Ο Φώτης Γιαγκούλας ήταν θρυλικός Έλληνας λήσταρχος με καταγωγή από το Μεταξά Σερβίων. Εκτιμάται ότι δολοφόνησε 54 ανθρώπους κατά την διάρκεια της καριέρας του, που περιλάμβανε ληστείες, δολοφονίες, απαγωγές και εκβιασμούς. Μερικές φορές ευεργετούσε τους ανθρώπους και ειδικά όσους τον βοήθησαν να κρυφτεί και να ξεφύγει από τους διώκτες του. Ο θάνατός του στις 20 Σεπτεμβρίου 1925, ήταν επεισοδιακός, όπως και όλη η ζωή του. Το 1928, στα πρώτα βήματα του ελληνικού κινηματογράφου, η ζωή και η δράση του Φώτη Γιαγκούλα ήταν το θέμα της ταινίας του Κομινάκη.
Τα αθώα νεανικά χρόνια του Φώτη Γιαγκούλα
Η ημερομηνία γέννησης του Φώτη Γιαγκούλα δεν είναι γνωστή ακριβώς. Οι περισσότεροι μελετητές αναφέρουν πιθανότερη χρονιά το 1894 ενώ λιγότεροι το 1901. Τόπος γέννησης ήταν ο Μεταξάς κοντά στα Σέρβια Κοζάνης. Ήταν το τελευταίο παιδί της φτωχής οικογένειας του Αναστασίου και της Αικατερίνης Γεωργακοπούλου από το Πολύρραχο. Τα αδέρφια του Κωνσταντίνος και Αθανάσιος ήταν σώγαμπροι στο Τριγωνικό και το Πολύρραχο αντίστοιχα, ενώ ο Δημήτριος σκοτώθηκε το 1913 κατά τους βαλκανικούς πολέμους.
Σε μικρή ηλικία ο Φώτης Γιαγκούλας έχασε τον πατέρα του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο, την Β’ Γυμνασίου, για να φροντίσει την οικογένειά του. Πολλοί συγχωριανοί του τον χτυπούσαν και τον κατηγορούσαν χωρίς να φταίει για διάφορα κι έτσι σε ηλικία 17 – 18 χρόνων μετακόμισε από τον Μεταξά στο γειτονικό Πολύρραχο, όπου εργάστηκε ως βοσκός. Λέγεται ότι μετά την απελευθέρωση κατατάχτηκε εθελοντικά στο στρατό και πολέμησε.
Η πρώτη παρανομία του Φώτη Γιαγκούλα
Υπάρχουν πολλές εκδοχές για το ποια ήταν η πρώτη παράνομη ενέργεια του Φώτη Γιαγκούλα. Ο Βασίλης Τζανακάρης, στο βιβλίο του «Φώτης Γιαγκούλας: Ο απέθαντος και άλλες ληστρικές ιστορίες», αναφέρει ότι το πρώτο του έγκλημα έγινε για λόγους τιμής. Ένας υπομοίραρχος, εκμεταλλευόμενος την θέση του, βίασε την ξαδέρφη του Γιαγκούλα, Μαρία. Ο διοικητής του για να τον σώσει τον έστειλε στην Aθήνα. Ο Φώτης Γιαγκούλας όμως κατέβηκε στην Αθήνα και τον σκότωσε έξω από τα ανάκτορα, όπου φύλαγε σκοπιά. Και ύστερα βγήκε στα βουνά.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ένα φίλους του αγάπησε μια κοπέλα αλλά ο πατέρας της δεν έδινε την συγκατάθεσή του. Ο Γιαγκούλας τότε αποφάσισε να λύσει το πρόβλημα του ζευγαριού με έναν πιο άμεσο τρόπο. Πήγε και συνάντησε τον πατέρα της κοπέλας και του έκοψε το κεφάλι.
Μια ακόμα εκδοχή θέλει τον Φώτη Γιαγκούλα, που λέγεται ότι έφτασε μέχρι τον βαθμό του λοχία στο στρατό, να παίρνει άδεια για να επισκεφτεί το χωριό του. Εκεί ερωτεύτηκε μια κοπέλα και μόλις έμαθε ότι υπάρχει αντίζηλος, τον σκότωσε.
