O Alice Cooper εδώ και 4 δεκαετίες είναι ένας από τους μεγαλύτερους σταρ της ροκ μουσικής σκηνής. Εμπνευστής του shock rock και θεμελιωτής των θεαματικών ζωντανών εμφανίσεων, δημιουργώντας εικόνες βγαλμένες από ταινίες τρόμου. Γκιλοτίνες, ηλεκτρικές καρέκλες, γοτθικά βασανιστήρια προσέλκυαν το φανατικό του κοινό σε κάθε του εμφάνιση.
Η ζωή του γεμάτη αλκοόλ και κοκαΐνη, μέχρι που κατάφερε να απεξαρτηθεί και να επιστρέψει στην οικογενειακή του ζωή και στο Θεό.
O Alice Cooper συνεχίζει να μας μαγεύει με τις μουσικές του συνθέσεις και είναι σίγουρο πως θα συνεχίσει για πολύ καιρό ακόμη.
Τα πρώτα βήματα στη μουσική
Σαν σήμερα, στις 4 Φεβρουαρίου του 1948, γεννιέται στο Allen Park του Μίτσιγκαν ο Βίνσεντ Ντέιμον Φουρνιέ, γνωστός σε όλους μας ως Alice Cooper. Ο πατέρας του ήταν κληρικός στην εκκλησία του Ιησού Χριστού, στην ίδια που ήταν πρεσβύτερος και ο παππούς του.
Πήγε δημοτικό και γυμνάσιο στο Ντιτρόιτ, αλλά λόγω μιας σειράς ασθενειών στην παιδική του ηλικία, η οικογένειά του αποφάσισε να μετακομίσει στο Φοίνιξ της Αριζόνα.
Το 1964, σε ηλικία 16 ετών, αποφάσισε να λάβει μέρος σε τοπικό ετήσιο διαγωνισμό ταλέντων και έτσι δημιούργησε με τη βοήθεια συμμαθητών του ένα γκρουπάκι με το όνομα «The Earwigs». Μην έχοντας καμία σχέση με τη μουσική και μη γνωρίζοντας να παίζουν κάποιο μουσικό όργανο, αποφάσισαν να μεταμφιεστούν σε «Beatles» και να τους μιμηθούν. Η απόπειρα τους στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία, καταφέρνοντας να κερδίσουν το πρώτο βραβείο. Η νίκη τους αυτή τους ώθησε να αγοράσουν μουσικά όργανα και να ξεκινήσουν μαθήματα μουσικής.
Δεν άργησαν να μετονομαστούν σε «Spiders» με τον Φουρνιέ στα φωνητικά, τον Γκλεν Μπάξτον και τον Τζον Τάτουμ στις κιθάρες, τον Ντένις Ντάναγουεϊ στο μπάσο και τον Τζον Σπιρ στα τύμπανα.
Το 1965 το συγκρότημα ηχογραφεί το πρώτο του σινγκλ με τον τίτλο «Why you don’t love me» από τη δισκογραφική εταιρεία «Mascot Records». Τον επόμενο χρόνο, τα μέλη του συγκροτήματος αποφοιτούν από το λύκειο και καταφέρνουν να φτάσουν στο τοπ του τοπικού ραδιοφώνου με το τραγούδι τους «Don’t blow your mind». Ο Τζον Τάτουμ έχει αντικατασταθεί από τον Μάικλ Μπρους και ο Τζον Σπιρ από το Νιλ Σμιθ.
Ξεκινάνε τις εμφανίσεις τους στο Λος Άντζελες, έχοντας μετονομάσει το συγκρότημά τους σε «The Nuzz» και μέχρι το τέλος του 1967 κατοικούν μόνιμα, πλέον, εκεί.
Τα περισσότερα από τα εφέ που χρησιμοποιούσαν στη σκηνή τα εμπνεύστηκαν από έναν καθηγητή τους, ο οποίος τους είχε ζητήσει να κατασκευάσουν για μία εργασία μία λαιμητόμο για τον τεμαχισμό των καρπουζιών, αλλά και από έργα σουρεαλιστικών καλλιτεχνών, όπως ο Σαλβαντόρ Νταλί.
