Οι «γυναίκες παρηγοριάς» ή «γυναίκες ανακούφισης» ήταν χιλιάδες γυναίκες και μικρά κορίτσια από την Κορέα, αλλά και άλλες ασιατικές, κυρίως, χώρες που εξαναγκάστηκαν σε σεξουαλική σκλαβιά από τον Αυτοκρατορικό Ιαπωνικό Στρατό στα κατεχόμενα εδάφη πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ονομάστηκαν «γυναίκες παρηγοριάς» από τον Ιαπωνικό όρο ianfu, ενός ευφημισμού για τις πόρνες, και jugun ianfu που στα ιαπωνικά σημαίνει «πόρνες που υπηρετούν στον στρατό». Η θλιβερή ιστορία των «γυναικών παρηγοριάς» αποτελεί ένα από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα που έλαβαν χώρα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι γυναίκες που κακοποιήθηκαν βάναυσα, όσες κατάφεραν να επιζήσουν, βρήκαν την δύναμη, αρκετά χρόνια αργότερα, να διεκδικήσουν έστω το ελάχιστο απ’ όσα τους αρπάχτηκαν βίαια: την αξιοπρέπεια τους και την αναγνώριση του εγκλήματος εις βάρος τους από το Ιαπωνικό κράτος, καθώς και την ηθική, κυρίως, αποζημίωση τους αλλά και την υλική, για μια καλύτερη ζωή. Η Ιαπωνία για πολύ καιρό δεν παραδεχόταν το έγκλημα που διέπραξε εις βάρος χιλιάδων γυναικών στα χρόνια του πολέμου. Το 1992 η Ιαπωνία ζήτησε για πρώτη φορά «συγγνώμη», παραδεχόμενη το έγκλημά της.
«Έγινε ήδη πολύ κακό από όσα εξαναγκάστηκα να κάνω, τότε. Αλλά το χειρότερο είναι ότι με κατάντησαν στείρα εξαιτίας αυτής της δοκιμασίας. Πικραίνομαι όταν το σκέφτομαι αυτό, αλλά δεν θα κατηγορήσω πια τους άλλους. Αυτό που συνέβη ήταν το πεπρωμένο. Τελειώσαμε και τα σώματά μας είναι άχρηστα μετά από τόση κακοποίηση. Δεν έχει σημασία αν λαμβάνουμε αποζημίωση ή όχι. Άλλωστε, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε με τα λεφτά, με τόσα λίγα χρόνια που μας απόμειναν να ζήσουμε; Το μόνο που μπορώ, είναι να ευχηθώ, η χώρα μου και ο λαός μου, να ευημερούν και να κάνουν το καλύτερο, ώστε η ιστορία να μην μπορεί να επαναληφθεί ποτέ ξανά».
Lee Yong – soo
(Ακτιβίστρια από την Νότια Κορέα – υπήρξε θύμα του Ιαπωνικού στρατού εξαναγκαζόμενη σε σεξουαλική σκλαβιά κατά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Σήμερα είναι 93 ετών).
Σύστημα «Γυναίκες παρηγοριάς»
Από όλα τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ίσως η χειρότερη τραγωδία για τον κορεατικό λαό ήταν ο εξαναγκασμός δεκάδων χιλιάδων γυναικών της Κορέας να γίνουν «γυναίκες παρηγοριάς», ή σκλάβες του σεξ, στην υπηρεσία των Ιαπώνων στρατιωτών.
Αυτή η θλιβερή ιστορία στοιχειώνει την Κορέα μέχρι σήμερα, σχεδόν 80 χρόνια μετά το τέλος της αποικιοκρατικής περιόδου.
Οι «γυναίκες παρηγοριάς» αποτέλεσαν μέρος ενός ολόκληρου συστήματος που πιστεύεται ότι ξεκίνησε στην Κίνα το 1932, όταν η Ιαπωνία αποφάσισε να προσλάβει γυναίκες, αρχικά ως ιερόδουλες για το ιαπωνικό ναυτικό στην Σαγκάη. Η αρχή έγινε με 10 γυναίκες και κατόπιν, όπως αναφέρεται σε σχετικές έρευνες, μέχρι το 1936 υπήρχαν σε αυτό το «δίκτυο» 102 Γιαπωνέζες και 29 Κορεάτισσες. Ωστόσο, εντέλει, οι «γυναίκες παρηγοριάς» κατέληξαν, προς το τέλος του πολέμου, να είναι όλες από την Κορέα και την Κίνα, κυρίως, και καμία δεν καταγόταν από την Ιαπωνία. Ο όρος «γυναίκες παρηγοριάς» χρησιμοποιήθηκε σκόπιμα και υποκριτικά από την ιαπωνική κυβέρνηση για να φαίνεται πως αυτές οι γυναίκες χρησιμοποιήθηκαν για καλό σκοπό, συμμετέχοντας σε πατριωτικές ενέργειες προς στήριξη των στρατιωτών που πολεμούσαν στην πρώτη γραμμή του πολέμου.
