Κάπως έτσι ξεκίνησαν…
Μια φορά και έναν καιρό γεννήθηκε ένα κοριτσάκι, λίγες μέρες πριν από τα Χριστούγεννα. Ανάμεσα στα φωτάκια και τα στολίδια.
Ήταν παραμονή λίγο πριν τα Χριστούγεννα οι γονείς της, την έφεραν για πρώτη φορά στο νέο της σπίτι. Μόλις μπήκαν μέσα την έβαλαν κάτω από το δέντρο με τα χιλιάδες φανταχτερά στολίδια, που βρισκόταν στο μικρό σαλόνι τους και κοσμούσε μια γωνιά. Είχε μια λάμψη που όσο φτωχικό κι αν ήταν το σπίτι, το δέντρο έδινε μια ξεχωριστή ομορφιά. Φώτιζε την αληθινή αγάπη και την οικογενειακή ευτυχία.
Την έβαλαν κάτω από το δέντρο, γιατί ήταν το πιο όμορφο Χριστουγεννιάτικο δώρο που είχαν λάβει ποτέ.
Τα στολίδια, η λάμψη από τα φωτάκια και η μικρή έφεραν μια πνοή χαράς και ανανέωσης.
Εκεί σε μια άκρη του κόσμου, η λάμψη έγινε δώρο
Αννούλα το όνομα της. Με τα μεγάλα καστανά της μάτια κοιτούσε την λάμψη από τα φωτάκια. Εκεί για πρώτη φορά είδε την μορφή του Χριστού μέσα στην φάτνη. Ήταν η πρώτη φορά που χαμογέλασε. Τα Χριστούγεννα από τότε ήταν η αγαπημένη της εποχή.
Ένα μικρό στολίδι έπεσε στα μικροσκοπικά της χεράκια. Ήταν ένα στολίδι με την μορφή ενός αγγέλου. Με άσπρο ράσο, χρυσό στεφάνι στα μαλλιά, το προσωπάκι του ήρεμο και γαλήνιο. Είχε τα ματάκια του κλειστά και ένα μεγάλο αστέρι στο στέρνο του. Ήταν σαν το αγγελάκι να τραγουδούσε την Άγια νύχτα, λίγο πριν τον ερχομό του Χριστούλη. Τα υπόλοιπα στολίδια υποκλίθηκαν σε αυτή την μοναδική μαγεία.
Τότε ήταν που η μικρή Αννούλα πήρε το πρώτο της βάφτισμα και το πιο σημαντικό της δώρο. Αυτό που θα την συντρόφευε σε όλη της την ζωή.
Ο Χριστός λίγο πριν την γέννηση του, της έδωσε να έχει πάντα χαμόγελο και να το μεταδίδει και η ψυχή της να αντέχει τα πάντα. Τότε που ήταν μωρό δεν κατάλαβε το χάρισμα που της δόθηκε.
Μόνο που έβλεπε την λάμψη και είχε το αγγελάκι στα χεράκια της ήταν ευτυχισμένη. Τότε μια ζεστασιά, της τύλιξε την καρδιά και την ψυχή. Από τότε μέσα της δεν ένιωσε ποτέ μόνη της.
Όταν ένιωθε διαφορετικά
Καθώς μεγάλωνε η Αννούλα, τα πάντα γύρω της ήταν ντυμένα με χρυσόσκονή που μόνο η ίδια έβλεπε. Σε ό,τι άσχημό ένιωθε μέσα της έβλεπε μόνο την χαρά. Όποιοι ήταν τυχεροί να βρίσκονται κοντά της αισθανόταν την όμορφά της ψυχής και την δύναμη της αγάπης.
Οι γονείς της πολλές φορές αναρωτήθηκαν σε ποιόν μοιάζει η Άννα. Κανείς στην οικογένεια και των δύο δεν ήταν τόσο θετικοί απέναντι από την ζωή.
Σε ηλικία δώδεκα ετών η Άννα πολλές φορές, ενώ είχε πολλούς ανθρώπους γύρω της, ένιωθε μοναξιά, κανείς δεν μπορούσε να την καταλάβει. Δεν μπορούσε με κανέναν να μιλήσει για τις χιλιάδες σκέψεις που κατέκλυζαν το μυαλό της.
Κλεινόταν σε ένα δωμάτιο μόνη της και τότε έκανε την εμφάνισή της αυτή η μοναδική λάμψη και ζέσταινε όλο το κορμί της και έτσι δεν ένιωθε μόνη της. Συζητούσε όλα τα προβλήματα της μόνη της, απομονωμένη απ’ όλους.
Στα δεκαπέντε της, η διαφορετικότητα που είχε από μωρό έγινε πιο εμφανής μέσα της. Άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι έχει μια ξεχωριστή δύναμη, το χαμόγελό της έσπαγε κάθε θλίψη γύρω της και κάθε στεναχώρια σε όποιον ήταν ανοιχτός να πάρει κάτι από αυτή την μοναδική αισιοδοξία που είχε η Άννα.
