Ως «απελευθέρωση της Αθήνας» ορίζεται η ημέρα εκκένωσης της ελληνικής πρωτεύουσας από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Η εκκένωση αυτή πραγματοποιήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1944 και σηματοδότησε το τέλος της μαύρης περιόδου της Κατοχής της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα. Το αξιοσημείωτο είναι πως στην Ελλάδα δεν εορτάζεται η ημέρα της απελευθέρωσης, αλλά εορτάζεται η ημέρα της εισόδου της χώρας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (28 Οκτωβρίου 1940). Η ημέρα της απελευθέρωσης περνά σχεδόν απαρατήρητη με την πραγματοποίηση ίσως μόνο κάποιων αφιερωμάτων και μικρών εκδηλώσεων, ενώ η 28η Οκτωβρίου είναι ημέρα εθνικής εορτής. Είχε προηγηθεί βεβαίως η απελευθέρωση περιοχών της Νοτίου Ελλάδος από τον Σεπτέμβριο του 1944, ενώ στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε η απελευθέρωση και της υπόλοιπης ηπειρωτικής Ελλάδας. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης έγινε στις 30 Οκτωβρίου 1944, ενώ υπήρχαν και περιοχές όπως η Κρήτη, η Μήλος και τα Δωδεκάνησα που έζησαν την απελευθέρωσή τους στις 8 Μάη 1945, με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όταν οι Γερμανοί συνθηκολόγησαν.
Το ευρύτερο ιστορικό και κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της περιόδου
Φθινόπωρο του 1944. Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος βρίσκεται στο πέμπτο έτος του. Τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η άλλοτε κατακτητική και επιθετική ναζιστική Γερμανία βρίσκεται σε θέση υποχώρησης. Ο χρόνος μετράει αντίστροφα για την ολική κατάρρευση της χιτλερικής μηχανής. Από τα δυτικά, οι γερμανικές στρατιές υποχωρούν, καθώς από από τις 6 Ιουνίου 1944 έχουν πραγματοποιήσει οι Συμμαχικές Δυνάμεις (κυρίως Αγγλογάλλοι και Αμερικανοί) τη νικηφόρα απόβαση στη Νορμανδία. Ανατολικά, οι Γερμανοί υποχωρούν κατά μήκος των γραμμών του μετώπου, καθώς προελαύνει νικηφόρα ο σοβιετικός Κόκκινος Στρατός, ο οποίος έχει εισβάλλει στα Βαλκάνια. Η Γερμανική διοίκηση αποφάσισε κάτω από αυτές τις συνθήκες να ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο του 1944 διαδικασίες εκκένωσης της Ελλάδας, καθώς υπήρχε ορατός ο κίνδυνος να εγκλωβιστούν τα γερμανικά στρατεύματα εντός Ελλάδος, μιας που τις υπόλοιπες χώρες της Βαλκανικής, σάρωνε η μεγάλη σοβιετική αντεπίθεση.