Ο Γιούκι Τανάκα, ιστορικός, εξηγεί την δικαιολογία που χρησιμοποίησε η Ιαπωνία για την εκμετάλλευση των γυναικών ως σκλάβες του σεξ ως εξής: Οι στρατιωτικοί ηγέτες της Ιαπωνίας οργάνωσαν το σύστημα των «γυναικών παρηγοριάς» με βάση την πεποίθηση ότι προστάτευαν τον ηθικό και φυσικό χαρακτήρα των στρατευμένων, και πως με αυτό τον τρόπο προστάτευαν, επίσης, και τους Ασιάτες άμαχους. Θεωρούσαν το σύστημα ως απαραίτητο και αποτελεσματικό μέσο για την αποτροπή βιασμού των αμάχων από τους Ιάπωνες στρατιώτες και από τη μόλυνση με αφροδίσια νοσήματα μέσω επαφής με μη εξουσιοδοτημένα άτομα – ιερόδουλες. Σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, δηλαδή, κατά τους Ιάπωνες, το σύστημα των «γυναικών παρηγοριάς» βοηθούσε τους στρατιώτες να λειτουργούν με υψηλό φρόνημα στη μάχη, ενώ προστάτευε τους άμαχους πολίτες από κακοποίηση. Όμως, ο Τανάκα καταλήγοντας υποστηρίζει ότι ο βαθύτερος ψυχολογικός συλλογισμός μιας τέτοιας σεξουαλικής βίας είναι η επιθυμία των Ιαπώνων να ελέγχουν τους ανθρώπους που αποικίζουν, και αυτό εξηγεί, γιατί τα θύματα έπαψαν σύντομα να είναι Γιαπωνέζες και ήταν κυρίως Κορεάτισσες, από ένα χρονικό σημείο και έπειτα. Επομένως, το θέμα των «γυναικών παρηγοριάς» είναι τόσο το σοβαρό πρόβλημα της κακοποίησης των γυναικών όσο και το, επίσης, σοβαρό πρόβλημα του τρόπου με τον οποίο οι Ιάπωνες αντιλαμβάνονταν τους Κορεάτες στα βάθη του μυαλού τους, που περιλαμβάνει την ανισότητα των φύλων και τον ρατσισμό. Λόγω του συνδυασμού αυτών των δύο παραγόντων διάκρισης των ανθρώπων, οι Κορεάτισσες υπέφεραν ακόμη περισσότερα δεινά.
Ως προς των αριθμό των θυμάτων, αυτός ποικίλλει ανάλογα με τις πηγές. Για παράδειγμα, η ιστορικός Susan Brownmiller υπολογίζει ότι υπήρχαν περίπου 100.000 γυναίκες στο σύστημα. Ένα μνημείο προς τιμήν των «γυναικών παρηγοριάς» στο Palisades Park στο New Jersey, όπως γράφεται στην επιγραφή του, εκτιμά πάνω από 200.000, αναφέροντας: «Στη μνήμη των 200.000 και πλέον γυναικών και κοριτσιών που απήχθησαν από τις ένοπλες δυνάμεις της κυβέρνησης της Αυτοκρατορικής Ιαπωνίας 1930-1945 γνωστές ως «Comfort Women». Ο Yuha Park, καθηγητής στο College of Liberal Arts στο Πανεπιστήμιο Sejong, συμφωνεί με αυτόν των αριθμό και εξηγεί ότι η προέλευση του αριθμού 200.000 προήλθε από μια εφημερίδα της Σεούλ, που ανέφερε ότι ο αριθμός των γυναικών από Κορέα και Ιαπωνία που επιλέχθηκαν ως Chonsindae (σώμα εθελοντών) εκτιμάται να είναι 200.000, ενώ λέγεται ότι 50.000 με 70.000 από αυτές ήταν Κορεάτισσες. Όπως φαίνεται, υπάρχουν ανισότητες στον αριθμό των γυναικών και είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπολογιστεί ο ακριβής αριθμός τους.
Σε άλλη έρευνα εξηγείται πως το σύστημα των γυναικών εξελίχθηκε από σπίτια ψυχαγωγίας μεταξύ 1932 και 1937, σε πορνεία μεταξύ 1938 και 1941 και τελικά σε στρατόπεδα βιασμών μεταξύ 1942 και 1945. Τα σπίτια ψυχαγωγίας περιλάμβαναν μουσικές παραστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του χορού, χωρίς σεξουαλικές υπηρεσίες και οι διασκεδαστές πληρώνονταν, ενώ στα πορνεία οι σεξουαλικές υπηρεσίες ήταν επ’ αμοιβή. Καθώς ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος εντάθηκε το 1942- 1945, τα σπίτια αυτά μετατάπηκαν σε στρατόπεδα βιασμού, όπου οι γυναίκες αναγκαζόταν να «εργαστούν» ως σκλάβες του σεξ χωρίς καμία αμοιβή.
