
Δύο ένθερμοι οπαδοί του αναρχισμού και της ένοπλης επαναστατικής εξέγερσης, οι Σάκο και Βαντσέτι θα βρεθούν στις ΗΠΑ από την Ιταλία τη δεκαετία του 1920 και οι δράσεις τους θα προκαλέσουν πονοκέφαλο στη μεταπολεμική Αμερική. Με την κατηγορία της ένοπλης ληστείας μετά φόνου θα φυλακιστούν και θα εκτελεστούν. Η διεθνής κοινότητα θα γίνει μάρτυρας μιας πολιτικής δολοφονίας ως μήνυμα παραδειγματισμού ξετυλίγοντας το κουβάρι μεγάλων αναταραχών και διαδηλώσεων.
Το αμερικανικό κοινωνικό τοπίο και οι πρώτες δράσεις
Η δεκαετία του 1920 στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, θα βρει τις ΗΠΑ με μια αναπτυξιακή οικονομική πορεία αλλά και με μία κατάσταση κοινωνικού αυτοματισμού που σχετίζεται με τις ευθύνες του πολέμου. Εκείνη την εποχή μετά την 18η τροποποίηση θα εισαχθεί η ποταπαγόρευση και θα αυξηθεί η εγκληματικότητα, σε μία Αμερικανική κοινωνία όπου η οπλοκατοχή ήταν αρκετά συνήθης κατάσταση εκτός από νόμιμη.
Το 1917, εν μέσω μιας διαδήλωσης θα πραγματοποιηθεί η γνωριμία του Μπαρτολομέο Βαντσέτι και του Νίκολα Σάκο, οι οποίοι είχαν μεταναστεύσει από το 1908. Και οι δύο ανήκαν στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα με τον Σάκο να εργάζεται ως τσαγκάρης και τον Βαντσέτι ως ψαράς. Το κοινό τους στοιχείο ήταν η πεποίθηση περί επαναστατικής βίας, και η εκτίμηση για τον Λουίτζι Γκαλεάνι, γνωστό μέλος του αναρχικού κινήματος, και επικίνδυνο εχθρό του Αμερικανικού κράτους.
Οι δράσεις των οπαδών του Γκαλεάνι θα είναι έντονες και η κλιμάκωση θα έρθει το 1919 όπου και θα πραγματοποιηθεί βομβιστική επίθεση στο σπίτι του Αμερικανού Υπουργού Δικαιοσύνης. Έπειτα από εκείνο το περιστατικό τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Οι Σάκο και Βαντσέτι είχαν μπει στο στόχαστρο του αμερικανικού κράτους.

Η σύλληψη και η δίκη των Σάκο και Βαντσέτι
Στις 15 Απριλίου του 1920 στην Μασαχουσέτη, θα πραγματοποιηθεί σε ένα εργοστάσιο υποδηματοποιίας, μια ένοπλη ληστεία, η οποία θα επιφέρει και τον θάνατο του σωματοφύλακα και του ταμία του εργοστασίου. Λίγες μέρες αργότερα, στις 5 Μαΐου η αστυνομία θα στήσει καρτέρι έξω από ένα γκαράζ, όπου και βρίσκεται ένα αυτοκίνητο το οποίο η τοπική αστυνομία θεωρούσε πως βρισκόταν στις 15 Απριλίου στον τόπο του εγκλήματος, περιμένοντας πιθανούς υπόπτους να το παραλάβουν. Η Αστυνομία θα συλλάβει τρία άτομα, μεταξύ αυτών οι Σάκο και Βαντσέτι, πάνω στους οποίους θα εντοπιστούν αναρχικές προκηρύξεις αλλά και δύο πιστόλια.
Μέσα σε μια κοινωνική τάση προπαγάνδας σχετικά με τους νεοφερμένους μετανάστες, οι οποίοι κατηγορούνταν για την εγκληματικότητα και την μετάδοση σοσιαλιστικών ιδεών από την ανατολική Ευρώπη, η δίκη των Σάκο και Βαντσέτι θα πραγματοποιηθεί σε επτά εβδομάδες με ετυμηγορία την εσχάτη των ποινών.
Κατά την διάρκεια της δίκης θα γίνει αντιληπτή στην κοινή γνώμη η μεροληψία αλλά και η εχθρική συμπεριφορά των δικαστικών αρχών στα συγκεκριμένα πρόσωπα. Παράλληλα η δικαστική αρχή θα επιστρατεύσει «μάρτυρες» οι οποίοι θα αντιταχθούν στις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης με στόχο την νομική τους εξουδετέρωση. Οι δικαστικές αρχές θα χρησιμοποιήσουν ποινικούς εγκληματίες ως ψευδομάρτυρες, με αντάλλαγμα την αποφυλάκιση τους ή την μείωση των ποινών τους, ενώ αίσθηση κάνει το γεγονός της συστηματικής παραποίησης των λεγομένων των Σάκο και Βαντσέτι από τον διερμηνέα της δίκης, εκμεταλλευόμενος το γεγονός πως οι κατηγορούμενοι δεν κατείχαν καλές γνώσεις της αγγλικής γλώσσας.
Δεν θα μπορούσε να υπάρχει πιο χαρακτηριστική περιγραφή της κατάστασης, από μία δήλωση του προέδρου της συγκεκριμένης δίκης στους ενόρκους. «Ο Μπαρτολομέο Βαντσέτι αν και μπορεί να μην διέπραξε το έγκλημα το οποίο του αποδίδεται, είναι παρόλα αυτά ένοχος, καθώς είναι εχθρός των θεσμών μας» . Όταν οι ένορκοι προφέρουν την ετυμηγορία «Ένοχοι» ο Νικολά Σάκο κραυγάζει μέσα στην αίθουσα: «Είμαι αθώος!». Ο διευθυντής της τοπικής αστυνομίας, κάπτεν Πρόκτορ, αργότερα θα αποκαλύψει πως υπήρχε συμφωνία με τον εισαγγελέα της δίκης να επιβεβαιώσει ότι οι σφαίρες που χρησιμοποιήθηκαν στην ένοπλη ληστεία προέρχονταν από το όπλο του Σάκο
Οι διαμαρτυρίες της κοινής γνώμης
Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της δίκης και τον καταλογισμό της θανατικής ποινής στους Σάκο και Βαντσέτι, η κοινή γνώμη θα εκφράσει αρχικά έντονες σκέψεις που αφορούν την μεροληψία των δικαστικών αρχών. Κάθε προσπάθεια που θα γίνει προκειμένου να επαναληφθεί η δίκη θα πέσει στο κενό. Η κοινή γνώμη αρχίζει να υπολογίζει ως αίτιο της καταδίκης των Σάκο και Βαντσέτι τις ριζοσπαστικές τους ιδέες παρά την τέλεση του συγκεκριμένου εγκλήματος Σε πολύ γρήγορο χρόνο θα ξεσπάσουν αντιδράσεις κυρίως σε εργατικές περιοχές στις ΗΠΑ, την Λατινική Αμερική αλλά και την Ευρώπη και κυρίως την Γαλλία. Οι κινητοποιήσεις έχουν μεγάλο μέγεθος και χιλιάδες κόσμου βγαίνει στον δρόμο.

