Φρανσουά Ωγκύστ Ρενέ Ροντέν. Πολυτάλαντος, ιδιοφυής, αυτοδίδακτος κατά το πλείστον, γλύπτης του 20ού αιώνα. Το κάθε έργο του είναι κατάθεση ψυχής και άμεσα αναγνωρίσιμο και ελκυστικό στο ευρύ κοινό. Τα έργα του βασίζονται στην απόλυτα λεπτομερειακή αναπαράσταση σχημάτων και μορφών και διακρίνονται από την αρμονία και την πλαστικότητα. Εκφράζουν το ωμό, καθαρό συναίσθημα, με έμφαση στις λεπτομέρειες της σάρκας, αλλά και στην εσωτερική ασχήμια της ανθρωπότητας.
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου του 1840 στο Παρίσι και ήταν ο δεύτερος γιος του Ζαν Μπατίστ Ροντέν και της Μαρί Σεφέρ. Από νεαρή ηλικία επέδειξε ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και στα 10 του παρακολούθησε τα πρώτα του μαθήματα. Στα 14 χρόνια του εισήχθη στη σχολή École Impériale de Dessin, γνωστή και ως Petite École (Μικρή Σχολή) σε αντιδιαστολή με τη μεγαλύτερου κύρους Σχολή Καλών Τεχνών (École des Beaux-Arts), όπου επιχείρησε να σπουδάσει, αλλά απορρίφθηκε συνολικά τρεις φορές. Την περίοδο αυτή, μελετά εντατικά και επισκέπτεται μουσεία, παρατηρώντας με ενδιαφέρον γλυπτά της αρχαιότητας, ανακαλύπτοντας παράλληλα και την προσωπική του κλίση στη γλυπτική.
Σε ηλικία 18 ετών αρχίζει να εργάζεται στο Παρίσι, προκειμένου να συντηρήσει την οικογένειά του. Η πόλη του Παρισιού του προσφέρει αυτή τη δυνατότητα, καθώς την εποχή αυτή πολλά αγάλματα και διακοσμητικά γλυπτά κατασκευάζονται, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε δημόσιους χώρους. Παράλληλα, ο Ροντέν παράγει και προσωπικά έργα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο θάνατος της αδελφής του, Μαρί, τον τραυματίζει πολύ και για αυτό το λόγο τίθεται υπό θεραπευτική παρακολούθηση. Ο πατέρας του αναγνωρίζει το ταλέντο του και τον ενθαρρύνει να συνεχίσει.
Το 1864 συναντά την Ροζ Μπερέ, η οποία γίνεται σύντροφός του και ποζάρει σε πολλά έργα του. Την ίδια χρονιά, απορρίπτεται δύο φoρές στο Σαλόν του Παρισιού το έργο του Άντρας με Σπασμένη Μύτη, που ο ίδιος ο Ροντέν το θεωρεί ως το πρώτο του σημαντικό γλυπτό. Αργότερα, το 1875, γίνεται δεκτό με το διαφορετικό τίτλο Πορτρέτο Ρωμαίου και αποτελεί παράλληλα το πρώτο έργο του Ροντέν που εκτίθεται στο Σαλόν.
Το 1875 ο Ροντέν πηγαίνει στην Ιταλία για να δει τα αριστουργήματα της Αναγέννησης. Αφού μελέτησε τον Μικελάντζελο, ακολούθησε η πρώτη του απόπειρα για γυμνό και το πρώτο του σκάνδαλο με το άγαλμα ενός τέλεια μυώδους άντρα με τίτλο: Η Εποχή του Μπρούντζου. Σε μία εποχή που η γλυπτική προτιμούσε τα νεοκλασικά ιδεώδη από τις ρεαλιστικές περιγραφές του ανθρώπινου σώματος, η μορφή ήταν εκπληκτικά ζωντανή – σε βαθμό που οι κριτικοί τον κατηγόρησαν ότι καλούπωσε το άγαλμα πάνω σε ένα ζωντανό μοντέλο, αντί να το σχηματίσει με το χέρι του. Χρειάστηκε κυβερνητική έρευνα για να λήξει το θέμα. Ωστόσο, η φασαρία κίνησε την προσοχή του Γαλλικού Υπουργείου Καλών Τεχνών που αγόρασε το άγαλμα το 1880 και κατόπιν του ανέθεσε να σχεδιάσει μια μνημειώδη πόρτα για ένα προγραμματισμένο μουσείο διακοσμητικών τεχνών. Ο Ροντέν στράφηκε στη Θεία Κωμωδία του Δάντη, που περιγράφει την Κόλαση, το Καθαρτήριο και τον Παράδεισο. Εστιάζοντας στα αιώνια μαρτύρια των καταραμένων, ονόμασε το έργο του Οι Πύλες της Κόλασης. Άρχισε με ενθουσιασμό, σχεδιάζοντας και προετοιμάζοντας μορφές. Αποφάσισε το μέγεθος του έργου (4,5 μ. ύψος και 3,5 μ. πλάτος) και τη γενική προσέγγιση (γυμνές μορφές να βγαίνουν από την επιφάνεια) και κατόπιν έβαλε μπρος. Αλλά δεν άντεχε την ιδέα να τελειώσει και έτσι το έργο δεν ολοκληρώθηκε όσο ζούσε. Στα τέλη του 1880, η κατασκευή του μουσείου εγκαταλείφθηκε, ωστόσο ο Ροντέν συνέχισε να επεξεργάζεται περιοδικά το έργο του μέχρι και το τέλος της ζωής του.