Η ιαπωνική κυβέρνηση γνώριζε ότι παραβίαζε το διεθνές δίκαιο, στρατολογώντας γυναίκες, καθώς υπάρχει το έγγραφο «Matters Concerning the Handling of Women Sailing to China» που γράφτηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1938, και είχε σταλεί σε όλους τους διοικητές νομαρχιών και περιφερειών στην Ιαπωνία από τον Αρχηγό της Αστυνομίας του γραφείου του Υπουργείου Εσωτερικών. Στο έγγραφο αναφέρονται τα εξής: «Εάν η πρόσληψη αυτών των γυναικών [που σκοπεύουν να εργαστούν ως ιερόδουλες] και η ρύθμιση των πρακτόρων [πρόσληψης] είναι ακατάλληλη, όχι μόνο θα θέσει σε κίνδυνο την εξουσία της αυτοκρατορίας και θα βλάψει την τιμή του Αυτοκρατορικού Στρατού, αλλά θα ασκήσει και τρομερή επιρροή στους πολίτες στο εσωτερικό μέτωπο, ιδιαίτερα στις οικογένειες των στρατιωτών που σταθμεύουν στο εξωτερικό. Επίσης, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι οι ενέργειες αυτές δεν είναι αντίθετες με το πνεύμα των διεθνών συνθηκών σχετικά με την εμπορία γυναικών και κοριτσιών. Με το παρόν ενημερώνεστε για τις εντολές σας για να χειριστείτε αυτά τα θέματα από εδώ και στο εξής σύμφωνα με τις ακόλουθες οδηγίες».
Το έγγραφο, επίσης, ορίζει συγκεκριμένα, πώς οι γυναίκες πρέπει να ταξιδεύουν στην Κίνα για να υπηρετήσουν τους Ιάπωνες στρατιώτες ως ιερόδουλες. Η πρόταση «θα ασκήσει επιζήμια επιρροή σε πολίτες στο εσωτερικό μέτωπο, ειδικά στις οικογένειες των στρατιωτών που βρίσκονται στο εξωτερικό», αποδεικνύει ότι η ιαπωνική κυβέρνηση ανησυχούσε πως οι Ιάπωνες πολίτες θα αποθαρρύνονταν, αν οι Γιαπωνέζες επιστρατεύονταν ως «γυναίκες παρηγοριάς». Αν οι στρατιώτες έβρισκαν τις γυναίκες ή τις κόρες τους κοντά σε πεδία μάχης να εργάζονται ως ιερόδουλες, θα έχαναν την εμπιστοσύνη τους στον στρατό και την χώρα τους. Αυτός, λοιπόν, ήταν ο λόγος για τον οποίο η ιαπωνική κυβέρνηση αποφάσισε να στρατολογήσει γυναίκες εκτός Ιαπωνίας, όπου οι Ιάπωνες στρατιώτες ήταν απίθανο να μην τις γνωρίζουν. Αυτό εξηγεί και γιατί οι Ιάπωνες δεν έστειλαν το ίδιο έγγραφο, με αυτήν τη διαταγή στους στρατηγούς της Κορέας και της Ταϊβάν, επειδή αυτοί δεν χρειαζόταν να περιορίσουν τη στρατολόγηση ντόπιων γυναικών σε αυτές τις χώρες. Ο ρατσισμός όσον αφορά τις γυναίκες, με αυτή την έννοια, ήταν αχαλίνωτος από την πλευρά του ιαπωνικού λαού. Η Ιαπωνική κυβέρνηση στρατολογούσε γυναίκες από άλλες χώρες, αφού αυτό δεν θα πλήγωνε τους στρατιώτες της.
Μαρτυρίες επιζώντων
«Οι γυναίκες ούρλιαζαν, αλλά δεν μας ένοιαζε καθόλου αν θα ζούσαν ή αν θα πέθαιναν. Ήμασταν οι στρατιώτες του αυτοκράτορα. Βιάζαμε χωρίς δισταγμό, είτε βρισκόμασταν στους οίκους ανοχής του στρατού, είτε στα χωριά».
Γιασούτζι Κανέκο
(πρώην στρατιώτης που υπηρέτησε στον Ιαπωνικό στρατό στα χρόνια του Β’ παγκοσμίου πολέμου).
Η μαρτυρία της κάθε γυναίκας που επέζησε αυτής της φρίκης είναι διαφορετική, ανάλογα με το πότε και πού βρέθηκε. Όλες όμως οι μαρτυρίες είναι τραγικές και επιβεβαιώνουν την βαρβαρότητα του πολέμου και την κατάντια που μπορεί να πέσει ο άνθρωπος.
