Το High Fidelity βγήκε στους κινηματογράφους το 2000 και θεωρείται πλέον μια κλασσική ταινία με πολυάριθμο φανατικό κοινό. Πρόκειται για μια ταινία ωδή στην τέχνη και πιο συγκεκριμένα στην μουσική. Η ταινία αποτελεί έναν νοσταλγικό επίλογο στο δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα. Βινύλια, λίστες οποιουδήποτε περιεχομένου και ασταθείς ερωτικές σχέσεις αποτελούν το βασικό τρίπτυχο του High Fidelity… Η ταινία είναι βασισμένη στο βιβλίο του Nick Hornby, ένα από τα πολλά που μεταφέρθηκαν στην μεγάλη οθόνη.
Υπόθεση
Ο Ρομπ Γκόρντον, ιδιοκτήτης ενός παλιομοδίτικου δισκάδικου, μη θέλοντας να αποδεχτεί το γεγονός ότι η φιλενάδα του τον άφησε για κάποιον άλλον, αποπειράται να βρει κάποιες παλιές ερωμένες του, που επίσης τον εγκατέλειψαν, για να κάνει μια αποτίμηση της ερωτικής του ζωής. Παράλληλα συνομιλεί αδιάκοπα με τους μοναδικούς του φίλους και υπαλλήλους του, Μπάρι και Ντικ.
Η ταινία καθορίζει από την αρχή τον χαρακτήρα της. Ο θεατής βλέπει τον Τζον Κιούσακ να κοιτάει την κάμερα και να συνομιλεί μαζί της. Το σπάσιμο του τέταρτου τοίχου αποτελεί την βασική καινοτομία της ταινίας. Ο πρωταγωνιστής είναι μονίμως θλιμμένος, εξαιτίας των προσωπικών και υπαρξιακών του προβλημάτων. Αμέσως μετά, μαθαίνουμε περισσότερα για αυτόν και μια από τις πολλές λίστες τοπ 5 θα αρχίσουν να αναλύονται. Ο Στίβεν Φρίαρς, κάθεται πίσω από την κάμερα και κάνει τα πάντα καλά. Την παράσταση βέβαια κλέβουν η αισθητική, οι σπιρτόζοι διάλογοι και η υπερβολικά ρεαλιστική ερμηνεία του Κιούσακ.
Το High Fidelity είναι βασισμένο σε μεγάλο βαθμό στους χαρακτήρες του. Όλοι οι βασικοί ήρωες είναι μπερδεμένοι και μια στιγμή πριν παραιτηθούν. Το δρομολόγιο της κάμερας διαμέρισμα- δισκοπωλείο και πάλι πίσω δίνει την ευκαιρία στον θεατή να εγκλιματιστεί και να αισθανθεί οικεία. Από εκεί και πέρα, αποτελεί μια συνεχή νοσταλγία σε πολλά χρονικά επίπεδα. Μέσω πολλαπλών φλας μπακ , πηγαίνουμε από το 2000 στις τρεις προηγούμενες δεκαετίες μαθαίνοντας παράλληλα την ιστορία του κεντρικού ήρωα. Το High Fidelity, έχει επίσης ιδιαίτερη αξία, εξαιτίας των πολλών αναφορών στην ποπ κουλτούρα της μουσικής και του κινηματογράφου!
Συμπέρασμα
Πρόκειται για μια ακόμα από τις ταινίες των 90’s, όπου οι συντελεστές της δεν γνώριζαν την σημαντικότητα της δουλειάς τους όταν την δημιουργούσαν. Πικρόχολο και ξεκάθαρο σχόλιο στην Αμερική της διεφθαρμένης μουσικής βιομηχανίας καθώς και στην ρηχότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Ποιητική, χαρίζοντας μερικούς εξαιρετικούς διαλόγους δίνει την ευκαιρία στους παλιούς να θυμηθούν και στους νεότερους να γνωρίσουν μια εποχή που αποχαιρέτησε, μάλλον για πάντα…