Κάστρο Ιωαννίνων: Ζωντανό κύτταρο ιστορίας και πολιτισμού (Β’ Μέρος)

Κάστρο Ιωαννίνων

Το Κάστρο Ιωαννίνων με τη διαχρονική ιστορία του αποτελεί ένα εμβληματικό μνημείο της ομώνυμης πόλης. Είναι κτισμένο σε μια μικρή χερσόνησο που προβάλλει στη λίμνη Παμβώτιδα και περιέβαλλε τον οικιστικό πυρήνα της πόλης. Το Κάστρο διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση. Η χάραξή του ακολουθεί σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου. Ο οχυρωματικός περίβολος, προσαρμοσμένος στις υψομετρικές καμπύλες του εδάφους, έχει ύψος που κυμαίνεται σήμερα από τα 8,85 μ. έως και τα 13,69 μ. Στο εσωτερικό του διαμορφώνονται δύο οχυρές ακροπόλεις: η βορειοανατολική, όπου σήμερα δεσπόζει το τζαμί του Ασλάν πασά, και η νοτιοανατολική, που είναι περισσότερο γνωστή ως Ιτς Καλέ.

Κάστρο Ιωαννίνων

Γιάννενα πρώτα στ’ άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα. Με το δίστιχο αυτό η λαϊκή μούσα τραγούδησε την πόλη των Ιωαννίνων, παραπέμποντας συνειρμικά στη νεότερη ιστορία της και συγκεκριμένα στην εποχή του διαβόητου Αλή πασά, όταν η πόλη γνώρισε ιδιαίτερη οικονομική και πνευματική ανάπτυξη. Ωστόσο, τα Ιωάννινα είναι γνωστά ήδη από τη Βυζαντινή περίοδο, ενώ τα πορίσματα των πρόσφατων ανασκαφών ανάγουν την ίδρυση και τις απαρχές της πόλης στην αρχαιότητα.

Η αρχαία οχύρωση

Οικοδομικά λείψανα και τυχαία ευρήματα που βρέθηκαν στο Κάστρο πιστοποιούν την ύπαρξη ενός αρχαίου οικισμού, το όνομα του οποίου δεν είναι για την ώρα γνωστό. Η σημαντική θέση, από άποψη γεωμορφολογίας και στρατηγικής, που κατείχε η αρχαία πόλη στο κέντρο του λεκανοπεδίου, μας οδηγεί στην άποψη ότι θα πρέπει να αναζητηθεί εδώ μια σημαντική πόλη του φύλου των Μολοσσών, που δεν αποκλείεται να είναι και η ίδια η πρωτεύουσά τους, η Πασσαρώνα.

Advertising

Advertisements
Ad 14

Κάστρο Ιωαννίνων

Ανασκαφικές έρευνες που έγιναν στο νοτιοδυτικό σκέλος του Κάστρου, κοντά στην κεντρική πύλη, έφεραν στο φως τμήμα ισχυρού αρχαίου τείχους και πύργου, κατασκευασμένου με μεγάλους δόμους, τοποθετημένους κατά το ακανόνιστο ισόδομο διάτονο σύστημα, στοιχεία που συνηγορούν στη χρονολόγηση της οχύρωσης στους ύστερους κλασικούς–ελληνιστικούς χρόνους. Η χρονολόγηση αυτή ενισχύεται και από νομίσματα της ίδιας εποχής που βρέθηκαν στις επιχώσεις του τείχους. Πρόκειται αναμφίβολα για ένα εξαιρετικά σημαντικό εύρημα που μεταθέτει την ιστορία της πόλης των Ιωαννίνων πολλούς αιώνες πίσω στην αρχαιότητα, ανατρέποντας τις αποδεκτές απόψεις και τις μέχρι πρόσφατα γνωστές μελέτες.