Η αρχή των «Alice Cooper Band»
Εκείνη την εποχή ανακαλύπτουν πως υπάρχει ακόμη ένα συγκρότημα με το ίδιο όνομα και έτσι ξεκινάνε την αναζήτηση νέου ονόματος για το γκρουπ τους. Αποφασίζουν να το ονομάσουν «Alice Cooper Band» και το ίδιο όνομα να πάρει και ο Φουρνιέ. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, το όνομα προέκυψε, όταν σε ένα βιβλίο σχετικό με τη μαγεία ανακάλυψαν πως ο Φουρνιέ ήταν η μετενσάρκωση μιας μάγισσας που έζησε τον 17ο αιώνα και ονομαζόταν Alice Cooper. Ανάλογο ήταν και το κόνσεπτ που υιοθέτησαν, με έναν άντρα να παίζει το ρόλο μιας μάγισσας, φορώντας κουρελιασμένα γυναικεία ρούχα και έντονο μακιγιάζ.
To 1968 υπογράφουν συμβόλαιο με τη «Straight Records» του Φρανκ Ζάπα, χάρη στο μάνατζερ Σεπ Γκόρντον, που τους είδε σε μία αποτυχημένη συναυλία σε κάποιο κλαμπ της Καλιφόρνια. Αυτή τους η εμφάνιση έληξε άδοξα, δέκα λεπτά αφότου ξεκίνησε, αφού το μαγαζί άδειασε από τους θαμώνες, όταν τους άκουσε. Ο Γκόρντον θεώρησε πως το συγκρότημα μπορούσε να αποκτήσει μια πιο παραγωγική κατεύθυνση και τους έκλεισε ραντεβού με τον Φρανκ Ζάπα, ο οποίος ζητούσε εκκεντρικούς καλλιτέχνες για την καινούρια του δισκογραφική. Ο ίδιος ο Ζάπα τους έκλεισε ραντεβού στο σπίτι του στις 7 και το γκρουπ λανθασμένα συμπεραίνει στις 7 το πρωί. Ο Ζάπα εντυπωσιάζεται από τη μπάντα που τον ξυπνάει και υπογράφει μαζί τους συμβόλαιο για τρεις δίσκους.
Η φήμη τους εξαπλώνεται ξαφνικά, όταν ο Alice Cooper γίνεται είδηση στα Μ.Μ.Ε. της εποχής, έπειτα από ένα περιστατικό που συνέβη σε συναυλία τους. Σύμφωνα με τον τραγουδιστή, ένα κοτόπουλο ανέβηκε ανεξήγητα στη σκηνή και ο ίδιος πιστεύοντας πως μπορούσε να πετάξει, το έριξε προς το πλήθος. Το κότοπουλο, όμως, έπεσε στις πρώτες σειρές, όπου βρίσκονταν ανάπηροι με καροτσάκια, οι οποίοι -σύμφωνα με πληροφορίες- το έκοψαν κομματάκια.
Διαβάζοντας τα πρωτοσέλιδα την επόμενη μέρα, ο Ζάπα τηλεφωνεί στον Alice Cooper και τον ρωτάει αν αληθεύει η ιστορία, σύμφωνα με την οποία είχε δαγκώσει το κεφάλι ενός κοτόπουλου και του ρούφηξε το αίμα. Ο Cooper το αρνείται και ο Ζάπα του λέει: «Λοιπόν, ό,τι κι αν έγινε, μην αρνηθείς σε κανέναν άλλο ότι το έκανες». Έτσι, λοιπόν, δημιουργείται από το συγκρότημα, ένα νέο είδος μουσικής, το shock rock.
Τον Αύγουστο του 1969 κυκλοφορεί ο πρώτος τους δίσκος, «Pretties for You», με μια ελαφριά αίσθηση ψυχεδελισμού, χωρίς όμως να έχει την εμπορική απήχηση που περίμεναν.
Την ίδια πορεία είχε και το δεύτερο άλμπουμ τους με τίτλο «Easy Action», παρ’ όλη τη σοκαριστική εικόνα που είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν στις συναυλίες τους και έτσι αποφασίζουν να επιστρέψουν στο Ντιτρόιτ. Εμφανίζονται στο φεστιβάλ «Strawberry Fields» το 1970 και κυκλοφορούν τον τρίτο τους δίσκο, «Love it to Death», με τον ανερχόμενο παραγωγό Bob Erzin. Είναι ο τελευταίος τους δίσκος σύμφωνα με το συμβόλαιο που είχαν υπογράψει και η τελευταία τους ευκαιρία για να κάνουν επιτυχία. Και τα καταφέρνουν με το σινγκλ «I’m Eighteen», ανεβαίνοντας στην 35η θέση του Billboard.
https://www.youtube.com/watch?v=jXZcJojTucg
Η επιτυχία τους βοηθάει να υπογράψουν συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρεία «Warner Bros».
