Οι εκλογές για το νέο φορέα στην Κεντροαριστερά ολοκληρώθηκαν, με νικήτρια τη Φώφη Γεννηματά και κερδισμένο – παρότι ηττήθηκε τελικά – τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Για «καθαρή εντολή» μίλησε η Φ. Γεννηματά, τονίζοντας πως πρέπει να προχωρήσουν όλοι μαζί για την ανασύσταση της μεγάλης παράταξης. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Ν. Ανδρουλάκης, που έκανε λόγο για «μια παράταξη ισχυρή απέναντι στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ». Η αλήθεια, είναι, όμως πως παρότι προσέφυγαν στις κάλπες πάνω από 200.000 στον πρώτο γύρο και περίπου 150.000 στο δεύτερο, οι αριθμοί, στην ουσία, δεν είναι τόσο εντυπωσιακοί.
Σίγουρα, για τα σημερινά δεδομένα, δεν πρόκειται για αμελητέα νούμερα, αλλά δεν μπορούμε να μιλάμε και για μεγάλη επιτυχία. Πολλώ δε μάλλον για «παράσταση νίκης», όπως τόνισε η Φ. Γεννηματά. Από τη στιγμή, μάλιστα, που στον πρώτο γύρο υπήρχαν εννέα υποψήφιοι. Ανάμεσά τους δύο αρχηγοί κομμάτων, ένας δήμαρχος, δύο πρώην υπουργοί, ένας ευρωβουλευτής και τρεις λιγότερο γνωστοί στο ευρύτερο κοινό.
Παράλληλα, η ενότητα μεταξύ των υποψηφίων στην Κεντροαριστερά, δεν είναι διασφαλισμένη. Στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, δεν ήταν λίγες οι στιγμές που οι συνδιεκδικητές «αντάλλαξαν πυρά» και έδωσαν την εικόνα μίας κάθε άλλο παρά ενωμένης παράταξης.
Αν θέλουμε να μιλήσουμε για τον πραγματικό νικητή αυτής της εκλογικής διαδικασίας, τότε αυτός είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, το ΠΑΣΟΚ. Το γεγονός ότι οι δύο υποψήφιοι του δεύτερου γύρου προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ, απέδειξε πως ο νέος φορέας είναι στην ουσία πολύ παλιός.
Η «νέα δημοκρατική παράταξη», είναι ένα κόμμα που είχε τεθεί στο περιθώριο και τώρα όλοι προσπαθούν να το αναστήσουν. Ένα κόμμα, το οποίο έχει στιγματιστεί από τη διαφθορά και τις μεγάλες απάτες, τώρα εμφανίζεται ως το καινούριο που θα αλλάξει το πολιτικό σκηνικό. Το πρόσωπο που ενορχηστρώνει, μάλιστα, αυτό το «νέο εγχείρημα», είναι η μέχρι πρότινος επικεφαλής του κυρίαρχου κόμματος αυτού του συνασπισμού.
Επομένως, δε μιλάμε για στροφή στην αλλαγή, αλλά επιστροφή σε ένα παρελθόν σκοτεινό που η χώρα αυτή θέλει και πρέπει να ξεχάσει.