Αν και τα στοιχεία είναι ακόμη λιγοστά, φαίνεται ότι η αρχαία οχύρωση αναπτυσσόταν κυρίως στο δυτικό, και πιο ευάλωτο, τμήμα της μικρής χερσονήσου. Το ανατολικό τμήμα της ήταν φυσικά προστατευμένο από το έντονο γεωφυσικό του ανάγλυφο που το καθιστούσε δυσπρόσιτο από την πλευρά της λίμνης.

Κάστρο Ιωαννίνων

Advertising

Λόγω της σπουδαιότητας της θέσης και της προϋπάρχουσας οχύρωσης, μολονότι δεν υπάρχουν στοιχεία, θεωρούμε πολύ πιθανό η πόλη να εξακολούθησε να υπάρχει συρρικνωμένη, ως προς το μέγεθος και τον πληθυσμό της, και κατά την Παλαιοχριστιανική περίοδο. Παλαιότερα είχε διατυπωθεί η άποψη ότι πρώτος ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, τον 6ο αιώνα, οχύρωσε τη μικρή χερσόνησο του Κάστρου και εγκατέστησε εδώ τους κατοίκους της Παλαιάς Εύροιας, μιας πόλης που κινδύνευε από βαρβαρικές επιδρομές. Η άποψη αυτή βασίστηκε στο βιβλίο Περί Κτισμάτων του ιστορικού Προκόπιου, ο οποίος, αναφερόμενος στο οικοδομικό έργο του Ιουστινιανού (527–565), περιγράφει μια τοποθεσία που μοιάζει αρκετά με τη θέση του Κάστρου των Ιωαννίνων. Η θεωρία αυτή, μολονότι βρήκε παλαιότερα αρκετούς υποστηρικτές, θα πρέπει πλέον να αμφισβητηθεί, ιδιαίτερα μετά τα πρόσφατα ανασκαφικά ευρήματα. Παράλληλα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αρχαιολογικά δεδομένα της εποχής του Ιουστινιανού δεν έχουν μέχρι σήμερα εντοπιστεί.

Διαβάστε επίσης  Αρχοντικό Ζουλίνου: Τα βασανιστήρια εντός του και οι κρατήσεις στην κατοχή

Η βυζαντινή οχύρωση

Το όνομα της πόλης και του επισκόπου της Ζαχαρία αναφέρονται σε βυζαντινές πηγές για πρώτη φορά τον 9ο αιώνα. Η ύπαρξη επισκόπου στην πόλη των Ιωαννίνων μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτή διέθετε αρκετό πληθυσμό και, σύμφωνα με το οικιστικό μοντέλο της εποχής, είχε ισχυρό τείχος που της εξασφάλιζε τις προϋποθέσεις επιβίωσης την ταραγμένη εκείνη περίοδο. Πράγματι, πάνω στο αρχαίο τείχος εδράζεται το τείχος της βυζαντινής οχύρωσης, το οποίο ακολουθεί την ίδια πορεία.

Για τη βυζαντινή οχύρωση της πόλης οι παλαιότερες γραπτές μαρτυρίες απαντούν στην Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής, στην οποία περιγράφονται τα πολεμικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην πόλη των Ιωαννίνων την άνοιξη του 1082. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της Άννας Κομνηνής, ο Νορμανδός Βοημούνδος, γιος του Ρομπέρτο Γυισκάρδο, κατέλαβε την πόλη των Ιωαννίνων και, κατά την ολιγόμηνη παραμονή του, επισκεύασε τα τείχη, περιέζωσε την πόλη με μεγάλη τάφρο και, κρίνοντας την υπάρχουσα ακρόπολη ανεπαρκή, ανήγειρε και δεύτερη.

