Η εξουσία, εκτός από τις ευθύνες που συνεπάγεται, ελλοχεύει πολλούς κινδύνους για εκείνους που την ασκούν (απόπειρες δολοφονίας). Ιδιαίτερα για τους πολιτικούς άρχοντες, οι οποίοι, εκ φύσεως, βρίσκονται εκτεθειμένοι στην κριτική των πολιτών και των ιστορικών, καθώς και στο μίσος των αντιπάλων τους, τόσο ως φυσικές παρουσίες όσο και μέσω των πράξεών τους. Στο παρόν άρθρο θα γίνει αναφορά στους κινδύνους που αφορούν τη σωματική ακεραιότητα τους. Πιο συγκεκριμένα, θα σημειωθούν ορισμένες απόπειρες δολοφονίας που προκάλεσαν αναταραχή στο πολιτικό σκηνικό της εποχής, καθώς και ο τρόπος που τις χειρίστηκαν οι δέκτες της σε επικοινωνιακό επίπεδο.
Benito Mussolini
Την άνοδο στην εξουσία του Μουσολίνι, το 1922, ακολούθησε μια μεγάλη πολιτική αναταραχή στην Ιταλία. Το όραμα του φασιστικού κόμματος για το μέλλον της χώρας έβρισκε -με εξαίρεση τους φιλελεύθερους- πολλούς πολέμιους και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Βέβαια, ο Ντούτσε (μτφ: αρχηγός της κυβέρνησης) δεν έδειξε να συγκινείται, καθώς ο Οκτώβριος του 1926 τον βρήκε κάτοχο όλων των νομοθετικών και εκτελεστικών εξουσιών. Οι φασιστικοί νόμοι και τα διατάγματα, που εκδόθηκαν στη Ρώμη από τις αρχές του ιδίου έτους, επέβαλαν τη διάλυση όλων των πολιτικών κομμάτων, πλην εκείνου του Μουσολίνι (που εκείνη την περίοδο αριθμούσε 800.000 μέλη). Επιβλήθηκε, επίσης, η παύση όλων των βουλευτών της Αντιπολίτευσης, η απογραφή των ύποπτων πολιτών, οι οποίοι, μάλιστα, θα παρακολουθούνταν μέσω μιας μυστικής αστυνομίας που ίδρυσε η κεφαλή του Ιταλικού κράτους.
Η μοναρχία του Μουσολίνι έδειχνε να μετατρέπεται σε μια ολοκληρωτική μορφή διακυβέρνησης. Έτσι, οργανώθηκαν επανειλημμένες απόπειρες δολοφονίας εις βάρος του, ωστόσο, κατάφερε να επιβιώσει σε όλες τις περιπτώσεις. Μέσα στον ίδιο χρόνο, επιβίωσε από δυο πυροβολισμούς και μια βομβιστική επίθεση. Στην Μπολόνια, ο 15χρονος Άουτκο Τζάμπορι λιντσαρίστηκε από μέλη του φασιστικού κόμματος επειδή πυροβόλησε τον Μουσολίνι. Μάλιστα, ο τελευταίος, χρησιμοποίησε τις επιθέσεις για προπαγάνδα, ούτως ώστε να εδραιωθεί ακόμη περισσότερο η θέση του στην ιταλική πολιτική σκηνή, ενισχύοντας το ανθρώπινο δυναμικό της αστυνομίας και εντείνοντας την παρακολούθηση των αντιφρονούντων.