Η κατάσταση στην Ελλάδα και την Αθήνα πριν την απελευθέρωση
Η ελευθερία της Ελλάδος δε θα αργούσε. Με βάση συμφωνίες που είχαν υπογραφεί στην Καζέρτα και στον Λίβανο, οι ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση είχαν έρθει σε συμφωνία για τον χειρισμό της κατάστασης μετά την αποχώρηση των δυνάμεων του εχθρού. Παράλληλα, ο αρχηγός των γερμανικών δυνάμεων κατοχής, πτέραρχος Χέλμουτ Φέλμυ, διαβεβαίωσε πως οι κατοχικές δυνάμεις θα αποχωρούσαν χωρίς να καταστρέψουν υποδομές της πόλης και εν γένει της χώρας, όπως για παράδειγμα το φράγμα της λίμνης Μαραθώνα. Όλα αυτά τα διαβεβαίωσε και με δημοσιεύσεις στον Τύπο των Αθηνών αλλά και σε συναντήσεις με τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό. Το αντάλλαγμα για την απελευθέρωση της Αθήνας ήταν να φύγουν οι γερμανικές δυνάμεις ανεμπόδιστες και απείραχτες. Η συμφωνία έγινε σιωπηρά δεκτή από τους Βρετανούς και από τις αντιστασιακές οργανώσεις. Οι Γερμανοί δεν τήρησαν ακριβώς τις δεσμεύσεις τους. Πριν ξεκινήσει η εκκένωση, εκτέλεσαν 72 Έλληνες στο Δαφνί, ενώ εκτέλεσαν και τους διερμηνείς τους, ώστε να μην αποκαλυφθούν μετέπειτα τα εγκλήματά τους. Ήταν απ’τους τελευταίους φόρους αίματος στον κατακτητή, πριν την απελευθέρωση…
Η αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων και η ημέρα της απελευθέρωσης
Στις 8:00 το πρωί της 12ης Οκτωβρίου 1944, ο πτέραρχος Φέλμυ μαζί με τον διορισμένο από τους κατακτητές, δήμαρχο Αθηναίων, Γεωργάτο, κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, στην πλατεία Συντάγματος. Οι γερμανικές μηχανοκίνητες δυνάμεις είχαν ξεκινήσει να φεύγουν νωρίτερα διαμέσου της Ιεράς Οδού. Το πλήρωμα του χρόνου για τους Έλληνες είχε έρθει. Στις 9:15, η γερμανική φρουρά της Ακρόπολης, προχώρησε στην υποστολή της ναζιστικής σημαίας από τον Ιερό Βράχο. Ένας Γερμανός στρατιώτης, τύλιξε βιαστικά τη σημαία με το μισητό ναζιστικό σύμβολο και αποχώρησε. Μετά από 1264 ημέρες Κατοχής, η σημαία του βάρβαρου κατακτητή δεν κυμάτιζε πια στον βράχο της Ακρόπολης. Παράλληλα, οι Γερμανοί κατέστρεψαν μεγάλο μέρος του λιμανιού του Πειραιά, ενώ προσπάθησαν να καταστρέψουν το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στο Κερατσίνι. Ο ΕΛΑΣ εμπόδισε μαζί με τους εργάτες το σαμποτάζ, πραγματοποιώντας μεγάλη μάχη. Μόλις οι Γερμανοί με τον πτέραρχο Φέλμυ εγκατέλειψαν το Σύνταγμα, ο λαός της Αθήνας ποδοπάτησε το στεφάνι που κατέθεσε ο μέχρι πριν από λίγο κατακτητής και προχώρησε σε ξέφρενους πανηγυρισμούς και αλαλαγμούς χαράς για την απελευθέρωση της Αθήνας σε όλη την πόλη. Η στιγμή που περίμεναν όλοι τριάμισι χρόνια ήρθε. Η Αθήνα ήταν ελεύθερη και οι ναζί απόντες. Σε αντίθεση όμως σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, δεν πραγματοποιήθηκαν τιμωρίες δωσιλόγων άνευ δίκης. Όπως ανέφεραν τότε και οι βρετανικές υπηρεσίες, η Αθήνα ήταν ήρεμη, ενώ ο ΕΛΑΣ και άλλα όργανα περιφρουρούσαν την τάξη.
Η Αθήνα ακυβέρνητη
Από τις 12 εως τις 15 Οκτωβρίου 1944 η Αθήνα ήταν στην ουσία μια ακυβέρνητη, ανοχύρωτη πόλη. Οι Γερμανοί είχαν φύγει, ενώ δεν είχε φτάσει ακόμα ο αγγλικός στρατός μαζί με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Ουσιαστικά την πρωτεύουσα διοικούσε ο Άγγελος Έβερτ, διοικητής της αστυνομίας. Την τάξη περιφρουρούσαν οι αντιστασιακές οργανώσεις και η Χωροφυλακή. Το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, ενώ διέθεταν τη στρατιωτική ισχύ, δεν είχαν πρόθεση να καταλάβουν την ελληνική πρωτεύουσα που θα τους οδηγούσε κατ’επέκταση στην ανάληψη της εξουσίας. Η διορισμένη από τους Γερμανούς κυβέρνηση δεν είχε πια κανέναν λόγο ύπαρξης.
