Το «Όλη μου η οργή» είναι ένα βαθιά συναισθηματικό και συνάμα ρεαλιστικό μυθιστόρημα, ικανό να προσελκύσει αναγνώστες όλων των προτιμήσεων και ηλικιών. Συγγραφέας του μυθιστορήματος είναι η Sabaa Tahir και έγραψε το βιβλίο το 2022. Έκτοτε έχει κερδίσει πλήθος διακρίσεων και μάλιστα έχει βρεθεί στην πρώτη θέση των best seller στο New York Times. Η Sabaa Tahir είναι η πρώτη μουσουλμάνα Αμερικανοπακιστανή που κατάφερε να κερδίσει το National Book Award. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τους πρώτους μήνες τους 2024 από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Κάποιοι άνθρωποι γεννιούνται σε χώρες, τις οποίες μεγαλώνοντας μπορούν να τις ονομάσουν «πατρίδες». Μπορούν να ζήσουν για πάρα πολλά χρόνια σε αυτές ή έστω να τις επισκεφθούν, αν ζουν μακριά, όποτε το επιθυμούν. Από την άλλη πάλι, υπάρχουν και άνθρωποι που γεννιούνται σε μέρη αφιλόξενα. Σε μέρη που η ανάγκη τους ωθεί στο να μεταναστεύσουν. Και τότε οι άνθρωποι αυτοί αναζητούν εναγωνίως έναν τόπο που να τους χωρά. Που να τους κάνει να είναι αποδεκτοί. Μερικές φορές όμως η διαφορετικότητά τους δεν τους το επιτρέπει αυτό. Και τότε η ζωή τους γίνεται μία ατέρμονη προσπάθεια αρμονικής ένταξης σε ένα μέρος που να τους αποδέχεται όπως είναι. Όλους όσους είναι διαφορετικοί. Τη Νουρ και τον Σαλ, τους πρωταγωνιστές του «Όλη μου η οργή».
Ο τόπος και ο χρόνος του μυθιστορήματος
Όλα ξεκίνησαν μερικά χρόνια πριν, στη Λαχόρη του Πακιστάν. Η Μισμπά, ένα ονειροπόλο κορίτσι παντρεύεται τον Ταουφίκ. Έχει όμως ως κρυφό όνειρό της να δημιουργήσει ένα μοτέλ. Ένα μέρος στο οποίο θα μπορεί να μαθαίνει και να συλλέγει τις ιστορίες της ζωής όλων των ανθρώπων που το επισκέπτονται. Και τελικά λίγο καιρό αργότερα καταφέρνει να κάνει πραγματικότητα το όνειρο που πάντα επιθυμούσε στο Τζούνιπερ, μια μικρή πόλη κάπου στην έρημο της Καλιφόρνιας. Κάτι που, επίσης, καταφέρνει η Μισμπά, είναι να φέρει στον κόσμο ένα γλυκό μελαμψό αγόρι, τον Σαλαχουντίν και να τον μεγαλώσει με στοργή κι αγάπη.
Επίσης μερικά χρόνια πριν, ένα χωριό του Πακιστάν πλήττεται από έναν μεγάλο σεισμό. Δε μένει κανένας ζωντανός και όλο το χωριό πνίγεται στα συντρίμμια. Μονάχα ένα μικρό κοριτσάκι, η Νουρ, καταφέρνει να επιβιώσει, κλεισμένη μέσα σε μία ντουλάπα. Ο θείος της, ο Τσάτσου, με σθένος και αποφασιστικότητα κατορθώνει να τη σώσει και εγκαταλείπει τις σπουδές του προκειμένου να τις προσφέρει τα απαραίτητα για να τη μεγαλώσει. Απαιτεί όμως από αυτή μεγαλώνοντας να του δώσει πίσω όλα όσα έχασε εξαιτίας της, πράγμα που σίγουρα κάνει ανυπόφορη τη ζωή της.
Νουρ και Σαλαχουντίν. Δύο παιδιά που βρίσκονται μακριά απ’ τον τόπο τους και μεγαλώνουν σε ένα μέρος που σίγουρα δεν έχουν επιλέξει. Γνωρίζονται σε πολύ μικρή ηλικία και από τότε και για πολλά χρόνια τους δένει μια υπερπολύτιμη φιλία. Εκεί όπου δυσκολεύονται να κάνουν φίλους λόγω της εμφάνισης αλλά και της διαφορετικής θρησκείας τους, έχουν πάντα ο ένας τον άλλον. Κάποια στιγμή η φιλία τους κλονίζεται και σαν να μην φτάνει όλο αυτό, η Μισμπά, η μητέρα του Σαλαχουντίν, πεθαίνει αιφνίδια ύστερα από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Ο Σαλαχουντίν χάνει τη γη κάτω απ’ τα πόδια του και καλείται να διαχειριστεί την απώλεια και τη διαχείριση του μοτέλ, καθώς επίσης και τον αλκοολισμό του πατέρα του που ξεπερνάει κάθε όριο μετά από τον θάνατο της Μισμπά.