Franklin Delano Roosevelt
Πρόκειται για μία από τις πιο διάσημες απόπειρες δολοφονίας στα χρονικά! Ο άνθρωπος, που κατέχει το ρεκόρ του μακροβιότερου προέδρου στην ιστορία των Η.Π.Α., οφείλει την επιτυχία του αυτή -στην ευνοϊκή προς τον ίδιο- τύχη και στον ηρωισμό μιας γυναίκας που βρισκόταν ανάμεσα στο πλήθος. Μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη, για πρώτη φορά, του χρίσματος του Πλανητάρχη, ο Ρούσβελτ έγινε στόχος ένοπλης επίθεσης. Στις 15 Φεβρουαρίου του 1933 βρέθηκε στο Μπέι Φρόντ Πάρκ για να μιλήσει σε συγκέντρωση 10.000 ατόμων. Ο Ρούσβελτ στεκόταν πάνω στο αυτοκίνητό του και μιλούσε στο πλήθος, κρατώντας ένα μικρόφωνο στο χέρι. Κλείνοντας την ομιλία του, αφού ευχαρίστησε τους ακροατές, πόζαρε για μία φωτογραφία. Τη στιγμή εκείνη, ακούστηκε ο πρώτος πυροβολισμός, τον οποίον ακολούθησαν αμέσως τέσσερις ακόμη. Ο Πρόεδρος διέφυγε αλώβητος, κάτι που δεν ίσχυσε για το δήμαρχο του Σικάγο, Άντον Κέρμακ, ο οποίος στεκόταν στο άνοιγμα της πόρτας του αυτοκινήτου και χτυπήθηκε θανάσιμα στο στήθος από μια σφαίρα και για τέσσερα ακόμη άτομα. Μια γυναίκα, η οποία βρέθηκε δίπλα στο δράστη, του έπιασε το χέρι από τον καρπό και κατ’ αυτόν τον τρόπο, η σφαίρα που προοριζόταν για τον Ρούσβελτ, εκτοξεύτηκε ψηλά!
Ο παρ’ ολίγον θύτης του τελευταίου, Τζιουζέπε Ζινγκάρα, χτυπήθηκε από έναν αστυνομικό και μεταφέρθηκε στις φυλακές. Ο Ζινγκάρα, ο οποίος άνηκε στον αναρχικό χώρο, δήλωσε στη φυλακή τα εξής:
Έχω ένα όπλο στο χέρι μου. Σκοτώνω πολιτικούς και βασιλιάδες και μετά όλους τους καπιταλιστές.
Στις 20 Μαρτίου του 1933 θανατώθηκε στη Φλόριντα με τη μέθοδο της ηλεκτρικής καρέκλας.
Αδόλφος Χίτλερ
Ο Συνταγματάρχης Κλάους κόμης Σενκ φον Στάουφενμπεργκ επέστρεψε στη Γερμανία το 1944, από την αφρικανική εκστρατεία, έχοντας χάσει το ένα του μάτι, το δεξί του χέρι και δύο δάκτυλα από το αριστερό του χέρι. Εκμεταλλευόμενος το ηρωικό του status και τη θέση του ως διοικητή των εφεδρικών στρατιωτικών δυνάμεων, προετοίμασε, μαζί με τον ταξίαρχο Λούντβιχ Μπεκ και άλλους στρατιωτικούς και πολιτικούς, την ανατροπή του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος και τη δολοφονία του Χίτλερ. Ο Στάουφενμπεργκ ήταν ο μόνος από τους συνωμότες που είχε απευθείας πρόσβαση στον Χίτλερ. Συνεπώς, ανέλαβε ο ίδιος το εκτελεστικό κομμάτι του σχεδίου της εξουδετέρωσης της κεφαλής του Άξονα, με την τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού στην αίθουσα συσκέψεων, ο οποίος βρισκόταν κρυμμένος μέσα σε μια βαλίτσα. Η έναρξη της επιχείρησης θα σηματοδοτούταν με το σύνθημα Βαλκυρία. Στις 20 Ιουλίου του 1944 ο μηχανισμός τέθηκε σε λειτουργία. Για κακή τύχη του Στάουφενμπεργκ, ένας αξιωματικός -ενοχλημένος από τη θέση της βαλίτσας- την μετατόπισε σε άλλο σημείο της αίθουσας. Αυτή, επομένως, η πράξη έσωσε τον Αδόλφο Χίτλερ! Αποτέλεσμα της έκρηξης υπήρξε ο θάνατος τεσσάρων συμμετεχόντων της διάσκεψης και ο σοβαρός τραυματισμός άλλων επτά.
