Ο Γιάσερ Αραφάτ υπήρξε, αναμφίβολα, σύμβολο του παλαιστινιακού αγώνα. Κατά τη διάρκεια της ζωής του, υπήρξε ηγέτης της Φατάχ, ενώ διετέλεσε πρόεδρος της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης την περίοδο 1969–2004 και Πρόεδρος της Εθνικής Παλαιστινιακής Αρχής το 1996-2004. Το 1994, απέσπασε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για τη συμφωνία ειρήνης που υπέγραψε η ΟΑΠ την προηγούμενη χρονιά με την κυβέρνηση του Ισραήλ.
Τα πρώτα χρόνια και οι σπουδές
Οι απόψεις σχετικά με τον τόπο και την ημερομηνία γέννησης του Γιάσερ Αραφάτ διίστανται. Σύμφωνα με ένα πιστοποιητικό γέννησης που είχε εκδοθεί στο Κάιρο, ο Αραφάτ γεννήθηκε εκεί στις 24 Αυγούστου 1929, ενώ άλλες πηγές αναφέρουν ως τόπο γέννησης την Ιερουσαλήμ και τη Γάζα, και ως ημερομηνία την 4η Αυγούστου.
Είναι απόγονος της περίφημης, και σημαντικής για την ιστορία της Παλαιστίνης, οικογένειας αλ-Χουσέινι. Μέλος της οικογένειας αυτής ήταν και ο Αμίν αλ-Χουσέινι, πρώην μουφτής της Ιερουσαλήμ και γνωστός για την αντίστασή του στον σιωνισμό. Η μητέρα του Αραφάτ πέθανε, όταν εκείνος ήταν μόλις 5 ετών, και τότε εκείνος πήγε να μείνει στην Ιερουσαλήμ με τον θείο του. Εκεί, έμεινε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, ώσπου ο πατέρας του τον έφερε πίσω στο Κάιρο για να μείνει μαζί με τα έξι αδέρφια του.
Το 1949, ο Αραφάτ εισήχθη στο Πανεπιστήμιο Βασιλιά Φουάντ Α’ (πλέον γνωστό ως Πανεπιστήμιο του Καΐρου), όπου σπούδασε πολιτικός μηχανικός, και αποφοίτησε το 1956. Επιπλέον, διετέλεσε πρόεδρος της Γενικής Ένωσης Παλαιστινίων Φοιτητών το διάστημα 1952-1956. Το 1956, μετά τις σπουδές, υπηρέτησε με την Αίγυπτο στην Κρίση του Σουέζ. Έπειτα, εγκαταστάθηκε στο Κουβέιτ, όπου εργάστηκε ως μηχανικός, ιδρύοντας τη δική του εταιρία.
Η ίδρυση της Φατάχ και η προεδρία στην ΟΑΠ
Το 1959, ο Γιάσερ Αραφάτ ίδρυσε την πολιτικο-στρατιωτική οργάνωση Φατάχ, η οποία είχε ως στόχο την απελευθέρωση της Παλαιστίνης από το Ισραήλ. Σημαντική για τον Αραφάτ και τη Φατάχ ήταν η ιδέα του ένοπλου αγώνα. Το 1964-1965, λοιπόν, η Φατάχ πραγματοποίησε την πρώτη της στρατιωτική επιχείρηση στο Ισραήλ.
Παράλληλα, το 1964, ο Αραβικός Σύνδεσμος ίδρυσε τον οργανισμό-ομπρέλα Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Μετά την ήττα των Αράβων, το 1967, στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, η Φατάχ κυριάρχησε μεταξύ των ομάδων που συνιστούσαν την ΟΑΠ και το 1969, με τη λήψη της προεδρίας της οργάνωσης από τον Αραφάτ, η Φατάχ πήρε τον έλεγχο της οργάνωσης. Μετά το 1967, οι περισσότερες δυνάμεις της Φατάχ είχαν ως έδρα την Ιορδανία, απ’ όπου εξαπέλυαν επιθέσεις έναντι του Ισραήλ. Οι επιθέσεις αυτές, όμως, ήταν αποτυχημένες και δημιούργησαν εντάσεις με τον βασιλιά Χουσέιν της Ιορδανίας. Ως αποτέλεσμα, ο βασιλιάς, με τον Μαύρο Σεπτέμβρη του 1970, έδωσε τέλος στην παρουσία της ΟΑΠ στην Ιορδανία. Η βάση της οργάνωσης μεταφέρθηκε για τα επόμενα χρόνια στη Βηρυτό.
