Τι είναι ο πολιτισμός και η πολιτιστική κληρονομιά;
Από τις απαρχές του κόσμου, ο άνθρωπος δημιουργεί, συνειδητά ή ασυνείδητα, ένα απόθεμα πολιτιστικής κληρονομιάς για τις επόμενες γενιές. Επιχειρώντας να ορίσει κανείς τι ακριβώς είναι ο πολιτισμός, δεν είναι λίγες οι φορές που συναντά ποίκιλες εγγραφές. Όλες τους έχουν κοινή την οριστέα έννοια· αυτό που διαφέρει κάθε φορά είναι η ειδοποιός διαφορά. Όλες, ωστόσο, ψηλαφούν την καρδιά αυτής της τόσο ξεχωριστής λέξης. Μήπως ο πολιτισμός δεν είναι παρά, με τα πιο απλά λόγια, το αποτύπωμα του ανθρώπου στον χώρο και τον χρόνο;
Καταρχάς, ο πολιτισμός συνιστά κληρονομιά για τους ανθρώπους, την οποία πρέπει να φροντίσουν και να μεριμνήσουν για τη μετάδοσή της. Στον ρου της ιστορίας, δεν είναι λίγες οι φορές που ο πολιτισμός αντιμετώπιζε μια κρίση -ακόμη και τούτη τη στιγμή αντιμετωπίζει μια τέτοια. Πόλεμοι, λοιμοί, λιμοί, κρίση ανθρωπισμού, ακόμη και η ραγδαία εκτίναξη της τεχνολογικής προόδου έχουν στιγματίσει τον πολιτισμό. Για αυτό το λόγο ήταν πλέον επιβεβλημένο για τους παγκόσμιους και κρατικούς θεσμούς να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα. Η UNESCO είναι ένας από αυτούς τους θεσμούς, της οποίας η ψυχή στηρίζεται στην προστασία και διαφύλαξη της παγκόσμιας Υλικής και Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Πολιτιστική κληρονομιά και η UNESCO: δύο όψεις του ίδιου νομίσματος
Φυσική και Φυσική Κληρονομιά
Η UNESCO έχει κατά καιρούς ψηφίσει συμβάσεις για την Πολιτιστική Κληρονομία. Το 1972 επικυρώνει τη Σύμβαση για την Παγκόσμια Πολιτιστική και Φυσική Κληρονομιά. Στο κείμενο της ορίζει την πολιτιστική κληρονομιά ως: το σύνολο των μνημείων, των αρχιτεκτονικών επιτευγμάτων αλλά και τόπων που διαθέτουν ξεχωριστή παγκόσμια αξία –“outstanding universal value– (αρ.1). Από τις πρώτες αυτές σειρές καταλαβαίνει κανείς ότι ως πολιτιστική κληρονομιά ορίζεται το απτό, χειροπιαστό, αυτό που έχει χώρο, ύψος και βάθος. Με άλλα λόγια η πολιτιστική κληρονομιά είναι υλική, γιατί σχετίζεται με τρισδιάστατα αντικείμενα και χώρους, τόπους όπου μπορεί να περπατήσει, να αγγίξει και να θαυμάσει κανείς.
Στη συνέχεια της ίδιας σύμβασης, η πολιτιστική κληρονομιά συνεχίζει με φυσικούς και γεωγραφικούς σχηματισμούς –“formations”– , εκτάσεις γης και τόπους που διαθέτουν εξέχουσα φυσική ομορφιά – “natural beauty”– (UNESCO, 1972, αρ.2).
