Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης γεννήθηκε το 1980 στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου και μεγάλωσε. Με σπουδές στη Νομική και την Εγκληματολογία στην Αθήνα και το Παρίσι, και έχοντας εργαστεί ως δικηγόρος, τα τελευταία χρόνια ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης ζει στη γαλλική πρωτεύουσα.
Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης είναι συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας και δοκιμιακών βιβλίων για την αισθητική του εγκλήματος, εμπνευστής της έννοιας criminart και μέλος της Crime Writers’ Association.Το βιβλίο του στον 5ο όροφο της Νομικής κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας.
Για εκείνον σημασία έχει να ζει μια συναρπαστική ζωή που να τον οδηγεί σε ολοζώντανες εμπνεύσεις. Ο Μπέντζαμιν Ντισραέλι είχε πει: «είτε γράψε κάτι που να αξίζει να διαβαστεί, είτε κάνε κάτι για το οποίο αξίζει να γράψεις».Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης ως τώρα έχει δώσει εξαιρετικά δείγματα γραφής και ειλικρινά σε κάνει να ψάχνεις να ανακαλύψεις καθετί καινούργιο που γράφει.
Επιμέλεια συνέντευξης : Βασιλική Ευαγγέλου-Παπαθανασίου
Υπάρχουν σε αυτή την ιστορία αυτοβιογραφικά στοιχεία;
Όλοι οι συγγραφείς βάζουμε αυτοβιογραφικά (και βιογραφικά άλλων) στοιχεία και ίδιες εμπειρίες στα έργα μας, άλλοτε κεκαλυμμένα, άλλοτε απροκάλυπτα, στους χαρακτήρες, τις καταστάσεις, τα σκηνικά. Όλα αυτά όμως πάντα φιλτράρονται, ανασυντίθενται, ή κατακερματίζονται προκειμένου να υπηρετήσουν την πλοκή μέσω των πρωταγωνιστών. Η Νομική και η Εγκληματολογία όπως τις σπούδασα, όπως τις έζησα στα πανεπιστημιακά κτήρια δεν θυμίζουν το σκοτεινό, επικίνδυνο μέρος που περιγράφω στον 5ο όροφο. Οι καθηγητές μου, τόσο στην Αθήνα όσο και στο Παρίσι, αποτέλεσαν κομμάτι της έμπνευσης αλλά δεν ταυτίζονται με τους πρωταγωνιστές αυτής της νουάρ ιστορίας.
Θα έλεγα λοιπόν, ότι πήρα τις αναμνήσεις μου απ’ την εποχή των σπουδών μου, τις βούτηξα στο σκότος και το έγκλημα, κι έφτιαξα ένα περιβάλλον με πρόσωπα που είναι προϊόντα μυθοπλασίας, αλλά παραμένουν ρεαλιστικά, προκειμένου να είναι οικεία στον αναγνώστη.
Τελικά πόσο δύσκολα ξεχνιούνται οι παλιές αγάπες και συνήθειες;
Οι μεγάλες αγάπες κρατάνε για πάντα, ακόμα κι αν η μορφή τους εξελίσσεται. Η αγάπη μου για την εγκληματολογία, το εγκληματικό φαινόμενο, για τα αστυνομικά και νουάρ αναγνώσματα, το ενδιαφέρον μου για την ψυχολογία, όλα όσα δηλαδή με έκαναν από μικρό φανατικό αναγνώστη αστυνομικής λογοτεχνίας, και με συνόδευσαν στις σπουδές μου, εξελίχθηκαν. Η παλιά αγάπη για το διάβασμα, βάσει αυτών των κριτηρίων, έγινε νέα αγάπη για δημιουργία, για συγγραφή με τον τρόπο που εγώ ο ίδιος θα ήθελα να διαβάσω μια ιστορία. Κι όσο υπάρχουν αναγνώστες που αγαπούν τον τρόπο που τις διηγούμαι, θα συνεχίσω να τις γράφω!