Κάστρο Ιωαννίνων

Advertising

Η έκταση της μεσοβυζαντινής οχύρωσης δεν μας είναι γνωστή και είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε τις επισκευές του Βοημούνδου. Ωστόσο, στη νοτιοανατολική πλευρά του Κάστρου, όπου αναπτύσσεται ένα βραχώδες ύψωμα, σώζονται τα λείψανα τείχους και ένας εντυπωσιακός, κυκλικός σε κάτοψη πύργος, γνωστός ως πύργος του Βοημούνδου. Ο πύργος αυτός, κατά την άποψη πολλών ερευνητών, ανήκε αρχικά στην οχύρωση του Νορμανδού ηγεμόνα, όπως και ένας δεύτερος που βρέθηκε σε σχετικά μικρή απόσταση βορειοανατολικά. Οι δύο πύργοι συγκροτούσαν μια τετράπλευρη σε σχήμα οχύρωση, συνολικού εμβαδού 11 στρεμμάτων. Πρόκειται πιθανότατα για την «ερυμνοτάτη ακρόπολη» που έκτισε ο Νορμανδός Βοημούνδος και η οποία ήταν πιο επιβλητική από ό,τι είναι σήμερα.

Αν δεχθούμε την άποψη ότι τα λείψανα της οχύρωσης στο νοτιοανατολικό βραχώδες έξαρμα ανήκουν στην ακρόπολη του Βοημούνδου, τότε στη βορειοανατολική βραχώδη προεξοχή —όπου σήμερα υψώνεται το τζαμί του Ασλάν πασά— θα πρέπει να τοποθετηθεί η αρχική ακρόπολη της μεσοβυζαντινής οχύρωσης των Ιωαννίνων, που επίσης αναφέρεται στην Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής.

Στις αρχές του 13ου αιώνα τα Γιάννενα βρίσκονται στη δικαιοδοσία των Κομνηνοδουκάδων ηγεμόνων του Κράτους της Ηπείρου, πιο γνωστού ως Δεσποτάτου της Ηπείρου, από τον τίτλο του «δεσπότη», δηλαδή του ηγεμόνα, που έφεραν οι περισσότεροι Βυζαντινοί άρχοντες. Στο «Σημείωμα περί οικίσεως τόπου» των αρχών του 13ου αιώνα, ο Μιχαήλ Α’ Κομνηνός Δούκας, πρώτος ηγεμόνας του Δεσποτάτου της Ηπείρου (1205–1215), αναφέρεται «ως τεκτηνάμενος το των Ιωαννίνων πολίδιον και εις μόρφωσιν κάστρου αυτό ανεγείρας». Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές παλαιότεροι ερευνητές, μη έχοντας βέβαια στη διάθεσή τους τα πρόσφατα ευρήματα, απέδωσαν την οχύρωση των Ιωαννίνων στον Μιχαήλ Α’ Κομνηνοδούκα. Ο ίδιος, σύμφωνα πάντα με ιστορικές πηγές, εγκατέστησε εδώ αρκετούς πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη, όπως τις οικογένειες των Φιλανθρωπινών και των Στρατηγόπουλων, περισσότερο γνωστές σε εμάς από τις ομώνυμες μονές που ανεγέρθηκαν με δική τους φροντίδα στο Νησί της λίμνης Παμβώτιδας.

Κάστρο Ιωαννίνων

Advertising

Από τη βυζαντινή οχύρωση των Ιωαννίνων, με τη μορφή που ενδεχομένως της έδωσαν οι ριζικές εργασίες του 13ου αλλά και οι προσθήκες ή βελτιώσεις του 14ου αιώνα, στο σημερινό Κάστρο διατηρείται ένα μεγάλο μέρος, λιγότερο ή περισσότερο αναγνωρίσιμο. Η οχύρωση του 13ου–14ου αιώνα χωρίς αμφιβολία ακολουθούσε τη μορφολογία του εδάφους, όπως και οι προγενέστερες φάσεις της. Αποτελείτο από έναν ισχυρό περίβολο —ο οποίος προϋπήρχε ήδη από τη Μεσοβυζαντινή περίοδο—, τμήματα του οποίου εντοπίζονται σε αρκετά σημεία του σημερινού Κάστρου, σχηματίζοντας την εσωτερική παρειά του. Η αρχικά εξωτερική πλευρά του είναι σήμερα εμφανής στο τμήμα των στοών που διαμορφώνονται στο πάχος του τείχους της Ύστερης Οθωμανικής περιόδου.