Οι Πύλες της Κολάσεως όμως δεν ήταν μια μάταιη ενασχόληση. Ενέπνευσαν τον Ροντέν για άλλα έργα, όπως το έργο Ο Σκεπτόμενος και Το Φιλί.
Κατά τη διάρκεια της εργασίας του για τις Πύλες, ο Ροντέν αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ως σημαντικός δημιουργός, αναλαμβάνοντας περισσότερες παραγγελίες. Την ίδια περίοδο, αναπληρώνοντας το φίλο του και δάσκαλο γλυπτικής Αλφρέντ Μπουσέ, γνωρίζεται με τη δεκαοκτάχρονη σπουδάστρια Καμίλ Κλοντέλ, η οποία σύντομα θα αποτελέσει μαθήτρια, μοντέλο, συνεργάτιδα και ερωτική σύντροφο του Ροντέν, που ωστόσο ουδέποτε εγκατέλειψε την Ροζέ Μπερέ. Η Κλοντέλ θα αποτελέσει σημαντική πηγή έμπνευσης για τον Ροντέν μέχρι το 1898, έτος κατά το οποίο διακόπτεται και η σχέση τους.
Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1880 ο Ροντέν ανέλαβε αρκετά σημαντικές παραγγελίες. Μεταξύ αυτών και δύο έργα προς τιμή του ζωγράφου Κλωντ Λοραίν και του λογοτέχνη Βικτόρ Ουγκό. Το 1891 ανέλαβε και τη δημιουργία ενός μνημείου για τον Μπαλζάκ. Για το έργο αυτό ο Ροντέν εργάστηκε συνολικά επτά χρόνια. Παρουσιάστηκε δημόσια το 1898, αλλά η υποδοχή που επιφύλαξε το κοινό ήταν αρνητική, γεγονός που οδήγησε τον Ροντέν στην αφαίρεση της προτομής, την οποία τοποθέτησε στο εργαστήριο του, απαγορεύοντας την περαιτέρω δημόσια έκθεσή της.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Ροντέν είναι αναγνωρισμένος ως ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες, ενώ παράλληλα ένα τμήμα στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού αφιερώνεται αποκλειστικά σε έργα του. Ο ίδιος συνεχίζει να εργάζεται, και είτε επεξεργάζεται παλαιότερες δημιουργίες του, είτε ολοκληρώνει άλλα μακρόχρονα σχέδια. Εικάζεται πως την περίοδο αυτή ο Ροντέν διαθέτει μερικές δεκάδες βοηθών, προκειμένου να αντεπεξέλθει στην πληθώρα των παραγγελιών που αναλαμβάνει.
Το 1908 μετακομίζει στο ξενοδοχείο Biron, κατοικία και άλλων γνωστών καλλιτεχνών, όπως του ζωγράφου Ανρί Ματίς. Το 1912 το γαλλικό κράτος σχεδιάζει την κατεδάφιση του ξενοδοχείου, αλλά ο Ροντέν πείθει τις αρχές να διατηρηθεί το κτήριο με αντάλλαγμα την παραχώρηση εκ μέρους του όλων των έργων του στη γαλλική κυβέρνηση. Αργότερα, το κτήριο μετατράπηκε στο Μουσείο Ροντέν.
