Ο συγγραφέας Στέφανος Αλεξιάδης (Θεσσαλονίκη, 1993) συστήθηκε στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό με την εφηβική νουβέλα του με τίτλο “Τα φτερωτά σανδάλια” (Υδροπλάνο, 2021), η οποία απέσπασε και το Public Book Award 2022, στην αντίστοιχη κατηγορία. Το δεύτερο κατά σειρά βιβλίο του με τίτλο “Οιμωγή”, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας, μετρά ήδη τέσσερις μήνες κυκλοφορίας. Πρόκειται για ένα ψυχολογικό θρίλερ, μια ιστορία μυστηρίου που περιστρέφεται γύρω από την δολοφονία ενός μικρού παιδιού, έγκλημα για το οποίο κατηγορείται η μητέρα του.
Ένα σύγχρονο μυθιστόρημα κλιμακωτής δράσης που θίγει μια πλειάδα κοινωνικών θεμάτων, όπως οι ψυχικές ασθένειες και η σωματική και λεκτική βία που υφίστανται γυναίκες και παιδιά σήμερα.
Οιμωγή σημαίνει κραυγή. Πώς εμπνεύστηκες τον τίτλο του βιβλίου;
Είχα βάλει ως στόχο να βρω έναν τίτλο που να είναι μονολεκτικός αλλά να «λέει» πολλά. Ήθελα κάτι θορυβώδες για να υπάρξει η αντίθεση με το περιεχόμενο του βιβλίου, στο οποίο σε πολλά σημεία υπάρχει μια εκκωφαντική σιωπή.
Η Πετρία, η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου σου, είναι μια ιδιαίτερη και χαρισματική γυναίκα, στο φάσμα του αυτισμού. Πόσο δύσκολο ήταν για εσένα να προσεγγίσεις τον χαρακτήρα της και να τον αποδώσεις
ρεαλιστικά;
Το δυσκολότερο κομμάτι για μένα στην «Οιμωγή» ήταν η σκιαγράφηση της Πετρίας. Προσπάθησα να την προσεγγίσω με λεπτότητα και σεβασμό, γιατί η γραμμή που χωρίζει τον ρεαλισμό από την υπερβολή είναι πολύ λεπτή. Για να είμαι όσο το δυνατό συνεπέστερος έκανα μεγάλη έρευνα προκειμένου να δημιουργήσω την ηρωίδα αυτή που ανήκει στο φάσμα του αυτισμού. Υποσυνείδητα θεωρώ ότι συνέβαλαν και οι μεταπτυχιακές μου σπουδές στην Ειδική Αγωγή.
Η «Οιμωγή», όπως αναγράφεται και στο εξώφυλλο του βιβλίου, ανήκει στο είδος του ψυχολογικού θρίλερ. Πώς ορίζεις εσύ, μέσα και από την ιδιότητα του φιλολόγου, τον όρο «ψυχολογικό θρίλερ»;
Η κατηγορία του ψυχολογικού θρίλερ είναι σύνθετη, παραπάνω από όσο οι περισσότεροι θεωρούν. Στην Ελλάδα είμαστε συνηθισμένοι να θεωρούμε ψυχολογικά θρίλερ τα βιβλία που κάνουν mind game, αυτά δηλαδή που παίζουν με το μυαλό του αναγνώστη από την αρχή ως το τέλος της ιστορίας. Αυτό, πράγματι, είναι μια πλευρά του ψυχολογικού
θρίλερ, την οποία μάλιστα υπηρετούν με εξαιρετική μαεστρία πολλοί συγγραφείς εντός κι εκτός Ελλάδας.
Θέλοντας όμως να εξελιχθούμε, ίσως θα ήταν καλό να πειραματιζόμαστε με τα είδη. Αυτό έκανα κι εγώ.
Παρουσίασα μια νέα πλευρά του ψυχολογικού θρίλερ όντας συνεπής στους κανόνες του: έναρξη ιστορίας μυστηρίου, μεταφορά ψυχολογικής και συναισθηματικής κατάστασης κεντρικού ήρωα και κορύφωση στον επίλογο της ιστορίας. Θεωρώ πως η σύγκριση με άλλα βιβλία της ίδιας ή και άλλης κατηγορίας μας περιορίζουν στην αντίληψη της συνθετότητας της λογοτεχνίας.
Μέσα στα γραφόμενά μας, εκούσια ή ακούσια, όλοι μας αφήνουμε «ένα κομμάτι του εαυτού μας». Υπάρχουν δικά σου χαρακτηριστικά στους ήρωες της «Οιμωγής»;
Δεν μπορώ να απαντήσω πολύ ξεκάθαρα εδώ, γιατί αν έχει γίνει (που είμαι βέβαιος ότι έχει γίνει) δεν το έχω κάνει εκουσίως. Τα γραπτά μας είμαστε εμείς, από εμάς πηγάζουν, από εμάς επηρεάζονται και συχνά
σε εμάς τους ίδιους απευθύνονται.