Διαβάστε επίσης  Ανώγεια: Σπουδαίο παρελθόν και λαμπρό μέλλον

Στα ευπρόσβλητα πεδινά τμήματα η βυζαντινή οχύρωση των Ιωαννίνων ενισχυόταν με πύργους διαφόρων τύπων, αρκετοί από τους οποίους σώζονται μέχρι σήμερα, ενώ άλλοι ήρθαν στο φως κατά τις πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες. Ένυδρη τάφρος, που αναφέρεται στο Χρονικό του Μορέως, περιέβαλλε το τείχος από τη δυτική πλευρά και η είσοδος σε αυτό γινόταν με θύρα που είχε τη μορφή γέφυρας. Η τάφρος απέκοπτε το Κάστρο από την υπόλοιπη ξηρά, δίνοντάς του τη μορφή νησίδας. Ιδιαίτερα όταν, λόγω των συχνών βροχοπτώσεων, η στάθμη των νερών της λίμνης ανέβαινε και κατέκλυζε τις παραλίμνιες περιοχές και συνοικίες, το Κάστρο γινόταν απόρθητο.

Το Κάστρο Ιωαννίνων κατά την Οθωμανική περίοδο

Η σημερινή μορφή του Κάστρου των Ιωαννίνων είναι αποτέλεσμα των εκτεταμένων εργασιών ανακαίνισης των τειχών που έγιναν στις αρχές του 19ου αιώνα από τον Αλή πασά. Πρόκειται για εργασίες που ολοκληρώθηκαν το 1815. Η οθωμανική οχύρωση, η περίμετρος της οποίας συμπίπτει σε γενικές γραμμές με τη χάραξη του βυζαντινού τείχους, διατήρησε και ενσωμάτωσε σε πολλά σημεία τα ιστάμενα βυζαντινά τείχη.

Κάστρο Ιωαννίνων

Advertising

Στη δυτική και περισσότερο ευάλωτη πλευρά κατασκευάστηκε ισχυρό εξωτερικό τείχος, παράλληλο με το βυζαντινό, ενώ το κενό που προέκυψε ανάμεσά τους γεφυρώθηκε με σειρά επάλληλων καμαροσκέπαστων χώρων, οι οποίοι εξυπηρετούσαν ανάγκες στρατωνισμού. Το δυτικό σκέλος της οχύρωσης ενισχύθηκε επίσης με την προσθήκη τριών μεγάλων προμαχώνων, τοποθετημένων ο πρώτος στην περιοχή της Σκάλας, ο δεύτερος κοντά στην κεντρική πύλη και ο τρίτος στην περιοχή του Μώλου. Στο ανώτερο μέρος των τειχών διαμορφώθηκε επίσης ευρύς περίδρομος, που εξυπηρετούσε τις μετακινήσεις των στρατιωτών και συνεπώς την καλύτερη υπεράσπιση του Κάστρου.

Βόρεια της κεντρικής πύλης έως και τον προμαχώνα του Μώλου, το τείχος ακολουθούσε ευθεία πορεία. Την εσωτερική παρειά του σχηματίζει το βυζαντινό τείχος, το οποίο διατηρείται σε όλο το μήκος με αρκετές επισκευές αλλά και καθ’ ύψος οθωμανικές προσθήκες. Στο πάχος της οχύρωσης, διαμορφώνεται επιμήκης καμαροσκέπαστος χώρος, που διαιρείται σε 34 τμήματα με ορθογώνια κάτοψη και διαφορετικές μεταξύ τους διαστάσεις, τα οποία σήμερα επικοινωνούν μεταξύ τους με τοξωτά ανοίγματα.

