Ένα χρόνο μετά την «Ανθρώπινη Φωνή», ο Pedro Almodovar επιστρέφει για να μας συγκινήσει με τις «Παράλληλες Μητέρες» (Madres Paralelas). Πλάι στη μούσα του, Penelope Cruz, εγκαινίασαν το 78ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, αποσπώντας θριαμβευτικές κριτικές, και όχι μόνο. Ο χορταστικός ρόλος της ηθοποιού της χάρισε ταυτόχρονα και το βραβείο της Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας.
Ο Almodovar και η Cruz, πιστοί συνοδηπόροι στο κινηματογραφικό ταξίδι, συνεργάζονται για 7η φορά. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός πως το σενάριο γράφτηκε συγκεκριμένα για αυτή, με τον διάσημο ισπανό σκηνοθέτη να δηλώνει ήδη από το 2011, πως πρόκειται για τον «Δον Κιχώτη της μητρότητας». Μια άξια εκπροσώπηση της γυναικείας φύσης και ψυχοσύνθεσης, πέρα από τα πιεστικά «πρέπει» που μια κοινωνία μοιράζει απλόχερα στις μητέρες.

Δύο διαφορετικές γυναίκες, η Τζάνις και η Άνα, συναντιούνται στο δωμάτιο ενός μαιευτηρίου όπου και πρόκειται να γεννήσουν. Πόσο διαφορετικές είναι πράγματι; Και οι δύο άγαμες, και οι δύο μόνες, αντιμέτωπες με δύο απρογραμμάτιστες εγκυμοσύνες. Η Τζάνις, πιο ώριμη σε ηλικία, δεν μετανιώνει την απόφασή της. Μάλιστα, είναι πανευτυχής για το βήμα που ετοιμάζεται να κάνει. Από την άλλη, η Άνα (Milena Smit), μια έφηβη τραυματισμένη κοπέλα, δεν μπορεί παρά να αντιμετωπίζει την κατάσταση με φόβο, γεμάτη από δεύτερες σκέψεις. Δύο μέλλουσες μητέρες, που η μοίρα τις έφερε μαζί στο ίδιο δωμάτιο, αναπτύσσουν μια σύνδεση τόσο ενδόμυχα αναπόφευκτη βάση της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτός ο δεσμός, θα αλλάξει τις ζωές τους για πάντα.

Ο Pedro Almodovar μίλησε για την ταινία ως μια ιστορία για προγόνους και απογόνους. Η σχέση της ταυτότητας ενός ατόμου και του μητρικού ενστίκτου. Οι ατέλειες στις μητέρες αυτές είναι που τον προσέλκυσαν περισσότερο και ως αφηγητή. Δήλωσε ακόμα, πως πρόκειται για εντελώς διαφορετικές μητέρες από όσες έχει συμπεριλάβει στις ταινίες του ως τώρα.
Η υποπλοκή για τους μαζικούς τάφους από την εποχή του Φράνκο είναι πολύ σημαντική για τον Almodovar. Στα πρώτα προσχέδια του σεναρίου, είχε μεγαλύτερη έκταση αλλά ήταν κάτι τόσο δυνατό που κατέληξε να επισκιάζει τα πάντα γύρω της. Έτσι, αποφάσισε να δώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στην ιστορία της Τζάνις και της Άνα, και να αφήσει το άνοιγμα του τάφου για το τέλος. Όλα, στο πλαίσιο της ελπίδας για την ευαισθητοποίηση σχετικά με ένα ζήτημα αρκετά κρίσιμο και επιτακτικό στην Ισπανία.
«Χειρίστηκα το ζήτημα με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ευαισθησία γιατί δεν είχα σκοπό να ξεκαθαρίσω τους λογαριασμούς μου με την ιστορία, όπως ακριβώς οι συγγενείς των θυμάτων δε ζητoύν τίποτα παραπάνω από μια ταφόπλακα για να βάλουν το όνομα του αγαπημένου τους προσώπου και ένα σημείο για να τα θάψουν. Είναι κάτι που η ισπανική κοινωνία τούς χρωστάει, ένα επιτακτικό χρέος γιατί πλέον πρόκειται για τη γενιά των δισέγγονων που ζητούν την εκταφή των σορών – και είναι, μάλιστα, η πρώτη γενιά που το κάνει.» Όλες οι μαρτυρίες των συγγενών που ακούγονται στην ταινία είναι πραγματικές. Ακόμα, στη σκηνή όπου ο τάφος ανοίγει, μερικά από τα μέλη της ΜΚΟ που βρέθηκαν εκεί, αποτελούν συγγενείς των θυμάτων.

Γυναίκες, μητρότητα και η αναπόφευκτη παρουσία της μνήμης.
Advertising