Μετά από μια δυσκολία κατάλαβε…
Η Άννα πάντα αισθανόταν ξεχωριστή, είχε πάντα την ικανότητα τα αρνητικά να τα μετατρέπει σε θετικά. Είχε την ικανότητα να μην χάνει αυτό το μαγικό χαμόγελο ακόμα κι αν μέσα της πονούσε. Αλλά μέχρι τα σαράντα της δεν ήξερε καθαρά ποιος ήταν ό σκοπός που ήρθε στον κόσμο.
Ήταν Χριστούγεννα λίγο πριν η Άννα κλείσει τα σαράντα. Είχε δεχτεί μια πολύ μεγάλη απώλεια στην ζωή της και για μια περίοδο ήταν πολύ καταβεβλημένη ψυχολογικά. Για ένα διάστημα είχε ξεχάσει αυτό το χαμόγελο και την λάμψη που είχε μέσα της.
Ήρθε από το πουθενά
Ήταν Χριστούγεννα όταν η Άννα ήταν πλέον σαράντα. Καθόταν στον καναπέ του σπιτιού της και χάζευε το στολισμένο της δέντρο. Για έναν περίεργο λόγο αυτή την χρονιά ήθελε να στολίσει το δέντρο μόνο με άσπρα και ασημένια στολίδια, σαν να ήθελε να βρει την απάντηση σε όλα αυτά που είχε ζήσει.
Δάκρυα έκαναν την εμφάνιση τους στα μάτια της. Ξάπλωσε κάτω από το δέντρο και οι αναμνήσεις έκαναν την εμφάνιση τους. Έκλεισε για λίγο τα μάτια, δεν ήθελε να σκέφτεται τίποτα.
Μόλις τα άνοιξε είδε μπροστά της τον άγγελο των παιδικών της χρόνων. Στεκόταν εκεί και την κοιτούσε με ανοιχτά τα μάτια. Της άπλωσε το χέρι του. Η Άννα στην αρχή νόμιζε ότι ονειρεύεται. Πολύ δειλά του έδωσε το δικό της χέρι.
Μόλις ένιωσε την ζεστασιά του, έζησε για άλλη μια φόρα την σκήνη που ήταν μωρό, τότε που πήρε το πιο ξεχωριστό δώρο της ζωής της. Τότε τα κατάλαβε όλα, σαν ο άγγελος να ήθελε αυτή την στιγμή της ζωής της, να της φωτίσει τον δρόμο. Να της δείξει γιατί τελικά αξίζει να βρίσκεται ακόμα στην ζωή.
Της έδωσε τον λόγο που έψαχνε για χρόνια. Τον δικό της λόγο ύπαρξης στον κόσμο αυτό, μα περισσότερο την ύπαρξη της σε κάποιες ζωές άλλων. Άνθρωποι που είχαν ανάγκη ένα χαμόγελο και μια θετική ματιά. Να δουν έστω και μια φορά ακόμα κι αν ήταν αργά, ότι άξιζε που έζησαν.
Μετά από αυτά τα Χριστούγεννα η Άννα πήρε περισσότερη δύναμη. Και από τότε ήξερε ότι θα απλώνει το χέρι σε οποίον περνάει δύσκολα, σε όποιον θέλει να δεχτεί ένα απλό χαμόγελό. Να δείξει σε όλους ότι η δύναμη έρχεται από μέσα μας. Η ζωή γίνεται ακόμα πιο όμορφη όταν πιστεύουμε στον εαυτό μας και στην ξεχωριστή ευτυχία για την όποια ο καθένας έχει γεννηθεί.
Δίδαγμα
Τα Χριστούγεννα είναι η εποχή που πρέπει η αγάπη να νικάει τα πάντα. Είναι η εποχή που πρέπει να γυρνάμε στα παιδικά μας χρόνια, στα αθώα χρόνια που τότε τα όνειρα ήταν αληθινά. Να πηγαίνουμε με την σκέψη μας εκεί και να αρχίζουμε να πραγματοποιούμε ένα ένα αυτά τα όνειρα.
Η Άννα είχε το χάρισμα να χαμογελάει και έτσι να περνάει κάθε δυσκολία, κάθε ασθένεια και κάθε απώλεια με τον δικό της μοναδικό τρόπο, αυτό της λάμψης της ψυχής της. Αυτό το δώρο ήθελε να μεταφέρει σε όσους είχαν την καρδιά ανοιχτή.
Ένα παραμύθι ευγενική χορηγία της συγγραφέας Άνδρεα Αρβανιτίδου.
Ένα παραμύθι γραμμένο για τους αναγνώστες του MAXMAG