Κάστρο Ιωαννίνων

Η νότια πλευρά της οχύρωσης ενισχύθηκε με νέο τείχος κατά την περίοδο του Αλή πασά, εκτός από ένα τμήμα κοντά στον νότιο προμαχώνα του Ιτς Καλέ, όπου διατηρήθηκε μέρος της προϋπάρχουσας βυζαντινής οχύρωσης. Συγκεκριμένα, κατασκευάστηκαν δύο ισχυρές λίθινες παρειές, που δέχθηκαν στο εσωτερικό επιχώσεις, ενώ στο πάνω μέρος τους διαμορφώθηκε ευρύς περίδρομος. Κατά μήκος της εσωτερικής πλευράς του νότιου τείχους και σε επαφή με αυτόν κατασκευάστηκε σειρά 40 μονόχωρων δωματίων, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ήταν επιχωμένο και ήρθε στο φως κατά τις πρόσφατες εργασίες.

Advertising

Το Κάστρο τη νεότερη εποχή

Τον 19ο αιώνα το Κάστρο εξακολουθούσε να αποτελεί τον πυρήνα της πόλης των Ιωαννίνων, αν και η πόλη είχε αρχίσει να αναπτύσσεται εκτός των τειχών αρκετούς αιώνες πριν. Μολονότι υπέστη αρκετές επισκευές και «ανακαινίσεις», προκειμένου να συμβαδίζει με τις εξελίξεις της οχυρωματικής και των πυροβόλων όπλων, εντούτοις είχε αρχίσει να χάνει την αίγλη του.

Κάστρο Ιωαννίνων

Το 1913 τα Ιωάννινα και το Κάστρο παραδίδονται στον ελληνικό στρατό, ο οποίος εγκαθίσταται σε διάφορα τμήματά του έως και το 1978, όταν το Ιτς Καλέ και διάφοροι χώροι του παραχωρούνται στο Υπουργείο Πολιτισμού. Από τότε αρχίζουν οι εργασίες στερέωσης, αποχωματώσεων καθώς και οι καθαιρέσεις νεωτερικών κατασκευών. Μεγαλύτερης έκτασης εργασίες έγιναν κατά τη διάρκεια των ετών 2006–2014, όταν στερεώθηκαν οι περιμετρικοί τοίχοι του και οι στοές, έγιναν μεγάλες αποχωματώσεις στον περίδρομο και πολλές ανασκαφικές έρευνες. Σήμερα το Κάστρο, και ιδιαίτερα το Ιτς Καλέ, αποτελεί έναν οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο με μεγάλη επισκεψιμότητα.

Διαβάστε επίσης  Support Art Workers: Πρωτοβουλία Εργαζομένων στις Τέχνες

Πύργος του Βοημούνδου

Ο πύργος του Βοημούνδου υψώνεται στο κέντρο περίπου της νοτιοανατολικής ακρόπολης, πολύ κοντά στη νεότερη εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Είναι κτισμένος με ισοϋψείς τετράγωνους ή ορθογώνιους καλολαξευμένους ασβεστόλιθους —που δεν αποκλείεται να προέρχονται από την προϋπάρχουσα ελληνιστική οχύρωση— και λιγοστούς πλίνθους δομημένους με ελάχιστο κονίαμα.

Advertising

Κάστρο Ιωαννίνων

Ο πύργος σώζεται σε ύψος περίπου 13 μ. και το πάχος της τοιχοποιίας του είναι 2,10 μ., ενώ η εσωτερική του διάμετρος φτάνει τα 6,97 μ. Διαρθρώνεται σε δύο ορόφους. Ο ισόγειος χώρος σήμερα είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος του επιχωμένος. Ο μεσαίος και μεγαλύτερος όροφος καλύπτεται με μεγάλο θόλο και είναι προσβάσιμος μέσω τοξωτής εισόδου που ανοίγεται νότια. Πρόκειται όμως για μεταγενέστερο άνοιγμα, αφού μεγάλο μέρος του πύργου στην πλευρά αυτή έχει επισκευαστεί. Φωτίζεται από παράθυρα τοξωτά, εσωτερικά, και ορθογώνια, εξωτερικά. Αρχικά έφερε περισσότερα παράθυρα, αρκετά από τα οποία τοιχίστηκαν σε μεταγενέστερη φάση. Τοξωτό άνοιγμα οδηγεί σε μικρό καμαροσκέπαστο χώρο, ο οποίος ένωνε τον πύργο με το κτίριο που προσκολλήθηκε σε αυτόν μεταγενέστερα και το οποίο αποτελούσε τμήμα του Σεραγιού του Αλή πασά.