Σημαντικά έργα του
Ο Σκεπτόμενος, ένα από τα πιο γνωστά και δημοφιλή έργα του, αποτελεί την απεικόνιση του ανθρώπου που διαλογίζεται το πεπρωμένο του. Το γλυπτό αυτό ξεκίνησε ως απεικόνιση του Δάντη. Αρχικά, φαντάστηκε τον ποιητή ως όρθια μορφή με μανδύα, ενστικτωδώς όμως προτίμησε την εννοιολογία από την αλληγορία. Αντί να δείξει ένα ιστορικό πρόσωπο, ο Ροντέν αποφάσισε να σχεδιάσει έναν ανώνυμο καλλιτέχνη τη στιγμή της έμπνευσης. Έβαλε τη μορφή, που τότε λεγόταν Ο Ποιητής, να βγαίνει από το πάνω μέρος του πλαισίου, όχι μόνο συλλογιζόμενος τα μαρτύρια των ψυχών στην κόλαση, αλλά και δημιουργώντας με τη φαντασία του όλο το έργο.
Δεν είναι ονειροπόλος. Είναι δημιουργός.
Ροντέν για τον Σκεπτόμενο.
Κατόπιν αποφάσισε ν’ απομονώσει το έργο από την πύλη και να το εκθέσει αυτόνομο. Η μορφή έγινε ακόμα λιγότερο αλληγορική, αφού ο Ροντέν την ονόμασε Ο Στοχαστής. Χωρίς συμφραζόμενα, το γλυπτό γίνεται ανώνυμο και κυριολεκτικά αφηρημένο. Ανήκε στην ιδιωτική συλλογή του Τζέραλντ Κάντορ, ιδιοκτήτη της ασφαλιστικής εταιρείας Τζέραλντ Κάντορ, μαζί με άλλα έργα του Ροντέν, και βρισκόταν στον 105ο όροφο του βόρειου πύργου, υπό το όνομα «μουσείο στον ουρανό».
Παράπλευρη απώλεια το έργο τέχνης που επισκιάστηκε από το θάνατο τόσων πολλών ανθρώπινων ζωών. Ευτυχώς, με επιμέλεια του ίδιου του Ροντέν το 1902 αναπαράχθησαν από το αρχικό καλούπι άλλα 22 αντίγραφα του γλυπτού. Έτσι, μπορούμε να το απολαύσουμε «ζωντανά» και σήμερα.

Το Φιλί, το μνημειώδες γλυπτό και ένα από τα πιο δημοφιλή του κόσμου, απεικονίζει μια ιστορία σαρκικού έρωτα. Δυο γυμνοί εραστές λιώνουν από πάθος. Είναι γνωστό απλά ως Kiss, αλλά η δύναμη των σωμάτων και της έκφρασης των εραστών περιγράφεται με πολύ περισσότερες λέξεις. Κάθονται γυμνοί επάνω σε ένα σκαλισμένο βράχο, απόλυτα αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλο, ανέμελοι και η στάση τους δημιουργεί μια εντυπωσιακή αντίθεση με το κάθε περιβάλλον. Εκπροσωπούν τον απόλυτο έρωτα, το μαγνητισμό που ασκεί το ένα πρόσωπο στο άλλο, αδιαφορώντας για οτιδήποτε συμβαίνει γύρω τους. Η έννοια του έρωτά τους είναι εξιδανικευμένη και διαχρονική.
Το γλυπτό το βλέπει κανείς σε διάφορα μέρη του κόσμου. Έγιναν τέσσερα νόμιμα αντίγραφα κατά τη διάρκεια της ζωής του Ροντέν, με λατινικούς αριθμούς (ΙΙΙ/ΙV) που είχε δικαίωμα να χυτεύσει το Μουσείο Ροντέν στο Παρίσι από το πρωτότυπο εκμαγείο. Το Φιλί πηγάζει από ένα ανάγλυφο σύμπλεγμα που κοσμούσε το μέσον του αριστερού πλαισίου της Πύλης της Κολάσεως (γύρω στο 1880-1881) και απεικόνιζε τον Πάολο και τη Φραντζέσκα -ένα ξακουστό ζευγάρι εραστών- που έζησαν στα τέλη του 13ου αιώνα και δολοφονήθηκαν από τον απατημένο σύζυγο Gianciotto Μalatesta, άρχοντα του Ρίμινι, την ώρα που αντάλλασσαν το πρώτο τους φιλί. Οι δυο εραστές είναι η γυναίκα του και ο αδερφός του. Το επεισόδιο αναφέρεται από τον Δάντη στη Θεία Κωμωδία, στο V άσμα της Κολάσεως. Ο Ροντέν αποφάσισε να αποσύρει τη σύνθεση από την Πύλη της Κολάσεως, θεωρώντας ότι το Φιλί απεικόνιζε μια στιγμή άρρητης ευδαιμονίας που δεν ταίριαζε με το πνεύμα του συνόλου. Έτσι, άρχισε να δουλεύει τη σύνθεση ανεξάρτητα από το 1882. Το 1887 το σύμπλεγμα είχε ήδη ολοκληρωθεί και παρουσιάστηκε στο Βέλγιο. Το 1888 η Διεύθυνση Καλών Τεχνών του γαλλικού κράτους παρήγγειλε στο γλύπτη ένα αντίτυπο σε μάρμαρο.

