Ο Φράνσις Άλμπερτ «Φρανκ» Σινάτρα, γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1915 στο Χόμποκεν του Νιου Τζέρι. Από μικρό, ολόκληρη η οικογένεια τον κακομάθαινε με ακριβά δώρα και ρούχα. Εκείνος, όμως, ήταν «αλητάκι», και μάλιστα για ένα διάστημα έδρασε ως αρχηγός μιας συμμορίας μικροκλεφτών(!).
Έδειξε νωρίς την προτίμησή του στο bel canto. Αν και δεν είχε κάποια ιδιαίτερη μουσική παιδεία, ως έφηβος αποφάσισε να στραφεί επαγγελματικά στο τραγούδι, επηρεασμένος από τις ηχογραφήσεις του Μπινγκ Κρόσμπι. Λίγο αργότερα, το 1940, εντάχθηκε στη μπάντα του Τόμι Ντόρσεϊ, και σύντομα η καριέρα του άρχισε να απογειώνεται.
Από τα τέλη του 1942 ακολούθησε ατομική καριέρα, και σύντομα εξελίχθηκε σε φαινόμενο της αμερικανικής κουλτούρας και ίνδαλμα για τους περισσότερους. Άξιο αναφοράς αποτελεί το γεγονός πως οι νεαρές θαυμάστριές του έμειναν γνωστές στην ιστορία ως bobby soxers. Την ίδια περίοδο, του αποδόθηκαν τα παρωνύμια Frankieboy, The Sultan of Swoon (Σουλτάνος του συναισθήματα), και το δημοφιλέστερο The Voice (Η φωνή). Στα τέλη του 1944, ξεκίνησε να ηχογραφεί -με μεγάλη συχνότητα- για τη δισκογραφική εταιρεία Columbia.
Η πτώση και η άνοδος με δώρο… Oscar και Grammy
Ο Φράνκ Σινάτρα είχε ξεκινήσει να γίνεται γνωστός και να μαγεύονται όλοι από τη φωνή του. Δυστυχώς, υπήρξε ένα μελανό σημείο στην αρχή της καριέρας του, που τον σημάδεψε -όχι όμως ανεπανόρθωτα-. Τα πρώτα αρνητικά δημοσιεύματα του Τύπου εμφανίστηκαν ξαφνικά. Σχετίζονταν κυρίως με τις διασυνδέσεις του Σινάτρα με προσωπικότητες του οργανωμένου εγκλήματος, όπως ο Λάκι Λουτσιάνο. Αποκορύφωμα των γεγονότων αποτέλεσε το περιστατικό της επίθεσης του κατά του δημοσιογράφου Λη Μόρτιμερ, που αργότερα αποδείχθηκε ότι συνεργάστηκε με το FBI για τη δυσφήμιση του.
Το 1952, ενδεικτικό της παρακμής της καριέρας του, υπήρξε το γεγονός πως δε διέθετε κανένα δισκογραφικό ή κινηματογραφικό συμβόλαιο, ούτε κάποιον καλλιτεχνικό πράκτορα. Ο λόγος; Ένα βράδυ του 1952 στο κλαμπ Copacabana της Νέας Υόρκης, η διάσημη φωνή σίγησε, καθώς οι φωνητικές χορδές του είχαν ματώσει. Η δισκογραφική εταιρεία του έκανε ότι δεν τον ήξερε, και όλοι τον ξέγραψαν.
Κάποιοι άνθρωποι είχαν όμως άστρο, και ο Φράνκ Σινάτρα ήταν ένας από αυτούς. Το 1953 ικέτεψε τη Columbia να του δώσει ένα ρόλο στην ταινία «Από εδώ ως την αιωνιότητα», με προσβλητικά χαμηλή αμοιβή. Εξαργύρωσε την απόφασή του αυτή με το Όσκαρ Β’ Ανδρικού ρόλου, κι επανήλθε δριμύτερος.
Τη δεκαετία του ’50, σημειώθηκε μια στροφή στον ήχο του, δίνοντας περισσότερη έμφαση στο είδος του σουίνγκ, και λιγότερο στις μπαλάντες των προηγούμενων ετών. Το 1953 υπέγραψε συμβόλαιο με τη Capitol Records. Οι ηχογραφήσεις εκείνης της εποχής συγκαταλέγονται στις κορυφαίες δημιουργίες του. Το άλμπουμ Come Dance with Me! (1959) του εξασφάλισε το πρώτο του βραβείο Γκράμι.
Μουσική-Δισκογραφική-Κινηματογράφος
Σταδιακά, έγινε το αστέρι της μουσικής βιομηχανίας και του κινηματογράφου, ένας από τους πλουσιότερους τραγουδιστές του αιώνα. Του άρεσε πολύ να δουλεύει με τους φίλους του, να γυρίζουν μαζί ταινίες, και μετά να πηγαίνουν στα καλύτερα πάρτι ως το πρωί. Έτσι, δημιουργήθηκε στις αρχές του 1960 το περίφημο «Rat Pack», η ιστορική ανδροπαρέα του Σινάτρα και των Ντιν Μάρτιν, Σάμι-Ντέιβις Τζούνιορ, Πίτερ Λόφορντ και Τζόι Μπίσοπ.
