Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στα παιδιά προέρχεται από δύο βασικούς παράγοντες, το οικογενειακό και το σχολικό περιβάλλον. Η ελλιπής συνεισφορά του ενός δημιουργεί δυνητικά τόσο γνωστικά κενά, όσο και ψυχολογικές αστάθειες. Σύμφωνα με τον Freud η ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη περιλαμβάνει διαφορετικά στάδια κατά τα οποία στόχος είναι η ικανοποίηση βιολογικών ορμών και κυρίως της ορμής για ηδονή. Ήδη από το τρίτο έτος της ηλικίας, στο φαλλικό στάδιο, το παιδί αποκτά επίγνωση των διαφορών των γεννητικών οργάνων μεταξύ των δύο φύλων. Είναι, λοιπόν, προφανής η ανάγκη ολοκληρωμένης και έγκαιρης συμμετοχής από την πλευρά των γονέων σε αυτήν τη διαδικασία.
Η ανάγκη αυτή επιτείνεται στην εποχή της τεχνολογίας, του καταιγισμού πληροφοριών και κατά προέκταση της έντονης παραπληροφόρησης. Τρεις είναι οι βασικοί λόγοι που το παιδί χρειάζεται σωστή ενημέρωση από τους γονείς του πριν καν μεταβεί στο σχολικό περιβάλλον, εκεί όπου θα του ασκηθεί ενδεχομένως ψυχολογική πίεση από τους συνομηλίκους του:
– Γνώση της ανατομίας του σώματός του, με συνεπακόλουθη αναγνώριση των διαφορών μεταξύ των δύο φύλων αλλά και αυτογνωσία
– Ψυχολογική και συναισθηματική ανάπτυξη μέσω της αναγνώρισης και αποδοχής της ταυτότητας του φύλου
– Οι δύο παραπάνω παράγοντες αποτελούν το υπόβαθρο για την άμεση ανάγκη επικοινωνίας των συναισθημάτων και την υγιή αλληλεπίδραση με άτομα του αντίθετου φύλου
Οι γονείς θα πρέπει να είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν στις φυσιολογικές απορίες των παιδιών τους, χωρίς αμηχανία και φόβο. Η ειλικρίνεια είναι το απαραίτητο στοιχείο ακόμα και σε ερωτήσεις που δεν είναι σε θέση να απαντήσουν έγκυρα προτού ενημερωθούν και οι ίδιοι. Επίσης, σημαντικό είναι να χρησιμοποιείται η επιστημονική ορολογία (π.χ. πέος, όρχεις, αιδοίο, κόλπος, μήτρα) με απλά και κατανοητά λόγια.
Όσον αφορά το ψυχολογικό και συναισθηματικό μέρος της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης από την πλευρά των γονέων, θεωρείται σημαντικός ο χρόνος που περνά ο ομόφυλος γονέας με το παιδί. Μέσω κοινών δραστηριοτήτων και συζητήσεων που άπτονται της σεξουαλικότητας, επιτυγχάνονται η ταύτιση και η εμπιστοσύνη. Ειδικά η εμπιστοσύνη του παιδιού προς τον γονέα θα το θωρακίσει απέναντι σε οποιαδήποτε πίεση τού ασκηθεί στο σχολικό του περιβάλλον.
Και έτσι φτάνουμε αισίως στον ρόλο του εκπαιδευτικού συστήματος ως προς τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Δυστυχώς η χώρα μας καταφέρνει να υστερεί και σε αυτόν τον τομέα, αφού η συμβολή του σχολείου μέχρι την προεφηβική και εφηβική ηλικία είναι ουσιαστικά μηδαμινή, ενώ ακόμα και αργότερα η μοναδική ενημέρωση που παρέχεται δεν είναι οργανωμένη και συστηματοποιημένη. Πιο συγκεκριμένα, οι μοναδικές γνώσεις που λαμβάνει το παιδί για τη σεξουαλική του ταυτότητα και τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων προέρχονται από μαθήματα όπως αυτό της βιολογίας και ποτέ μέχρι τις τάξεις του γυμνασίου. Προφανώς η πρόληψη εξασφαλίζεται με μαθήματα όπως τα θρησκευτικά.
