Η ομιλία του Λίνκολν στο Γκέτισμπεργκ έμελλε να αποτελέσει μία από τις πιο γνωστές ομιλίες στην ιστορία των ΗΠΑ. Ο λόγος του εκφωνήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 1863 στα εγκαίνια του Εθνικού Στρατιωτικού Νεκροταφείου στο Γκέτισμπεργκ της Πενσυλβάνια, τεσσεράμισι μήνες ύστερα από τη νίκη των δυνάμεων της Ένωσης (βόρειοι) κατά της συνομοσπονδίας (νότιοι) στη μάχη του Γκέτισμπεργκ.
Η ομιλία
Ο λόγος του Λίνκολν ξεκινούσε με την εμβληματική φράση, η οποία παρέπεμπε στην αμερικανική επανάσταση του 1776. Σκοπός του Λίνκολν ήταν να εξετάσει τις θεμελιώδεις αρχές των ΗΠΑ στο πλαίσιο του εμφυλίου πολέμου, που μάστιζε εκείνη την εποχή τη χώρα. Η ακριβής διατύπωση της ομιλίας ήταν αμφισβητήσιμη και συνεχίζει να παραμένει, καθώς υπάρχουν πέντε διαφορετικά χειρόγραφα της ομιλίας με ορισμένες λεπτομέρειες να ξεχωρίζει το ένα από το άλλο. Επιπλέον, οι ανατυπώσεις της ομιλίας στις εφημερίδες της εποχής οδηγούσαν και αυτές με τη σειρά τους προς αυτή την κατεύθυνση. Σύμφωνα με μία συγκεκριμένη φράση, η ομιλία του Λίνκολν στο Γκέτισμπεργκ επεδίωκε να προτρέψει τον λαό να εξασφαλίσει την επιβίωση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας της Αμερικής και η συγκεκριμένη φράση ανέφερε: ” Ότι η διακυβέρνηση του λαού, από τον λαό, για τον λαό δεν θα εκλείψει από τη γη”. Μία από τις πιο δημοφιλείς μορφές της ομιλίας συνιστά η ακόλουθη: “Πριν από 87 χρόνια οι πατεράδες μας δημιούργησαν σε αυτήν την ήπειρο ένα νέο έθνος, που γεννήθηκε ελεύθερο και αφοσιώθηκε στην ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι. Τώρα έχουμε εμπλακεί σε ένα μεγάλο εμφύλιο πόλεμο, που θέτει σε δοκιμασία το κατά πόσον αυτό το έθνος, ή οποιοδήποτε άλλο έθνος που γεννήθηκε με τον ίδιον τρόπο και αφιέρωσε τις δυνάμεις του στην πραγματοποίηση του ίδιου σκοπού, μπορεί να επιβιώσει επί μακρόν. Συναντιόμαστε σε ένα σημαντικό πεδίο μάχης αυτού του πολέμου.
Έχουμε έλθει για να αφιερώσουμε ένα κομμάτι της γης αυτής ως τελευταία κατοικία για εκείνους που έδωσαν εδώ τη ζωή τους, ώστε το έθνος αυτό να μπορέσει να ζήσει. Αυτό είναι απολύτως πρέπον και σωστό να το πράξουμε. Όμως, με την ευρύτερη έννοια, δεν μπορούμε να αφιερώσουμε, δεν μπορούμε να καθαγιάσουμε τα χώματα αυτά. Οι γενναίοι άνδρες, ζώντες και νεκροί, που πολέμησαν εδώ τα έχουν ήδη καθαγιάσει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μπορούν οι ταπεινότητές μας να τα εξάρουν ή να τα μειώσουν. Λίγο θα ασχοληθεί ο κόσμος και δε θα θυμάται επί μακρόν όσα λέμε εμείς εδώ, αλλά δε θα ξεχάσει ποτέ όσα έπραξαν αυτοί εδώ. Εναπόκειται λοιπόν σε εμάς, τους ζώντες, να αφιερωθούμε στο ανολοκλήρωτο έργο που με τόση γενναιότητα προχώρησαν μέχρις αυτού του σημείου όσοι αγωνίστηκαν εδώ.
Εναπόκειται λοιπόν σε εμάς να αφιερωθούμε στη σπουδαία αποστολή που στέκει ενώπιόν μας: να αντλούμε από αυτούς τους αξιοσέβαστους νεκρούς ολοένα και περισσότερη αφοσίωση στον αγώνα για τον οποίον επέδειξαν εκείνοι τον υπέρτατο βαθμό αφοσίωσης, να διακηρύξουμε ξεκάθαρα ότι οι νεκροί αυτοί δεν έπεσαν επί ματαίω, ότι σε αυτό το έθνος, υπό τη σκέπη του Θεού, θα αναγεννηθεί η ελευθερία, και ότι αυτός ο τρόπος διακυβέρνησης του λαού, από το λαό, για το λαό, δε θα εκλείψει από τη Γη”.