Τα μέλη εμφανίζονται πλέον με στενά, κομψά, καλοραμμένα κοστούμια και στη σκηνή δημιουργούν ακραίες καταστάσεις με εκτελέσεις σε ηλεκτρική καρέκλα και γοτθικά βασανιστήρια, στα οποία υποβαλλόταν ο Alice Cooper.
Τέλη του 1971, κυκλοφορεί ο δίσκος τους «Killer», ο οποίος γίνεται πλατινένιος και το 1972 κυκλοφορεί το «School’s Out», καθιερώνοντας το συγκρότημα σε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της αμερικάνικης χαρντ ροκ σκηνής. Το σινγκλ ανεβαίνει στο Νο. 7 του Billboard και στο Νο. 1 στη Μεγάλη Βρετανία. Η εικόνα τους προκαλεί μεγάλες αντιδράσεις και στο Ηνωμένο Βασίλειο, μέλος του Κοινοβουλίου, αιτείται την απαγόρευση εμφανίσεων τους στη χώρα. Η δημοτικότητά τους όμως δεν επηρεάζεται και καταφέρνουν να γίνουν το πρώτο συγκρότημα που επιλέχθηκε να εμφανιστεί στην τηλεοπτική σειρά «ABC In Concert» το Σεπτέμβριο του 1972.
Το 1973 κυκλοφορεί το «Billion dollar babies», ο πιο επιτυχημένος εμπορικά δίσκος του συγκροτήματος, ο οποίος σκαρφαλώνει στην κορυφή, τόσο της Αγγλίας, όσο και της Αμερικής. Οι αντιδράσεις συνεχίζονται από διάφορες πλευρές, προσπαθώντας να αποτρέψουν τις παραστάσεις τους με αποτέλεσμα να τροφοδοτούν περισσότερο το μύθο τους και να προσελκύουν όλο και περισσότερο κόσμο. Η περιοδεία που πραγματοποιούν την ίδια χρονιά στην Αμερική, σπάει τα ταμεία, κάνοντας νούμερα που μόνο οι Rolling Stones είχαν καταφέρει μέχρι τότε.
Το συγκρότημα πλέον, συγκαταλέγεται στα πιο μεγάλα ονόματα της μουσικής βιομηχανίας και τα θεατρικά τους θα επηρεάσουν αργότερα σπουδαία συγκροτήματα, όπως τους Kiss, καθώς και τους Marilyn Manson και Rob Zombie.
Παρ’ όλη τη μεγάλη τους επιτυχία, το συγκρότημα είχε αρχίσει να έχει προβλήματα, καθώς ο Alice Cooper ήθελε να διατηρήσει τα θεατρικά στοιχεία στις εμφανίσεις τους, ενώ τα υπόλοιπα μέλη θεωρούσαν πως έπρεπε να δώσουν μεγαλύτερη βάση στη μουσική τους.
Το 1974 το συγκρότημα διαλύεται και η «Warner Bros» κυκλοφορεί τη συλλογή «Alice Cooper’s Greatest Hits», η οποία ανεβαίνει στο Νο. 8 στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η σόλο καριέρα του Alice Cooper
To 1975 κυκλοφορεί ο πρώτος προσωπικός του δίσκος με τίτλο «Welcome to my nightmare» και φθάνει στο Νο. 5 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο δίσκο περιλαμβάνεται η μεγάλη επιτυχία «Only Women Bleed». Ο δίσκος κυκλοφορεί από τη δισκογραφική εταιρεία «Atlantic» και οι στίχοι των τραγουδιών παρουσιάζουν τον εφιάλτη ενός παιδιού. Ως αφηγητής συμμετέχει ο ηθοποιός Βίνσεντ Πράις.
Την ίδια εποχή, ανοίγει το θρυλικό μπαρ «The Hollywood Vampires» και το 1976 παντρεύεται την 19χρονη καθηγήτρια κλασικού μπαλέτου, Σέριλ Γκόνταρντ.
Τον Ιούλιο του 1976 κυκλοφορεί το σινγκλ «I Never Cry», ανεβαίνοντας στο Νο. 12 στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη συνέχεια ακολουθεί ο δίσκος «Alice Cooper Goes to Hell», αλλά δυστυχώς η εξάρτησή του από το αλκοόλ τον στέλνει σε κέντρο αποτοξίνωσης. Λέγεται ότι εκείνη την εποχή είχε φτάσει να καταναλώνει δύο κιβώτια μπύρες και ένα μπουκάλι ουίσκι σε καθημερινή βάση.