Η επικρατέστερη ιστορικά εκδοχή θέλει τον Φώτη Γιαγκούλα να παραστράτησε στα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο 16χρονος Φώτης Γιαγκούλας κατηγορήθηκε άδικα από τους συγχωριανούς του για ζωοκλοπή, όταν χάθηκαν δυο άλογα. Και παρόλο που φώναζε ότι είναι αθώος, φυλακίστηκε για 4 μήνες στη Λάρισα. Αποφυλακίστηκε δίνοντας κάποια χρήματα και δεν ξαναγύρισε στο χωριό του. Ο αδερφός του Φώτη Γιαγκούλα, Κωνσταντίνος, επιβεβαιώνει την εκδοχή στη συνέντευξη που είχε δώσει στην Judith Konig. Αποκαλύπτει μάλιστα ότι ο φόνος του αμετάπειστου πατέρα συνέβη αλλά έναν χρόνο μετά την αποφυλάκιση του Γιαγκούλα.
Η πρώτη επεισοδιακή απόδραση του Φώτη Γιαγκούλα
Ο Φώτης Γιαγκούλας έδρασε την περίοδο του Μεσοπολέμου στην περιοχή του Ολύμπου, στα Πιέρια, την Ελασσόνα και την Κοζάνη με ληστείες, δολοφονίες, απαγωγές κι εκβιασμούς. Η αστυνομία τον Ιούλιο του 1920 τον επικηρύσσει για 20.000 δραχμές και ξεκινάει η καταδίωξη του.
Ο Κωνσταντίνος, αδερφός του Φώτη Γιαγκούλα, αναφέρει ότι η αστυνομία δεν μπορούσε να τον πιάσει. Για να τον αναγκάσουν να παραδοθεί, λοιπόν, συλλάβανε τον Κωνσταντίνο. Όταν ο Φώτης Γιαγκούλας είδε ότι είχαν πάρει τον αδερφό του σαν όμηρο, παραδόθηκε στις 19 Αυγούστου 1920, σε περιοχή ανάμεσα από τα χωριά Ράχοβο και Καλτάδες. Αμέσως η αστυνομία τον έδεσε και ο αρχηγός της, Σούλιος, είπε να βγουν όλοι έξω για να τον σκοτώσει. Ο χωροφύλακας που ήταν εκεί είπε ότι δεν αφήνει κανέναν να τον σκοτώσει όσο είναι δεμένος και παρέμεινε στην θέση του. Ο Γιαγκούλας κοίταξε με μίσος τον Σούλιο και του είπε πως όταν βγει από την φυλακή θα του κόψει το κεφάλι.
Ο Φώτης Γιαγκούλας μεταφέρθηκε στις φυλακές Αίγινας αλυσοδεμένος και παρέμεινε εκεί 2 χρόνια. Τότε θέλησαν να τον μεταφέρουν σε ασφαλέστερες φυλακές, στο Γεντί Κουλέ στη Θεσσαλονίκη, για το υπόλοιπο της ποινής του. Στην διαδρομή ο Φώτης Γιαγκούλας έβαλε τους 2 δεσμοφύλακές να πιούν άφθονο κρασί και αποκοιμήθηκαν ζαλισμένοι, αφού και ο ίδιος παρίστανε τον κοιμισμένο. Όταν οι φρουροί αποκοιμήθηκαν, εκείνος πήδηξε σιδηροδέσμιος από το τρένο, που βρισκόταν εν κινήσει στην κοιλάδα των Τεμπών. Κυκλοφορούσε για 8 μέρες σιδηροδέσμιος και έφτασε με τα πόδια στα χωριά της Κοζάνης, όπου και κατάφερε να λυθεί.
Η απόδραση έγινε θέμα στον Τύπο της εποχής και ο λαός αγάπησε τον Φώτη Γιαγκούλα καθώς εξευτέλισε τις διωκτικές αρχές. Μετά την απόδραση, έζησε για λίγο στην Αθήνα με το ψευδώνυμο Nικόλαος Σκλήμπας, όπου ανέπτυξε σχέση με κυρία της αριστοκρατίας.
