Η επιστημονική κοινότητα διχάζεται μεταξύ του όρου γενοκτονία και εθνοκάθαρση. Και στις δυο λέξεις ο αφανισμός μεγάλου αριθμού πληθυσμού είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Η μόνη διαφορά τους είναι ο τρόπος που γίνονται στην πράξη. Στο συγκεκριμένο άρθρο θα εστιάσουμε στη γενοκτονία του Θρακικού Ελληνισμού, που πραγματοποιήθηκε στις 6 Απριλίου του 1914.
Διαχωρισμός Γενοκτονίας και Εθνοκάθαρσης
Η γενοκτονία έχει νομική υπόσταση και αναγνωρίζεται στο διεθνές ποινικό δίκαιο από το 1948, με βασικό του χαρακτηριστικό το θάνατο και, μάλιστα, τον εσκεμμένο θάνατο. Ετυμολογικά προέρχεται από την σύνθεση της ελληνικής λέξης “γένος”, που σημαίνει φυλή, και την λατινική λέξη “-cide”, που σημαίνει φόνος. Από την άλλη πλευρά, η εθνοκάθαρση, δεν έχει νομική αναγνώριση και αφορά κυρίως πρακτικές και συμπεριφορές που τείνουν στην εξαφάνιση ενός λαού μέσω απελάσεων ή μετακινήσεων πληθυσμών. Παρόλο που αυτές οι δυο έννοιες διαφέρουν, τουλάχιστον, ετυμολογικά, η βάση τους παραμένει όμοια, και είναι η ηθελημένη επίθεση και ο αφανισμός σε συγκεκριμένες εθνικότητες και φυλές.
Σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας, που εγκρίθηκε το 1948, η γενοκτονία περιλαμβάνει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις που διαπράττονται με πρόθεση να καταστρέψουν, εν όλων ή εν μέρει, μια εθνική, εθνοτική, φυλετική ή θρησκευτική ομάδα :
-Δολοφονία μελών της ομάδας.
-Πρόκληση σοβαρών σωματικών ή ψυχικών βλαβών σε μέλη της ομάδας.
-Εσκεμμένη επιβολή στην ομάδα συνθηκών ζωής που υπολογίζεται ότι θα επιφέρουν τη φυσική τους καταστροφή εν όλων ή εν μέρει.
-Επιβολή μέτρων για την αποτροπή γεννήσεων εντός της ομάδας.
-Αναγκαστική μεταφορά παιδιών της ομάδας σε άλλη ομάδα. (Παιδομάζωμα)
Αυτός ο ορισμός τονίζει την πρόθεση εξόντωσης μιας ομάδας με βάση την ταυτότητά της, διακρίνοντας τη γενοκτονία από άλλες μορφές μαζικής βίας. Ο εντοπισμός και η αναγνώριση των γενοκτονικών πράξεων είναι ζωτικής σημασίας για τη διεθνή δικαιοσύνη και την ιστορική μνήμη.
Ιστορικό Πλαίσιο
Οι αρχές του 20ου αιώνα ήταν μια περίοδος σημαντικής αναταραχής και μετασχηματισμού στην περιοχή που κάποτε αποτελούσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τα εθνικιστικά κινήματα και η σταδιακή παρακμή της αυτοκρατορίας έθεσαν το έδαφος για εκτεταμένη βία και αναταραχή. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η τραγωδία που έπληξε τους Έλληνες της Θράκης στις 6 Απριλίου 1914, στέκεται ως ένα οδυνηρό κεφάλαιο στην ιστορία των Βαλκανίων.
Η Ανατολική Θράκη, μια περιοχή που εκτείνεται σε τμήματα της σύγχρονης Ελλάδας, της Τουρκίας και της Βουλγαρίας, φιλοξενούσε ποικίλους πληθυσμούς, συμπεριλαμβανομένου ενός σημαντικού αριθμού ελληνικών κοινοτήτων. Οι Έλληνες της Θράκης ζούσαν στην περιοχή για αιώνες, συμβάλλοντας στην πολιτιστική και οικονομική ζωή της. Ωστόσο, ο αυξανόμενος εθνικισμός και οι εθνοτικές εντάσεις, που επιδεινώθηκαν από το υπό κατάρρευση οθωμανικό κράτος, τους κατέστησαν ευάλωτους στόχους. Η φύση και η πραγμάτωση της γενοκτονία ως τακτική αποδυνάμωσης και εξόντωσης άλλων πληθυσμών είχε σαν αφετηρία τον Θρακικό Ελληνισμό και κορυφώθηκε με την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.
Πιο συγκεκριμένα, η γενοκτονία του Θρακικού Ελληνισμού είχε διάρκεια αιώνων, από το 1327-1638 και από το 1906-1922. Η Θράκη αποτελούσε και αποτελεί ακόμα συνδετικό κρίκο μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας, με αποτέλεσμα στο πέρασμα από την μια πλευρά στην άλλη, να υπάρχουν πολλές λεηλασίες και επιδρομές. Επί 13 αιώνες η Θράκη δεχόταν επιθέσεις απο διάφορα φύλα του τότε γνωστού κόσμου.