Συχνά γράφουμε για να πετύχουμε τη συνειδητοποίηση.
Θα έλεγα ωστόσο πως υπάρχουν λίγα –ελάχιστα- κοινά με τον Υπαστυνόμο Βάιο.
Το προηγούμενο βιβλίο σου, η νουβέλα «Τα φτερωτά σανδάλια», ανήκει στην εφηβική λογοτεχνία. Ήταν εύκολη η μετάβαση στην λογοτεχνία ενηλίκων;
Ήταν εύκολη μόνο και μόνο επειδή το ήθελα πολύ. Όταν έχεις ως αναγνωστικό κοινό τους εφήβους, δύσκολα μπορείς να είσαι ελεύθερος. Ο περιορισμός είναι δεδομένος όταν σε διαβάζουν παιδιά. Η λογοτεχνία ενηλίκων σου δίνει το ελεύθερο να πεις ό,τι θες, όπως θες και να συζητήσεις για όποιο θέμα θες. Γιατί αυτό είναι η λογοτεχνία, μια νοερή συζήτηση με τους αναγνώστες.
Ανατρέχοντας στο παρελθόν, μπορείς να εντοπίσεις πότε ακριβώς γεννήθηκε μέσα σου η «ανάγκη» να ασχοληθείς με την συγγραφή;
Δεν νομίζω ότι η ανάγκη αυτή υπήρξε ποτέ πολύ έντονα στη ζωή μου, τουλάχιστον όχι η έκδοση των γραπτών μου. Έγραφα, ναι, αλλά δεν είχα ποτέ κατά νου τη δημοσιοποίησή τους. Η δημιουργία ιστοριών είναι απελευθέρωση, νιώθω πως καταφέρνω να σταθώ μπροστά στον αναγνώστη και να παρουσιάσω όλα όσα σκέφτομαι και με
προβληματίζουν.
Υποθέτω πως, εκτός από το να γράφεις, αφιερώνεις κάποιο από τον ελεύθερο χρόνο σου και στην ανάγνωση. Διαβάζεις βιβλία που ανήκουν κυρίως στο είδος που κι εσύ «υπηρετείς» ή είσαι αναγνώστης
«παντός καιρού»;
Ένας συγγραφέας οφείλει να είναι αναγνώστης. Κυρίως αναγνώστης. Οπότε ναι, διαβάζω πολύ. Κυρίως προτιμώ τα ψυχολογικά θρίλερ, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν έχω στη βιβλιοθήκη μου και άλλα είδη. Για να είμαι ειλικρινής, αναζητώ βιβλία που έχουν ένταση. Με κρατούν περισσότερο.
Υπάρχουν βιβλία ελληνικής ή μεταφρασμένης λογοτεχνίας που να διάβασες και να ξεχώρισες αυτή την περίοδο; Τι κάνει ένα βιβλίο ξεχωριστό για ‘σένα;
Διάβασα το «Και οι νεκροί ας θάψουν τους νεκρούς τους», το οποίο με ενθουσίασε. Θέλω να επισημάνω ότι το βιβλίο αυτό δεν ανήκει στα είδη που διαβάζω, γιατί ανήκει στον μαγικό ρεαλισμό, ωστόσο το ξεχώρισα
και το διάβασα με πραγματική ευχαρίστηση.
Είσαι ένας άνθρωπος με πολύ ενεργή παρουσία στα social media. Τι αίσθηση σου έχει αφήσει ως τώρα η αλληλεπίδρασή σου με το κοινό και πόσο «ανθεκτικός» είσαι στην αρνητική κριτική;
Αυτό είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο που νομίζω ότι θα μπορούσα να γράφω ολόκληρες παραγράφους. Η αλληλεπίδραση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε εμένα έχει αφήσει θετικό αποτύπωμα. Δεν δίνω σημασία σε ό,τι δημιουργείται χάριν εντυπωσιασμού και, πίστεψέ με, είναι πολλά.
Υπάρχει τόσο φως εκεί έξω που θα φανούμε λίγοι αν ενδώσουμε στη μαυρίλα.
Οι αρνητικές κριτικές είναι το ίδιο σεβαστές με τις θετικές, όταν είναι ειλικρινείς και χωρίς στοιχεία εμπάθειας. Όταν
είναι υποκινούμενες ή επίπλαστες, είναι μονάχα αόρατες.
Γράφεις κάτι καινούριο αυτή την περίοδο; Αν ναι, τι θα μπορούσες να μας αποκαλύψεις γι’ αυτό;
Ναι, γράφω το επόμενο βιβλίο μου, για το οποίο δεν μπορώ να πω πολλά. Ωστόσο μπορώ να αναφέρω ότι θα ανήκει στην ίδια κατηγορία, δηλαδή στο crime, και θα έχει ως τόπο δράσης μια πόλη της Θράκης.
Το βιβλίο του Στέφανου Αλεξιάδη “Οιμωγή”, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας. Βρείτε το εδώ.
Ευχαριστούμε τον συγγραφέα για την συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό μας.