Μετά τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973, ο Αραφάτ αποκήρυξε την ιδέα απελευθέρωσης ολόκληρης της Παλαιστίνης και αποδέχτηκε την ιδέα ενός κράτους που θα αποτελούταν από τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, με την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα. Σε συνόδους κορυφής που έλαβαν χώρα το 1973-1974, η ΟΑΠ αναγνωρίστηκε ως μοναδική εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού. Σταδιακά, η οργάνωση άνοιξε γραφεία σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
Τον Νοέμβριο του 1974, ο Αραφάτ έγινε ο πρώτος εκπρόσωπος μη κυβερνητικής οργάνωσης που απευθύνθηκε σε Σύνοδο Ολομέλειας της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ έκριναν την ΟΑΠ ως τρομοκρατική οργάνωση και αρνούνταν οποιαδήποτε επαφή μαζί της, αρκετές ήταν οι ευρωπαϊκές χώρες που ξεκίνησαν σύντομα πολιτικό διάλογο με την οργάνωση.
Η ένοπλη παρουσία Παλαιστινίων τα τελευταία χρόνια στον Λίβανο συνέβαλε στην πυροδότηση του Εμφυλίου Πολέμου του Λιβάνου το 1975. Παρά τις προσπάθειες του Αραφάτ να το αποφύγει, η ΟΑΠ τελικά μπήκε στον αγώνα. Ο συριακός στρατός παρενέβη στον Λίβανο το 1976, υποστηρίζοντας τη χριστιανική δεξιά έναντι της ΟΑΠ, πράγμα που επηρέασε αρνητικά τις σχέσεις του Αραφάτ με τον τότε πρόεδρο της Συρίας, Χαφέζ αλ-Άσαντ.
Μετά τη στρατιωτική εισβολή του Ισραήλ στον Λίβανο το 1982, η ΟΑΠ αναγκάστηκε να μεταφερθεί στην Τύνιδα. Οι σχέσεις μεταξύ Συρίας και Αραφάτ επιδεινώθηκαν περεταίρω, σε σημείο που η Συρία επεδίωξε να απομακρύνει τον Αραφάτ και να αναδιαμορφώσει την ΟΑΠ ως φιλοσυριακή οργάνωση. Με την υποστήριξη των Παλαιστινίων, όμως, σύντομα η ηγεσία του Αραφάτ ήταν και πάλι αναμφισβήτητη.
Η πρώτη Ιντιφάντα και τα επακόλουθα
To 1987, ξεκίνησε η πρώτη Ιντιφάντα (intifadah) έναντι του Ισραήλ, η οποία έφερε ακόμα περισσότερη αξιοπιστία στον Αραφάτ και την ΟΑΠ. Σηματοδότησε, όμως, τη δημιουργία της ισλαμιστικής οργάνωσης Χαμάς, που αργότερα υπήρξε η κύρια αντίπαλος της Φατάχ στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.
Τον Νοέμβριο του 1988, ο Γιάσερ Αραφάτ αναγνώρισε το Ψήφισμα 181, ένα σχέδιο του ΟΗΕ για διχοτόμηση της Παλαιστίνης, καθώς και τα Ψηφίσματα 242 και 338 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, τα οποία αφορούσαν τον τερματισμό του Πολέμου των Έξι Ημερών και του Πολέμου του Γιομ Γιπούρ αντίστοιχα. Ανακοίνωσε, επίσης, τη σύσταση ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους. Μέσα σε λίγες ημέρες, περισσότερες από 25 χώρες αναγνώρισαν το κράτος.
Οι διαπραγματεύσεις ειρήνης με το Ισραήλ
Μετά τον Πόλεμο του Κόλπου, στις 30 Οκτωβρίου 1991, ξεκίνησε η Διάσκεψη της Μαδρίτης υπό την προεδρία των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Εκεί, ο παλαιστινιακός λαός εκπροσωπήθηκε από μια ομάδα Ιορδανών και Παλαιστινίων. Η διάσκεψη δεν οδήγησε σε κάποια συμφωνία, αλλά αποτέλεσε την έναρξη περεταίρω διαπραγματεύσεων, μεταξύ των οποίων υπήρξαν κάποιες μυστικές διαπραγματεύσεις, το 1993, ανάμεσα στην ΟΑΠ και το Ισραήλ.