Το 1978 κυκλοφορεί το «From the inside», ο οποίος περιλαμβάνει τη μεγάλη επιτυχία «How You Gonna See Me Now» και περιέχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία.
Δεκαετία του ’80 και ο Alice Cooper πειραματίζεται με τον ήχο του, με αποτέλεσμα τα πρώτα του άλμπουμ να μη σημειώνουν την επιτυχία των προηγούμενων. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι η αλκοολική αμνησία, από την οποία έπασχε, τον έκανε να μη θυμάται τις ηχογραφήσεις των τελευταίων του δίσκων.
Την ίδια εποχή, ο εθισμός του στο αλκοόλ δημιουργεί προβλήματα στο γάμο του και το 1983 αποφασίζει να ξαναμπεί σε κλινική, ύστερα από συμβουλή του γιατρού του, ο οποίος του επισημαίνει πως αν δε σταματήσει να πίνει, σύντομα θα παίζει στον παράδεισο με τους φίλους του, Τζιμ Μόρισον και Τζίμι Χέντριξ.
Απέχει για ένα ολόκληρο χρόνο, προσπαθώντας να αφοσιωθεί στο γάμο του και στα παιδιά του και ασχολείται με το αγαπημένο του χόμπι, το γκολφ. Την ίδια εποχή, πρωταγωνιστεί σε μία ταινία τρόμου ισπανικής παραγωγής, το «Monster Dog».
Το τρέιλερ της ταινίας «Monster Dog».
Το 1985 επιστρέφει στη μουσική σκηνή, γράφοντας κομμάτια με τον κιθαρίστα Κέιν Ρόμπερτς και το 1986 κυκλοφορεί ο δίσκος του «Constrictor», καταφέρνοντας να μπει στο Billboard Hot-100 για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια. Στα πλαίσια της προώθησης του δίσκου ξεκινάει μία περιοδεία με το όνομα «The Nightmare Returns» και τα Μ.Μ.Ε. αρχίζουν και πάλι να του πλέκουν εγκώμια.
Την ίδια χρονιά το συγκρότημα «Megadeth» ζητάει από τον Alice Cooper να ανοίξει τις συναυλίες τους στην Αμερική. Συνειδητοποιώντας το μέγεθος της κατάχρησης ναρκωτικών και οινοπνεύματος στο συγκρότημα, αποφασίζει να τους βοηθήσει. Έχοντας ο ίδιος νικήσει το δικό του πρόβλημα, συμβουλεύει άλλους ροκ καλλιτέχνες να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα εθισμού.
Ο ίδιος έχει πει:
Έγινα όσο περισσότερο διαθέσιμος μπορούσα για τους φίλους μου – υπάρχουν άνθρωποι που θα μου τηλεφωνούσαν μέσα στη νύχτα για να πουν «Μεταξύ μας, έχω πρόβλημα».
Το 2008 αναγνωρίστηκε η βοήθεια του στην απεξάρτηση άλλων ατόμων με το βραβείο Stevie Ray Vaughan.
Το 1987 κυκλοφορεί το άλμπουμ «Raise Your Fist and Yell» και το 1988 υπογράφει συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρεία «Epic Records» και κυκλοφορεί το δίσκο «Trash», ο οποίος γίνεται πλατινένιος και φθάνει στο Νο. 2 στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στο δίσκο αυτό περιέχονται οι μεγάλες επιτυχίες «Poison», «Bed of Nails» και «House of Fire».
Οι αρχές της δεκαετίας του ’90 τον βρίσκουν να συμμετέχει σε δίσκους πολλών επιτυχημένων συγκροτημάτων της εποχής, όπως στο «Use your Illusion I» των Guns ‘N Roses, κάνοντας φωνητικά με τον Axel Rose στο τραγούδι «The garden» και το 1991 κυκλοφορεί το «Hey Stoopid», ένας δίσκος που γίνεται χρυσός και καταφέρνει με τρία τραγούδια να μπει στο Top-40 της Μεγάλης Βρετανίας.
Το 1994 ακολουθεί ο δίσκος «The Last Temptation», φθάνοντας στο Νο. 6 στο Ηνωμένο Βασίλειο και το 1997 κυκλοφορεί το «A Fistful of Alice», ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1999, ακολουθεί η τετραπλή συλλογή «The Life and Crimes of Alice Cooper».
