Ιστορίες φτιάχνουν οι παρέες. Στην περίπτωση των Ρεβάνς οι παρέες φτιάχνουν και μουσική. Τόσο ιδιαίτερη και χαρακτηριστική που αναγνωρίζεται παρά το γεγονός πως είναι ακόμα πολύ νέοι. Οι Ρεβανς θέλουν να μας τραβήξουν σε μουσικά ταξίδια με νέο αέρα και φρέσκια αντίληψη και τα καταφέρνουν! Αν τους ρωτήσεις δε βλέπουν τη σχέση τους ως επαγγελματική συνεργασία αλλά ως μία πολύ ουσιαστική φιλία. Με αυτό το συναίσθημα αγγίζουν τα τραγούδια τους και μας δίνουν αποτελέσματα όπως «Οι κύκλοι των πουλιών» και «Τσάι στο Παλέρμο», Απολαύστε τους σε μία συζήτηση που μας αποδεικνύει πως όταν τα μισά ενώνονται το όλον είναι μαγικό.
Επιμέλεια συνέντευξης: Ντέμη Ρούσσα
Ρεβάνς, Αστέρη και Χρήστο, καλώς ήρθατε στο maxmag. Πως γεννήθηκαν οι Ρεβάνς; Ποια είναι η όμορφη ιστορία της συνάντησής σας;
Χρήστος:
Καλώς σας βρήκαμε! Η Ρεβάνς είναι η φυσική συνέχεια μιας μακροχρόνιας φιλίας που ξεκίνησε από τα φοιτητικά μας χρόνια. Ήμασταν συμφοιτητές στο τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης και μας ένωσαν οι κοινές ανησυχίες και αναζητήσεις, πρωτίστως εξωμουσικές και σε δεύτερο επίπεδο μουσικές θα έλεγα. Βασικό στοιχείο της μεταξύ μας σχέσης βέβαια ήταν πάντα η ανταλλαγή δημιουργιών παράλληλα με την προσπάθεια για συνδημιουργία. Αυτό δεν σταμάτησε ποτέ. Μια πολύ ουσιαστική φιλία στην οποία αλληλοεκπαιδευτήκαμε και αλληλοεκπαιδευόμαστε ακόμα, απλά μετεξελίχθηκε και σε μια επαγγελματική συνεργασία. Αν και δεν είναι πολύ δόκιμο να χαρακτηρίσουμε τη ”Ρεβάνς” ως “επαγγελματική συνεργασία”. Το λέω έτσι απλά για να αναφέρω ότι ο τρόπος δουλειάς και προετοιμασίας των ηχογραφήσεων ή των ζωντανών μας εμφανίσεων ,όσο περνάει ο καιρός και γινόμαστε πιο έμπειροι, προσπαθούμε να γίνεται όλο και πιο σωστά οργανωμένος και δομημένος σε επαγγελματικά πλαίσια.
Αστέρης:
Νομίζω πως ο θεμέλιος λίθος κάθε συντροφικής σχέσης, είτε φιλικής είτε ερωτικής, είναι ο αμοιβαίος θαυμασμός. Τα πρώτα μας σχέδια για κοινή καλλιτεχνική πορεία φτάνουν δεκατρία-δεκατέσσερα χρόνια πίσω. Θυμάμαι τον πρώτο καιρό που είχα γνωριστεί με τον Χρήστο, δευτεροετής εκείνος ενώ εγώ πρωτοετής, τον άκουγα πότε να μιλάει στις συνελεύσεις της σχόλης, πότε να τοποθετείται κοινωνικοπολιτικά στις φοιτητικές παρέες, πότε να παίζει κλαρινέτο σε κάποιο μουσικό πατάρι και σκεφτόμουνα «εγώ με αυτόν τον τύπο πρέπει να κάνω μπάντα». Τον Γενάρη του ’17 λοιπόν, επέστρεψα από το νησί της Ικαρίας όπου ζούσα τα τελευταία χρόνια, για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Ξεκινήσαμε με καλούς φίλους μουσικούς τις πρώτες πρόβες, και τον Μάρτη του ίδιου έτους έγινε η πρώτη ζωντανή εμφάνιση της Ρεβάνς στη μουσική σκηνή «Σαράι» στη Θεσσαλονίκη.