Ο Στάουφενμπεργκ παρακολούθησε την έκρηξη από μακριά, σίγουρος για την επιτυχία του σχεδίου του. Ο Χίτλερ τραυματίστηκε ελαφρά και το ίδιο απόγευμα ήταν σε θέση να υποδεχτεί και να συνομιλήσει με τον Μπενίτο Μουσσολίνι. Η αναζήτηση των ενόχων ξεκίνησε αμέσως. Όλες οι γραμμές ήταν κομμένες, εκτός από μια απευθείας γραμμή με τα SS. Οι υποψίες έπεσαν στον Στάουφενμπεργκ, ο οποίος, όταν γύρισε στο Βερολίνο, είδε ότι δεν είχε γίνει καμία κίνηση για ενεργοποίηση των μονάδων, παρά μόνο τέσσερις ώρες μετά. Ήταν, όμως, πολύ αργά για να οργανωθεί η διαφυγή των συνωμοτών. Οι δράστες συνελήφθησαν, ο Μπεκ αυτοκτόνησε, ενώ, οι υπόλοιποι τουφεκίστηκαν. Οι συνεργάτες τους στο Κάσσελ, στη Βιέννη και στο Παρίσι παραιτήθηκαν από την προσπάθεια.
Ο Αδόλφος Χίτλερ σε ομιλία του ανακοίνωσε ότι επέζησε της απόπειρας, τονίζοντας ότι «οι δράστες ήταν μια μικρή κλίκα φιλόδοξων, ασυνείδητων, εγκληματιών, κουτών αξιωματικών». Κατόπιν, άδραξε την ευκαιρία και προχώρησε σε αντικατάσταση μερικών επικεφαλής των γερμανικών μονάδων.
Ελευθέριος Βενιζέλος
Η πιο αμφιλεγόμενη πολιτική προσωπικότητα της ελληνικής ιστορίας δέχτηκε τρεις απόπειρες δολοφονίας. Η πρώτη, σημειώθηκε στις 3 Αυγούστου του 1897, όταν ο Βενιζέλος βρέθηκε στις Αρχάνες του Ηρακλείου μαζί με πληρεξούσιους από ολόκληρη την Κρήτη για τη δεύτερη επαναστατική συνέλευση. Από την πρώτη κιόλας συνέλευση, που είχε πραγματοποιηθεί στους Αρμένους των Χανίων (26 Ιουνίου του ιδίου έτους), είχε αναδειχθεί πρόεδρος του Σώματος. Στις τάξεις των Κρητών -που διψούσαν για την ελευθερία τους- είχαν διαμορφωθεί δύο κυρίαρχες απόψεις. Η πρώτη, που ήθελε την κήρυξη της άμεσης αυτονόμησης της Μεγαλονήσου και η δεύτερη, που ζητούσε εγγυήσεις αλλά και την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων.
Αυτονομία χωρίς συγκεκριμένας εγγυήσεις των μεγάλων δυνάμεων δύναται να ερμηνευθεί ως συμφορά και να είμεθα πιο σκλάβοι υπό καθεστώς αυτονομίας, από ότι είμεθα σήμερα στον Σουλτάνο.
Επιχειρηματολογία Ε. Βενιζέλου.
Με το που ξεστόμισε τα λόγια αυτά, ένας θερμόαιμος Ηρακλειώτης όρμηξε εναντίον του με μαχαίρι, αλλά, ο 17χρονος Χανιώτης Σταθής Περουλής (μετέπειτα δήμαρχος Βάμου) -μ’ ένα αστραπιαίο χτύπημα στο χέρι του επιτιθέμενου- γλίτωσε τον Βενιζέλο την τελευταία στιγμή.
