτεχνία. Το βιβλίο «Μόναχο» μου έδωσε αυτήν τη δυνατότητα.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Ρόμπερτ Χάρις γεννήθηκε το 1957. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ και εργάστηκε για έξι χρόνια ως ρεπόρτερ για το Panorama και το Newsnight του BBC. Σταμάτησε όταν τον προσέλαβαν, το 1987, ως πολιτικό συντάκτη στον Observer. Σήμερα έχει δική του στήλη στους Sunday Times. Έχει γράψει τα εξής βιβλία: «Fatherland», «Γκότσα!», «Πωλείται Χίτλερ: Η ιστορία των ημερολογίων του», «Καλός και πιστός υπηρέτης: Η μη εγκεκριμένη βιογραφία του Μπέρναρντ Ίνγκμαν», «Κωδικός: Αίνιγμα», «Μόναχο».
Υπόθεση:
Όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, τα γεγονότα διαδραματίζονται τον Σεπτέμβριο του 1938. Ο Χίτλερ είναι αποφασισμένος να ξεκινήσει τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αν και ο Τσάμπερλεν προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποφευχθεί αυτό. Η απόφαση θα ληφθεί σε μια πόλη που θα μείνει στην Ιστορία για όσα διαδραματίστηκαν εκεί, στο Μόναχο. Μέσα στην ιστορία – ως αναγνώστες – συναντάμε δύο νέους άντρες οι οποίοι ταξιδεύουν κρύβοντας ο καθένας τα δικά του μυστικά. Ο Χιου Λέγκατ είναι ένας από τους προσωπικούς γραμματείς του Τσάμπερλεν ενώ ο Πολ Χάρτμαν είναι Γερμανός διπλωμάτης και μέλος της αντίστασης κατά του Χίτλερ. Υπήρξαν πολύ καλοί φίλοι στην Οξφόρδη, πριν ο Χίτλερ πάρει την εξουσία, και δεν έχουν ξαναδεί ο ένας τον άλλον από την τελευταία φορά που είχαν βρεθεί στο Μόναχο πριν από έξι χρόνια. Τώρα, καθώς το μέλλον της Ευρώπης βρίσκεται σε κίνδυνο λόγω του επερχόμενου πολέμου, θα συναντηθούν ξανά.
Το βιβλίο «Μόναχο» είναι ένα κατασκοπευτικό θρίλερ για την πίστη και την προδοσία, με αφορμή την μοιραία Διάσκεψη του Μονάχου όπου παίχτηκε η τύχη της Ευρώπης μεταξύ των τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων: της Αγγλίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Το βιβλίο «Μόναχο» με γύρισε πολλά χρόνια πίσω, όταν σπούδαζα και μου θύμισε ιστορικά γεγονότα που είχα ξεχάσει, αλλά και τον βασικό ρόλο της διπλωματίας στην εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων. Το βιβλίο «Μόναχο» απευθύνεται – κατ’ εμέ – σε αναγνώστες που αγαπάνε αυτού του είδους την λογοτεχνία. Επίσης θα το χαρακτήριζα ως ένα βιβλίο που απευθύνεται σε λάτρεις της Ιστορίας. Τέλος, βρίθει λεπτομερειακών περιγραφών, κάτι που μου προκάλεσε πνευματική κόπωση στην πορεία της ανάγνωσής του…

Απόσπασμα:
Ο Λέγκατ περίμενε την πρόταση που ανάγγελλε την κινητοποίηση του Ναυτικού. Δεν ήρθε. Ο πρωθυπουργός την είχε κόψει. Αντίθετα, είχε εισαγάγει μια νέα παράγραφο.
«Όσο κι αν συμπάσχουμε μ’ ένα μικρό έθνος που έρχεται αντιμέτωπο με έναν μεγάλο και ισχυρό γείτονα, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να αναλάβουμε την εμπλοκή ολόκληρης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας σε πόλεμο απλώς και μόνο για λογαριασμό του. Αν αναγκαστούμε να πολεμήσουμε, πρέπει να είναι για σημαντικότερα θέματα…Αν ήμουν πεπεισμένος ότι οποιαδήποτε χώρα είναι αποφασισμένη να κυριαρχήσει στον κόσμο με την απειλή της δύναμής της, θα θεωρούσα ότι οφείλουμε να αντισταθούμε στη χώρα αυτή. Κάτω από μια τέτοια κυριαρχία η ζωή ενός λαού ο οποίος πιστεύει στην ελευθερία, δε θα άξιζε τίποτε. Ο πόλεμος όμως είναι ένα γεγονός φοβερό και πριν αναμειχθούμε σε έναν πόλεμο, πρέπει να είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι διακυβεύονται τα πραγματικά ουσιώδη θέματα και ότι το κάλεσμα να διακινδυνεύσουμε τα πάντα για την υπεράσπισή τους, όταν υπολογιστούν όλες οι συνέπειες, είναι αναμφισβήτητο. Προς το παρόν σας ζητώ να περιμένετε τις εξελίξεις των επόμενων ημερών όσο γίνεται πιο ψύχραιμα. Όσο ο πόλεμος δεν αρχίζει, υπάρχει πάντα ελπίδα ότι μπορεί να αποτραπεί, και γνωρίζετε καλά ότι θα μοχθήσω για την ειρήνη ως την τελευταία στιγμή. Καλή σας νύχτα».
Το πράσινο φωτάκι έσβησε.
Ο Τσάμπερλεν άφησε μια μακρόσυρτη ανάσα και σωριάστηκε στην καρέκλα του.
Ο Γουίλσον ήταν ο πρώτος που σηκώθηκε. Πλησίασε τον πρωθυπουργό χειροκροτώντας μαλακά. «Ήσασταν πραγματικά εξαιρετικός, αν μου επιτρέπετε. Δεν κομπιάσατε, ούτε διστάσατε πουθενά».
Ο Λέγκατ δεν είχε ξαναδεί ποτέ τον πρωθυπουργό να χαμογελά πλατιά. Φάνηκε μια σειρά από ίσια, γκριζοκίτρινα δόντια. Η χαρά του επαίνου τον έκανε να μοιάζει με μικρό παιδί. «Ήταν όντως εντάξει;»
«Ο τόνος ήταν τέλειος, κύριε πρωθυπουργέ», είπε ο Χάλιφαξ.