Βορειοανατολικά υπήρχε επίσης ένας δεύτερος κυκλικός πύργος. Οι δύο πύργοι και τα λείψανα τείχους συγκροτούσαν μια τετράπλευρη σε σχήμα οχύρωση, η οποία ταυτίζεται με την ακρόπολη που διαμόρφωσε στο Κάστρο ο Νορμανδός Βοημούνδος που κατέλαβε την πόλη το 1082.

Τουρκική Βιβλιοθήκη

Βρίσκεται στους πρόποδες της βορειοανατολικής ακρόπολης και πιθανότατα συνδεόταν με τη λειτουργία του μεντρεσέ που είναι κτισμένος κοντά στο τζαμί του Ασλάν πασά. Αποτελείται από μία θολοσκεπή μεγάλη αίθουσα και δύο μικρότερες εκατέρωθεν. Στην όψη της φέρει κιονοστήρικτο προστώο στο οποίο οδηγεί λίθινη κλίμακα. Η βιβλιοθήκη βρισκόταν σε κακή κατάσταση διατήρησης και ήταν από τα πρώτα κτίρια στο Κάστρο που αναστηλώθηκαν από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Advertising

Συναγωγή

Βρίσκεται σε μικρή απόσταση από την κεντρική πύλη του κάστρου. Είναι γνωστή ως Καχάλ Καντόσς Γιασσάν ή Παλιό ή Μέσα Συναγώι. Πρόκειται για κτίριο μεγάλων διαστάσεων, μια υπόστυλη αίθουσα, με το Εχάλ, δηλαδή τη μαρμάρινη εσοχή στον ανατολικό τοίχο, όπου φυλάσσονται τα ιερά βιβλία της Τορά. Στο Εχάλ, μια κεντημένη κουρτίνα, το Παρόχετ, καλύπτει την ιερά κιβωτό. Η σημερινή μορφή της συναγωγής χρονολογείται στο 1829. Αναμφίβολα συναγωγή υπήρχε ήδη από τη Βυζαντινή εποχή, αφού η εβραϊκή κοινότητα των Ιωαννίνων αναφέρεται και στο χρυσόβουλλο του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου.

Τάφος του Αλή πασά

Βρίσκεται κοντά στην είσοδο του Φετιχιέ τζαμιού και καλύπτεται από εντυπωσιακό κιγκλίδωμα που αντιγράφει το αρχικό. Κάτω από αυτό διακρίνονται δύο τάφοι, στον έναν εκ των οποίων ενταφιάστηκε το ακέφαλο σώμα του Αλή πασά μετά τη δολοφονία του στο Νησί.


Πηγές:

Advertising

Σύνταξη κειμένου: Μίλτος Γήτας

Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου

Ο Μίλτος Γήτας είναι δημοσιογράφος σε τηλεόραση, ραδιόφωνο κι εφημερίδες. Ζει και εργάζεται στα Γιάννενα. Από παιδί λατρεύει την ποίηση και μέχρι σήμερα έχει εκδώσει 7 ποιητικές συλλογές. Αγαπάει τα βιβλία, τις ταινίες και την καλή μουσική. Σπαταλάει τον χρόνο του συλλέγοντας γραμματόσημα, νομίσματα και χορεύοντας παραδοσιακούς χορούς! Όνειρο του να ταξιδέψει στα άκρα της γης και να καταφέρει κάποτε, έστω και γέρος, να ζει γράφοντας βιβλία.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Five feet apart: μια δραματική ταινία για έναν άτυχο έρωτα

Πριν λίγες μέρες, η ταινία που μας δίδαξε τόσα πολλά

Φεράρα: η πόλη της Ιταλίας με την παλιά αρχιτεκτονική.

Η Φεράρα είναι μία πόλη της Ιταλίας με ιστορικά