Δεν ήταν ακόμα ούτε 20 χρονών, όταν πήγε στο χωριό του μέσα στην νύχτα, για ζητήσει σε γάμο την Ευαγγελία, που αγαπούσε από καιρό όμως ο πατέρας της δεν ήθελε να την δώσει σε έναν λήσταρχο. Μετά από την άρνηση, ο Φώτης Γιαγκούλας, έκλεψε την κοπέλα, την πήγε στην σπηλιά του και έζησαν μαζί με εκείνον να συνεχίζει την ληστρική του δράση.
Ο Φώτης Γιαγκούλας κλείνει παλιές του υποθέσεις
Μετά την απόδρασή του ο Φώτης Γιαγκούλας επέστρεψε στα βουνά. Έκανε συμμορία μαζί με τον Θωμά Κανταρά και αποφάσισε να ξεκινήσει κλείνοντας παλιότερους λογαριασμούς. Στο μυαλό του ήταν η υπόσχεσή του στον Σούλιο. Γνώριζε ότι η ομάδα του Σούλιου ήταν μεγαλύτερη αριθμητικά γι’ αυτό έπρεπε να τον αιφνιδιάσει.
Κάποια μέρα, που πήγε στα Σέρβια, συνάντησε τυχαία τον αστυνόμο Σούλιο, που επέστρεφε στο σπίτι του στο Μεταξά. Ο Σούλιος τον αναγνώρισε όταν ήταν πολύ αργά. Ο Φώτης Γιαγκούλας τον χαιρέτισε ευγενικά κι αμέσως τον αποκεφάλισε. Αφού του έκοψε τα αυτιά αλλά και τα χέρια με το μαχαίρι του, πήρε το κεφάλι και το έβαλε σε ένα παλούκι στη μέση του δρόμου, με ένα σημείωμα στα μαλλιά του, που εξηγούσε λεπτομερώς γιατί τον σκότωσε. Άτομα της ομάδας του Σούλιου, που βρισκόταν κοντά, δεν δέχθηκαν επίθεση, παρά διατάχθηκαν να διαδώσουν το νέο. Μετά από αυτό η χωροφυλακή έβαλε στόχο να πιάσει τον Φώτη Γιαγκούλα με κάθε κόστος.
Ο Φώτης Γιαγκούλας, τον επόμενο χρόνο θα περάσει στα Γιάννενα για να χαθούν τα ίχνη του. Όταν σύντομα επέστρεψε στα παλιά του λημέρια συνειδητοποίησε ότι μια δωρεά 6.000 δραχμών, που είχε εμπιστευτεί στον παπά, τον δήμαρχο και τρεις δημοτικούς συμβούλους του χωριού του για την ανέγερση εκκλησιάς προς τιμήν του είχε εξαφανιστεί. Ο Γιαγκούλας τους είχε προειδοποιήσει πως αν καταχραστούνε τα χρήματα, θα τους σφάξει. Το πιθανότερο βέβαια είναι να είχε δώσει τα χρήματα για να αποκτήσει διαύλους επικοινωνίας με τη διοικητική και θρησκευτική εξουσία του χωριού του. Όποιος κι αν ήταν ο σκοπός του δεν επετεύχθη κι έτσι ο Φώτης Γιαγκούλας αποκεφάλισε και τα πέντε άτομα.
Αυτό έφερε και πάλι την αστυνομία στα χνάρια του. Έπιασαν αρχικά την έγκυο γυναίκα του και την έκλεισαν στις φυλακές της Κοζάνης. Θέλοντας να την σώσει, ο Φώτης Γιαγκούλας πήγε να παρακαλέσει τον αρχηγό της αστυνομίας να μεσολαβήσει για να πάρει εκείνη χάρη. Δίνει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και προσφέρεται να πάει εθελοντικά στη φυλακή για 20 χρόνια. Οι αρχές όμως δεν δίνουν σημασία και ανεβάζουν το ποσό της επικήρυξής του μέχρι το καλοκαίρι του 1924 στις 100.000 δραχμές.
