Είναι γνωστό σε όλους ότι οι ρόλοι των δύο φύλων δεν προέκυψαν αυθαίρετα αλλά δημιουργήθηκαν και στηρίχθηκαν πάνω στη θέση που κατείχαν τα δύο φύλα, αρσενικό και θηλυκό, από την αρχαιότητα έως σήµερα. Η θέση των δύο φύλων καθόρισε και τους ρόλους που διαδραµάτιζαν τα άτοµα σε κάθε κοινωνία. Το σύστηµα των φύλων µπορεί ανάλογα την κοινωνία που αναφερόµαστε να ορίζεται διαφορετικά, αλλά παραµένει για όλες τις κοινωνίες ένα σύστηµα ασύµµετρο καθώς το ένα φύλο θεωρείται κατώτερο από το άλλο και αυτό είναι πάντα το γυναικείο.
∆εν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι σε όλες τις κοινωνίες και τους αιώνες οι άνθρωποι θεωρούσαν ότι τα αρσενικά και τα θηλυκά είναι διαφορετικά αφού κατ’ αρχάς διαφέρουν ανατοµικά αλλά και ποιοτικά, στο πνεύµα, στην ψυχή και στις ικανότητες. ∆ιάχυτη ήταν η άποψη ότι δεν είναι δυνατόν να κάνουν τα ίδια πράγµατα ούτε να σκέφτονται µε τον ίδιο τρόπο.
Η γυναίκα ανέκαθεν από την αρχαιότητα παρουσιαζόταν ως ένα όν υπερφυσικό έχοντας σαφώς περισσότερες ιδιότητες από την γυναίκα με περισσότερα δικαιώματα. Χαρακτηριζόταν ως η “κολόνα” του σπιτιού καθώς καταπιανόταν με την καλλιέργεια της γης και ως προστάτης και “συνεχιστής” της οικογένειάς του.
Από την άλλη, η γυναίκα γαλουχιζόταν από τον κοινωνικό της περίγυρο, αλλά και από την μητέρα της, προορισμένη να είναι ικανή σύζυγος, μητέρα και γενικότερα να μπορεί να διατηρήσει την οικογένειά της “ενωμένη”, χωρίς να της δίνονται ίσα δικαιώματα με τον σύζυγό της όπως στην κοινωνία π.χ. εκλογικό δικαίωμα, δικαίωμα στην εκπαίδευση.
Σήμερα, λοιπόν στις δυτικές κοινωνίες παρόλο που έχουν περάσει τόσα χρόνια, υπάρχει η πεποίθηση, ότι η ισότητα των φύλων έχει επιτευχθεί λόγω νομοθετικών ρυθμίσεων που έχουν γίνει από τις κυβερνήσεις ή ακόμα και από διεθνείς οργανισμούς.
Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική, καθώς πολλές φορές τα στερεότυπα περί των δύο φύλων εξακολουθούν να υπάρχουν έως τις ημέρες μας, έχοντας ρίζες από την αρχαιότητα. Ήδη, από τους πρώτους ανθρώπους είναι βέβαιο πως δεν κατανοούσαν την σχέση ανάμεσα στην σεξουαλική επαφή και την γέννηση. Οι άνδρες πίστευαν ότι το “θαύμα της ζωής” δεν είχε καμία σχέση με την, ένωση του άνδρα με την γυναίκα.
Οπότε, από την μία υπήρχε σεβασμός και δέος στις γυναίκες λόγω της ζωής που έδινε μέσω της γέννας, αλλά ταυτόχρονα και αμφιβολίας, καθώς λόγω της έμμηνος ρύσης “έχανε ζωή”. Από εκείνη την στιγμή, συνδέθηκε με την πηγή του καλού και του κακού, με χαρακτηριστική την λαϊκή ρήση <<πυρ, γυνή και θάλασσα>>.
Όταν, έγινε γνωστός ο ρόλος του άνδρα στην αναπαραγωγή, τότε αντιστράφηκαν οι ρόλοι αποκτώντας την εξουσία ο άνδρας. Έτσι, καθιερώθηκε η θέσπιση νόμων σε λαούς της Μέσης Ανατολής που οριοθετούσαν τα δικαιώματα του άνδρα και της γυναίκας π.χ. άρση πολυανδρίας, κώδικας Βαβυλωνίων( λιγότερα γυναικεία δικαιώματα).