Τον Σεπτέμβριο του 1993, ο Γιάσερ Αραφάτ αντάλλαξε γράμματα με τον Γιτζάκ Ράμπιν, πρωθυπουργό του Ισραήλ, στα οποία ο Αραφάτ αναγνώρισε επίσημα «το δικαίωμα του κράτους του Ισραήλ να υπάρχει ειρηνικά και με ασφάλεια». Στα ίδια γράμματα, ο Ράμπιν αναγνώρισε την ΟΑΠ ως την εκπρόσωπο του παλαιστινιακού λαού και δήλωσε πως το Ισραήλ προτίθεται να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με την οργάνωση. Στις 13 Σεπτεμβρίου, ο Αραφάτ, ο Ράμπιν και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον υπέγραψαν στην Ουάσινγκτον την πρώτη Συμφωνία του Όσλο. Το 1994, ο Αραφάτ επέστρεψε στη Λωρίδα της Γάζας, όπου ξεκίνησε να εφαρμόζει την παλαιστινιακή αυτοδιοίκηση που συμφωνήθηκε. Την ίδια χρονιά, απέσπασε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, μαζί με τον Ράμπιν και τον τότε υπουργό εξωτερικών Σιμόν Πέρες.
Τον Σεπτέμβριο του 1995, υπογράφηκε από τον Αραφάτ και τον Ράμπιν στο Κάιρο η δεύτερη Συμφωνία του Όσλο. Με τη συμφωνία αυτή, το Ισραήλ θα αποσυρόταν από τα παλαιστινιακά πληθυσμιακά κέντρα. Ακόμα, καθιερώθηκαν οι περιοχές υπό παλαιστινιακό έλεγχο και εκείνες υπό ισραηλινό έλεγχο. Έπειτα από εκλογές, στις 20 Ιανουαρίου 1996, ο Αραφάτ εξελέγη πρώτος Πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής.
Αφότου δολοφονήθηκε ο Ράμπιν, το 1995, και εκλέχθηκε ως πρωθυπουργός του Ισραήλ ο ηγέτης του ακροδεξιού κόμματος Λικούντ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, οι σχέσεις μεταξύ Παλαιστίνης και Ισραήλ επιδεινώθηκαν εκ νέου και οι διαπραγματεύσεις έφτασαν σε αδιέξοδο. Συνεχίστηκαν μόνο μετά την εκλογή του ηγέτη του Ισραηλινού Εργατικού Κόμματος, Εούντ Μπαράκ, ως πρωθυπουργού το 1999.
Η δεύτερη Ιντιφάντα και η συνέχεια των διαπραγματεύσεων
Τον Ιούλιο του 2000, ο Πρόεδρος Κλίντον συγκάλεσε σύνοδο στο Καμπ Ντέιβιντ, προκειμένου να βρεθεί μια τελική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, Παλαιστίνης και Ισραήλ. Η βιαστικά προετοιμασμένη, όμως, σύνοδος δεν κατόρθωσε να αποφέρει καρπούς. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν, αλλά τον Σεπτέμβριο του 2000 ξεκίνησε μια δεύτερη Ιντιφάντα, που πυροδοτήθηκε από μια επίσκεψη του ηγέτη του Λικούντ, Αριέλ Σαρόν, στο Όρος του Ναού στην Ιερουσαλήμ λίγες ημέρες νωρίτερα.
Τον Ιανουάριο του 2001, έγιναν και πάλι διαπραγματεύσεις στην Τάμπα της Αιγύπτου, όμως ο Μπαράκ έχασε τις εκλογές του Φεβρουαρίου και εξελέγη πρωθυπουργός ο Σαρόν, ο οποίος αντιτίθετο στις Συμφωνίες του Όσλο και στη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.
Ύστερα από την εκλογή του Προέδρου Τζορτζ Μπους του νεότερου και την έναρξη του Πολέμου κατά της Tρομοκρατίας το 2001, ως απάντηση στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου της Νέας Υόρκης και το Πεντάγωνο, ο Αραφάτ ξεκίνησε να χάνει αρκετή αξιοπιστία στη Δύση. Την ίδια χρονιά, ο Αραφάτ τέθηκε υπό περιορισμό στο αρχηγείο του στη Ραμάλα, καθώς κατηγορήθηκε από τον Σαρόν ότι υποκίνησε επιθέσεις αυτοκτονίας στο Ισραήλ.
