[punica-dropcap]Μ[/punica-dropcap]ισισιπή, 3 χρόνια πριν την έναρξη του ολέθριου για την ανθρωπότητα Α’ Παγκοσμίου πολέμου, γεννιέται ένας από τους δραματικότερους συγγραφείς της Αμερικανικής λογοτεχνίας, ο ιδιαίτερα προσφιλής στο Ελληνικό κοινό ” Tennesse”, όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν οι συμμαθητές του.
Το έργο του, ήδη από το πρωτολειακό στάδιο, αποτελεί μία βιογραφική ανθολογία διαποτισμένη με ακόρεστη τραγικότητα, ακατάσχετη απαισιοδοξία και αστείρευτο συναίσθημα.. Η ζωή του γίνεται θέατρο και το θέατρο η ζωή του.
Καθώς πέφτει ο προβολέας, πάνω του και πίσω από τη διθυραμβική μάσκα του εξομολογητικού του ύφους, αντανακλάται όλο το βάρος της δυστυχίας που διαπνέει τους μεγάλους καλλιτέχνες. Στα 5 του διαγνώστηκε με παράλυση των κάτω άκρων του κάτι που θα τον καθηλώσει για δύο χρόνια στο κρεβάτι. Η φαντασία του, όμως, οργιάζει, αρνείται να υποταχθεί στη σωματική αδυναμία ακούγοντας τις προτροπές της μητέρας του. Λίγο πριν τις σπουδές δημοσιογραφίας το φορτίο του παρελθόντος θα σταθεί ικανό να στιγματίσει την συγγραφική του καριέρα. Ένας αλκοολικός πατέρας με εμπλουτισμένο βιογραφικό επανειλημμένων κακοποιήσεων της καταθλιψιογενούς γυναίκας του, μία σχιζοφρενής αδελφή και η αποτυχημένη προσπάθεια θεραπείας της θα ήταν το τέλειο σκηνικό για οσκαρική ταινία, όμως στην πραγματικότητα ένα τέτοιο σενάριο , προοικονομεί δυσοίωνη συνέχεια.
Τελειώνοντας τη δημοσιογραφία ψάχνει φυγή στο θέατρο και στηριζόμενος στις αλησμόνητες εφηβικές του εμπειρίες ξεκινά δειλά τη συγγραφική του καριέρα παράλληλα με τις σπουδές θεατρολογίας, αφού όπως ο ίδιος λέει “έγραφα, γιατί δεν έβρισκα τη ζωή ικανοποιητική”. Οι εμπειρίες του ξεχύθηκαν στο χαρτί, ολοκληρώνοντας μία σειρά από πρώιμα μα ταυτόχρονα ώριμα έργα αψηφώντας την ηλικία του.
Έργα όπως “Καίρο!Σαγκάη!Βομβάη!”,¨Αμερικανικά Μπλουζ¨, ¨Το μεγάλο αντίο”, ¨Κεριά στον ήλιο¨και ¨Φυγάς” θα αποτελέσουν τη βάση του συγγραφικού του οικοδομήματος, κερδίζοντας παροδικά το επιδοκιμαστικό βλέμμα της κοινωνίας.
Τα επόμενα χρόνια θα βρεθεί να ακροβατεί ανάμεσα στην αποδοχή και την αδυσώπητη εκτόξευση κριτικής για τον “διαφορετικό” τρόπο ζωής του. Ο Τένεσι όμως δεν πτοείται, όπως χαρακτηριστικά λέει “όλοι οι σκληροί άνθρωποι περιγράφουν τους εαυτούς τους ως υπόδειγμα ειλικρίνειας”
Το απόγειο της συγγραφικής του καριέρας καταφθάνει σαν κορυφαία σκηνή στο μονόπρακτο έργο της ζωής του. Το 1947 θα έρθουν στο φως, ο “Γυάλινος κόσμος”, “η νύχτα της Ιγκουάνα” και μέχρι το 1961 το αριστούργημα ,“Λεωφορείον ο πόθος”.
Πρόκειται για ένα σχεσιακό τρίγωνο ανάμεσα στην Μπλάνς καθηγήτρια, που μετά από πλειστηριασμό των οικογενειακών της υπαρχόντων θα μεταναστεύσει στο σπίτι της αδελφής της, Στέλλας και του Πολωνού συζύγου της Στάνλεϊ. Απένταρη, η Μπλανς καλείτε να ζήσει με έναν αλλοδαπό εργάτη κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αριστοκρατικές της συνήθειες δημιουργώντας εντάσεις στην προσπάθεια συμβίωσης τους. Το σπίτι γίνεται πλέον πεδίο μάχης όπου η εσωτερική πόλωση δημιουργεί χάσμα ακόμη και ανάμεσα στη σχέση των δύο αδελφών. Οι ηθικοί φραγμοί καταλύονται. Οι αληθοφανείς μάσκες πέφτουν, η παράνοια βασιλεύει μαζί με την καχυποψία εκεί που τα πάθη ανατέλλουν και η λογική δύει, μηχανορραφώντας ανείπωτες σκέψεις και σχέδια.
Οι ήρωες αυτοκαταστροφικοί μέσα στην ίδια τους την ύπαρξη δεν είναι παρά οι μακρινές αναμνήσεις των παιδικών χρόνων του Ουίλιαμς. Χτίζουν από αγάπη και αυτό τους οδηγεί στην καταστροφή, την ψύχωση και την τρέλα.
Η αλματώδης επαγγελματική του πορεία δεν προσιδιάζει στην προσωπική του ζωή. Υποκατάστατο στην καταθλιπτική του καθημερινότητα είναι η τοξική εξάρτηση από το ποτό. Τις πληγές του θα προσπαθήσει, μάταια να θεραπεύσει ο σύντροφος του Φρανκ Μέρλο, που θα πεθάνει άδοξα από την επάρατη νόσο. Το “τριαντάφυλλο στο στήθος” θα είναι το μοναδικό έργο με αίσιο τέλος, δίνοντας μία ελπίδα αισιοδοξίας για τους νέους του πειραματισμούς και την ψυχική του διάθεση.
Το 1983, τελικά, πεθαίνει με συντροφιά τη μοναξιά του από πώμα φελλού κληροδοτώντας στον 21ο αιώνα μία νέα οπτική θέασης του κόσμου όπου το αποτέλεσμα είναι αυτό που μετράει και όχι τόσο η πράξη που προηγείται.