
Η εισαγωγή του χαρακτήρα γίνεται κατά το Ι’ Κεφάλαιο του βιβλίου του Παπαδιαμάντη, Βαρδιάνος στα Σπόρκα, στο οποίο η πρωταγωνίστρια Σκεύω φθάνει στην νήσο Τσουγκριά ως «Βαρδιάνος», αφού έχει μεσολαβήσει η σκηνή της παρενδυσίας, και εκεί συναντά τον γιατρό, ξαπλωμένο κάτω από ένα πεύκο, έχοντας αναμμένο το αχώριστο τσιμπούκι του.
Παρατίθενται οι πρώτες πληροφορίες για το γιατρό, κυρίως όσον αφορά στην καταγωγή, τη θέση και τη χρησιμότητά του στο νησί- λοιμοκαθαρτήριο. Πρόκειται, δηλαδή, για έναν Γερμανό τη καταγωγή γιατρό, με τα ξενικά χαρακτηριστικά της γλώσσας του να αποτυπώνονται ευδιάκριτα στους διαλόγους (αντικατάσταση των συμφώνων δ και θ με ντ και τ αντίστοιχα π.χ. Τί ντιάολο τέλεις πάλι;), ενώ αναφέρονται πληροφορίες ιδιαίτερα σημαντικές για τη γνωριμία του παρελθόντος του προσώπου αυτού (είχε κηρυχθεί επιχόλερος, καθότι μολύνθηκε πριν προλάβει να τελειώσει την επιθεώρηση των μολυσμένων επιβατών).
Σ’ αυτήν ακριβώς την πρώτη γνωριμία ο γιατρός Βίλελμ Βούνδ μπορεί σίγουρα να χαρακτηρισθεί ως ένας εύθυμος πενηντάρης ξένος επιστήμων με όλα τα στοιχεία που θα προσιδίαζαν σε μια τέτοια περσόνα. Είναι η ανώτερη αρχή του νησιού και ο υπεύθυνος για την επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές εκτός αυτού. Παρ’ όλα αυτά δεν μας δίνει καθόλου την εντύπωση μιας επηρμένης αυθεντίας και επ’ ουδενί την αίσθηση ενός ξένου, αυστηρού επιστήμονα με αλαζονικό λόγο.

Το βασικό χαρακτηριστικό του, που βεβαίως θα τον ακολουθήσει και στα υπόλοιπα σημεία του έργου, είναι η ευθυμία του, μια φιλοσοφική- στοχαστική ελαφρότητα θα λέγαμε, που συχνά προσιδιάζει σε ανθρώπους με μεγάλο πνευματικό βάθος (γελά με τον υγειονόμο που δεν μπόρεσε να αντιληφθεί την παρενδυσία της Σκεύως αποκαλώντας τον συχνά «σταβούλιακα»). Το πορτραίτο του εύθυμου-χαρούμενο γιατρού, χωρίς βέβαια να ξεπερνά τα όρια της καρικατούρας (ίσως μόνο να παίζει με αυτά), που βρίσκεται αποκλεισμένος με τους ασθενείς του μπορεί εύλογα να θεωρηθεί από κάποιους ως αντιφατικό και ανεδαφικό. Η αιτιολογία αυτού θα ήταν η εξής: Πως γίνεται ένας άνθρωπος, έστω και επιστήμων, που αντικρίζει καθημερινά το θάνατο και τη «σηπτική» δράση μιας ασθένειας στους συνανθρώπους του και μάλιστα είναι υπεύθυνος για την ίασή τους (αποτελεί με άλλα λόγια πίθο ελπίδας και ευχών από τους αρρώστους για να τους «αναστήσει») να μην είναι βυθισμένος στο σκοτάδι, την αγωνία ή έστω να κρατά έναν χαρακτήρα σοβαρότητας, σύμφυτο με την όλη κατάσταση; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι απλή. Ας αναλογιστούμε τη νομοτελειακή ισορροπία που επικρατεί στη φύση και ας την τοποθετήσουμε αναλογικά στη δική μας κατάσταση· ο άνθρωπος που ακριβώς είναι υπεύθυνος για την ίαση των νοσούντων οφείλει πρωτίστως να μεριμνά για την ψυχολογική τους ανθεκτικότητα. Ένας γιατρός απρόσωπος και κατηφής δεν θα βοηθούσε καθόλου στην παραπάνω διαδικασία, πολλώ δε μάλλον θα λειτουργούσε επιβαρυντικά. Κρατά έτσι, θα λέγαμε, τα μπόσικα, ως η ανώτερη αρχή εντός του λοιμοκαθαρτηρίου, υπενθυμίζοντας πως το χιούμορ και η χαρά αποτελούν θεμέλιο λίθο της ψυχοσωματικής υγείας του ανθρώπου. Έτσι ο Παπαδιαμαντικός γιατρός στο βιβλίο Βαρδιάνος στα Σπόρκα αναδεικνύεται ως ένας, όχι απλά και τυπικά γνώστης της επιστήμης του, αλλά ως ένας σφαιρικός και «μελετημένος» άνθρωπος. Φυσικά, δεν θα πρέπει να λησμονήσουμε πως το συναίσθημα της ευθυμίας είναι μηχανισμός ισορροπίας της ψυχολογικής κατάστασης του ίδιου του γιατρού κατά τη διάρκεια της απομόνωσης στην καραντίνα και της συνεπαγόμενης μοναξιάς του.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό που αποτελεί βασικό «όπλο» στην φαρέτρα του γιατρού Βίλελμ Βούνδ είναι το κύρος του. Ο συγγραφέας τον παρουσιάζει ως την ανώτερη αρχή και αυτό επιβεβαιώνεται από γεγονότα που συναντούμε στη συνέχεια του διηγήματος (σε επόμενα κεφάλαια για παράδειγμα βλέπουμε πως άνθρωποι της νήσου Τσουγκριά που βρίσκονταν σε καραντίνα και απέπλευσαν στις Πλάκες διαμαρτυρόμενοι, είχαν προηγουμένως συμβουλευτεί τον γιατρό, ο οποίος, όμως, τους απέτρεψε από αυτό το διάβημα). Σε μια περεταίρω ανάλυση μπορούμε με βεβαιότητα να θεωρήσουμε τον γιατρό ως ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του αρχετυπικού λογοτεχνικού χαρακτήρα του «σοφού». Επεξηγηματικά ένα από τα βασικότερα αρχέτυπα της παγκόσμιας λογοτεχνίας είναι αυτό του «σοφού» ή αλλιώς «συμβουλάτορα» ή αλλιώς «μάγου» (κυρίως όσον αφορά στη λογοτεχνία του φανταστικού) που έχει ακριβώς τον ρόλο του καθοδηγητή των ηρώων που με τις επισταμένες γνώσεις του συνεισφέρει στην υπερπήδηση πολλών εμποδίων που συναντούν.