Ένας συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων μοιάζει με ένα αστυνομικό. Έχετε πιάσει τον εαυτό σας να προσπαθεί να εξιχνιάσει εγκλήματα πραγματικά;
Θα σας έλεγα πως ισχύει μάλλον το ακριβώς αντίθετο! Ένας συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας δημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο από το μηδέν, είναι ο απόλυτος κυρίαρχος της πλοκής, των στοιχείων, των αντιδράσεων των πρωταγωνιστών. Όλα υπηρετούν τον σκοπό του, όλα υπηρετούν την τελική λύση που έχει ήδη στο μυαλό του, μπορεί να χειριστεί, να ξεφορτωθεί, ή ν’ αλλάξει όσα δεν τον βολεύουν. Ο συγγραφέας μυθοπλασίας δεν είναι υπόλογος στην πραγματικότητα, αφού ο ίδιος τη γεννά. Πιάνω ωστόσο, συχνά τον εαυτό μου να προσπαθεί να εξιχνιάσει λογοτεχνικά εγκλήματα, διαβάζοντας αστυνομικά από άλλους συγγραφείς, αναρωτώμενος τι θα έκανα εγώ στη θέση του συγγραφέα. Πολλές φορές τα καταφέρνω να φτάσω στη σωστή λύση, άλλες όχι.
Αντίθετα, είναι χάρη στις σπουδές μου στην Εγκληματολογία που μπαίνω σε διαδικασία να καταλάβω και να αξιολογήσω όσα διαβάζω ή ακούω από πραγματικά εγκλήματα, σύγχρονα ή παλιότερα. Ακόμα και τότε όμως, ακόμα κι αν έχω συχνά προσκληθεί να το κάνω, αποφεύγω να μοιράζομαι τις όποιες θεωρίες μου, χωρίς να έχω πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία, απλά και μόνο για 15 λεπτά διασημότητας.
Ποιο έγκλημα σας συντάραξε και γιατί;
Όταν ασχολείσαι με την εγκληματολογία και το ποινικό δίκαιο, αργά ή γρήγορα –λόγω επαγγελματικής κι επιστημονικής τριβής— σταματάς να συνταράσσεσαι και προσπαθείς να κατανοήσεις και ν’ αναλύσεις ακόμα και τα πιο ειδεχθή εγκλήματα με τρόπο απαλλαγμένο από πάθη και συναισθήματα. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως παύεις να είσαι άνθρωπος. Τα εγκλήματα κατά παιδιών, από κακοποιήσεις σε δολοφονίες, πάντα αγγίζουν μια ευαίσθητη χορδή. Οι πιο πρόσφατες περιπτώσεις που με συντάραξαν λοιπόν, είναι οι άνανδρες δολοφονίες –πρόκειται περί εγκλημάτων πολέμου –αμάχων, ιδιαίτερα παιδιών στην Ουκρανία απ’ τις Ρωσικές δυνάμεις, και η σφαγή μικρών μαθητών σε σχολείο στο Τέξας. Αυτό που με σοκάρει και με κάνει έξαλλο, πέραν της πράξης καθαυτής, είναι το ερώτημα πώς είναι δυνατόν κάποιος να ξεκινήσει και να διεξάγει έναν τέτοιο πόλεμο στην Ευρώπη, μετά τις φρίκες του 20ου αιώνα, στην πρώτη περίπτωση, και πώς υπάρχουν ακόμα οπαδοί της χωρίς κανέναν έλεγχο προμήθειας και κατοχής όπλων στις ΗΠΑ;
Υπάρχει κάποιο πραγματικό έγκλημα που μπορεί να γίνει βιβλίο από σας;
Θα επιμείνω στη διττή μου ενασχόληση, ως εγκληματολόγος υπόλογος στην πραγματικότητα και δημιουργός μυθοπλασίας, τελείως ελεύθερος κι απαλλαγμένος απ’ την πραγματική ζωή και την ειδησεογραφία. Τα πραγματικά εγκλήματα, είτε ιστορικά, είτε σύγχρονα, (είτε βιβλικά ή μυθολογικά, αν μπορούμε να τα θεωρήσουμε πραγματικά) η αναζήτηση της αλήθειας, ή οι θεωρίες μου επ’ αυτών βρίσκουν θέση σε δοκίμια. Αντίθετα, στα αστυνομικά μυθιστορήματα, όπως σας ανέφερα, η πραγματικότητα φιλτράρεται από τη φαντασία. Έτσι ακόμα κι αν με εμπνεύσει κάποιο έγκλημα που έχει πράγματι διαπραχθεί στην Ελλάδα ή αλλού, θ’ αλλάξει τόσο πολύ στην πορεία που θα παύσει να είναι πραγματικό. Θα γίνει μια ιστορία όπως οι άλλες.
