Με δανική παρέα και ιδανικά απρόοπτα. Κανένα ταξίδι δεν ακολούθησε τον προγραμματισμό που προηγήθηκε και όλα τα ακολούθησε ο νόμος του Μέρφυ. Χάθηκαν, τα εισιτήρια, τα διαβατήρια, έσκασε το λάστιχο, καθυστέρησε η πτήση.
Όταν ταξιδεύω, αλλάζω, άλλα ζω. Περπατάω μέρη που δεν έχω ξαναπερπατήσει, ίσως ακούω γλώσσες που δεν ξέρω, τρώω ό,τι δεν έχω ξαναφάει. Ίσως σχολιάσω στα ελληνικά κάποιον περαστικά ο οποίος τυγχάνει να είναι Έλληνας. Θα κοιμηθώ σε ένα χόστελ, σε μία σκηνή, σε ένα δωμάτιο με άλλα έξι άτομα. Θα με μουσκέψει η βροχή του Λονδίνου, θα με αναμαλλιάσει ο αέρας της Ικαρίας, θα παρατηρώ συναρπαστικές μορφές στο μετρό της Αθήνας. Μπορεί να ταξιδεύω κάπου πρώτη φορά και να με ενθουσιάζουν όλα τα “πρώτα” ή να πηγαίνω ξανά και να με ενθουσιάσουν οι αναμνήσεις.
Θα πιω γκράπα και θα φάω ξακουστά κρουασάν, θα περπατήσω με σταράκια στα χιόνια και ξυπόλυτη θα χορέψω σε πανηγύρια. Θα ρωτήσω για να πάω στην πόλη και θα γνωρίσω ενδιαφέροντες ανθρώπους που θα μου προσφέρουν λουκούμια και θα μου μιλήσουν για τον έρωτα της ζωής του, για την ξενιτιά, για την περηφάνεια για την οικογένεια που έφτιαξαν. Θα με ρωτήσουν τουρίστες πού να κατευθυνθούν και θα τους τα πω λάθος γιατί δεν έχω καμία αίσθηση προσανατολισμού. Θα μάθω ιταλικά από το ίντερνετ και θα συνεννοηθώ, θα κάνω και παζάρια.
Οπωσδήποτε θα βγάλω πολλές φωτογραφίες και θα κρατήσω τις γελοιότερες, τις κουνημένες, αυτές που δείχνω αυθεντική. Θα κόψω άνθη από τα δέντρα, θα αγοράσω καρτ ποστάλ. Εννοείται θα πάρω νες ή φραπέ και θα σεργιανίσω παντού. Παντού όμως. Θα ρωτήσω τους ντόπιους πού πίνω την καλύτερη ψημένη και θα φάω τσιγαριστά σαλιγκάρια. Θα χορέψω κρητικά κι ας μην ξέρω, ποιον νοιάζει.
Θα κοροιδέψω τη γοργόνα της Κοπεγχάγης, θα ξαπλώσω στο καταπράσινο γρασίδι στα πάρκα της Βαρκελώνης, θα διαβάσω ή μάλλον θα προσπαθήσω να διαβάσω ποιήματα στα γαλλικά, θα καυχιέμαι πως το Πόρτο Κατσίκι είναι παραλιάρα και είναι και έχει υπέροχα νερά κι ας μην ξέρω να κολυμπάω. Θα πιω μπύρες στην Πράγα, πολλές μπύρες στην Πράγα και θα πιω κι άλλες. Θα επισκεφτώ κάθε καστροπολιτεία, θα βαδίσω σε κάθε σοκάκι. Θα φτάσω σε απόκρημνες παραλίες με δερμάτινα σανδάλια, θα πω πως σαν την Χαλκιδική δεν έχει και θα γεύτω τα πιο ωραία φιλιά στον Λευκό τον πύργο.
Μπορώ να γράφω με τις ώρες. Μέρες για την ακρίβεια. Αλλά δεν έχει νόημα. Θα ζούσα για να ταξιδεύω με ένα σακίδιο, με μία σκηνή, να γυρίσω νησιά με σαγιονάρες και ψάθινα καπέλα, τον κόσμο με έναν χάρτη. Θα μάθαινα, θα άκουγα, θα άνοιγε το μυαλό μου, θα καταλάβαινα πολιτισμούς και θα σεβόμουν τον δικό μου. Ελπίζω να συμβούν. Ελπίζω να με αλλάξει η επαφή με το καινούργιο, το ολοκαίνουργιο, με το παλιότερο.
Κι όμως, ταξίδια είναι αυτά στα χωριά της Ελλάδα, στα νησιά της, στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ταξίδια είναι όμως κι εκείνα που κάνω μαζί σου ξαπλώμενη στο πατώμα από το δυάρι μας. Εγώ θέλω να γυρίσω όλο τον κόσμο. Εγώ όμως τον γυρνάω κι από αυτό εδώ το ξύλινο πάτωμα.