«Θα επιβιώσω. Θα ζήσω. Αλλά έχω ένα κενό μέσα μου που δε θα γεμίσει ποτέ. Ίσως γι’ αυτό οι άνθρωποι πεθαίνουν σε μεγάλη ηλικία. Ίσως να μπορούσαμε να ζήσουμε για πάντα, αν δεν αγαπούσαμε τόσο ολοκληρωτικά. Αλλά αγαπάμε. Και μέχρι να έρθουν τα γηρατειά, είμαστε γεμάτοι τρύπες, τόσο πολλές, που δυσκολευόμαστε να ανασάνουμε. Τόσο πολλές, που τα σωθικά μας δεν είναι πια δικά μας. Είμαστε μόνο ένα μεγάλο κενό που περιμένει το σκοτάδι για να γεμίσει. Που περιμένει να ελευθερωθεί.»
Νουρ και Σαλαχουντίν θα έρθουν ξανά κοντά έπειτα από αυτή την απώλεια, που στοιχίζει και στους δύο, καθώς η Νουρ είχε τη Μισμπά σαν θεία της όλα αυτά τα χρόνια. Ο μόνος τρόπος για να καταφέρουν να αποδεχτούν το γεγονός , είναι να κουρνιάσει η ψυχή τους ενός στου άλλου και να αγαπηθούν ξανά, ακόμα πιο βαθιά αυτή τη φορά. Μόνο έτσι μπορούν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που τους βρήκαν αλλά και όσες επρόκειτο να τους συναντήσουν στο μέλλον. Μόνο με την αγάπη και με τη συγχώρεση.
«Τα μεγάλα πάθη γίνονται τέρατα στα σκοτάδια του μυαλού, αλλά αν τα μοιραστείς με φίλους αγαπημένους, παραμένουν ανθρώπινα και γίνονται υποφερτά.»
Τα κοινωνικά μηνύματα στο «Όλη μου η οργή»
Το «Όλη μου η οργή» είναι ένα μυθιστόρημα που έχει ως κεντρικό του θέμα την παράφορη και ουσιαστική αγάπη που μπορεί να δημιουργηθεί ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Γύρω από αυτό, ωστόσο αναπτύσσονται ποικίλοι θεματικοί άξονες που θίγουν πολλά κοινωνικά ζητήματα. Πρώτα απ’ όλα κυριαρχεί η ανάγκη της μετανάστευσης σε έναν ξένο τόπο και η δυσκολία της αποδοχής του διαφορετικού από τους υπόλοιπους ανθρώπους που ζουν στο Τζούνιπερ. Σε αυτή την τόσο μικρή πόλη, όπου το φαινόμενο του ρατσισμού επικρατεί, ζητήματα όπως ο αλκοολισμός, η άσχημη οικονομική κατάσταση στα επίπεδα της φτώχειας, αλλά και η διακίνηση απαγορευμένων ουσιών, συνδυάζονται για να κάνουν την ιστορία ακόμα πιο ολοκληρωμένη.
Σχετικά με τη συγγραφέα του βιβλίου
Η Sabaa Tahir μεγάλωσε στην Έρημο Μοχάβε της Καλιφόρνια, στο μοτέλ δεκαοχτώ δωματίων της οικογένειάς της. Εκεί, αξιοποιούσε τον χρόνο της ρουφώντας μυθιστορήματα fantasy, λεηλατώντας τις συλλογές κόμικς του αδελφού της και παίζοντας –ανεπιτυχώς– κιθάρα και πιάνο. Ξεκίνησε να γράφει τη No 1 NYT best seller σειρά βιβλίων An Ember in the Ashes ενώ εργαζόταν τις νύχτες ως συντάκτρια σε εφημερίδα. Tο πρώτο βιβλίο της σειράς θεωρήθηκε από το Time ένα από τα 100 καλύτερα young adult βιβλία όλων των εποχών. Το τελευταίο της μυθιστόρημα, Όλη μου η Οργή, κέρδισε το National Book Award στην κατηγορία Young People’s Literature, έγινε αμέσως best seller στους New York Times και κέρδισε οκτώ starred reviews.