Η Hwang Keum Ju κατέθεσε ότι εκείνη και άλλες Κορεάτισσες νεαρές γυναίκες εξαναγκάστηκαν να παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες σε έως και τριάντα με σαράντα Ιάπωνες στρατιώτες την ημέρα στην παλιά Μαντζουρία. Όποτε αρνούνταν να ενδώσουν στις σεξουαλικές ορέξεις των στρατιωτών ή όταν δεν συνεργάζονταν, όπως εκείνοι ήθελαν, οι γυναίκες ξυλοκοπούνταν, λιμοκτονούσαν ή υποβάλλονταν σε άλλες παρόμοιες απάνθρωπες μεταχειρίσεις, με αποτέλεσμα πολλούς θανάτους. Πολλές έμειναν έγκυες επανειλημμένα, και ακολουθούσαν αμφιλεγόμενες ιατρικές θεραπείες και παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των αμβλώσεων. Ακόμα και οι γιατροί που τις εξέταζαν δεν δίσταζαν, σε αρκετές περιπτώσεις, να τις βιάσουν. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα πάρα πολλές γυναίκες να μείνουν στείρες. Σε άλλη μαρτυρία έχει ειπωθεί πως ένας Κορεάτης, που εργαζόταν σε επιχείρηση στην Ιαπωνία, στρατολόγησε μία γυναίκα, λέγοντάς της ότι υπήρχε γι’ αυτήν δουλειά σε ένα εργοστάσιο. Όταν πήγε να ρωτήσει για τη δουλειά στο εργοστάσιο, ανακάλυψε ότι την είχαν εξαπατήσει. Βιάστηκε στο Ναγκασάκι από έναν από τους στρατιώτες και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Σαγκάη της Κίνας, όπου αναγκάστηκε να κάνει σεξ με τριάντα έως σαράντα άνδρες κάθε μέρα.
Μια άλλη επιζώσα, η Yi Yongsuk, είχε μια πολύ διαφορετική εμπειρία ως «γυναίκα παρηγοριάς». Αυτή πήγε να δουλέψει για ένα ζευγάρι Κορεατών ως οικιακή βοηθός, όταν ήταν δεκαεπτά ετών, αλλά το ζευγάρι την παρέδωσαν στους Ιάπωνες στρατιώτες.
Σχεδόν όλες οι γυναίκες-θύματα υπέφεραν επίσης από σωματική κακοποίηση σε συνδυασμό με σεξουαλική κακοποίηση. Η Kaneda Kimiko, μοιράστηκε την εμπειρία της σοβαρής σωματικής της κακοποίησης: « Στρατιώτες ήρθαν στο δωμάτιό μου, αλλά αντιστάθηκα με όλη μου τη δύναμη. Ο πρώτος στρατιώτης δεν ήταν μεθυσμένος και όταν προσπάθησε να μου σκίσει τα ρούχα, φώναξα “Όχι!” και έφυγε. Ο δεύτερος στρατιώτης ήταν μεθυσμένος. Μου κουνούσε απειλητικά ένα μαχαίρι και με απείλησε να με σκοτώσει αν δεν έκανα αυτό που είπε. Αλλά δεν με ένοιαζε αν πέθαινα και στο τέλος με μαχαίρωσε. Εδώ (έδειξε το στήθος της). Τον πήρε η στρατιωτική αστυνομία κι εμένα με μετέφεραν στο αναρρωτήριο. Τα ρούχα μου ήταν μούσκεμα από το αίμα. Νοσηλεύτηκα στο αναρρωτήριο για είκοσι ημέρες. Μετά με έστειλαν πίσω στο δωμάτιό μου. Ένας στρατιώτης που είχε μόλις επιστρέψει από τη μάχη μπήκε. Χάρη στην θεραπεία αν και η πληγή μου ήταν μεγάλη, είχε βελτιωθεί πολύ, αλλά είχα ένα γύψο στο στήθος μου. Παρόλα αυτά ο στρατιώτης μου επιτέθηκε, και όταν δεν έκανα αυτό που ήθελε, άρπαξε τους καρπούς μου και με πέταξε έξω από το δωμάτιο. Οι καρποί μου έσπασαν και είναι ακόμα πολύ αδύναμοι. Να, εδώ ήταν σπασμένο. Δεν υπάρχει κόκαλο εδώ. Εδώ με κλώτσησε ένας στρατιώτης. Αφαίρεσε το δέρμα μου αμέσως. Μπορούσες να δεις το κόκκαλο».
Οι μαρτυρίες είναι πάρα πολλές. Χιλιάδες γυναίκες, ακόμη και ορισμένα παιδιά – αφού υπάρχουν μαρτυρίες πως στρατολογήθηκαν κορίτσια ακόμη και 11 ετών- υπέφεραν σκληρά βασανιστήρια.
Για πολλές από αυτές τις γυναίκες, το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν έφερε και το τέλος των βασάνων τους.