Τι είναι αυτό που αποζητάτε να πάρετε από τις συνεργασίες σας με καλλιτέχνες που έχουν ήδη διαγράψει μια αξιοσημείωτη πορεία στο χώρο; Οι συνυπάρξεις δίνουν ώθηση στους νέους καλλιτέχνες ή τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα;
Αστέρης-Χρήστος:
Δεν επιζητάμε κάτι συγκεκριμένο. Οι συνεργασίες μας έχουν ως πρώτη αφορμή την εκτίμηση που νιώθουμε για τον κάθε ένα/κάθε μια καλλιτέχνη/ιδα που προσπαθούμε να προσεγγίσουμε. Επειδή μιλάμε κυρίως για συνεργασίες με τραγουδιστές/τραγουδίστριες, να πω ότι είναι σημαντικό να νιώθεις ως δημιουργός έμπνευση από τη φωνή ενός άλλου ανθρώπου τη στιγμή που γράφεις ένα τραγούδι ή ακόμα σε δεύτερο επίπεδο όταν σκέφτεσαι μια επανεκτέλεση. Ίσως αν κάτι αποζητάμε να είναι η συναισθηματική σύνδεση με ανθρώπους που εκτιμάμε το καλλιτεχνικό τους έργο και θα θέλαμε πολύ να γίνουμε και φίλοι. Ευτυχώς ως τώρα οι συνεργασίες μας -πέρα από επαγγελματικές -έχουμε νιώσει νομίζω αμφίδρομα ότι είναι και αρκετά ουσιαστικές. Από την αρχή και αρκετά αβίαστα υπήρξε σύνδεση σε ανθρώπινο επίπεδο και με τον Σπύρο Γραμμένο και με την Ρίτα Αντωνοπούλου, που είναι δυο συνεργασίες στον τελευταίο μας δίσκο. Το ίδιο και με τον Αλέξανδρο Κτιστάκη που είχαμε προσωπική σχέση έτσι και αλλιώς από πριν και με τη Ναταλία Λαμπαδάκη που είμαστε φίλοι από τα φοιτητικά μας χρόνια και τραγούδησε στην πρώτη μας δισκογραφική δουλειά. Έχουμε ακούσει και για συνυπάρξεις που τα πράγματα όπως λες ”δεν είναι και τόσο ρόδινα”, αλλά σε εμάς ως Ρεβάνς δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο.
Ποια τραγούδια σας έχουν σημαδέψει, ποια έχετε ζηλέψει και τι τραγούδια επιλέγετε να ερμηνεύετε στις ζωντανές σας εμφανίσεις;
Χρήστος:
Είναι ο ποιητικός και ταυτόχρονα βαθιά πολιτικός στίχος που μας συγκινεί ιδιαίτερα. Κάθε εποχής. Ο συνδυασμός του φαντασιακού με το καθημερινό, από μεγάλους ποιητές και στιχουργούς, Έλληνες και ξένους, όπως ο Χικμέτ, ο Καββαδίας, ο Ελευθερίου ή ο Νεγρεπόντης, είναι κάτι που το ζηλεύω πολύ σαν τρόπο γραφής. Συνθετικά, η απλότητα με ουσία του Λουκιανού Κηλαηδόνη, που έφερε όμως πολλά στοιχεία από την αμερικάνικη μουσική στην ελληνική, οι πειραματισμοί του Θάνου Μικρούτσικου ή οι μελωδίες του Θανάση Παπακωνσταντίνου, με έχουν σημαδέψει μέσα από τα τραγούδια τους και σίγουρα έχω ζηλέψει κάποια από τα ”διαμαντάκια” του ρεπερτορίου τους. Είναι λοιπόν κάποια από αυτά τα τραγούδια, όπως το “Ένα γουρούνι λιγότερο” ή το ”Federico Garcia Lorca”, που επιλέγουμε να λέμε στις ζωντανές μας εμφανίσεις, προσπαθώντας μέσα από την εκτέλεση ή τη διασκευή τους, να γίνουμε κι εμείς κοινωνοί του έργου αυτών των σπουδαίων καλλιτεχνών.