Φώτης Γιαγκούλας, «ο βασιλεύς των ορέων»
Η προσωπικότητα του Φώτη Γιαγκούλα ήταν αμφιλεγόμενη. Από την μια έστηνε καρτέρια και λήστευε ή απήγαγε κόσμο κι από την άλλη έκανε αγαθοεργίες. Λέγεται ότι χρηματοδότησε την κατασκευή περίπου 20 εξωκλησιών στο χωριό του αλλά και στα περίχωρα. Επίσης αναφέρεται ότι είχε χρηματοδοτήσει κτηνοτρόφους, είχε προικίσει φτωχές κοπέλες και παρείχε οικονομική βοήθεια σε φτωχές οικογένειες. Όλα αυτά τροφοδοτούσαν την λαϊκή φαντασία.
Οι αρχές τον είχαν συλλάβει αρκετές φορές αλλά πάντα κατάφερνε να ξεφεύγει. Πολλές φορές μάλιστα, όσο ήταν καταζητούμενος, συνήθιζε να μεταμφιέζεται και να συχνάζει σε κοσμικά μέρη και συναθροίσεις της αριστοκρατίας. Διασκέδαζε πολύ όταν καθόταν μεταμφιεσμένος δίπλα σε αστυνομικούς και τους άκουγε να καταστρώνουν σχέδια για την σύλληψή του. Με μια τέτοια μεταμφίεση κάθισε μια μέρα δίπλα σε αστυνομικούς σε μια ταβέρνα. Όταν έφυγε από την ταβέρνα, άφησε κάτω από το πιάτο του ένα χαρτάκι, που έγραφε πόσο κουτοί ήταν που δεν μπόρεσαν να τον καταλάβουν και υπέγραψε ως «βασιλεύς των Ορέων, Γιαγκούλας». Όταν ο μαγαζάτορας βρήκε το χαρτάκι, το έδωσε στους αστυνομικούς, που έγιναν έξαλλοι και κίνησαν γη και ουρανό για να τον βρουν, χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Γιαγκούλας αγαπούσε την ωραία ζωή
Ο Φώτης Γιαγκούλας ήταν ωραίος άντρας και γοήτευε τις γυναίκες. Του είχε δοθεί μάλιστα ο χαρακτηρισμός «ωραίος των ορέων». Η ομορφιά και η ευρηματικότητά του τον βοήθησαν να προσεγγίζει όποια γυναίκα τον ενδιέφερε, από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Λέγεται πως όταν χρησιμοποιούσε τον όνομα Nικόλαος Σκλήμπας, κυκλοφορούσε στα κοσμικά κέντρα της Αθήνας με την πλούσια Κηφισιώτισσα Βιβή Κυράση, με την οποία λέγεται ότι πήγανε στο Παρίσι. Συνήθιζε μάλιστα να υπογράφει στα γαλλικά και ζητούσε τα λίτρα από τις απαγωγές σε δολάρια.
Όταν ο Γιαγκούλας έστειλε γράμμα στον αρχηγό της χωροφυλακής
Στα αυτιά του Φώτη Γιαγκούλα έφτασε ότι οι χωροφύλακες κακομεταχειρίστηκαν χωρικούς. Εξοργίστηκε με αυτό και έστειλε στον αρχηγό της χωροφυλακής ένα γράμμα, που με πολύ γλαφυρό τρόπο του εξηγούσε τον λόγο που κανένας βοσκός δεν θα τον πρόδιδε. Με λίγα λόγια ανέφερε ότι δεν είναι λογικό από την μια να κακομεταχειρίζονται τους χωρικούς για να τους παραδώσουν τους ληστές κι από την άλλη να μην παρουσιάζονται για να τον πολεμήσουν όταν ο ίδιος τους καλεί. Και το γράμμα έκλεισε με μια ακόμα πρόσκληση σε μάχη μεταξύ αυτών και της χωροφυλακής.
Το αστρονομικό ποσό της επικήρυξης και η αρχή του τέλους
Το 1924 ο γιατρός Νικολαΐδης ζήτησε να δημιουργηθεί στα χωριά του Γιαγκούλα ένας σταθμός χωροφυλακής. Αυτό θεωρήθηκε προσβολή για την συμμορία του Γιαγκούλα. Έτσι απήγαγαν τον γιατρό Νικολαΐδη και τον αδερφό του. Στο Νικολαΐδη είπε πως ζητάνε λύτρα 200.000 για τον γιο του τον Αριστόδημο και 100.000 για τον γιατρό και ίσως να ζήσει. Ο γιατρός Νικολαΐδης τελικά αποκεφαλίστηκε δημόσια. Με έναν σύντομο λόγο ο Φώτης Γιαγκούλας είπε πως ο γιατρός προσπάθησε να τους ξεπαστρέψει ενώ δεν πείραξαν κανέναν εκεί κι γι’ αυτό θα το πληρώσει, όπως γίνεται με τους προδότες. Ύστερα του έκοψε το κεφάλι.