Αιώνια Άνοιξη, το γλυπτό που δημιούργησε ο Ωγκύστ Ροντέν από ένα μοναδικό κομμάτι μάρμαρο το 1901. Το γλυπτό ανήκει στην πιο δημιουργική περίοδο του Γάλλου γλύπτη. Θεωρείται ένα από τα πιο ερωτικά: πάνω σε μια βάση με μοτίβο λουλουδιών δύο εραστές αγκαλιάζονται με πάθος. ‘Ηταν τόσο επιτυχημένο που ο καλλιτέχνης δημιούργησε και άλλες παραλλαγές του και από μάρμαρο, αλλά και από μπρούτζο. Πουλήθηκε το 2016 έναντι 20,4 εκατομμυρίων δολαρίων σε δημοπρασία του οίκου Σόθμπις. Το όνομα του αγοραστή δεν έχει γίνει γνωστό.
Ροντέν και Κλοντέλ
Ο Ροντέν είχε τη διπλάσια ηλικία από εκείνη. Για όλους όμως τους νέους καλλιτέχνες του Παρισιού ήταν ο σπουδαιότερος γλύπτης στον κόσμο. Σύντομα η Καμίλ δούλευε στο ατελιέ του, σύντομα συνεργαζόταν μαζί του, και σύντομα έγινε η ερωμένη του. Η σχέση τους, όπως ήταν φυσικό, έγινε αντικείμενο συζήτησης και κουτσομπολιού στα σαλόνια του Παρισιού. Όχι μόνον εργάζονταν μαζί καθημερινά, αλλά έκαναν κοινές εξόδους συχνά τη νύχτα σε πάρτι και δείπνα. Η Καμίλ αποτελούσε πάντα το κέντρο της προσοχής με την απαράμιλλη ομορφιά της, το εκρηκτικό της γέλιο, το ζωντανό και γλαφυρό τρόπο που μιλούσε. Συχνά πήγαιναν εκδρομές και μακρινά ταξίδια. Δημοσίως, για αυτήν ήταν ο Monsieur Rodin και για αυτόν η Mademoiselle Claudel. Του έγραφε συνεχώς ερωτικές επιστολές.
Κοιμάμαι γυμνή για να πιστέψω ότι είστε δίπλα μου. Αλλά όταν ξυπνάω, δεν είστε.
Η σχέση τους δεν ήταν μόνο αγάπη, έρωτας, πάθος, αλλά και καθημερινή εργασία και συνεργασία. Κατά γενική παραδοχή, αυτή ήταν η πιο γόνιμη, η πιο θριαμβευτική περίοδος στην καριέρα του Ροντέν, στη διάρκεια της οποίας δημιούργησε εκπληκτικά έργα. Η Καμίλ ήταν πιο επιδέξια ως τεχνίτης από τον Ροντέν. Θα μπορούσε να λαξέψει το μάρμαρο με τρόπο που αυτός δε θα μπορούσε ποτέ. Λέγεται ότι ο Ροντέν την επιστράτευε για να κάνει τα πιο δύσκολα τεχνικά μέρη των μορφών του, όπως τα χέρια και τα πόδια.
Το βίντεο που ακολουθεί περιλαμβάνει σκηνές από τη βιογραφική ταινία του Ζακ Ντουαγιόν, όπου αναθέτει στον Βενσάν Λιντόν να ενσαρκώσει το γλύπτη Ροντέν.
Πηγές
http://www.thetoc.gr/politismos/article/i-istoria-tou-pio-diasimou-filiou-ston-kosmo
Καμίλ Κλοντέλ : Η σπουδαία γαλλίδα γλύπτρια, ο καταδικασμένος έρωτας και η πορεία προς την τρέλα.