Από τις χιλιάδες «γυναίκες παρηγοριάς», πάρα πολλές, αντιμετώπιζαν αφροδίσια νοσήματα και πέρασαν έως και 10 χρόνια για να θεραπευθούν. Για να επιβιώσουν εργάστηκαν σκληρά σε χωράφια, ή όπου μπορεί να φανταστεί κανείς, καθώς οι οικογένειές τους δεν τις δεχόταν πίσω ή δεν επέστρεφαν οι ίδιες από ντροπή, ή δεν είχαν και οι ίδιοι για να τις θρέψουν.
Πάρα πολλές από τις γυναίκες – έχει αναφερθεί ένας θλιβερά συντριπτικός αριθμός, το 90% εξ αυτών – δεν επέζησαν, και όσες τα κατάφεραν σκεφτόταν συχνά να αυτοκτονήσουν, μην αντέχοντας τις εφιαλτικές μνήμες, το ασήκωτο ψυχολογικό βάρος των όσων πέρασαν και τους πόνους, αφού πολλές από αυτές διαλύθηκαν και σωματικά.
Οι «γυναίκες παρηγοριάς» πρέπει επιτέλους να δικαιωθούν
Για ολόκληρες δεκαετίες το ζήτημα των «σταθμών παρηγοριάς» και όσα φρικτά πέρασαν οι γυναίκες που έζησαν σε αυτούς, ήταν απλώς ένα κοινό, σκοτεινό μυστικό. Στην πατριαρχική κοινωνία της Κορέας το θέμα ήταν ταμπού και τα θύματα συνέχισαν να κακοποιούνται, παραμένοντας στιγματισμένα και ζώντας στο περιθώριο.
Η σιωπή των θυμάτων όμως έσπασε στις αρχές της δεκαετίας του 90’, όταν πολλές επιζώσες άρχισαν επιτέλους να μιλούν δημόσια, γνωστοποιώντας τις τραυματικές εμπειρίες τους.
Από την άλλη πλευρά, το επίσημο Ιαπωνικό κράτος αρνούνταν, όλα αυτά τα χρόνια, να συμμετέχει σε διάλογο με την Κορέα, επί του θέματος, και να αναλάβει τις ευθύνες του.
Μετά την δημοσιοποίηση του θέματος και τις ασφυκτικές πιέσεις και προς την Κορεατική κυβέρνηση να αναλάβει και τις δικές της ευθύνες απέναντι στα θύματα, ιδρύθηκε, το 1990, στην Νότια Κορέα, το Κορεατικό Συμβούλιο για την υπεράσπιση των γυναικών που εξαναγκάστηκαν να ζήσουν σε καθεστώς σεξουαλικής δουλείας από τον Ιαπωνικό Αυτοκρατορικό Στρατό.
Από τα πρωταρχικά αιτήματα του Συμβουλίου ήταν η αναγνώριση των γεγονότων και η παραδοχή της ενοχής από το Ιαπωνικό Κράτος με επίσημη απολογία, η χρηματική αποζημίωση των θυμάτων, καθώς και η ηθική αποκατάσταση της αξιοπρέπειας τους μέσω της διδαχής των φρικαλεοτήτων που τελέσθηκαν εναντίον τους στα Ιαπωνικά σχολικά βιβλία.
Τα παραπάνω αιτήματα απορρίφθηκαν από την Ιαπωνική κυβέρνηση, η οποία δεν δέχθηκε να αποζημιώσει τα θύματα, με τον ισχυρισμό ότι οι διακρατικές διαφορές Ιαπωνίας – Κορέας διευθετήθηκαν μεταξύ των δύο χωρών με την συνθήκη του 1965. Στην συγκεκριμένη συνθήκη, όμως, η Ιαπωνία είχε πληρώσει αποζημίωση στην Κορέα, γενικά για τα θύματα πολέμου και όχι για τις «γυναίκες παρηγοριάς», αφού δεν αναγνώριζε την ύπαρξή τους, όπως προαναφέρθηκε. Η Ιαπωνία παρείχε στην Κορέα βοήθεια 800 εκατομμυρίων δολαρίων και πακέτο δανείων χαμηλού επιτοκίου για 10 χρόνια. Η κυβέρνηση της Νότιας Κορέας «ξόδεψε τα περισσότερα χρήματα για την οικονομική ανάπτυξη, εστιάζοντας στις υποδομές και την προώθηση της βαριάς βιομηχανίας και δεν έφτασε στα θύματα του πολέμου το παραμικρό χρηματικό ποσό».