Το ιστορικό πλαίσιο
Μέχρι και να οδηγηθούμε στην ομιλία του Λίνκολν, τα γεγονότα που συνέβησαν ήταν αιματηρά. Από την 1η μέχρι και τις 3 Ιουλίου 1863, 172.000 Αμερικανοί στρατιώτες συγκρούστηκαν στη μάχη του Γκέτισμπεργκ. Η μάχη αυτή φυσικά είχε επιρροή και στην ίδια την πόλη του Γκέτισμπεργκ των 2.400 κατοίκων. 7.500 πτώματα στρατιωτών και 5.000 πτώματα αλόγων της Στρατιάς του Ποτόμακ και της Συνομοσπονδιακής Στρατιάς της Βόρειας Βιρτζίνια μετέτρεπαν τη δυσωδία του αέρα ανυπόφορη. Για τους κατοίκους της πόλης όμως, εκείνο που είχε σημασία ήταν ο ενταφιασμός των νεκρών από το πεδίο της μάχης. Σε πρώτο στάδιο, η πόλη επιθυμούσε να αγοράσει γη, που θα προοριζόταν για νεκροταφείο και στη συνέχεια οι οικογένειες των θυμάτων θα πλήρωναν ένα ποσό, προκειμένου να θάψουν τους νεκρούς τους. Ο David Wills όμως, ένας εύπορος κάτοικος της πόλης, με επιστολή του προς τον Κυβερνήτη της Πενσυλβάνια, Andrew Gregg Curtin, πρότεινε τη δημιουργία ενός Εθνικού Νεκροταφείου με τη χρηματοδότηση των πολιτειών. Έτσι, ο Wills θα αγόραζε μια έκταση των 68 στρεμμάτων πληρώνοντας 2.475.87 δολάρια.
Η τελική παράδοση του νεκροταφείου θα γινόταν στις 23 Οκτωβρίου με καλεσμένο τον Edward Everett ως τον κύριο ομιλητή, ο οποίος διέθετε μία σωρεία τίτλων, και συγκεκριμένα είχε υπηρετήσει ως Υπουργός Εξωτερικών, Γερουσιαστής, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, Πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και υποψήφιος αντιπρόεδρος. Όμως ο Everett θεώρησε αδύνατο να ετοιμάσει μια ομιλία κατάλληλη σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, γι΄ αυτό και η ημερομηνία παράδοσης μετατοπίστηκε για τις 19 Νοεμβρίου. Ο Wills τότε και η οργανωτική επιτροπή προσκάλεσαν τον Αβραάμ Λίνκολν με μια επιστολή του Wills. Η ενημέρωσή του έγινε 17 ημέρες πριν την τελετή οδηγώντας μας έτσι στο συμπέρασμα πως η ομιλία του Λίνκολν στο Γκέτισμπεργκ ετοιμάστηκε στο χρονικό διάστημα των 17 ημερών.
Η άφιξη του Αβραάμ Λίνκολν
Ο Αβραάμ Λίνκολν έφτασε με το τρένο στην πόλη του Γκέτισμπεργκ στις 18 Νοεμβρίου. Τη νύχτα διετέλεσε φιλοξενούμενος στο σπίτι του Wills, όπου και ολοκλήρωσε την ομιλία του, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας είχε γράψει στην Ουάσινγκτον. Για τις τελικές διορθώσεις της ομιλίας του Λίνκολν υπάρχουν αρκετές αναφορές, όπως επίσης και προσχέδια στα έγγραφα του Εκτελεστικού Μεγάρου. Το πρωί της 19ης Νοεμβρίου στις 9:30 π.μ. ο Λίνκολν κατέφτασε έφιππος καβάλα σε ένα κοκκινοκαφέ άλογο προχωρώντας ανάμεσα στον Υπουργό Εξωτερικών William H. Seward και τον Υπουργό Οικονομικών Salmon P. Chase, καθώς επίσης και ανάμεσα στους αξιωματούχους, τους κατοίκους και τις χήρες της πόλης. Κατά την ημέρα της τελετής, η μεταφορά και η εκ νέου ταφή των σωρών από τους τάφους του πεδίου μάχης στο νεκροταφείο ήταν ολοκληρωμένη μόνο κατά 50%. Η ομιλία του Λίνκολν στο Γκέτισμπεργκ είχε ως επιδίωξη τον συσχετισμό του παρελθόντος με το παρόν, γι΄αυτό και ο Λίνκολν εμφανίστηκε ως ηγέτης του αμερικανικού έθνους και όχι ως επικεφαλής της μιας από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Υπολογίζεται πως περίπου 15.000 άνθρωποι παρακολούθησαν την τελετή συμπεριλαμβανομένων και των εν ενεργεία Κυβερνητών των 6 από τις 24 πολιτείες της Ένωσης.
Πηγές:
Στεργιόπουλος, Β. (2020) Αβραάμ Λίνκολν: Ο επίκαιρος λόγος του για τη διχασμένη σήμερα Αμερική. Ανακτήθηκε από https://www.in.gr/2020/11/04/stories/features/avraam-linkoln-o-akros-epikairos-epitafios-logos-tou-sto-gketismpergk/ (τελευταία πρόσβαση: 11/04/24).
Δουλγερίδης, Δ. (2023). Γκέτισμπεργκ, πριν από 160 χρόνια. Ανακτήθηκε από https://www.tanea.gr/print/2023/11/27/opinions/gketismpergk-lfprin-apo-160-xronia/ (τελευταία πρόσβαση: 11/04/24).
Μαρτίνου, Α. (2020). Προσωπικότητες που επηρέασαν την ιστορία: Αβραάμ Λίνκολν. Ανακτήθηκε από https://odeth.eu/%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%AF-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CF%80%CE%B7%CF%81%CE%AD%CE%B1%CF%83%CE%B1%CE%BD-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1%CE%B1/ (τελευταία πρόσβαση: 11/04/24).
Ομιλία στο Γκέτισμπεργκ. Ανακτήθηκε από https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%AF%CE%B1_%CF%83%CF%84%CE%BF_%CE%93%CE%BA%CE%AD%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%BA (τελευταία πρόσβαση: 11/04/24).