Η άφιξη της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και των Άγγλων
Στις 15 Οκτωβρίου 1944 αποβιβάστηκαν στον Πειραιά δυνάμεις του αγγλικού στρατού. Η άφιξη των Άγγλων προκάλεσε αναστάτωση, κυρίως διαδηλώσεις από εθνικιστικές οργανώσεις στην Ομόνοια. Η διαδήλωση χτυπήθηκε από το ΕΑΜ. Στη συνέχεια υπήρχαν συγκρούσεις και κινήσεις αντεκδίκησης μεταξύ των εθνικιστικών οργανώσεων και του ΕΑΜ με αποτέλεσμα δεκάδες νεκρούς. Το ΚΚΕ προσπάθησε και κατάφερε να κατευνάσει τα πνεύματα στο ΕΑΜ ώστε να μη δοθούν άλλες εκτάσεις στα επεισόδια. Στις 18 Οκτωβρίου 1944, κατέφθασε στην Αθήνα ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, τα μέλη της εξόριστης κυβέρνησης, αγγλικές δυνάμεις υπό τις διαταγές του στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπυ, και οι άνδρες του «Ιερού Λόχου», του ελληνικού στρατού της Μέσης Ανατολής. Η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε αμέσως μέσα σε πανηγυρικό κλίμα για την απελευθέρωση της Αθήνας να υψώσει τη γαλανόλευκη ελληνική σημαία στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Παρόντες στην έπαρση της σημαίας ήταν ο νέος δήμαρχος Αθηναίων Αριστείδης Σκληρός, που παρέδωσε την ελληνική σημαία στον πρωθυπουργό, ο Βρετανός πρέσβης Ρέτζιναλντ Λίπερ και ο Βρετανός αντιναύαρχος Μάνσφιλντ. Στις δυνάμεις των ανταρτών απαγορεύτηκε η είσοδος στην πρωτεύουσα με εξαίρεση το 34ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον Λοχαγό Απόστολο Κοκμάδη που παραστάθηκαν τιμητικά στην τελετή.
Προάγγελοι των εμφύλιων συγκρούσεων
Στη συνέχεια, οι επίσημοι μετέβησαν στη Μητρόπολη, όπου τελέστηκε δοξολογία. Ακολούθησε ο «λόγος της Απελευθέρωσης» από τον Γεώργιο Παπανδρέου, που τον εκφώνησε από κτήριο στην πλατεία Συντάγματος. Ο λαός που άκουσε τον λόγο, παραληρούσε και κραύγαζε συνθήματα όπως «Λαοκρατία» και «τιμωρία των δωσιλόγων», εκφράζοντας τις απορίες και τα αιτήματά του για το τι μέλλει γενέσθαι στο καθεστώς της Ελλάδας μιας που οι κατακτητές αποσύρθηκαν και ο πόλεμος έφτανε στο τέλος του. Ο Παπανδρέου απέφυγε να κάνει σαφείς τις προθέσεις του για το ζήτημα του πολιτειακού καθεστώτος. Μετά την απελευθέρωση της Αθήνας η πολιτική κατάσταση έγινε τεταμένη το προσεχές διάστημα και οδήγησε σε γεγονότα όπως τα Δεκεμβριανά του 1944 και την εμφύλια σύγκρουση. Οι πανηγυρισμοί της απελευθέρωσης δεν κράτησαν πολύ. Σημαντικό ρόλο έπαιζε και ο αγγλικός παράγοντας με τον πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας, Ουίνστον Τσώρτσιλ, να θέλει να κατευθύνει την πολιτειακή κατάσταση της Ελλάδος…
Στο παρακάτω βίντεο προβάλλεται ένα συνοπτικό ιστορικό ντοκουμέντο για την απελευθέρωση της Αθήνας του μεγάλου κινηματογραφικού παραγωγού, Φιλοποίμενος Φίνου.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
el.wikipedia.org
Eudes, D. (1980). Οι Καπετάνιοι. Αθήνα: Εξάντας Εκδοτική Ε.Π.Ε.