Τον Δεκέμβριο του 1991, περίπου την περίοδο της 50ής επετείου από την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, τρεις Νοτιοκορεάτισσες κατέθεσαν μήνυση στην Ιαπωνία, ζητώντας αποζημίωση για την καταναγκαστική πορνεία. Αν και η Ιαπωνία είχε φροντίσει, με το πέρας του πολέμου, να καταστρέψει όλα τα έγγραφα που αποδείκνυαν την εμπλοκή της και τις λεπτομέρειες του πως λειτουργούσε το σύστημα με τις «γυναίκες παρηγοριάς», το 1992, αποκαλύφθηκαν έγγραφα που είχαν αποθηκευτεί από το 1958, τα οποία επιστράφηκαν από τα στρατεύματα των Ηνωμένων Πολιτειών και έδειχναν ότι ο στρατός είχε διαδραματίσει μεγάλο ρόλο στη λειτουργία αυτών που ονομάζονταν «σταθμοί παρηγοριάς». Τα έγγραφα βρέθηκαν στη βιβλιοθήκη της Υπηρεσίας Αυτοάμυνας της Ιαπωνίας. Η ιαπωνική κυβέρνηση παραδέχτηκε ότι ο Αυτοκρατορικός Ιαπωνικός Στρατός είχε αναγκάσει δεκάδες χιλιάδες Κορεάτισσες να κάνουν σεξ με Ιάπωνες στρατιώτες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις 14 Ιανουαρίου 1992, ο επικεφαλής εκπρόσωπος της ιαπωνικής κυβέρνησης Koichi Kato απηύθυνε μια επίσημη συγγνώμη λέγοντας: «Δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι ο πρώην ιαπωνικός στρατός έπαιξε ρόλο στην απαγωγή και κράτηση των «κοριτσιών παρηγοριάς» και θα θέλαμε να εκφράσουμε τη συγγνώμη μας και την συντριβή».
Τρεις μέρες αργότερα, στις 17 Ιανουαρίου 1992, σε ένα δείπνο που παρέθεσε ο Πρόεδρος της Νότιας Κορέας Roh Tae Woo, ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Kiichi Miyazawa είπε στον οικοδεσπότη του: «Εμείς οι Ιάπωνες πρέπει πρώτα και κύρια να θυμηθούμε την αλήθεια εκείνης της τραγικής περιόδου όταν οι πράξεις μας προκάλεσαν πόνο και λύπη για τον λαό σας. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε τα αισθήματά μεταμέλειας μας γι’ αυτό. Ως Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, θα ήθελα να δηλώσω εκ νέου τη μεταμέλειά μου για αυτές τις πράξεις και να ζητήσω τη συγγνώμη μου στον λαό της Δημοκρατίας της Κορέας.”
Ο ίδιος, ζήτησε ξανά συγγνώμη την επόμενη μέρα σε μια ομιλία του ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης της Νότιας Κορέας.
Τον Αύγουστο του 1993, η Ιαπωνία, με την δήλωση του Yohei Kono, Γενικου Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου, παραδέχτηκε, για άλλη μια φορά, την εμπλοκή του Αυτοκρατορικού Στρατού στους «Σταθμούς παρηγοριάς» και στην στρατολόγηση γυναικών ενάντια στη θέλησή τους, ομολογώντας πως ζούσαν (οι γυναίκες) υπό θλιβερές συνθήκες και υπό μία εξαναγκαστική ατμόσφαιρα (στους σταθμούς αναψυχής). Η Ιαπωνία προσέφερε ειλικρινείς απολογίες και μετάνοια, είπε, ενώ υποσχέθηκε να αντιμετωπίσει κατά πρόσωπο τα ιστορικά γεγονότα, με ακλόνητη βεβαιότητα να μην επαναλάβει το ίδιο λάθος, χαράζοντας για πάντα στην μνήμη αυτά τα ζητήματα μέσα από την μελέτη και τη διδαχή της ιστορίας.
Στις 28 Απριλίου 1998, το Ιαπωνικό δικαστήριο αποφάσισε ότι η κυβέρνηση πρέπει να αποζημιώσει τις γυναίκες και τους επιδίκασε 2.300 δολάρια ΗΠΑ (που ισοδυναμεί με 3.652 δολάρια, περίπου στις μέρες μας).
Το 2006, ωστόσο, και μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Πρωθυπουργό Shinzō Abe, η Ιαπωνία άλλαξε την πολιτική της πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα και ουσιαστικά ήταν σαν να πήρε πίσω την «συγγνώμη».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της συγκεκριμένης πολιτικής αποτέλεσε η απόπειρα του Ιαπωνικού Υπουργείου Εξωτερικών να ασκήσει πίεση στην εταιρία McGraw Hill να αφαιρέσει πολλές παραγράφους σχετικά με τις Γυναίκες Αναψυχής από τα διδακτικά της βιβλία Παγκόσμιας Ιστορίας. Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα το 2014.