Η δεκαετία του 2000 χαρακτηρίζεται από έντονη δραστηριότητα με τον Alice Cooper να περιοδεύει παγκοσμίως. Η κυκλοφορία άλμπουμ είναι επίσης έντονη και με θετικές κριτικές.
Το 2000 κυκλοφορεί ο δίσκος «Brutal Planet», ένα άλμπουμ εμπνευσμένο από τη βιαιότητα του σύγχρονου κόσμου και ιστορίες οι οποίες είχαν προβληθεί από το τηλεοπτικό κανάλι CNN.
Το 2001 ηχογραφεί το δίσκο «Dragontown» και το 2003 το «The Eyes of Alice Cooper» και στις 26 Ιανουαρίου του 2004 εκπέμπει για πρώτη φορά σε πολλές πόλεις της Αμερικής, καθώς και του Καναδά, η ραδιοφωνική του εκπομπή «Night with Alice Cooper».
Η εκπομπή του βασίζεται στην κλασσική ροκ μουσική με προσωπικές ιστορίες από τη ζωή του ως μουσικός και συνεντεύξεις με σπουδαίους ροκ καλλιτέχνες.
Το 2005 κυκλοφορεί το «Dirty Diamonds» και στις 12 Ιουλίου του ίδιου έτους εμφανίζεται στο φεστιβάλ τζαζ του Μοντρέ στην Ελβετία. Το 2006 τον βρίσκει να μοιράζεται τη σκηνή με ένα μεγάλο καλλιτέχνη, τον Μέριλυν Μάνσον, ενώ το 2008 κυκλοφορεί το πιο επιτυχημένο άλμπουμ του από το 1991, το «Along Came a Spider».
Το 2010 πραγματοποιεί περιοδεία με τον Rob Zombie και παράλληλα ξεκινάει τις ηχογραφήσεις για το άλμπουμ του «Welcome 2 My Nightmare», συνέχεια του πρώτου προσωπικού του δίσκου.
Το Μάρτιο του 2011 γίνεται μέλος του Rock and Roll Hall of Fame και το καλοκαίρι του 2012 πραγματοποιεί περιοδεία στην Ευρώπη, ανοίγοντας τις συναυλίες των Iron Maiden. Την ίδια χρονιά, παίρνει μέρος στην ταινία του Τιμ Μπάρτον, «Dark Shadows», στην οποία πρωταγωνιστεί ο Τζόνι Ντεπ.
Το 2014 και το 2015 εμφανίζεται ως support στην τελευταία συναυλία των Motley Crue και το 2015 δημιουργεί τους «Hollywood Vampires», με τους Τζόνι Ντεπ και Τζο Πέρι στις κιθάρες και γκεστ μουσικούς στις εμφανίσεις του.
Στις 28 Ιουλίου του 2017 κυκλοφορεί το νέο του άλμπουμ «Paranormal», σε παραγωγή του Μπομπ Έζριν, με συμμετοχές των Μπίλι Γκίμπονς από τους ZZ Top, Λάρι Μάλεν Τζούνιορ των U2 και Ρότζερ Γκλόβερ από τους Deep Purple.
Στην προσωπική του ζωή ο Alice Cooper είναι ακόμη με τη γυναίκα του και έχουν τρία παιδιά.
Ο Alice Cooper και ο χριστιανισμός
Σε συνέντευξή στο κανάλι KNAC.COM, ο Alice Cooper παραδέχτηκε την αγάπη του για το χριστιανισμό και το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Μεταξύ άλλων, δήλωσε: «Ήμουν αρκετά πεπεισμένος όλη μου τη ζωή, πως μόνο ένας Θεός υπάρχει, και πως υπήρχε ο Ιησούς Χριστός και υπήρχε και ο Διάβολος. Δε μπορούσες να πιστεύεις στο Θεό, χωρίς να πιστεύεις στο Διάβολο. Πάντα λέω στα συγκροτήματα πως το πιο επικίνδυνο πράγμα που μπορείς να κάνεις, είναι να πιστεύεις απλώς στην έννοια «Διάβολος» ή την έννοια «Θεός», διότι έτσι δεν τους δίνεις την πρέπουσα βαρύτητα. Όταν πιστεύεις στο Θεό, πρέπει να πιστεύεις στον παντοδύναμο Θεό. Δεν είναι απλώς ο Θεός – είναι ο παντοδύναμος Θεός και έχει πλήρη έλεγχο πάνω στις ζωές όλων. Ο Διάβολος από την άλλη είναι μια μάρκα, ένα πραγματικό πρόσωπο, που προσπαθεί επίμονα να καταστρέψει τη ζωή σου. Αν πιστεύεις πως αυτό είναι μυθολογία, τότε είσαι ένας τέλειος στόχος, διότι πρέπει να ξέρεις πως αυτό ακριβώς θέλει ο Σατανάς: να είναι ένας μύθος. Όμως δεν είναι μύθος – γι’ αυτό είμαι απόλυτα πεπεισμένος. Περισσότερο από κάθε τι στον κόσμο, είμαι πεπεισμένος γι’ αυτό».