Αστέρης:
Η αλήθεια είναι ότι εκτός από το καλλιτεχνικό έργο των δημιουργών που μας έχουν σημαδέψει, συγκινούμαστε και από τη τοποθέτηση που είχαν ως κοινωνικά όντα στα τεκταινόμενα της εποχής τους. Δεν μπορούμε να δούμε δηλαδή την καλλιτεχνική υπόσταση ενός ανθρώπου ξέχωρα από την προσωπικότητά του. Όσο μας ενδιαφέρει ο λόγος, η μουσική και η ερμηνεία ενός έργου, τόσο μας ενδιαφέρει και το άτομο που βρίσκεται από πίσω. Αυτό ισχύει εξίσου και για τις συνεργασίες που επιλέξαμε να κάνουμε σε κάθε φάση της μέχρι τώρα πορείας μας.
Θεωρείτε πως οι νέοι συνθέτες και στιχουργοί έχουν φέρει νέο αέρα στο χώρο ή δεν τους έχει δοθεί ακόμα το βήμα να δείξουν τη δουλειά τους;
Χρήστος:
Δεν θέλω να ακουστώ αρνητικός, αλλά δεν θεωρώ ακόμα ότι οι νέοι έχουν ή να πω καλύτερα έχουμε, γιατί νιώθουμε κι εμείς μέρους αυτού του ”νέου” , φέρει κάποιον φρέσκο αέρα στο χώρο. Ο κόσμος αυτή τη στιγμή αγκαλιάζει κυρίως τους πολύ καλούς τραγουδιστές που ξεπηδούν από τη νέα γενιά και όχι τόσο τους δημιουργούς ή τους τραγουδοποιούς. Έχω την αίσθηση από το όσο έχω μελετήσει πως αυτό συνέβαινε σε κάθε εποχή. Οι σπουδαίοι ερμηνευτές ήταν πάντα το όχημα για τους δημιουργούς ώστε να καταφέρουν να απευθυνθούν σε ένα πιο ευρύ κοινό. Στην Ελλάδα επίσης βοηθάει η αναφορά στη λαϊκή και παραδοσιακή μουσική, γιατί είναι τα ακούσματα που συγκινούν περισσότερο το μεγαλύτερο μέρος του ακροατηρίου.
Το βήμα πάντα και υπάρχει και δεν υπάρχει. Ο κάθε καλλιτέχνης μέσα σε όλα όσα κάνει, χρειάζεται να διεκδικήσει τους τρόπους προβολής του και ανάλογα με τη δυναμική του να τους κατακτήσει. Για τους συνθέτες και τους στιχουργούς, αυτός είναι ένας αρκετά μακρύς δρόμος και θέλει πολύ υπομονή, στοχοπροσήλωση και τύχη. Ελπίζουμε να βοηθήσουν όσο μπορούν και τους επιτρέπεται και οι παλαιότεροι σε αυτό.
Αστέρης:
Παρατηρώντας τα πράγματα μέσα από τον καλλιτεχνικό χώρο, θεωρώ πως αυτός ο νέος αέρας σέρνεται κυρίως ανάμεσα στους δημιουργούς. Ίσως να μην έχει δοθεί το βήμα ακόμα να φτάσει στο επίπεδο του ακροατηρίου, ίσως και να μην φτάσει ποτέ. Όμως είναι τόσο δημιουργικές οι επιρροές που έχουμε ο ένας από τον άλλο, ως άτομα της ευρύτερης συναναστροφής μιας νέας γενιάς δημιουργών, που θεωρώ ότι αυτό και μόνο αρκεί για να γράψει ένα πρώτο κεφάλαιο σε μία καινούργια ιστοριούλα.
