Το Burn Baby Burn είναι ένα σύγχρονο θεατρικό έργο, γραμμένο από την Carine Lacroix το 2010. Ανέβηκε για πρώτη φορά στη σκηνή της Comédie Française, έπειτα στο Deutsches Theater του Βερολίνου, στην Πράγα, στο Μόναχο, στην Αργεντινή και μεταφράζεται σε πολλές γλώσσες. Φέτος ανεβαίνει και στο Θέατρο Τ από την θεατρική ομάδα ΠΡΟΣΕΧΩΣ Subway. Burn Baby Burn
Σε ένα εγκαταλελειμμένο βενζινάδικο η Ιρίπ και Βιολέτ, δύο νεαρές κοπέλες, συναντιούνται. Μία σχέση η οποία χτίζεται από το πρώτο σκαλί μιας γνωριμίας αλλά ακολουθεί μία ανορθόδοξη(ή μήπως όχι;) οδό που ταιριάζει στους ιδιόρρυθμους χαρακτήρες τους. Συγκρούσεις, γέλια, εξομολογήσεις μέσα από την ανάγκη για επικοινωνία και συνύπαρξη, ανάγκη για κοινωνία παρά τις επιφανειακά αντικοινωνικές συμπεριφορές τους. Η είσοδος του Ισσά θα διακόψει την βραδύτητα των κινήσεων αλλά και των αποφάσεων και θα αναγκάσει τις δύο κοπέλες να ενεργήσουν στο -απροσδιόριστο- εδώ και τώρα. Όνειρα, δίψα για ελευθερία, ακόρεστη τάση φυγής, φιλία, έρωτας, σεξ, θάνατος, “εγώ” και ο “άλλος”, μία ματιά στην ευαίσθητη και σκληρή είσοδο από την εφηβεία στην νεότητα.Burn Baby Burn
Η Στελλίνα Βογιατζή ήταν όντως η Ιρίπ. Έντονη, υπερκινητική, αλλόκοτη, αρνείται να εγκαταλείψει την παιδικότητά της, βρίσκεται στο μεταιχμιακό στάδιο αρνούμενη να προχωρήσει μπροστά, από φόβο και από άγνοια, παραπαίει ανάμεσα στο πραγματικό και το φαντασιακό. Τρέφει την ανάγκη της για ελευθερία, για εμπειρίες, για φυγή μέσα από φανταστικές ιστορίες και προσπαθεί μέσα από την Βιολέτ να μάθει τον έξω, από αυτήν, κόσμο. Θυμίζει τις νεαρές κοπέλες του παρελθόντος που μέσα από τα μυθιστορήματα γνώριζαν τον έρωτα, απλά εδώ οι εκμυστηρεύσεις της Βιολέτ αποκαλύπτουν την μελανή πλευρά του. Η Στελλίνα Βογιατζή, με ελάχιστες υπερβολικές εξάρσεις, που παρατηρήθηκαν κυρίως στο πρώτο μέρος, είχε γρήγορη και χορογραφημένη κίνηση πάνω στην σκηνή, σωστή ορθοφωνικά εκεί που ο λόγος αποκτούσε ταχύτητα και έδωσε τις κωμικές στιγμές χωρίς επιτήδευση.Burn Baby Burn
Αντιθετικός χαρακτήρας η Βιολέτ, Χρυσή Μπαχτσεβάνη, μοιάζει να αποτελεί το αντεστραμμένο είδωλο της Ιρίπ. Απρόσιτη και κλειστή εξαιτίας του θυμού της, είναι κατά βάθος ένα πληγωμένο παιδί που δεν ολοκλήρωσε όπως έπρεπε την παιδική και εφηβική του ηλικία τρέχοντας απροετοίμαστο μπροστά. Η παραβατικότητα, οι άνομες ενέργειες και η σεξουαλική ασυδοσία λειτουργούν σαν άμυνα στην ευαισθησία της και σαν εκτόνωση της επιθετικότητας της. Κινήσεις αργές, βαριές, που επικοινωνούν την συνθήκη του τόπου και διατηρούν την αντιφατικότητα των δύο χαρακτήρων. Επίπεδη ερμηνευτικά η Βιολέτ στο πρώτο μέρος , βρήκε περισσότερη φυσικότητα και ρυθμό στο δεύτερο, με την είσοδο του Ισσά.
Και ενώ τίποτα δεν δείχνει ικανό να πάψει την ραθυμία και την ραστώνη της Ιρίπ και της Βιολέτ, ένας νεαρός που θα φέρει τις πίτσες, ο Ισσά, θα παίξει καθοριστικό και ανατρεπτικό ρόλο στην εξέλιξη της δράσης. Η είσοδος του Δημήτρη Κοΐδη όχι μόνο σταματά την στατικότητα, σε δραματουργικό επίπεδο, σε ένα περιβάλλον που μας θύμιζε “Περιμένοντας τον Γκοντό”, αλλά ενισχύει δυναμικά τις ερμηνείες δίνοντας τους ζωντάνια και ρυθμό.
Το κείμενο διαθέτει εναλλαγή αφηγηματικότητας-δράσης. Ανάμεσα στον πεζό λόγο των νοηματικά αυτόνομων σκηνών, ιντερλούδια με άλλη ροή, πιο ποιητικά και συναισθηματικά. Ενδιαφέρον το σκηνοθετικό εύρημα να κρατήσει τον διάλογο στην σχέση μεταξύ τους και να εναποθέσει την ποιητική γλώσσα σε μία οθόνη με εμβόλιμη προβολή ανάμεσα στις σκηνές. Περίεργη επιλογή στο φινάλε του έργου το κείμενο να μείνει αμετάφραστο στα γαλλικά με αποτέλεσμα να δημιουργήσει πρόβλημα στην κατανόηση του από τους θεατές που δεν γνωρίζουν την γλώσσα.
Ρεαλιστικό το σκηνικό, αντλία βενζίνης και διασκορπισμένα λάστιχα, τα οποία πηγαινοέρχονται προσθέτοντας κίνηση στην σκηνή, και μία ακόμη επιπλέον φωτιζόμενη οθόνη που απεικονίζει ένα λιβάδι με στάχυα. Ο φωτισμός της οθόνης σταδιακά χάνει από την ένταση του καθώς νυχτώνει και είναι η μόνη ένδειξη χρόνου, στην κατά τα άλλα, πλήρη απουσία του. Επιπλέον αντικείμενο και το ποδήλατο-μηχανή, με το οποίο καταφθάνει η Βιολέτ στο ερειπωμένο βενζινάδικο, υπογραμμίζει ακόμη περισσότερο πως σε αυτόν τον τόπο όλα έρχονται, προστίθενται και τίποτα δεν φεύγει. Η έννοια της φυγής προβληματική, μόνιμη ανάγκη και επιθυμία δίχως όμως πραγμάτωση. Ο Ίσσα άθελα του θα δώσει το έναυσμα;