Στις 28 Δεκεμβρίου 2015, ο Πρωθυπουργός Σίνζο Άμπε και η Πρόεδρος της Νότιας Κορέας Παρκ Γκουν-χιέ κατέληξαν σε επίσημη συμφωνία για την επίλυση της διαφοράς. Ο Άμπε εξέφρασε και πάλι την πιο ειλικρινή συγγνώμη και τις τύψεις του σε όλες τις γυναίκες και αναγνώρισε ότι είχαν υποστεί αμέτρητες και οδυνηρές εμπειρίες και υπέστησαν ανίατες σωματικές και ψυχολογικές πληγές ως «γυναίκες παρηγοριάς». Η Ιαπωνία συμφώνησε να πληρώσει 1 δισεκατομμύριο γιεν (8,3 εκατομμύρια δολάρια) σε ένα ταμείο που υποστηρίζει τα επιζώντα θύματα, ενώ η Νότια Κορέα συμφώνησε να απέχει από τις επικρίσεις κατά της Ιαπωνίας σχετικά με το θέμα και να αφαιρέσει ένα άγαλμα από το μνημείο των θυμάτων, μπροστά από την ιαπωνική πρεσβεία στη Σεούλ. Η ανακοίνωση ήρθε μετά τη συνάντηση του Υπουργού Εξωτερικών της Ιαπωνίας Fumio Kishida με τον ομόλογό του Yun Byung-se στη Σεούλ και αργότερα ο πρωθυπουργός Shinzo Abe τηλεφώνησε στην Πρόεδρο Park Geun-hye για να επαναλάβει μια συγγνώμη που είχε ήδη προσφέρει ο Kishida. Η κυβέρνηση της Κορέας θα διαχειριζόταν πλέον το ταμείο για τις σαράντα έξι εναπομείνασες ηλικιωμένες «γυναίκες παρηγοριάς» και θα έπρεπε να θεωρήσει το ζήτημα «τελικά και αμετάκλητα επιλυμένο».
Ωστόσο, ένας κορεατικός ειδησεογραφικός οργανισμός, ο Hankyoreh, ισχυρίστηκε ότι η συμφωνία δεν συμπεριλαμβάνει το αίτημα των επιζώντων της σεξουαλικής δουλείας να δηλώσει τη νομική ευθύνη της ιαπωνικής κυβέρνησης για το έγκλημα, σε κρατικό επίπεδο, της επιβολής ενός συστήματος σεξουαλικής δουλείας και ότι η κυβέρνηση της Νότιας Κορέας δεν προσπάθησε να συγκεντρώσει τις απόψεις για το ζήτημα από τις γυναίκες που επηρεάστηκαν πιο άμεσα από αυτήν, τις ίδιες τις επιζώσες. Όσον αφορά τη συμφωνία μεταξύ δύο χωρών, κυριολεκτικά, η Σεούλ και το Τόκιο απέτυχαν να επιτύχουν μια σημαντική πρόοδο στο ζήτημα κατά τη διάρκεια του 11ου γύρου συνομιλιών στις 15 Δεκεμβρίου 2015.
Αρκετές γυναίκες έδειξαν ικανοποίηση, τότε, για τη συμφωνία, καθώς ισχυρίζονται ότι δεν ήθελαν χρήματα, αλλά να δουν μια ειλικρινή αναγνώριση της νομικής ευθύνης από την Ιαπωνική κυβέρνηση. Ο εκπρόσωπος μιας ομάδας υποστήριξης των επιζώντων γυναικών, ωστόσο, εξέφρασε ότι η διευθέτηση με την Ιαπωνία δεν αντικατοπτρίζει τη βούληση των «γυναικών παρηγοριάς» και υποσχέθηκε ότι θα επιδιωχθεί η ακύρωσή της, εξετάζοντας πλέον άλλες νομικές επιλογές.
Τον Αύγουστο του 2016, δώδεκα γυναίκες παρηγοριάς κατέθεσαν μήνυση κατά της κυβέρνησης της Νότιας Κορέας, δηλώνοντας ότι η κυβέρνηση είχε ακυρώσει τα ατομικά δικαιώματα των θυμάτων να διεκδικήσουν αποζημίωση από την Ιαπωνία, υπογράφοντας στην συμφωνία να μην απαιτούν περαιτέρω νομικές ευθύνες χωρίς διαβούλευση με τα ίδια τα θύματα. Η μήνυση ισχυριζόταν ότι η συμφωνία του 2015 παραβίαζε απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου του 2011 σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση της Νότιας Κορέας πρέπει να «προσφέρει τη συνεργασία και την προστασία της έτσι ώστε οι πολίτες των οποίων η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και αξίες έχουν παραβιαστεί μέσω παράνομων ενεργειών που διαπράττονται από την Ιαπωνία να μπορούν να επικαλούνται τα δικαιώματά τους να απαιτούν αποζημίωση από την Ιαπωνία».
Τον Ιανουάριο του 2018, ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας Μουν Τζε-ιν χαρακτήρισε τη συμφωνία του 2015 «αναμφισβήτητη» και ότι «τελικά και αμετάκλητα» είναι μια επίσημη συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών, ωστόσο σε κάποιες πτυχές της συμφωνίας βρίσκει ελαττώματα. Δήλωσε σχετικά: «Ένας κόμπος που έχει δεθεί λάθος πρέπει να λυθεί».
