
Υπάρχει άραγε πιο ευεργετικό πράγμα για την καθημερινότητα από το γέλιο; Κάτι που να σου φτιάχνει τη διάθεση, ακόμη και τη μέρα ολόκληρη, μόνο και μόνο με μία αυθόρμητη κίνηση του προσώπου;
Όλοι λίγο ή πολύ έχουμε στιγμές, μέρες στο μυαλό μας, που το γέλιο που μοιραστήκαμε τότε με φίλους, γονείς, παρέες, τον σύντροφο ή τη σύντροφό μας, τις έκανε να μείνουν ανεξίτηλες στο μυαλό μας.
Στιγμές ξεγνοιασιάς, μέρες διακοπών, κουραστικές μέρες που άλλοτε πόνεσαν το σώμα μας και άλλοτε και το μυαλό μας, πάντοτε γίνονται καλύτερες με έστω μερικές μόνο ή και μία στιγμές γέλιου και χαράς.
Είναι το αντίδοτο στη θλίψη, στο θυμό, στη μελαγχολία το γέλιο άραγε; Μπορεί όχι πάντοτε, και όχι καθολικά, αλλά κανείς μπορεί να πει πως είναι το καλύτερο βάλσαμο της «ψυχής».
Μπορεί να μη σου παίρνει τον πόνο μια για πάντα, να σε κάνει να ξεχνάς τα «μόνιμα» βάσανα και τις στεναχώριες, αλλά για μία στιγμή, για δύο, για τρεις, σε κάνει να κοντοστέκεσαι και να κοιτάς τη ζωή διαφορετικά.
Σε κάνει να κοιτάς τη ζωή με μάτια αλλιώτικα, πιο φωτεινά, πιο αισιόδοξα. Και έτσι ο σκληρός ρεαλισμός και ο κυνισμός που σε διακατέχουν -και ίσως όχι αδίκως- έστω και για λίγα λεπτά χάνονται. Χάνονται μέσα στη δυνατή και ευχάριστη βουή που δημιουργεί το γέλιο.
Το γέλιο το δικό σου, της μητέρας, του πατέρα, της αδερφής, του αδερφού, της «κολλητής» ή του «κολλητού», που κατάφεραν με μία μόνο ατάκα, μία μόνο φράση τους, να σου απαλύνουν τον πόνο και καμία φορά δίχως καν να το ξέρουν.
Να χαμογελάς πολύ και να γελάς ακόμη πιο πολύ και δυνατά. Γιατί ξέρεις τι; Γιατί «η πιο χαμένη από όλες τις μέρες είναι εκείνη που δε γελάσαμε», γιατί «το γέλιο είναι ένα ηρεμιστικό χωρίς παρενέργειες», «είναι η πιο κοντινή απόσταση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους».
Και έτσι το γέλιο γίνεται «λάβαρο» για το τρίπτυχο της ζωής. Γίνεται το λίκνο μιας ζωής πιο ευχάριστης, λιγότερο ανιαρής. Κάνει τα λεπτά, τις μέρες, τις εβδομάδες, τους μήνες, τα χρόνια που περνούν να αξίζουν. Να έχουν σημασία και να μην περνούν απλώς άσκοπα και δίχως νόημα.
Και έτσι το να γελάς σε κάνει να ηρεμείς, κάνει το μυαλό και την καρδιά σου να ξαποσταίνουν για λίγο. Έστω κι αν είναι λίγες εκείνες οι στιγμές, σε κάνει να αποσύρεσαι έστω και προσωρινά από αυτό το χάος (;) που λέγεται ζωή. Και όχι δεν εννοώ πως η ζωή είναι «κακή», πως εκείνη είναι το πρόβλημα.
Γιατί άλλωστε, η ζωή είναι ένα συνονθύλευμα από στιγμές και επιλογές. Συνονθύλευμα στιγμών ευχάριστων ή/και δυσάρεστων. Συνονθύλευμα επιλογών, άλλων δύσκολων και «ακούσιων», και άλλων εύκολων και επιθυμητών.
Και κάποιος μπορεί να πει: Για στάσου ρε συ. Πώς να γελώ όταν τίποτα δεν φαίνεται να έχει σημασία, όταν όλα μοιάζουν τόσο επώδυνα και θλιβερά; Όταν ξυπνώ και κοιμάμαι με μία θλίψη που απομυζά κάθε ίχνος, κάθε διάθεση για ζωή; Κι όμως εκεί είναι φίλε και φίλη μου η πρόκληση.
Η πρόκληση είναι να καταφέρεις να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Με πολύ πείσμα και υπομονή να καταφέρεις να κατακτήσεις τον αυτοσεβασμό που σου πρέπει. Σε αυτή τη ζωή μόνοι ερχόμαστε και μόνοι φεύγουμε άλλωστε.
Ναι, πολλές φορές κάποιοι από εμάς ξεκινούν αυτό το ταξίδι, έχοντας πλάι τους συνοδοιπόρους. Γονείς, παππούδες, θείους, ξαδέρφια. Και έπειτα έρχονται και οι άλλοι, οι φίλοι και οι σύντροφοι. Μα δεν είναι όλοι τόσο τυχεροί.
Κάποιοι βιώνουν την μοναξιά -και δε μιλώ για τη μοναχικότητα, μην τα μπερδεύεις, γιατί αυτή την επιλέγεις- στο απόλυτο. Γεννιούνται και πεθαίνουν (βλέποντας ξάστερα την πραγματικότητα) στην ουσία μόνοι.
Είτε, λοιπόν, είσαι από εκείνους που είναι περισσότερο τυχεροί, είτε από εκείνους που είναι λιγότερο ή και καθόλου, ένα πράγμα δε θέλω να ξεχνάς: Να χαμογελάς πολύ και ακόμη πιο πολύ, δυνατά να γελάς! Γιατί το γέλιο είναι το βάλσαμο της ψυχής που δεν το αγοράζεις, μήτε και το πουλάς. Είναι μία αξία ανεκτίμητη.