Η ανατροπή της υπόθεσης που όμως οδήγησε στο ίδιο τέλος
Λίγο καιρό αργότερα, τον Νοέμβριο του 1925, ένας κατηγορούμενος με το όνομα Σελεστίνο Μεδέιρος θα ομολογήσει πως ο ίδιος βρισκόταν στην συγκεκριμένη ληστεία και θα υποστηρίξει την αθωότητα των Σάκο και Βαντσέτι. Τόνισε μάλιστα και πως την συγκεκριμένη ληστεία είχε διαπράξει μία συμμορία του Τζο Μορέλι. Ο τότε κυβερνήτης της Μασαχουσέτης θα διατάξει τον σχηματισμό μίας νέας επιτροπής που θα επανεξέταζε την συγκεκριμένη υπόθεση, καθώς υπήρχαν σοβαρότατες ενδείξεις για κακοδικία, αλλά το πόρισμα της επιτροπής θα είναι και πάλι αρνητικό, ενώ δεν θα αποδοθεί στους κατηγορούμενους η απονομή χάριτος. Η είδηση της θανατικής ποινής θα ξανά δημιουργήσει ογκώδεις διαδηλώσεις, και οι συνήγοροι υπεράσπισης κάνουν έκκληση υπεράσπισης στον κόσμο να έρθει στην Βοστώνη. Οι γραπτές εκκλήσεις υπολογίζονται γύρω στις 600.000, αλλά κάθε ενέργεια είναι μάταιη.
Η εκτέλεση θα γίνει στο Τσάρλεστον, και η πόλη μετατρέπεται κυριολεκτικά σε ένα φρούριο, με οπλοπολυβόλα να τοποθετούνται στα τείχη της συγκεκριμένης φυλακής, ενώ η αστυνομική παρουσία στην πόλη σπάει κάθε προηγούμενο, προκειμένου να μην ξεφύγουν οι καταστάσεις με τους πάνω από 70.000 διαδηλωτές που βρίσκονται στην πόλη, ενώ δεν υπάρχει τηλεοπτικό δίκτυο ή ραδιοφωνικός σταθμός που να μην καλύπτει τα γεγονότα. Η εκτέλεση θα γίνει στις 23 Αυγούστου 1927.

Η δίκη ακόμα και μετά το τέλος της, θα απασχολήσει πολύ τον νομικό και πολιτικό κόσμο. Η δικαίωση δεν θα έρθει για τα θύματα ούτε το 1959, όταν οι τοπικές αρχές θα αρνηθούν να αποδώσουν αναδρομική απονομή χάριτος. Η δικαιοσύνη προς τα θύματα θα έρθει χρόνια αργότερα το 1977, με τον κυβερνήτη της Μασαχουσέτης να αποκαθιστά τους Σάκο και Βαντσέτι μετά θάνατον.
Η συγκεκριμένη υπόθεση θα αφήσει το στίγμα της σε κάθε συζήτηση περί πολιτικής καταδίκης και ιδεολογικής εξόντωσης. Η ιστορία θα αποτυπωθεί το 1971 στον κινηματογράφο και θα εμπνεύσει τον παγκοσμίου φήμης συνθέτη Ένιο Μορικόνε να συνθέσει το τραγούδι «Here’s to You» και να αποδώσει έναν μουσικό φόρο τιμής στους Σάκο και Βαντσέτι. Το τραγούδι ακολουθεί παρακάτω.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για το άρθρο:
Υπόθεση Σάκο και Βαντσέτι: ανακτήθηκε από www.sansimera.gr, Τελευταία πρόσβαση 2/07/2021
Σάκο-Βαντσέτι: Ήταν αθώοι, αλλά«είχαν κόκκινες δραστηριότητες»… : ανακτήθηκε από: www.imerodromos.gr. Τελευταία πρόσβαση 02/07/2021
Η υπόθεση των δύο θρυλικών αναρχικών Σάκο και Βαντσέτι: ανακτήθηκε από: tvxs.gr Τελευταία πρόσβαση 02/07/2021