Ο Σινάτρα ίδρυσε τη δισκογραφική εταιρεία Reprise Records, στην οποία -μέχρι το 1962- ηχογραφούσε παράλληλα με τη Capitol. Οι προσεγμένοι στίχοι των τραγουδιών του, ερωτικοί, αλλά λιγότερο αφελείς από το συνηθισμένο, και ο τρόπος με τον οποίο τόνιζε ή «έπνιγε» τις λέξεις, διέφεραν από οτιδήποτε είχε ακούσει ως τότε η αμερικανική νεολαία. Στις μεγαλύτερες επιτυχίες του συγκαταλέγονται τα τραγούδια Strangers in the Night (1966), That’s Life (1967) και το My Way (1969).
Ως ηθοποιός εμφανίστηκε σε 58 ταινίες, τόσο σε μιούζικαλ, όσο και σε καθαρά ερμηνευτικούς ρόλους, χωρίς να τραγουδά. Ξεχωρίζουν τα μιούζικαλ με συμπρωταγωνιστή τον Τζίν Κέλι, και ειδικότερα το μιούζικαλ Τρία κορίτσια και τρεις ναύτες (On the Town, 1949). Επίσης, οι ερμηνείες του στις ταινίες, The Man with the Golden Arm ( 1955), για την οποία ήταν υποψήφιος για το βραβείο Όσκαρ Α’ Ανδρικού ρόλου, το Guys And Dolls (1955), στο πλευρό του Μάρλον Μπράντο, καθώς και το πολιτικό θρίλερ The Manchurian Candidate (1962), υπήρξαν καθηλωτικές.
Το 1971 δήλωσε ότι αποσύρεται, δεν κατάφερε όμως να κρατηθεί μακριά από το μικρόφωνο περισσότερο από δύο χρόνια. Οι σημαντικότεροι δίσκοι του ήταν: Trilogy (1980), She Shot Me Down (1981) και L.A. Is My Lady (1984). Οι τελευταίοι δίσκοι που ηχογράφησε, ήταν τα Duets (1993) και Duets II (1994), μετά από δεκαετή απουσία. Η τελευταία συναυλία του πραγματοποιήθηκε το 1995, καθώς άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας.
Προσωπική ζωή
Τελευταία χρόνια
Ο γαλανομάτης με την υπέροχη φωνή, είχε μεγάλη επιτυχία με τις γυναίκες. Είχε, όποια ήθελε! Παντρεύτηκε τέσσερις φορές: τη Νάνσι Μπαρμπάτο (1939-1951), με την οποία απέκτησε και τα τρία του παιδιά: Νάνσι, Φράνκ Τζούνιορ και Τίνα. Επίσης, παντρεύτηκε την Άβα Γκάρντνερ (1951-1957), τη Μία Φάροου (1966-1968) και την Μπάρμπαρα Μαρξ (1976-1998).
Πολλοί τον κατηγόρησαν, ότι είχε διασυνδέσεις με την ιταλική Μαφία, και αρκετά από τα ονόματα των συνεργατών του περιέχονταν σε «ύποπτους» φακέλους του FBI. Αυτός ήταν και ο λόγος, που έχασε την άδεια του καζίνου του στο Λας Βέγκας. Η πόλη, όμως, αναγνώρισε την προσφορά του, δίνοντας το 2001 το όνομά του σε μία κεντρική λεωφόρο της. Επίσης, υπήρξε στενός φίλος και υποστηρικτής του Τζον Φ. Κένεντι και του Ρόναλντ Ρίγκαν.
Δυστυχώς, στις 14 Μαΐου του 1998, η τρομερή αυτή φωνή, που μας ταξίδευε μέχρι το φεγγάρι, έπαψε να υπάρχει. Έπειτα από μάχη με διάφορα προβλήματα υγείας, έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 83 ετών. Τιμήθηκε ως ο σπουδαιότερος Αμερικανός τραγουδιστής του 20ού αιώνα, αλλά και ως συμβολική μορφή της αμερικανικής κουλτούρας. Το μουσικό έργο του υπήρξε ογκώδες, με περισσότερες από 1400 ηχογραφήσεις. Το 1985 τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας από τον Ρόναλντ Ρίγκαν και με το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου, το 1997.
Το 2015, ένα βιβλίο με πιπεράτες αποκαλύψεις, θέλησε να σπιλώσει τη μνήμη του. Ο συγγραφέας ισχυριζόταν πως ο Σινάτρα είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση του γαστρεντερικού και είχε παραπονεθεί ότι έπασχε από ανικανότητα, ενώ φέρεται να είχε εφοδιαστεί με «εμφύτευμα πέους». Ο ίδιος συγγραφέας συγχρόνως υποστήριξε πως ο γιος της Μία Φάροου, που απέκτησε το 1987 με τον Γούντι Άλεν, ήταν παιδί του Σινάτρα. Η ομοιότητα ήταν εκπληκτική.
Ό,τι και να έχει ειπωθεί γι’ αυτόν τον άνθρωπο, το γαλανομάτη γόη, όλοι συμφωνούν πώς ήταν «Η ΦΩΝΗ»! Χειριζόταν το μικρόφωνο με άνεση. Ήταν έξοχος ως τραγουδιστής της ερωτικής μπαλάντας. Η ερμηνεία του υπήρξε μοναδική, πόσο μάλλον όταν τραγουδούσε για τη μοναξιά, τους ανεκπλήρωτους έρωτες και τα κατεστραμμένα όνειρα.
Για το τέλος, δε θα μπορούσε να λείπει ένα από τα κορυφαία κομμάτια του Φράνκ Σινάτρα, το γνωστό σε όλους μας, My way:
Info
http://www.wikipedia.com
http://www.thetoc.gr
http://www.biography.com
www.sinatra.com