Μετά από αυτό έφτασε στα Σέρβια, για να εξοντώσει τον Γιαγκούλα, ο αστυφύλακας Αποστόλου. Παρόλο που δήλωνε συνέχεια πως θα τον σκοτώσει, όταν πήγε στην Τσαπουρνιά μαζί με 3 άντρες του για να εξετάσει ένα έγκλημα, ο Φώτης Γιαγκούλας τους έστησε καρτέρι, τους αφόπλισε, σκότωσε τον Αποστόλου και έδιωξε τους υπόλοιπους, λέγοντάς τους να διαδώσουν τα γεγονότα.
Το 1925 το κράτος άρχισε να παίρνει αυστηρότερα μέτρα κατά των ληστών. Εξόριζαν ολόκληρα χωριά με την υποψία ότι υποθάλπουν ληστές. Στην συνέχεια ο δικτάτορας Πάγκαλος έφτιαξε νόμο με τον οποίο όποιος ληστής έπαιρνε το κεφάλι άλλου ληστή θα κέρδιζε αμνηστία. Έτσι, οι ληστές στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Ο Φώτης Γιαγκούλας άρχισε να μην εμπιστεύεται κανέναν και για αρκετό καιρό απομακρύνθηκε ζώντας μοναχικά. Στην συνέχεια εντάχθηκε στην συμμορία του Πάντου Μπαμπάνη.
Η απαγωγή και η προδοσία
Στις 7 Σεπτεμβρίου 1925 η συμμορία του Φώτη Γιαγκούλα απαγάγει από το σπίτι τους δύο ξαδέρφια, τον 12χρονο Δημήτρη Ράπτη και τον 20χρονο φοιτητή Ιατρικής Νίκο Ράπτη. Οδήγησαν τους ομήρους στο κρησφύγετό τους και ζητούσαν από τις εύπορες οικογένειές τους 3.000.000 δραχμές λύτρα.
Ο Φώτης Γιαγκούλας αντιμετώπιζε καλά όλους τους ομήρους. Τους θεωρούσε ιερό και τους περιποιούνταν όσο καλύτερα μπορούσε. Μόλις έπαιρνε τα λύτρα τους άφηνε ελεύθερους κι έτσι σκόπευε να κάνει και τώρα. Έδωσε, λοιπόν, σε ένα έμπιστό του ένα γράμμα να το παραδώσει στην οικογένεια Ράπτη. Αυτός όμως γλυκάθηκε από την επικήρυξη, εκμεταλλεύτηκε την εμπιστοσύνη του Γιαγκούλα και αντί να παραδώσει το γράμμα στην οικογένεια Ράπτη, κατέληξε στην αστυνομία στις 19 Σεπτεμβρίου 1925. Ο προδότης λεγόταν Γκόρτζος και οδήγησε την αστυνομία στο λημέρι της συμμορίας που βρισκόταν στην θέση Κλευτόβρυση Ολύμπου, σε ύψος 1.380 μέτρων. Επικεφαλής της αστυνομίας και ορκισμένος εχθρός του Φώτη Γιαγκούλα ήταν ο αρχιφύλακας Ιωάννης Πετράκης και μαζί του ήταν μια ομάδα 27 ατόμων και μερικοί καταδότες.
Ο Φώτης Γιαγκούλας και συμμορία του, που αποτελούνταν από τους Πάντο Μπαμπάνη, Κώστα Τσαμήτρα και Λεωνίδα Μπαμπάνη, εγκλωβίστηκαν και η διαφυγή τους ήταν πλέον αδύνατη. Κατάλαβαν ότι κάποιος δικός τους πρέπει να τους πρόδωσε. Σηκώνοντας τις διόπτρες των όπλων τους προς τους αστυνομικούς εντόπισαν και τον καταδότη.