Συνεχίζοντας την εξομολόγησή του ανέφερε: «Πρέπει να επιλέξουμε. Και όλοι, σε κάποιο σημείο της ζωής τους, πρέπει να κάνουν μια επιλογή. Όταν οι άνθρωποι λένε «Πώς το πιστεύεις αυτό; Γιατί το πιστεύεις αυτό;», εγώ απλώς τους λέω πως τίποτε άλλο δε μιλάει στην καρδιά μου. Δε μιλάει στη διανόησή μου, δε μιλάει στη λογική μου – μιλάει κατευθείαν στην καρδιά μου και κατευθείαν στη ψυχή μου, βαθύτερα απ’ ότι έχω ποτέ φανταστεί. Και το πιστεύω απόλυτα. Μετά απ’ όλα αυτά, δεν είμαι ένας πολύ καλός Χριστιανός. Δηλαδή, κανείς δεν είναι ποτέ «καλός» Χριστιανός. Αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Όταν είσαι Χριστιανός, δε σημαίνει πως θα γίνεις καλός – σημαίνει πως έχεις ένα πιο ζόρικο δρόμο να τραβήξεις».
Εξηγώντας, πως μπορεί να συνδυαστεί η πίστη στο Θεό με το ροκ υπόβαθρό του, ο Cooper δηλώνει: «Είμαι ο πρώτος που θα ροκάρει όσο πιο δυνατά μπορεί, αλλά όταν πρόκειται για αυτό που πιστεύω, είμαι και ο πρώτος που θα το υπερασπιστεί. Με έχει βάλει και σε μπελάδες, με τους αυστηρούς Χριστιανούς που πιστεύουν πως για να είσαι Χριστιανός, πρέπει να είσαι γονατιστός 24 ώρες την ημέρα, κλεισμένος μέσα σε ένα ντουλάπι κάπου. Ε, ίσως κάποιοι άνθρωποι μπορούν να ζουν έτσι, αλλά δε νομίζω πως αυτός είναι ο τρόπος που περιμένει ο Θεός να ζούμε. Όταν ήρθε ο Χριστός, είχε συναναστροφές με τις πόρνες, τους μπεκρήδες και τους άπιστους, επειδή ήταν άνθρωποι που Τον χρειάζονταν. Ο Χριστός ποτέ δεν περνούσε το χρόνο του με τους Φαρισαίους».
Ο ίδιος πιστεύει πως ο άνθρωπος έχει ανάγκη από την πνευματική αφύπνιση. Λέει χαρακτηριστικά: «Είναι προφανές πως η ανθρωπότητα διψάει για απαντήσεις που να προκύπτουν απευθείας από τη συνεδητοποίηση. Πρόκειται για το πιο υγιές πράγμα που έχω δει, εδώ και πολύ καιρό, διότι υπάρχει κάτι καλύτερο, και πρέπει ο καθένας να το βρει με τον τρόπο του. Οι άνθρωποι δε νιώθουν ολοκληρωμένοι με το πόσα αυτοκίνητα τους ανήκουν, ή πόσο μεγάλο είναι το χρηματιστηριακό χαρτοφυλάκιό τους. Μέχρι και οι εξαρτημένοι λένε το εξής: «Όσα ναρκωτικά και αν παίρνω, δε νιώθω ολοκληρωμένος». Υπάρχει γύρω μας μια πνευματική πείνα. Όλοι το αισθάνονται. Αν δεν το αισθάνεστε τώρα, θα το αισθανθείτε κάποια στιγμή. Πιστέψτε με. Θα το αισθανθείτε».
Πηγές
https://el.wikipedia.org
http://www.tralala.gr
http://vmediagr.blogspot.gr
https://www.briefingnews.gr