«Οι κύκλοι των πουλιών» και «Τσάι στο Παλέρμο». Ιδιαίτεροι στίχοι και μοναδικές μελωδίες. Τι αποζητάτε να δώσετε στον κόσμο μέσα από τα τραγούδια σας;
Αστέρης-Χρήστος:
Σε ευχαριστούμε καταρχάς. Είναι δυο τελείως διαφορετικές δουλειές. ”Οι κύκλοι των πουλιών” αποτυπώνουν τον κόσμο κυρίως της ποιήτριας Μαρίας Συτμαλίδου. Εμείς ήρθαμε απλά με αγάπη και σεβασμό να επενδύσουμε μουσικά αυτό το όραμα. Θεωρούμε ότι ο στίχος κρύβει εκ γενετής μέσα του τη μουσική, οπότε το χρέος μας ήταν να την ανακαλύψουμε. Πιο πολύ νιώθουμε ως ”κοινό” σε κάθε ακρόαση εκείνης της δουλειάς. Με το ”Τσάι στο Παλέρμο” θέλαμε να συστηθούμε. Ποιοι είμαστε και τι έχουμε να πούμε για την κατάσταση που βιώναμε όταν γράφτηκε ο δίσκος. Δυο παράλληλοι κόσμοι. Ο κόσμος της υπόγειας διαπλοκής, των δολοφονιών και της εξουσίας και ο κόσμος της αλληλεγγύης, της διαμαρτυρίας, της αγάπης και της ουτοπίας. Αυτό νιώθουμε εμείς για το “Τσάι στο Παλέρμο”. Δεν αποζητάμε όμως να το νιώσει και ο κόσμος. Ο καθένας δημιουργεί το δικό του παραμύθι.
Έχετε φτιάξει έναν ήχο που είναι πολύ χαρακτηριστικός και σας κάνει αναγνωρίσιμους στο πρώτο άκουσμα. Ποιες είναι οι επιρροές σας; Άραγε οι πειραματισμοί στη μουσική έχουν όριο;
Χρήστος:
Ξεκινάω από το τέλος. Οι πειραματισμοί στη μουσική δεν έχουν όριο. Οι πειραματισμοί στη ζωή δεν έχουν όριο και γενικά δεν υπάρχουν όρια για εμάς. Το λέω κυρίως με την έννοια της εξωτερικής επιβολής του ορίου. Η φύση ορίζει τα όρια και οι εσωτερικές μας ανάγκες. Όσο γίνεται μέσα από την αυτοβελτίωση και την αυτογνωσία, καλό είναι θεωρώ να ψάχνουμε τα δικά μας όρια σε συνάρτηση με τις ελευθερίες που μας δίνει το περιβάλλον μας. Ο ήχος που έχουμε φτιάξει σίγουρα καθορίζεται από τα όργανα που παίζουμε εγώ και ο Αστέρης, ως βασικοί δημιουργοί της Ρεβάνς. Το κλαρινέτο έχει κυρίαρχο ρόλο στην ενορχήστρωση και στα σολιστικά μέρη, προσπαθώντας παράλληλα να το χρησιμοποιούμε και κάπως έξω από την καθιερωμένη χρήση του. Τα δυναμικά γκρουβ και οι ηλεκτρικοί ήχοι πάντα μας άρεσαν και μας δίνουν την ενέργεια που θέλουμε να έχουμε και στις ζωντανές μας εμφανίσεις. Στη φετινή μας ενορχηστρωτική εκδοχή, πειραματιζόμαστε όσο μπορούμε περισσότερο και με διάφορες ψηφιακές επεξεργασίες, έχοντας λίγο αλλοιώσει παραπάνω τον ήχο των ακουστικών οργάνων που χρησιμοποιούμε.
Αστέρης:
Τον ήχο του κλαρινέτου του Χρήστου τον θεωρούσα ανέκαθεν αναγνωρίσιμο μέσα σε κάθε μουσικό σύνολο που τον άκουγα. Για αυτό τον λόγο προσωπικά επέμενα από την αρχή της Ρεβάνς να χρησιμοποιήσουμε το κλαρινέτο ως κορυφή της ορχήστρας μας, κι ας μην είναι συνηθισμένη μια τέτοιου είδους χρήση του οργάνου. Νομίζω ότι στο «Τσάι στο Παλέρμο» αποτυπώθηκε το ηχητικό μας όραμα όπως το φανταζόμασταν. Οι πειραματισμοί όπως προανέφερε ο Χρήστος συνεχίζουνε αδιάκοπα και με φυσικό τρόπο. Ουσιαστικά το πείραμα είναι αυτό που δημιουργεί το όραμα της επόμενης ημέρας.