Ο Φώτης Γιαγκούλας έπεσε μετά από 8 ώρες
Κατά της διάρκεια της συμπλοκής ένας χωροφύλακας φώναξε στον Γιαγκούλα να παραδοθεί. Κι εκείνος απάντησε πως δεν γεννήθηκε ακόμα εκείνος που θα τον πιάσει ζωντανό. Μια άλλη ομάδα ένστολων τους φώναξε ψέματα ότι θα τους πετάξουν χειροβομβίδες, χωρίς πάλι να τους τρομάξουν. Ακολούθησε ανταλλαγή ύβρεων κι από τις δυο πλευρές. Η μάχη αστυνομίας – ληστών, που ξεκίνησε την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 1925 στις 9:30 το πρωί, συνεχιζόταν μέχρι τη 1:00 το μεσημέρι χωρίς κάποιο αποτέλεσμα.
Κι ενώ περνούσαν οι ώρες και περίπου μισή ώρα πριν το τέλος, ο Πετράκης πέτυχε το όπλο του Γιαγκούλα και το κατέστρεψε. Τότε ακούστηκε ένα «ωχ» από τον Φώτη Γιαγκούλα και ο Πετράκης νόμιζε πως τον σκότωσε και φώναξε «τον έφαγα». Τότε ο Φώτης Γιαγκούλας σηκώθηκε, σήκωσε την φουστανέλα του και του φώναξε με βρισιές ότι είναι ακόμα ζωντανός. Λίγο αργότερα τραυματίστηκε ο Πάντος Μπαμπάνης, φώναξε τον Φώτη Γιαγκούλα για βοήθεια και καθώς ο Γιαγκούλας τον πήρε στην πλάτη, τραυματίστηκε.
Ξαφνικά, σύμφωνα με μαρτυρία του Νίκου Ράπτη, αραίωσαν οι πυροβολισμοί και ο Φώτης Γιαγκούλας δεν ήταν ευχαριστημένος με αυτή την έκβαση. Τους είπε ότι δεν έχει άλλη υπομονή και θα σηκωθεί όρθιος. Και χωρίς να ακούσει συμβουλές, σηκώθηκε με λεβεντιά κι ετοιμάστηκε να ρίξει. Πρόλαβε να ρίξει μόνο δύο σφαίρες, την μια μάλιστα σε έναν χωροφύλακα, που τραυμάτισε βαριά. Αμέσως όμως δέχτηκε από την δεξιά πλευρά δυο θανάσιμες σφαίρες. Πρόλαβε να πει «Παιδιά, την έφαγα. Σας χαιρετάω» και μετά από δυο βήματα έπεσε νεκρός.
Εκτός από τον Φώτη Γιαγκούλα σκοτώθηκαν οι Πάντος Μπαμπάνης και Κώστας Τσαμήτρας, ο χωροφύλακας Κωνσταντίνος Σαλιώρας και τραυματίστηκε ο χωροφύλακας Γεώργιος Πολίτης. Ο μόνος επιζών από την συμμορία του Γιαγκούλα ήταν ο Λεωνίδας Μπαμπάνης, που πρόλαβε και σκότωσε τον 12χρονο Δημήτρη Ράπτη και τραυμάτισε τον 20χρονο Νίκο Ράπτη, τηρώντας τον ληστρικό νόμο, όπου οι αιχμάλωτοι θανατώνονται όταν τους καταδιώκουν οι αρχές. Ο 20χρονος Νίκος Ράπτης πάλεψε με τον Λεωνίδα Μπαμπάνη, που του έδωσε πολλές μαχαιριές χωρίς να καταφέρει να τον σκοτώσει. Ο Λεωνίδας Μπαμπάνης συλλαμβάνεται αλλά δραπετεύει αργότερα συνεχίζοντας την δράση του ως ληστής, χωρίς ποτέ να ξεχάσει τον Νίκο Ράπτη, που θα αναζητήσει τα επόμενα χρόνια. Ο Νίκος Ράπτης, στο ημερολόγιό του, αφηγείται με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο την καθημερινότητά του ως όμηρος αλλά και την εγκληματική αδιαφορία των αστυνομικών, που στη φούρια τους να πιάσουν τους ληστές για να πάρουν την αμοιβή, τον εγκατέλειψαν βαριά τραυματισμένο να αιμορραγεί και να σωθεί τελικά από τύχη.