Ο Μάρκου πως γεννήθηκε;
Ο Μάρκου γεννήθηκε αρχικά σαν alter ego μου. Του είχα δώσει δικά μου χαρακτηριστικά, τις σπουδές στην εγκληματολογία, την αγάπη για την αστυνομική λογοτεχνία και τη Μαρία Κάλλας, την προσήλωση σε έναν στόχο. Σύντομα όμως (ήδη απ’ τη διόρθωση του πρώτου draft) ξεκίνησε να διεκδικεί την αυτονομία και στη συνέχεια την ανεξαρτησία του. Πλέον δεν είμαι παρά ο χρονικογράφος του, απλά καταγράφω στο χαρτί τις σκέψεις, τις δράσεις και τις αντιδράσεις του. Κάτι σαν τους γονείς με τα παιδιά τους, που στο τέλος πετάνε με τα δικά τους φτερά, ανεξάρτητα απ τις επιθυμίες, τις πιέσεις των γεννητόρων τους. Και καλύτερα (τόσο για τα παιδιά όσο και για τον Μάρκου!). Αλλιώς δεν θα γινόταν αυτός ο χαρακτήρας που έχει αγαπηθεί απ’ τον γαλλόφωνο κόσμο, αυτός ο τύπος που «ο ίδιος ο Ηρακλής Πουαρό σίγουρα θα ήθελε ως φίλο» όπως έχει γράψει ο Καναδικός Τύπος.
Υπάρχει το τέλειο έγκλημα;
Αυτό είναι στο κέντρο του μυθιστορήματος: τι είναι το τέλειο έγκλημα, κι αν τελικά υπάρχει. Ξεκινάμε από τον ορισμό, και τις θεωρίες κάποιων πρωταγωνιστών για να καταλήξουμε στο τέλος σε μια απάντηση που προσφέρει (ή όχι) την κάθαρση στον αναγνώστη. Ως εγκληματολόγος, θα σας έλεγα πως το πραγματικά τέλειο έγκλημα είναι αυτό που ανήκει στον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας, αυτό τη διάπραξη του οποίου δεν γνωρίζουμε. Εξαφανίσεις και θάνατοι δηλωμένοι ως από φυσικά αίτια ή ατυχήματα που είναι στην πραγματικότητα δολοφονίες: αυτά είναι τα τέλεια εγκλήματα. (Να μοιραστώ μαζί σας πως σύμφωνα με γερμανικές έρευνες, αν πραγματοποιούσαμε νεκροψία σε όλους τους νεκρούς, θα ανακαλύπταμε πως 1-5% όσων έχουν καταγραφεί ως φυσικοί θάνατοι είναι αποτέλεσμα εγκληματικής ενέργειας. Είναι τεράστιο ποσοστό!)
Ένα μήνυμα για τους αναγνώστες σας;
Προσοχή στο σκοτάδι…
Έχετε έτοιμο το επόμενο βιβλίο σας;
Ως επιμελής μαθητής (χαχαχα!) κι επειδή δεν μου αρέσει να αγχώνομαι για να προλάβω deadlines, προσπαθώ να είμαι πάντα μπροστά ως προς την παραγωγή μου. Οι δύο επόμενες περιπέτειες του αστυνόμου Μάρκου είναι ήδη έτοιμες (μια επανέκδοση και μια καινούργια) καθώς κι άλλα δύο χειρόγραφα που προς το παρόν προβλέπονται να βγουν στο εξωτερικό.
Ελπίζω το καλοκαίρι να μου κάνει παρέα η έμπνευση, προκειμένου να ξεκινήσω να γράφω και κάτι καινούργιο!
Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης σε παλιότερη συνέντευξη εδώ
Φωτογραφίες : Tom Volf