Στις 15 Ιουνίου 2018, το 20ο αστικό τμήμα του Κεντρικού Περιφερειακού Δικαστηρίου της Σεούλ απέρριψε την αγωγή των γυναικών που ζητούσαν αποζημίωση και ήταν κατά της κυβέρνησης της Νότιας Κορέας για την υπογραφή της συμφωνίας του 2015 με την Ιαπωνία. Το δικαστήριο σημείωσε ότι η διακυβερνητική συμφωνία «είχε σίγουρα έλλειψη διαφάνειας ή ήταν ελλιπής όσον αφορά την αναγνώριση της «νομικής ευθύνης» και τη «φύση» του ενός δισεκατομμυρίου γεν που παρείχε η ιαπωνική κυβέρνηση. Ωστόσο, η εξέταση της διαδικασίας και του περιεχομένου που οδήγησε στη συμφωνία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απαλλάσσει το δικαίωμα των εναγόντων να απαιτήσουν αποζημίωση. Ένας δικηγόρος των επιζώντων είπε ότι θα ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης με βάση ότι αναγνωρίζει τη νομιμότητα της συμφωνίας Ιαπωνίας-Νότιας Κορέας του 2015.
Στις 8 Ιανουαρίου 2021, το Κεντρικό Περιφερειακό Δικαστήριο της Σεούλ διέταξε την κυβέρνηση της Ιαπωνίας να καταβάλει αποζημιώσεις 100 εκατομμυρίων γουόν (91.300 δολάρια) σε καθεμία από τις οικογένειες των δώδεκα γυναικών. Για τη δικαστική υπόθεση, αναφερόμενος στην αρχή της ασυλίας των κυρίαρχων που εγγυάται το διεθνές δίκαιο, ο πρωθυπουργός Yoshihide Suga είπε ότι «ένα κυρίαρχο κράτος δεν πρέπει να τεθεί υπό τη δικαιοδοσία ξένων δικαστηρίων», υποστηρίζοντας ότι η αγωγή πρέπει να απορριφθεί. Και ο Σούγκα τόνισε ότι το θέμα έχει ήδη διευθετηθεί πλήρως και τελικώς, μέσω της Συμφωνίας του 1965 για τη διευθέτηση προβλημάτων που αφορούν την περιουσία και τις αξιώσεις και την οικονομική συνεργασία.
Στις 25 Ιουνίου 2021, η ιαπωνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι ο Πρωθυπουργός Yoshihide Suga υποστηρίζει τις δηλώσεις που έγιναν από προηγούμενες κυβερνήσεις, που ζητούσαν συγγνώμη για την επιθετικότητα της Ιαπωνίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και παραδέχονταν ότι ο στρατός είχε ρόλο στον εξαναγκασμό των «γυναικών παρηγοριάς» σε σεξουαλική σκλαβιά.
Αυτή η «συγγνώμη» επαναλαμβάνεται, ωστόσο οι «γυναίκες παρηγοριάς», οι ελάχιστες που έχουν μείνει στην ζωή, δεν μπορούν να παρηγορηθούν, κι αυτές που πέθαναν και δεν πρόλαβαν να διεκδικήσουν, ούτε μια ανάσα παραπάνω, έμειναν για πάντα απαρηγόρητες.
Το παρακάτω σύντομο βίντεο, σύμφωνα με ερευνητές του θέματος των «γυναικών παρηγοριάς», είναι το μοναδικό που υπάρχει από εκείνη την εποχή, του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Στο βίντεο καταγράφονται «γυναίκες παρηγοριάς» από την Κορέα, και Ιάπωνες στρατιώτες.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
Comfort Women – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:en.wikipedia.org – Τελευταία πρόσβαση 12/1/2022
Sorry but Not Sorry: Politics of Apology over Comfort Women between Japan and South Korea – Masanori Shiomi – 18 Απριλίου 2019 – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:kuscholarworks.ku.edu – Τελευταία πρόσβαση 12/1/2022
The “Comfort Women” Controversy: History and Testimony – Yoshiko Nozaki – 6/7/2005 – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:apjjf.org – Τελευταία πρόσβαση 12/1/2022
Οι γυναίκες της παρηγοριάς. Ο ιαπωνικός στρατός απήγαγε χιλιάδες κοπέλες για να “εξυπηρετούν” σεξουαλικά τους στρατιώτες – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:www.mixanitouxronou.gr – Τελευταία πρόσβαση 12/1/2022
Ένα κρυμμένο αποτρόπαιο έγκλημα: «Γυναίκες παρηγοριάς» JUGUN IANFU – Μια προσπάθεια προσέγγισης της αλήθειας – Σήλια Μάνου – 1/4/2021 – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:nomikospalmos.wordpress.com – Τελευταία πρόσβαση 12/1/2022