Ο Φώτης Γιαγκούλας αποκεφαλίζεται
Ύστερα από το τέλος της 8ωρης μάχης και τον θάνατο των ληστών, ένας κτηνοτρόφος, που λεγόταν Καλαϊτζής, παρακάλεσε τον Πετράκη να κόψει αυτός το κεφάλι του Φώτη Γιαγκούλα και μάλιστα με το ίδιο του το μαχαίρι. Ο Καλαϊτζής είχε απειληθεί από τον Γιαγκούλα 4 φορές με αυτό το μαχαίρι και ήθελε να πάρει το αίμα του πίσω. Ο Πετράκης το δέχτηκε γιατί κανείς άλλος δεν ήθελε να κάνει αυτή την δουλειά. Ο Καλαϊτζής, ως κτηνοτρόφος, ήξερε την διαδικασία αλλά στην περίπτωση του ληστή ήταν άγριος κι εκδικητικός, κόβοντας το κεφάλι άτσαλα και θρυμματίζοντας τα οστά, όπως γινόταν με όλους τους ληστές τότε.
Στις τσέπες του Φώτη Γιαγκούλα βρέθηκε μια ερωτική επιστολή από μια ερωμένη του, την Μπήλιω, που τον παρακαλούσε να την επισκεφθεί το συντομότερο. Ο Φώτης Γιαγκούλας λέγεται ότι τότε είχε περίπου 5 ερωμένες ενώ ταυτόχρονα είχε επίσημη σύντροφο την συγχωριανή του, με την οποία είχαν αποκτήσει κι ένα παιδί, που πέθανε από τις κακουχίες της ζωής στο βουνό.
Τα κεφάλια των ληστών μπαίνουν σε κοινή θέα
Το κεφάλι του Φώτη Γιαγκούλα, μαζί με τα άλλα κεφάλια, εκτέθηκε σε κοινή θέα αρχικά σε ξύλινο πάγκο στο σιδηροδρομικό σταθμό Κατερίνης, προκειμένου να τα δει επιστρέφοντας από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα ο δικτάτορας Θεόδωρος Πάγκαλος και ο στενός συνεργάτης του, ναύαρχος Αλέξανδρος Χατζηκυριάκος. Ο Πάγκαλος στάθηκε για λίγο αμίλητος μπροστά στα κεφάλια, έχοντας δίπλα του τον Πετράκη. Στην συνέχεια έστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα προς τη διοίκηση Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, ονομάζοντας τον Πετράκη ταγματάρχη. Ύστερα διέταξε να δοθούν τα χρήματα της επικήρυξης.
Οι ληστές ήταν επικηρυγμένοι με τα παρακάτω ποσά: Φώτης Γιαγκούλας 600.000 δραχμές, Πάντος Μπαμπάνης 400.000, Κώστας Τσαμήτρας 50.000 και Λεωνίδας Μπαμπάνης: 150.000. Οι περισσότεροι από τους απλούς ένστολους έλαβαν από 12.000 δραχμές ο καθένας. Ο καταδότης αμείφθηκε με 310.000 δραχμές, ενώ η σύζυγος του αστυνομικού που σκοτώθηκε πήρε 60.000 δραχμές.
Στη συνέχεια πήραν τα κεφάλια από τον ξύλινο πάγκο και τα κάρφωσαν μπροστά στο κτήριο του δικαστηρίου Κατερίνης, ώστε να τα βλέπει ο κόσμος αλλά και για να αποτραπούν άλλοι κακοποιοί. Σιγά σιγά σχηματίστηκε μια τεράστια ουρά. Το απόγευμα ξεκάρφωσαν τα κεφάλια από τα κάγκελα και τα έβαλαν σε τενεκέδες με μπόλικο χοντρό αλάτι για να καθυστερήσουν την αλλοίωση.