Το Μαύρο Πάσχα των Ελλήνων της Θράκης
Ο όρος «Μαύρο Πάσχα» αναφέρεται στα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στους Θρακιώτες Έλληνες κατά τα ταραχώδη χρόνια των αρχών του 20ου αιώνα, με ιδιαίτερη έμφαση στην περίοδο γύρω στο 1914. Το Μαύρο Πάσχα του Θρακικού Ελληνισμού σηματοδοτεί μια περίοδο σφαγών, αναγκαστικών εκτοπίσεων και συστηματικής εξάλειψης των ελληνικών κοινοτήτων στην Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία από τις οθωμανικές δυνάμεις.
Στις 6 Απριλίου 1914 εξαπολύθηκαν συντονισμένες επιθέσεις κατά των ελληνικών κοινοτήτων της Ανατολικής Θράκης. Αυτές οι επιθέσεις ήταν μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής που ενορχηστρώθηκε από την Επιτροπή Ένωσης και Προόδου (CUP), το κυβερνών κόμμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το οποίο προσπάθησε να «καθαρίσει» την περιοχή από τον χριστιανικό πληθυσμό της.
Ένοπλες ομάδες, συχνά αποτελούμενες από άτακτους και ντόπιους μουσουλμάνους κατοίκους, κατέβηκαν στα ελληνικά χωριά και πόλεις. Αναφορές από επιζώντες και σύγχρονες μαρτυρίες περιγράφουν σκηνές αφάνταστης βαρβαρότητας: σπίτια λεηλατήθηκαν και κάηκαν, άνδρες δολοφονήθηκαν, γυναίκες και παιδιά υποβλήθηκαν σε βιασμούς και άλλες φρικαλεότητες και χιλιάδες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα πατρογονικά τους εδάφη.
Η βία ήταν συστηματική και είχε σκοπό να τρομοκρατήσει τον ελληνικό πληθυσμό ώστε να εγκαταλείψει τα σπίτια του. Πολλοί από αυτούς που επέζησαν της αρχικής επίθεσης υποβλήθηκαν σε αναγκαστικές πορείες, κατά τις οποίες πολλοί άνθρωποι πέθαναν από έκθεση, πείνα ή περαιτέρω βία.
Επιπτώσεις της Γενοκτονίας στους Θρακιώτες Έλληνες
Η βία του 1914 αποδεκάτισε τον ελληνικό πληθυσμό στην Ανατολική Θράκη. Όσοι επέζησαν από τις αρχικές σφαγές αντιμετώπισαν περαιτέρω διώξεις κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο (1919-1922). Μέχρι την εποχή της Συνθήκης της Λωζάνης το 1923, η οποία επέβαλλε την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, οι περισσότεροι από τους επιζώντες Θρακιώτες Έλληνες είχαν ήδη εγκαταλείψει ή βίαια απομακρυνθεί από τα πατρογονικά τους εδάφη.
Ο αντίκτυπος αυτών των γεγονότων ήταν βαθύς. Οι αρχαίες ελληνικές κοινότητες, κάποιες από τις οποίες χρονολογούνται από τους χρόνους της κλασικής αρχαιότητας, ξεριζώθηκαν. Οι πολιτιστικές και οικονομικές συνεισφορές των Ελλήνων της Θράκης χάθηκαν και ένα άλλοτε ζωντανό μέρος του ελληνικού κόσμου διαγράφηκε σε μεγάλο βαθμό. Οι επιζώντες και οι απόγονοί τους εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, όπου αγωνίστηκαν να ξαναχτίσουν τις ζωές τους εν μέσω των κακουχιών του εκτοπισμού και των προκλήσεων της ένταξης σε μια νέα κοινωνία.
Το Μαύρο Πάσχα του Θρακικού Ελληνισμού παραμένει ένα σχετικά σκοτεινό επεισόδιο στην ευρύτερη αφήγηση της ιστορίας του 20ού αιώνα. Οι προσπάθειες για τον εορτασμό και την αναγνώριση αυτών των γεγονότων έχουν συχνά επισκιαστεί από τις ωμότητες μεγαλύτερης κλίμακας της Γενοκτονίας των Αρμενίων και τη φρίκη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια αυξανόμενη κίνηση μεταξύ των απογόνων των Θρακικών Ελλήνων και των μελετητών για μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση σε αυτήν την τραγωδία. Τα μνημόσυνα, τα ακαδημαϊκά συνέδρια και οι δημοσιεύσεις έχουν στόχο να τιμήσουν τα θύματα και να διασφαλίσουν ότι το Μαύρο Πάσχα του Θρακικού Ελληνισμού δεν θα ξεχαστεί.
Η γενοκτονία του Θρακικού Ελληνισμού στις 6 Απριλίου 1914 είναι μια ζοφερή υπενθύμιση της καταστροφικής δύναμης του εθνικισμού και του εθνικού μίσους. Υπογραμμίζει τη σημασία της ιστορικής μνήμης και την ανάγκη αναγνώρισης και μάθησης από φρικαλεότητες του παρελθόντος για να αποτραπεί η επανάληψή τους. Καθώς αναλογιζόμαστε αυτό το σκοτεινό κεφάλαιο, είναι σημαντικό να τιμούμε τα θύματα και να αγωνιζόμαστε για ένα μέλλον όπου τέτοιες φρικαλεότητες δεν θα επαναλαμβάνονται.
Πηγές : Κωνσταντίνος Βουλουτιάδης, Αντιστράτηγος Ε.Α. : Η Γενοκτονία των Θρακών από Βούλγαρους και Τούρκους
Vakalopoulos, K. (1908). Διωγμοί και Γενοκτονία του Θρακικού Ελληνισμού. Ο πρώτος ξεριζωμός, 1917.