Αρκετοί θεωρητικοί των πολιτισμικών σπουδών έχουν επισημάνει ότι η έννοια του πολιτισμού δεν μπορεί να περιοριστεί μονάχα στα υλικά προϊόντα. Ανάμεσά τους ο Raymont Williams, ο οποίος μιλά για ένα μη απτό στοιχείο του πολιτισμού, την «δομή της αίσθησης». Αυτό το υπερ-φυσικό στοιχείο του πολιτισμού οδήγησε την έρευνα των πολιτισμικών φαινόμενων, ήδη από τη δεκαετία του ’70, στα υπερβατικά στοιχεία που συνοδεύουν τον πολιτισμό (αντιλήψεις, γνώσεις, δοξασίες, κ.α.) και αποτελούν το περικείμενό του, πηγαίνουν δηλαδή πλάι με τα (αντι)κείμενα του πολιτισμικού γίγνεσθαι.
Βάσει αυτού αλλά και των ορίων που είχε δείξει η Σύμβαση του 1972, αναφορικά με την υποεκπροσώπηση κάποιων χωρών που δεν ανήκαν στην εξέχουσα Δύση, ο Κατάλογος της Παγκόσμιας Κληρονομιάς πήρε μία τροχιά μακριά από την ανθρωπολογική διάσταση του πολιτισμικού φαινομένου. Έτσι, η UNESCO ξαναγράφει το κείμενό της και κυρώνει την Σύμβαση για την Προστασία της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς το 2003.
Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά
Ένα από τα πρώτα στοιχεία που ξεκαθαρίζει η Σύμβαση είναι ο ορισμός της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (ΑΠΚ): οι προφορικές παραδόσεις και εκφράσεις, οι αναπαραστάσεις, οι γνώσεις τις οποίες οι κοινότητες των ανθρώπων αναγνωρίζουν ως τμήμα της πολιτιστικής τους κληρονομιάς (UNESCO, 2003, αρ. 2). Το σημείο και το στοιχείο της κοινότητας και του (αυτό)προσδιορισμού της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί καινοτόμο στοιχείο στη συμμετοχική προσέγγιση του πολιτισμού.
Αναστοχασμός: οι διαφορές των Συμβάσεων
Το κείμενο του 2003 ολοκληρώνει το κείμενο του 1972 και αποτελεί μία σφαιρική και ανθρωπολογική προσέγγιση στη διατήρηση και διάδοση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Συνεπώς, οι ορισμένες αποκλίσεις οδηγούν σε διαφορετικές αναγνώσεις του πολιτισμού.
Το κείμενο του 1972 αφορά στον υλικό πολιτισμό. Τείνει περισσότερο στην προστασία των εμβληματικών μνημείων και τόπων που υπάρχουν σε έναν από τους δύο εκ των έσω καθορισμένων Καταλόγων (αρ. 11). Πολλοί τη διαβάζουν ως μια «ελιτίστικη» προσέγγιση που δεν προσφέρει την ολότητα του πολιτισμού.
Αντίθετα, το κείμενο του 2003 επισημαίνει την ανάγκη διαφύλαξης όλων των εκφάνσεων των άυλων στοιχείων μιας χώρας. Δεν υπάρχουν ζητήματα αξίας ή αυθεντικότητας, καθώς η κάθε μια χώρα δημιουργεί το δικό της Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Τέλος, το κείμενο του 1972 προσφέρει μια τεχνοκρατική θέαση της Υλικής Κληρονομιάς με τη συνδρομή επιστημόνων/τεχνικών. Αντίθετα στο επίκεντρο του κειμένου του 2003, η καθοριστική συνδρομή της κοινότητας συμβάλλει στη διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
ΠΗΓΕΣ ΑΡΘΡΟΥ
Unesco. (1972). Unesco Convention Concerning the Protection of World Cultural and Natural Heritage. Paris, 16 November 1972. http://whc.unesco.org/archive/convention-en.pdf.
Unesco. (2003). Convention for the Safeguarding of the Intangible Cultural Heritage. http://unesdoc.unesco.org/images/0013/001325/132540e.pdf.
Φωτοπούλου, Σταυρούλα-Βίλλυ. (2016). Όψεις της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς στη Χίο (σσ. 11-29). ΠΙΟΠ.