Τα κεφάλια εξετάζονται
Την Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 1925 ο καθηγητής αφροδίσιων και δερματικών νοσημάτων του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεώργιος Φωτεινός, και ο επιμελητής του ιατροδικαστικού εργαστηρίου, Νάτσας, έστειλαν ένα τηλεγράφημα ζητώντας από την αστυνομία Θεσσαλονίκης τα κεφάλια για να κάνουν κρανιολογική εξέταση. Στις 26 Σεπτεμβρίου τα κεφάλια των Γιαγκούλα, Μπαμπάνη και Τσαμήτρα παραδόθηκαν στο ιατροδικαστικό εργαστήριο. Εκεί πάρθηκαν γύψινα προπλάσματα, μετρήθηκαν οι διαστάσεις τους, έγινε κρανιοτομή και εξετάστηκαν οι εγκέφαλοι για να συνταχθεί το ψυχολογικό προφίλ και να ερμηνευτεί η εγκληματική συμπεριφορά τους. Τέλος, συναρμολογήθηκαν και πάλι, ταριχεύτηκαν και τοποθετήθηκαν σε ειδική προθήκη στο ισόγειο του κτιρίου που στεγάζει μέχρι και σήμερα το Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, μαζί με άλλα κεφάλια.
Το κεφάλι του Φώτη Γιαγκούλα μαζί με το θρυλικό μαχαίρι του, την «Παρδάλα», εκτίθεται στο Μουσείο Εγκληματολογίας Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ακολουθεί video με ένα τραγούδι, που γράφτηκε για τον Φώτη Γιαγκούλα.
Για το άρθρο χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από:
- Φώτης Γιαγκούλας, Ανακτήθηκε από: https://el.wikipedia.org/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Σαρρής, Γ. (2019). Φώτης Γιαγκούλας: Ο βασιλεύς των ορέων – 94 χρόνια από τη θανάσιμη καταδίωξή του. Ανακτήθηκε από: https://www.ethnos.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Η ιστορία του θρυλικού λήσταρχου Γιαγκούλα. (2021). Ανακτήθηκε από: https://tvxs.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Κατσούδας, Ακ. (2022). Ο λήσταρχος Γιαγκούλας που έγινε ο φόβος κι ο τρόμος του Ολύμπου. Ανακτήθηκε από: https://www.oneman.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- 7 Έλληνες λήσταρχοι που ήταν ο ορισμός της αλήτικης ζωής – 7ος ο Φώτης Γιαγκούλας που γεννήθηκε στο Mεταξά Κοζάνης. (2020). Ανακτήθηκε από: https://www.prlogos.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Τσόλκα, Αλ. Μαμάααα μου… ο Γιαγκούλας! Ανακτήθηκε από: https://provocateur.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Γιαγκούλας, ο λήσταρχος φόβος και τρόμος: Είχε σφάξει 54 άτομα με το μαχαίρι του -Στο τέλος τού πήραν το κεφάλι. (2017). Ανακτήθηκε από: https://www.iefimerida.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Φώτης Γιαγκούλας, o λήσταρχος που περιγελούσε την εξουσία. (2016). Ανακτήθηκε από: https://www.newsbeast.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Σκοτώνεται σε συμπλοκή ο θρυλικός λήσταρχος Φώτης Γιαγκούλας. (2021). Ανακτήθηκε από: https://www.newshub.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Τάχατος, Ν. (2020). Φώτης Γιαγκούλας: Ο «Βασιλιάς» του βουνού. Ανακτήθηκε από: https://www.eleftheria.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Μπογδανίδης, Κ. (2019). Ο Προφητικός Φώτης Γιαγκούλας λίγο πριν σκοτωθεί στα βουνά της Πιερίας. Ανακτήθηκε από: https://www.pierianews.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- «Παιδιά, την έφαγα. Γεια σας…» – Η εξόντωση του διαβόητου λήσταρχου Φώτη Γιαγκούλα, στις 20 Σεπτέμβρη 1925 – Ένας όμηρος του Γιαγκούλα αφηγείται…Ιστορία. (2020). Ανακτήθηκε από: http://www.katiousa.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22
- Φώτης Γιαγκούλας. (2017). Ανακτήθηκε από: http://listestisistorias.blogspot.com/ Τελευταία πρόσβαση: 4/9/22