Ως μουσικοί βλέπετε τα τραγούδια από μία επιπλέον οπτική γωνία πέραν της ερμηνείας. Υπάρχουν καλοί μουσικοί στην Ελλάδα που μπορούν να παίξουν καλή μουσική;
Αστέρης-Χρήστος:
Υπάρχουν καλοί μουσικοί στην Ελλάδα. Υπάρχουν καλοί μουσικοί παντού. Μάλλον δεν τίθεται τέτοιο θέμα. Η μουσική εκπαίδευση, τα μουσικά σχολεία και πανεπιστήμια, έχουν βοηθήσει πολύ σε αυτόν τον τομέα. Από εκεί και πέρα, ειδικά μεγαλώνοντας σε ηλικία, η τεχνική έρχεται σε δεύτερη θέση και το κυρίαρχο στοιχείο είναι η ερμηνεία. Να σημειώσουμε εδώ πως ο κάθε μουσικός ερμηνεύει, όχι μόνο ο τραγουδιστής. Στις ερμηνείες του μας παρουσιάζει τον καλλιτεχνικό κόσμο που έχει φτιάξει μέχρι το σημείο της ζωής του που βλέπει εκείνη τη στιγμή. Είναι πολύ σημαντικό να γεμίζουμε τη ζωή μας με δημιουργικές και εκπαιδευτικές εμπειρίες, όπως ο καθένας μπορεί να ερμηνεύσει αυτό τον όρο για τον εαυτό του. Από έναν περίπατο στο δάσος, μια ενδιαφέρουσα κουβέντα με ανθρώπους που εκτιμάμε, μέχρι την παρακολούθηση μιας θεατρικής παράστασης ή τη μελέτη μιας έρευνας πάνω σε ένα θέμα που μας απασχολεί.
Τι παίρνετε από τον κόσμο; Τι είναι αυτό το πολύτιμο που σας δίνουν και δημιουργεί τη μαγεία της επαφής μέσω της μουσικής;
Χρήστος:
Το βασικό ζητούμενο θεωρώ ότι είναι η εσωτερική σύνδεση. Είναι κάτι που το αναφέρω συχνά γιατί με απασχολεί και το θεωρώ το βασικότερο στις ανθρώπινες σχέσης. Όταν λοιπόν οι συνθήκες βοηθάνε να υπάρξει αυτή η σύνδεση μεταξύ καλλιτέχνη και ακροατή, τότε νομίζω ότι αυτό που παίρνει ο καλλιτέχνης έχει άμεση συνάρτηση με αυτό που δίνει και ο ίδιος ο πομπός στο ακροατήριο. Αν είσαι ψεύτικος, ψεύτικο ενθουσιαμό θα δεχτείς. Αν απελευθερωθείς και ”ξεγυμνωθείς” ψυχικά, τότε θα εισπράξεις και το αντίστοιχο ”ρίγος” από κάτω. Αυτές οι στιγμές, γιατί για στιγμές μιλάμε, είναι μαγικές.
Αστέρης:
Πέρυσι την άνοιξη που βγάλαμε σε φυσική μορφή το «Τσάι στο Παλέρμο», αποφασίσαμε εν μέσω καραντίνας να συναντούμε όσες και όσους παραγγέλνανε τον δίσκο και να τους τον δίνουμε χέρι με χέρι, εφόσον κατοικούσαν στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη όπου μέναμε εγώ και ο Χρήστος αντίστοιχα. Με αυτόν τον τρόπο ήρθαμε σε προσωπική επαφή με τους ακροατές μας πράγμα που το είχαμε μεγάλη ανάγκη. Γνωρίσαμε άτομα που μοιραζόμαστε κοινά οράματα για τον κόσμο, ήπιαμε παρέα καφέ, μιλήσαμε για τις ζωές μας, ανταλλάξαμε απόψεις. Όταν λοιπόν έρχονται στις εμφανίσεις μας αυτά τα άτομα και ξέρουμε ότι στα ρεφρέν που θα τραγουδήσουμε παρέα μοιραζόμαστε ένα παρόμοιο συναίσθημα, μια παρόμοια εμπειρία, αυτήν ακριβώς η επαφή μας κάνει να νιώθουμε απερίγραπτα υγιείς. Επίσης να πω ότι είναι εξίσου σημαντική και η παρουσία των φίλων που μας ακολουθούσαν εξ αρχής στις συναυλίες μας, είτε αυτοί είναι άτομα του μουσικού χώρου είτε όχι, διότι λίγο λίγο συνδιαμορφωνόμαστε μέσα στα χρόνια και ο χαρακτήρας του έργου μας έχει διάφορα σκόρπια σημάδια αυτής της σχέσης.