Με άλλα λόγια, το σύνολο της έγκυρης πληροφόρησης συγκεντρώνεται σε μερικές διδακτικές ώρες, οι οποίες μόνο να γεννήσουν περισσότερες απορίες μπορούν και να προκαλέσουν μεγαλύτερη σύγχυση και ψυχολογική πίεση μεταξύ των συμμαθητών. Στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της εύκολης πρόσβασης σε πορνογραφικό υλικό, κρίνεται πιο ζωτική από ποτέ η ανάγκη σύστασης μαθήματος σεξουαλικής υγείας. Όχι μόνο για τη σωστή γνώση της ανατομίας και της φυσιολογίας των γεννητικών οργάνων, όχι μόνο για την κατανόηση της σεξουαλικής πράξης και τη συναισθηματική αντιμετώπιση του ζητήματος, αλλά κυρίως για την προστασία των παιδιών και τη μελλοντική πρόληψη.
Άλλωστε, η χρήση προφυλακτικού είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Η πρόληψη περιλαμβάνει την έγκαιρη επίσκεψη του κοριτσιού στον γυναικολόγο, τον εμβολιασμό για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, καθώς και την αναγνώριση συμπτωμάτων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Μπορεί ο HIV να είναι ο πιο γνωστός κίνδυνος, ωστόσο ελλοχεύουν και άλλοι, με κυριότερο τον HPV που μπορεί να μεταδοθεί και με μη ολοκληρωμένη σεξουαλική επαφή, δηλαδή μέσω δερματικής επαφής. Αλήθεια, είναι δυνατόν όλα αυτά τα ζητήματα να καλυφθούν σε μερικές διδακτικές ώρες ενός παρεμφερούς μαθήματος;
Σε αυτό το πλαίσιο, εξίσου σημαντική είναι η ύπαρξη ψυχολόγων στα σχολεία, οι οποίοι εκτός από ενημέρωση σε δασκάλους, γονείς και μαθητές, θα παρέχουν και ψυχολογική υποστήριξη σε μαθητές που δέχονται την πίεση των συνομηλίκων τους. Αυτή η πίεση γιγαντώνεται σε θέματα που άπτονται της σεξουαλικότητας, αφού κυριαρχεί η ημιμάθεια και συνεπώς η ανασφάλεια. Ιδιαίτερα μαθητές που εκφράζουν διαφορετικές σεξουαλικές προτιμήσεις, βιώνουν επιπλέον την εσωτερική διαμάχη και πολλές φορές την περιθωριοποίηση.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί η ανάγκη μέριμνας και για το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί ούτε το ζήτημα της ετεροφυλοφιλίας, η κατάσταση φαντάζει απελπιστική. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για ένα θέμα ενιαίο που θα πρέπει να καλύπτεται στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο, με την ίδια ψυχολογική υποστήριξη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, βέβαια, ο ρόλος των γονέων είναι πρωταγωνιστικός, αφού οποιαδήποτε κοινωνική απομόνωση προέρχεται κυρίως από τα μηνύματα και τα ερεθίσματα που λαμβάνουν οι μαθητές, και για την ακρίβεια οι συμμαθητές, από το οικογενειακό τους περιβάλλον.
Είναι, λοιπόν, κατανοητό πως δεν αρκεί η πλήρης και υπεύθυνη ανάληψη των ευθυνών από την πλευρά των δύο βασικών παραγόντων στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση του παιδιού. Γονείς και εκπαιδευτικό προσωπικό θα πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή επικοινωνία και συνεργασία. Αυτή η αλληλεπίδραση κρίνεται ακόμα πιο σημαντική σε περιπτώσεις σχολικού εκφοβισμού, ψυχολογικής πίεσης και περιθωριοποίησης του παιδιού.
Η υγεία και η πρόληψη ξεκινούν από το σπίτι, συνεχίζονται στο σχολείο και δεν ολοκληρώνονται παρά μόνο με το πέρας της ζωής. Και η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση αφορά άμεσα τόσο την υγεία, σωματική και ψυχολογική, όσο και την πρόληψη, σεξουαλική και ψυχολογική.