Η δεύτερη απόπειρα, τον βρήκε εν ενεργεία πρωθυπουργό στη Γαλλία στις 30 Ιουλίου του 1920, απότοκος του Εθνικού Διχασμού ανάμεσα σε βενιζελικούς και βασιλικούς. Ο Βενιζέλος κατευθυνόταν προς το σταθμό της Λυών για να μεταβεί στη Μασσαλία, όταν δύο απότακτοι Έλληνες αξιωματικοί πυροβόλησαν 8 φορές προς το μέρος του. Ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας τραυματίστηκε στον αριστερό βραχίονα και στο δεξί πλευρό. Οι δύο δράστες, Τσερέπης και Κυριάκης, συνελήφθησαν αμέσως. Σε μετέπειτα δηλώσεις τους επικαλέστηκαν ως κίνητρο για την πράξη τους αυτή την κυριαρχία της ελευθερίας στην Ελλάδα. Αρχικά, στην Αθήνα, έφτασε η είδηση ότι «δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός» κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όχι μόνο σωρεία επεισοδίων από βενιζελικούς σε σπίτια πολιτικών της αντιπολίτευσης (όπως του πρώην πρωθυπουργού Στέφανου Σκουλούδη), σε γραφεία εφημερίδων (όπως η «Καθημερινή»), σε θέατρα («Κοτοπούλη»), αλλά και τη δολοφονία του φερέλπιδος πολιτικού της αντιπολίτευσης Ίωνος Δραγούμη, στις 31 Ιουλίου του 1920.
Η τρίτη απόπειρα, έγινε στις 7 Ιουνίου του 1933, τη στιγμή της επιστροφής του ζεύγους Βενιζέλου από την Κηφισιά, όπου είχε παρευρεθεί για να δειπνήσει. Το ζευγάρι κατευθυνόταν προς την κατοικία του στην Αθήνα. Στον Παράδεισο του Αμαρουσίου, οι δράστες πλησίασαν με το δικό τους όχημα, το όχημα του Βενιζέλου και άρχισαν να πυροβολούν ακατάπαυστα προς τους επιβαίνοντες σε αυτό. Ο Βενιζέλος συμπαρέσυρε τη σύζυγό του, Ελενα, στο δάπεδο του αυτοκινήτου και έδωσε εντολή στον οδηγό να μην ανακόψει ταχύτητα. Το αυτοκίνητο, ύστερα από μια καταδίωξη θανάτου, κατέληξε στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Αν και η Έλενα Βενιζέλου τραυματίστηκε στα χέρια και στα πόδια, δεν νοσηλεύτηκε εκείνη, αλλά ο σωματοφύλακας Ιωάννης Μαρκάκης, ο οποίος είχε δεχθεί σφαίρα στο κεφάλι και απεβίωσε λίγο αργότερα.
Την επομένη, ο Βενιζέλος απέδωσε πολιτικές ευθύνες στον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας, Π. Τσάλδαρη, ενώ κατηγόρησε ευθέως τον Διευθυντή της Δημόσιας Ασφάλειας, Ι. Πολυχρονόπουλο. Ο τελευταίος, μάλιστα, -δύο ημέρες αργότερα- συνελήφθη για δεύτερη φορά μέσα σε δύο ημέρες, μαζί με τον αδελφό του και μερικούς άλλους, με την κατηγορία ότι αποτελούσαν τον κορμό των οργανωτών της τρίτης απόπειρας κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου. Η απόπειρα αυτή είχε ως επακόλουθο, μεταξύ άλλων, τον κλονισμό της εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης προς τους κρατικούς λειτουργούς και τις αστυνομικές δυνάμεις της χώρας.
Για τα γεγονότα της 6ης Ιουνίου του 1933 ακολουθεί ένα απόσπασμα από το ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ «Πανόραμα του Αιώνα».
Πηγές:
1. Χρονικό του Εικοστού Αιώνα, Εκδόσεις Δομική
2. Εφημερίδα Καθημερινή
3. Ιστορία των Ελλήνων, Τόμος 12, Εκδόσεις Δομή
4. http://istorikesphotografies.blogspot.gr/2011/09/blog-post_2185.html