Η διχογνωμία σχετικά με τα αίτια θανάτου
Τον Οκτώβριο του 2004, ο Αραφάτ αρρώστησε και μεταφέρθηκε στο Παρίσι για ιατρική περίθαλψη. Απεβίωσε, όμως, μερικές εβδομάδες αργότερα, στις 11 Νοεμβρίου. Σύμφωνα με δηλώσεις της Φατάχ, ευθύνη για τον θάνατό του φέρει το Ισραήλ. Γενικά, πολλοί από τους υποστηρικτές του Αραφάτ αμφισβήτησαν τα αίτια του θανάτου του, εν μέρει λόγω της αδυναμίας των γιατρών να αιτιολογήσουν την εμφάνιση της ασθένειάς του και την προέλευσή της, αλλά και λόγω της έλλειψης αυτοψίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να διαδοθούν φήμες για θάνατο από δηλητηρίαση.
Οι υποψίες αυτές ήρθαν και πάλι στην επιφάνεια το καλοκαίρι του 2012, όταν ένα ελβετικό εργαστήριο ανακοίνωσε ότι είχε βρει υψηλά επίπεδα πολωνίου-210 σε ρούχα και προσωπικά αντικείμενα του Αραφάτ. Μετά από αίτημα της Σούχα, η γαλλική εισαγγελία ξεκίνησε έρευνα δολοφονίας. Έτσι, τον Νοέμβριο του 2012 έγινε εκταφή της σορού, με σκοπό να πραγματοποιηθούν εξετάσεις από ομάδες Ελβετών, Ρώσων και Γάλλων ειδικών για πιθανά ίχνη δηλητηρίασης.
Τα αποτελέσματα των ερευνών, τα οποία ανακοινώθηκαν το 2013, ήταν αντιφατικά. Πρώτη ανακοινώθηκε η ρωσική έρευνα, η οποία δε βρήκε ίχνη πολωνίου-210. Οι έρευνες της γαλλικής και της ελβετικής ομάδας βρήκαν υψηλά επίπεδα πολωνίου-210, αλλά διαφώνησαν μεταξύ τους σχετικά με το πώς το χημικό στοιχείο έφτασε στη σορό του Αραφάτ. Σύμφωνα με την ελβετική έρευνα, δεν μπορούσε να αποκλειστεί η πιθανότητα δηλητηρίασης, ενώ, σύμφωνα με τη γαλλική, η ύπαρξη πολωνίου-210 δεν συνεπάγετο δηλητηρίαση. Πάντως, τα αποτελέσματα καθεμίας από αυτές τις έρευνες υπήρξαν αίτιο αντιπαράθεσης.
Προσωπική ζωή και κληρονομιά του Γιάσερ Αραφάτ
Σύμφωνα με πηγές, ο Γιάσερ Αραφάτ ζούσε λιτά, ενώ κρατούσε κρυφές την προσωπική του ζωή και τις κινήσεις του. Το 1990 παντρεύτηκε τη Σούχα Ταουΐλ, με την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Ζάχουα.
Ο Αραφάτ υπήρξε αναμφίβολα φωνή του παλαιστινιακού λαού. Πραγματοποίησε, μάλιστα, αρκετές φορές ταξίδια στο εξωτερικό για να προωθήσει τον παλαιστινιακό αγώνα. Παρά τη σφοδρή κριτική που έχει λάβει περί απολυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης, κατόρθωσε να αποκτήσει μεγάλη δημοτικότητα στον παλαιστινιακό λαό. Είχε αποκτήσει, επίσης, πολλούς αντιπάλους και είχε αποφύγει αρκετές απόπειρες δολοφονίας, χωρίς, όμως, αυτά να σταθούν εμπόδιο στις προσπάθειές του για ίδρυση παλαιστινιακού κράτους.
Παρακάτω ακολουθεί βίντεο με συνέντευξη του Γιασέρ Αραφάτ στην ελληνική ΕΡΤ.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν στο άρθρο:
– Gresh, Α. Yasser Arafat. Ανακτήθηκε από https://www.britannica.com/biography/Yasser-Arafat (Τελευταία πρόσβαση: 22/08/2022)
– Gresh, Α. Researcher’s Note: Yasser Arafat’s birth date and place. Ανακτήθηκε από https://www.britannica.com/biography/Yasser-Arafat/additional-info#Researchers-Note (Τελευταία πρόσβαση: 22/08/2022)
– Yasser Arafat. Ανακτήθηκε από https://www.nobelprize.org/prizes/peace/1994/arafat/biographical/ (Τελευταία πρόσβαση: 22/08/2022)