Από την μέχρι τώρα πορεία σας, ποιες στιγμές αναπολείτε και θα θέλατε να ξαναζήσετε;
Χρήστος:
Νιώθω αρκετά νέος για να έχω τέτοια ανάγκη αναπόλησης. Όποτε με πιάνει, προσπαθώ επίτηδες να μην αφήνω αυτό το συναίσθημα να κυριαρχεί, αλλά να λέω μέσα μου οτι ”πάμε να φτιάξουμε κάτι ακόμα πιο όμορφο με όχημα αυτό το όμορφο που έγινε στο παρελθόν”. Έχω πάντως πολύ έντονες συναισθηματικές αναμνήσεις από αρκετές εμφανίσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό, που προσπαθώ να τις χρησιμοποιώ ως οδηγό όπως προείπα. Για παράδειγμα την εμφάνιση στο “Royal Albert Hall” στο Λονδίνο ή την πρώτη μου συναυλία στο Ηρώδειο με την Τάνια Τσανακλίδου και τη Λίνα Νικολακοπούλου.
Αστέρης:
Είμαι δυστυχώς φανατικός οπαδός της νοσταλγίας και ως εκ τούτου αναπολώ οτιδήποτε έχει περάσει. Για κάποιο μυστήριο λόγο με την μουσική μου πορεία συμβαίνει το αντίθετο. Δεν υπάρχει καμία στιγμή από το παρελθόν που θα ήθελα να ξαναζήσω, όσο ευτυχής και αν ήταν η εμπειρία. Πολλές φορές μάλιστα αισθάνομαι το παράδοξο να «αναπολώ» με έναν τρόπο το μέλλον. Όχι ότι φαντάζομαι πώς θα είναι, αλλά έχω μια αίσθηση ότι το κάθε επόμενο βήμα, όποιο κι αν είναι αυτό, κρύβει τόση ομορφιά που είναι μοίρα της η νοσταλγία. Για αυτό πολλές φορές απολαμβάνω έντονα τη διαδρομή προς την επίτευξη κάποιου στόχου, ενώ όταν φτάνει η πραγμάτωσή του νιώθω περισσότερο σαν εξωτερικός παρατηρητής έτοιμος να αναπολήσει την επόμενη διαδρομή που ακόμα δεν έγινε. Τελικά η ουσιαστική χαρά της στιγμής που παρήλθε εμφανίζεται σε όλα τα επίπεδα, αλλά μόνο αφού περάσει κάποιο χρονικό διάστημα.
Ετοιμάζετε κάτι αυτή την περίοδο; Εμφανίσεις; Τραγούδια;
Αστέρης-Χρήστος:
Την Κυριακή 27 Μαρτίου είναι η αποκαλυπτήρια γιορτή της Ρεβάνς στο Club του Σταυρού του Νότου. Την λέμε έτσι, γιατί είναι η πρώτη εμφάνιση με το καινούργιο πλήρες σχήμα ( ή full band όπως λέμε αγγλικά), με καινούργιες ενορχηστρώσεις, τραγούδια από τις δυο δισκογραφικές μας δουλειές και κάποια ακυκλοφόρητα. Στη μουσική μας ομάδα είναι ο Βαγγέλης Τσιμπλάκης στα τύμπανα, ο Κώστας Μιχαλός στην ηλεκτρική κιθάρα, ο Γιάννης Κονταράτος στο βιολί και στην lap steel guitar, ο Βασίλης Νικολόπουλος στο ηλεκτρικό μπάσο και ο Άγγελος Αθανασιάδης στην επιμέλεια του ήχου. Παρέα μας επίσης θα είναι τέσσερις καλοί φίλοι για να τραγουδήσουμε μαζί, ο Αλέξανδρος Κτιστάκης, η Ναταλία Λαμπαδάκη, ο Γιάννης Διονυσίου και η Μαρία Κηλαηδόνη.
Σας περιμένουμε να έρθετε και εγγυόμαστε ότι η βραδιά θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Οι Ρεβάνς εδώ στο fb
Κι εδώ στο insta