Έρχεται, όμως ο χριστιανισμός με το κήρυγμα του να εδραιώσει τον ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία με την ενσάρκωση της Παναγίας ως μητέρα- τροφού να παρουσιάσει την πιο θετική εικόνα της γυναίκας. Η Παναγία που διέθετε όλες αυτές τις αρετές για να φέρει στον κόσµο τον Θεάνθρωπο που µετά τη γέννηση του αναγορεύτηκαν σε θείες αρετές και αδιαµφισβήτητες ηθικές αξίες για όλες τις γυναίκες. Με αυτό τον τρόπο το κράτος έχοντας ως βάση και στήριγµα την Εκκλησία και τα ιερά κείµενα µπορεί να υποτάσσει τις γυναίκες ακόµη περισσότερο. Εποµένως το πατριαρχικό σύστηµα εξουσίας ενσωµατώνοντας τις αξίες του χριστιανισµού και τα ιερά κείµενα καθιερώνει το ρόλο της µητέρας για τις γυναίκες ως τον υπέρτατο ρόλο λόγω και της θείας καταγωγής πλέον από την Παναγία.
Από αυτή την ιστορική στιγµή και έπειτα η µητρότητα ως θεϊκή λειτουργία, εκτός βέβαια από κοινωνική αρετή ενισχύθηκε σε ύψιστο βαθµό. Όταν ένας κοινωνικός θεσµός που ήδη υπάρχει εµπλουτιστεί µε κάποια θεϊκή προέλευση τότε µετασχηµατίζεται σε 3 ανώτερο κοινωνικό θεσµό, γίνεται δηλαδή απόλυτη κοινωνική αλήθεια, κάτι σαν τους φυσικούς νόµους.
Αξιοσηµείωτο είναι το παράδειγµα της πολιτικής όπου ενώ οι γυναίκες ασφαλώς έχουν αποκτήσει δικαίωµα ψήφου αλλά και το δικαίωµα να εκλέγονται εδώ και αρκετά χρόνια, ωστόσο η συµµετοχή τους στην πολιτική ζωή του τόπου είναι σε χαµηλά ποσοστά. Μέχρι σήµερα σε παγκόσµια κλίµακα έχουν εκλεγεί πρωθυπουργοί ή πρόεδροι κυβερνήσεων µόνο δεκατέσσερις γυναίκες και ασφαλώς στην Ελλάδα καµία. Τα ποσοστά δε των γυναικών που εκλέγονται στην ελληνική Βουλή είναι χαµηλά αν σκεφτεί κανείς ότι στις πρόσφατες εκλογές του Μαρτίου του 2004 µόλις 39 από τους 300 βουλευτές είναι γυναίκες στο ελληνικό κοινοβούλιο και όλοι µιλούσαν για την µεγάλη αύξηση του ποσοστού των γυναικών. Ακόµη και η πρόταση της νέας κυβέρνησης να οριστεί πρόεδρος της Βουλής γυναίκα συνοδεύτηκε µε το σχόλιο ότι για πρώτη φορά στο νεοελληνικό κράτος θα καταλάβει γυναίκα το τρίτο κατά σειρά αξίωµα του κράτους, ενισχύοντας έτσι την άποψη ότι ακόµη και σήµερα είναι σπάνιο φαινόµενο για µια γυναίκα να εισχωρήσει σε παραδοσιακά ανδροκρατούµενους χώρους.
Συµπερασµατικά αυτό που έχει ιδιαίτερη σηµασία να τονιστεί είναι ότι οι στερεότυπες κοινωνικές αντιλήψεις για τα δύο φύλα και οι διακρίσεις και ανισότητες που προκύπτουν σε βάρος των γυναικών ελάχιστα οφείλονται ή δικαιολογούνται από τις βιολογικές διαφορές των δύο φύλων. Αντίθετα πρόκειται για ένα κοινωνικοπολιτισµικό δηµιούργηµα που όπως ήδη έχει επισηµανθεί διαιωνίζει και αναπαράγει τις στερεότυπες κοινωνικές αντιλήψεις για τα δύο φύλα µέσω της διαδικασίας της κοινωνικοποίησης των ατόµων.
Πηγή: https://repository.edulll.gr/edulll/retrieve/5038/1446_02_ThesiDyoFilon.pdf